Η άγρια αχλαδιά
Ο Τσεϊλάν επιστρέφει ξανά στη «βαθιά» Τουρκία με ένα εγκεφαλικό έπος που έχει αυτοβιογραφικά στοιχεία
O νεαρός Σινάν επιστρέφει απρόθυμα μετά τις σπουδές του στο χωριό που μεγάλωσε, και στο σπίτι των γονιών του, φιλοδοξώντας να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο. Καθώς οι μέρες περνούν και δεν φαίνεται φως στον ορίζοντα, ο Σινάν περιπλανιέται στον μικρόκοσμο του χωριού του και συνειδητοποιεί τόσο την αντιπάθειά του για το μέρος όσο και για τον πατέρα του- έναν ανεύθυνο καθηγητή και οικογενειάρχη, πνιγμένο στα χρέη και με αδυναμία στον τζόγο.
Βαρύ, υπέρ το δέον εγκεφαλικό, εσωτερικής καύσης δράμα, με στοιχεία υπαρξιακής αναζήτησης από ένα στυλίστα του λόγου και της εικόνας. Ο Τούρκος Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν μετά από το βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα προηγούμενο φιλμ του, την αριστουργηματική «Χειμερία νάρκη», επιστρέφει στα βάθη της Ανατολίας για να αφηγηθεί άλλη μια ιστορία με έντονο βιογραφικό χρώμα και αλληγορικό χαρακτήρα για μια Τουρκία που σβήνει. Ο ήρωας στην «Άγρια Αχλάδια» είναι ένας νεαρός μπερδεμένος άντρας που θέλει να γίνει συγγραφέας, όμως βλέπει το μέλλον του μαύρο και άραχλο. Η επιστροφή στο χωριό του ύστερα από τις σπουδές στην Κωνσταντινούπολη συνδυάζεται με την απόφαση του να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο αλλά οι άνθρωποι που προσεγγίζει για βοήθεια είναι είτε αρνητικοί είτε αδιάφοροι. Το φιλμ, χωρίς ορατή πλοκή και με ένα ήρωα που σέρνεται σε έναν τόπο που δεν τον σηκώνει, είναι χτισμένο πάνω σε μερικούς υπέροχους διαλόγους (που καμιά φορά διαρκούν ίσως περισσότερο από όσο θα έπρεπε) και σε σπάνιας εικαστικής ομορφιάς πλάνα ενός ακαταμάχητου φυσικού τοπίου. Μέσα από το σπάνιο συγκερασμό νατουραλισμού, ποίησης και διαλεκτικής ο Τσεϊλάν περιχαράσσει μια διαδρομή από την ανωριμότητα στην ενηλικίωση, από τη μελαγχολία της μοναξιάς προς την συμφιλίωση με τον εαυτό μας. Μα πάνω από όλα εκείνο που τον «καίει» είναι η κατανόηση και η αποδοχή του πατρικού συμβόλου, με τον πατέρα του ήρωα να φέρει πολλά στοιχεία από τον αληθινό πατέρα του σκηνοθέτη. Η ταινία συμμετείχε στο Διαγωνιστικό Τμήμα του φεστιβάλ των Καννών.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης