Σημείωμα σκηνοθέτη:
«Αυτό που ενδιαφέρει την παράσταση μας είναι οι άνθρωποι και λιγότερο η «περιήγηση» του σπιτιού αυτού καθεαυτού. Οι άνθρωποι που έβαλαν την πρώτη πέτρα για να χτιστεί αυτό το μικρό, ελάχιστο πεπρωμένο. Αυτοί που ανέγραψαν τη χρονολογία κτίσεως ανάγλυφα στο κέντρο του. 1903
Αυτοί που έσφαξαν τον πετεινό κι έβαλαν τη λίρα τη χρυσή κάτω από το θεμέλιο λίθο. Οι κτήτορες και οι νεότεροι ιδιοκτήτες του που έφεραν το σπίτι ως εδώ. Οι δύο οικογένειες που δέθηκαν μαζί του, η οικογένεια του Δημητρίου Σούλα και η οικογένεια του Χρήστου Παπανικολάου. Η ιστορία τους, το θάρρος τους, η διαδρομή τους, οι θυσίες τους, η πίστη τους, η αρχοντιά τους. Το αίμα και το χρυσάφι τους.
Και μαζί μ’ αυτούς η ιστορία της Καβάλας, της Μακεδονίας και της Πατρίδας μας, από το τέλος του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας.
Και αν μας επιτρέπεται να πούμε και κάτι ακόμα, η εξαιρετική αυτή ιστορία, η «Βιογραφία του Πατρογονικού» της Μάγκυς Κριθαρέλλη, μας ξαναθυμίζει πως οι άνθρωποι που πεθαίνουν, στηρίζονται από την παρουσία αυτού στο οποίο πίστεψαν, και αυτό τους αναλαμβάνει – σαν τους αγγέλους – αυτό είναι που κρατά τα έργα τους όρθια. Το αίμα και το χρυσάφι τους».
Θοδωρής Γκόνης
Ένα σπίτι ηλικίας 113 ετών γίνεται η αφορμή να βιογραφηθεί μια πόλη. Το πατρογονικό της Μάγκυς Κριθαρέλλη στην Καβάλα, που διακρίνεται στις καρτ ποστάλ των αρχών του 20ού αιώνα, είναι από τα τυχερά παλιά σπίτια που έπεσε σε καλά χέρια και περιβλήθηκε με αγάπη. Γεροχτισμένο στην εποχή του, ανακαινισμένο το 1936 από τους νέους, δεύτερους ιδιοκτήτες, κιβωτός αναμνήσεων και σημείο διασταύρωσης δύο διαδοχικών οικογενειακών δέντρων, το σπίτι στην Καβάλα έχει αναδειχθεί σε πηγή αστικής ιστορίας αλλά και σε ανεξάντλητο κουβάρι οικογενειακών αφηγήσεων. Αυτό που με εντυπωσίασε στη σύλληψη και στη σύνθεση του βιβλίου είναι ότι το αποτέλεσμα υπερβαίνει τις προσδοκίες του τίτλου, καθώς η «βιογραφία» εξελίσσεται σε πανοραμική θεώρηση των αστικών διαδρομών της Καβάλας και καταλήγει να βιογραφήσει όχι μόνο το ίδιο το σπίτι αλλά και τις δύο οικογένειες που συνδέθηκαν με την ιστορία του. Η πρώτη ως κτήτορες έως το 1936 και η δεύτερη ως νέοι ιδιοκτήτες από τον Μεσοπόλεμο έως σήμερα. Και γίνεται η θεώρηση αυτή ανατομία για την αστική εξέλιξη της ίδιας της Καβάλας ως παραδειγματικής πόλης σε ένα ιστορικό μεταίχμιο εθνοτήτων, εμπορίου, κοσμοπολιτισμού και εσωστρέφειας, σε μια τομή που μπορεί να προκαλέσει μετακινήσεις ανθρώπων, κεφαλαίων και ιδεών. Όλα αυτά συνέβησαν στην ευημερούσα Καβάλα από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τουλάχιστον τον Μεσοπόλεμο, όταν τα ανατολικά καπνά ήταν περιζήτητα στις αγορές. Μια πόλη σε άνθηση επί οθωμανικής διοίκησης, με διαρκείς εντάσεις και κατοχές από τη βουλγαρικής επεκτατικότητα, με οργανωμένη ζωή τις τελευταίες δεκαετίες, η Καβάλα ήταν και είναι ιδανικό σκηνικό και αστικό πλαίσιο για να υποδεχθεί ένα διώροφο νεοκλασικό σπίτι σαν αυτό που βιογραφήθηκε τόσο αριστοτεχνικά και με τόση λεπτομέρεια. Η Μάγκυ Κριθαρέλλη είχε την ιδέα να οργανώσει δύο παράλληλες ιστορικές έρευνες στις δύο οικογένειες που συνδέονται με την ιστορία του σπιτιού. Η δική της οικογένεια (Παπανικολάου) έχει στην ιδιοκτησία της το σπίτι από το 1936. Αλλά και η πρώτη οικογένεια που το έχτισε το 1903, την εποχή της αστικής ακμής της Καβάλας, η οικογένεια του Δημήτρη Σούλα, με καταγωγή από το Σούλι, ιχνηλατείται διεξοδικά. Διαδρομές, πρόσωπα, φιλοδοξίες, ανατροπές συνθέτουν σχεδόν κινηματογραφικά σενάρια. Αν βάλει κανείς σε μια σειρά τις διαδρομές των δύο οικογενειών, έχει σε μικρογραφία ελκυστικές και πειστικές εκδοχές της νεοελληνικής ιστορίας.
Καθημερινή, 27/8/2016
Νίκος Βατόπουλος, για το βιβλίο της Μάγκυς Κριθαρέλλη