Είναι δεύτερη μέρα του 2019. Κρύο, συννεφιά και επιστροφή στη δουλειά. Στο Θέατρο του Νέου Κόσμου εμφανίζονται αγουροξυπνημένοι οι ηθοποιοί των πρωϊνών προβών. Τα κεφάλια μέσα για όλους. Η Λένα Ουζουνίδου, πάλι, φέρνει μια άλλη ενέργεια στη μέρα: Ζεστασιά, πλατύ χαμόγελο, γνήσιες, αληθινές κουβέντες· τα βασικά που αναζητά κανείς στο συνομιλητή που θα κάνει ποδαρικό.
Για τη Λένα η νέα χρονιά μπαίνει ακριβώς όπως τελείωσε η προηγούμενη: Με πολλή δουλειά. Πρωταγωνίστρια ήδη σε δύο παραστάσεις, στον πολυ-διακεκριμένο «Αρίστο» που παίρνει παράταση και μετακομίζει στο «Άνεσις» και στην «Ψιλικατζού» που συνεχίζει επίσης ακάθεκτη στο Vault, πρόκειται να προσθέσει μια τρίτη στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα της: «Τα μάτια» του Πάμπλο Μεσίες στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. «Φέτος δοκίμασα τα όριά μου και είδα ότι έχω μεγάλη αντοχή και πως η σκέψη μου λειτουργεί καλά υπό συνθήκες πίεσης. Σύντομα, όμως, πρέπει να βάλω φρένο για να παραμείνω υγιής» λέει και βάζει στόχους για ξεκούραση.
Ηθοποιός ευρείας γκάμας, επιδέξια στην κωμωδία και με μεγάλα συγκινησιακά φορτία στο δράμα, είναι και θέλει να παραμείνει ακατάτακτη· έτσι όπως έγινε γνωστή τα τελευταία χρόνια στο αθηναϊκό κοινό. Γιατί η ιστορία της Λένας Ουζουνίδου ξεκινάει πριν από χρόνια από τον Βορρά.
Ανανεώνεις τη συνεργασία σου με το Θέατρο του Νέου Κόσμου, χάρη στη νέα σκηνοθεσία του Παντελή Δεντάκη. Τελικά, είσαι άνθρωπος των σταθερών σχέσεων;
Ακριβώς αυτό. Ήρθα εδώ το 2013 με τον «Κοινό λόγο» και το 2014 ήρθε η σειρά της «Σταματίας». Από τότε δεν έχω ξεκολλήσει.
Είναι οι άνθρωποι που σου δημιουργούν την αφοσίωση ή και τα έργα, οι ρόλοι;
Είναι το άθροισμα όλων των παραπάνω. Πέρυσι, όταν στα 20 χρόνια λειτουργίας του ΘΝΚ ζήτησαν από όλους μας μια δήλωση, οι περισσότεροι μίλησαν «για το σπίτι τους». Δεν είναι τυχαίο αυτό. Η ατμόσφαιρα είναι σχεδόν οικογενειακή και φυσικά ταυτίζεται με επιλογή ωραίων έργων. Υπάρχει μια φροντίδα απ’ όλους.
Δεν μου ταιριάζουν τα μεγάλα θέατρα
Τι σε κάνει να επιλέξεις την επόμενη παράσταση που θα συμμετέχεις; Γιατί φαντάζομαι πως όσο βρίσκεσαι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου έρχονται προτάσεις και από αλλού – όπως η παρουσία σου στο πλευρό της Ελένης Ράντου πριν από δύο χρόνια.
Είναι η σκέψη ότι επιστρέφω σ’ ένα οικείο περιβάλλον – είτε είναι ψυχικοί ή πραγματικοί τόποι. Αυτό χαρακτηρίζει τη σχέση μου με το Θέατρο του Νέου Κόσμου αλλά και με το Vault που συνεργάζομαι φέτος για πρώτη φορά. Αγαπώ τα μικρά θέατρα, που δεν καθορίζονται από τα μεγάλα ταμεία και οι ανάγκες τους εστιάζουν πιο πολύ στο να διηγηθούν συγκινητικές ιστορίες.
Που σημαίνει ότι κρατάς αποστάσεις από τις κεντρικές σκηνές;
Δεν μου ταιριάζουν παρότι έχω δουλέψει κάποιες φορές σε μεγάλα θέατρα. Πλέον, είμαι σίγουρη γι’ αυτό. Ξεκίνησα να παίζω στους μεγάλους χώρους του ΚΘΒΕ, στο Βασιλικό Θέατρο, στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών· ήμουν, δηλαδή, εκπαιδευμένη για μεγάλες σκηνές και το παίξιμο μου ήταν εξωστρεφές. Μετά όμως, όταν ήρθα στην Αθήνα κι άρχισα να παίζω σε μικρότερες σκηνές συνειδητοποίησα πως μ’ ενδιέφερε η άμεση επαφή με το κοινό. Νομίζω πως έγινα και πιο καλή ηθοποιός μέσα από αυτή τη διαδικασία γιατί άρχισα να ξεχνάω τον τρόπο της εξωστρέφειας και την ψευτιά που φέρει καμιά φορά. Όμως, στις μικρές σκηνές δεν μπορείς να πεις ψέματα· όλοι οι μύες του σώματος συνεργάζονται για να πεις την αλήθεια.
Υπήρξε στιγμή που μετάνιωσες για την κάθοδο στην Αθήνα;
Ποτέ, μα ποτέ. Έκανα αυτό το βήμα στη σωστή στιγμή. Πήρα ό,τι είχα να πάρω από τη Θεσσαλονίκη – μεγάλη ευλογία να κάνω το ντεμπούτο μου στο Κρατικό Βορείου Ελλάδος με το Βασίλη Παπαβασιλείου στην καλλιτεχνική διεύθυνση και μετά με τον Διαγόρα Χρονόπουλο και τον Βίκτωρα Αρδίττη. Απέκτησα εμπειρία και μέσω αυτών των ανθρώπων ήρθα στην Αθήνα.
Μέσω κάποιου συγκεκριμένα;
Η πρώτη παράσταση που έκανα ήταν σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη.
Υπάρχουν άνθρωποι στους οποίους οφείλεις;
Στο Βασίλη Παπαβασιλείου οπωσδήποτε, στο Γιάννη Ρήγας και το Θοδωρή Γκόνη που ήταν και δάσκαλοι μου στη σχολή, στο Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, στο Σταμάτη Κραουνάκη, στην Μπέτυ Αρβανίτη. Επίσης, στον Κώστα Τσιάνο που όταν με πρωτοσυνάντησε είπε «εγώ αυτή θα την κάνω πρωταγωνίστρια». Και όντως έμαθα τόσα πράγματα κοντά του. Ήταν όλοι άνθρωποι που με αγάπησαν, με πίστεψαν πολύ, που μου έδωσαν ότι είχαν και δεν είχαν.
Πέτυχα σημαίνει κατάφερα να πω μια ιστορία αληθινά. Πέτυχα σημαίνει συγκίνησα κάποιους ανθρώπους
Ήρθες, λοιπόν, ως πρωταγωνίστρια στην Αθήνα;
Η αλήθεια είναι ότι έπαιζα μεγάλους ρόλους από πολύ νέα, από το Κρατικό. Αλλά πάντα μ’ ένα ταπεινό τρόπο.
Με τους όρους της αγοράς πάντως περνάς από τη μια επιτυχία στην άλλη. Εσύ, πάλι, πώς διαβάζεις την έννοια της επιτυχίας;
Πέτυχα σημαίνει κατάφερα να πω μια ιστορία αληθινά. Πέτυχα σημαίνει συγκίνησα κάποιους ανθρώπους. Είναι λίγο το χειροκρότημα και οι αγκαλιές μετά, η ανάγκη των άγνωστων ανθρώπων που έχουν σταθεί απέναντι σου για μιάμιση ώρα και νιώθουν την ανάγκη να σου δώσουν κάτι πίσω… Και έρχονται στο καμαρίνι για να με πάρουν μια αγκαλιά. Ε, αυτό δεν είναι μεγάλη επιτυχία;
Δεν σε συνέδεσε, επομένως, ούτε μια στάλα ματαιοδοξίας με το θέατρο;
Και η ματαιοδοξία παίζει, ναι. Αν και ποτέ δεν είχα μεγάλες φιλοδοξίες.
Και τι σε ανεβάζει κάθε βράδυ στη σκηνή;
Η ανάγκη να φωτίσω τη σκοτεινή πλευρά της φύσης μας. Είναι μεγάλο πράγμα να σου δίνεται η δυνατότητα ν’ ανακαλύψεις και να μοιραστείς αυτά τα σκοτάδια. Αλλά σε κάθε περίπτωση η ένωση με το κοινό είναι εθιστική.
Πέρασες από τη φάση που ήθελες απλώς να είσαι η καλύτερη;
Ναι, αλλά δεν το θέλω πια. Ξεπέρασα γρήγορα αυτό το σκόπελο. Από τις πρώτες φορές που μου είπαν «μπράβο, είσαι η καλύτερη» – είτε ήμουν μαθήτρια, είτε επαγγελματίας ηθοποιός – βαρέθηκα. Δεν το χρειαζόμουν άλλο. Ειδικά στο θέατρο, από μια ηλικία και μετά παύει να σε ενδιαφέρει η πρωτιά. Σε ενδιαφέρει να είστε όλοι καλοί για να μπορέσετε από κοινού να πείτε καλά μια ιστορία. Τελικά, είναι πολύ βαρετό να είσαι η καλύτερη. Καλύτερα να είσαι η πιο τρελή.
Είσαι αστείο κορίτσι;
Πολύ αστείο! Κάνω διαρκώς γκάφες, είμαι πολύ αφηρημένη και συνήθως ζω ανάμεσα σε δύο κόσμους: Της κανονικότητας και της τρέλας. Γι’ αυτό και σκορπάω το γέλιο στους γύρω μου – συχνά τους εκνευρίζω για τους ίδιους λόγους – και γενικά πορεύομαι μέσα σε αυτή τη συνθήκη.
Η τρέλα είναι καμιά φορά πιο παρηγορητική από την κανονικότητα;
Ναι, αλλά και πολλές φορές το ανάποδο. Βλέπεις μου λείπει η κανονικότητα, η ρουτίνα, αφού κάθε βράδυ με περιμένει κάτι διαφορετικό.
Είμαι αστείο κορίτσι. Κάνω διαρκώς γκάφες, είμαι πολύ αφηρημένη και συνήθως ζω ανάμεσα σε δύο κόσμους: Της κανονικότητας και της τρέλας
Τι άνθρωπος είσαι Λένα; Είσαι αυτό το μεγάλο χαμόγελο, η ανοιχτωσιά που διαπιστώνει ο καθένας που σε γνωρίζει;
Έχω κι εγώ τα σκοτάδια μου, τις αγωνίες, τις φοβίες μου. Έχω αγωνία μεγάλη για το μέλλον μας ως ανθρωπότητα. Είναι πολύ ανθρώπινες αντιδράσεις αυτές. Όμως, η βάση μου έχει να κάνει με μια φύση θετική και χαρούμενη. Δεν έχω πέσει ποτέ σε σοβαρή κατάθλιψη – θλίψη ναι, όχι κατάθλιψη – δεν έχω πάει σε ψυχολόγο, δεν έχω πάρει χάπια. Είμαι γερή και σωματικά και ψυχικά. Θέλω να έχω ενάργεια για τη ζωή και για την τέχνη μου.
Μιλώντας για τρέλα, ήταν… τρέλα που παράτησες τις σπουδές διατροφολογίας στη Θεσσαλονίκη κι ενώ ήσουν μαθηματικό ταλέντο, τελικά γράφτηκες στη δραματική του ΚΘΒΕ;
Οχι, ήμουν σίγουρη ότι θα καταλήξω ηθοποιός από τα 12 μου χρόνια. Βαθιά μέσα μου το ήξερα κι ας έλεγα ότι ήθελα να γίνω αστροφυσικός. Μου άρεσε φυσικά, η έρευνα, η επιστήμη και τα μυστήρια του σύμπαντος. Αλλά τελικά αποφάσισα να ερευνήσω τα μυστήρια της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από το θέατρο.
Δεν εξέπληξες ούτε τους γονείς σου με αυτή τη στροφή;
Καθόλου! Η μητέρα μου, μάλιστα, μου ομολόγησε πως ήθελε κι εκείνη να δώσει εξετάσεις στο Εθνικό αλλά δεν της το είχε επιτρέψει ο παππούς μου. Όσο για τον πατέρα μου, είναι επίσης καλλιτεχνική φύση – τραγουδάει φανταστικά. Οπότε δεν εξεπλάγην κανείς. Απεναντίας, τους ενδιέφερε το παιδί τους να κάνει ένα πνευματικό επάγγελμα.
Κατεβαίνοντας, λοιπόν, στην Αθήνα έπρεπε να επανασυστηθείς στο κοινό της πόλης;
Δεν ένιωσα ποτέ ότι χρειάζεται να αποδείξω κάτι. Έκανα τη δουλειά μου ωραία, με αγάπη. Δεν είχα ποτέ τη φιλοδοξία να γίνω πρωταγωνίστρια, να περάσω στην πρώτη γραμμή. Κι έλεγα πως αν μου συμβεί, θα ήθελα να συμβεί αργά, στα 40 μου. Όπως κι έγινε.
Έγινε κάτι ακόμα πιο σπάνιο: Δεν μας συστήθηκες μέσα από μεγάλους ρόλους και σημαντικά έργα, όσο ότι σύστησες εσύ τα έργα που σε έκαναν πρωταγωνίστρια.
Είναι, μάλλον, μεγάλη ανατροπή για τα πράγματα του θεάτρου. Το πιστεύεις πως ακόμα και τώρα μου μιλούν στο δρόμο άνθρωποι που με έχουν δει στο θέατρο; Ειδικά θεατές που με γνώρισαν μέσα από τη «Σταματία». Κι αυτό με χαροποιεί τρομερά: Ότι έγινα γνωστή μέσω μιας παράστασης.
Και η οποία ξεκίνησε να παίζεται σε σκηνή 40 θεατών.
38 για την ακρίβεια! Τότε ήμουν σίγουρη πως δεν θα πάει καλά αυτή η παράσταση, αλλά με καθησύχαζε ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος· μου έλεγε «μη σε νοιάζει, εμείς πάμε να το κάνουμε για το κέφι μας. Ας έχουμε και 5-6 θεατές τις καθημερινές και 15 τα Σαββατοκύριακα, εγώ θα είμαι πολύ ευχαριστημένος. Να μην ανησυχείς κορίτσι μου». Θυμάμαι πως στην πρεμιέρα δεν είχαμε ούτε ένα προπωλημένο εισιτήριο. Και να που έγινε η φοβερή ανατροπή.
Σημείο αναφοράς για σένα.
Ναι, γιατί έκτοτε σκέφτομαι πως έχει σημασία να παίζω σε κείμενα που με συγκινούν. Να πω την ιστορία μιας γυναίκας – κι ας μην είναι η Αρκάντινα, κι ας μην είναι η Εκάβη ή η λαίδη Μάκβεθ – μιας γυναίκας καθημερινής. Έχω ανάγκη ν’ αφηγηθώ τις ιστορίες των ανώνυμων ηρωίδων. Το ίδιο συμβαίνει, ας πούμε, και φέτος που υποδύομαι την «Ψιλικατζού» στο Vault: Μιαν απλή, λαϊκή κοπέλα, η οποία έχει ζήσει μια περιπέτεια με τις εξωσωματικές γονιμοποιήσεις στην προσπάθειά της ν’αποκτήσει παιδί. Και βρέθηκα εγώ, που ποτέ δεν θέλησα να γίνω μάνα και να κάνω παιδιά, να πάθω τέτοια συγκίνηση με την ιστορία της, που θέλησα να την αφηγηθώ.
Ο σωστός έρωτας δεν θα απαιτήσει να παρατήσεις τα πάντα, θα θέλει να είσαι ο εαυτός σου
Το ίδιο συμβαίνει και στα «Μάτια» που κάνουν πρεμιέρα σε δύο εβδομάδες στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Ναι, παίζω τη Νατάλια, μια γυναίκα που ξεκινάει από την Αργεντινή και ακολουθώντας έναν Ιταλό σερβιτόρο φτάνει μέχρι την Ισπανία.
Θα έκανες το ίδιο; Θα άλλαζες άρδην τη ζωή σου για έναν έρωτα;
Όχι, δεν θα παρατούσα τα πάντα για έναν έρωτα. Ο σωστός έρωτας δεν θα απαιτήσει να παρατήσεις τα πάντα, θα θέλει να είσαι ο εαυτός σου. Ο έρωτας είναι χαρά, δεν είναι σκοτεινό πηγάδι. Βέβαια, αν δεν περάσουμε από αυτό το σημείο, δεν θα αναγνωρίσουμε το φως του.
Που σημαίνει ότι ξέρεις κι από τα σκοτάδια του έρωτα.
Εννοείται, ποιος δεν ξέρει;
Έχεις πάρει γεύση και από μεγάλα συναισθήματα;
Ναι. Μα ήμουν ένας άλλος άνθρωπος τότε. Και σήμερα που τα σκέφτομαι χαίρομαι που τα έζησα.
Μητέρα είπες πως δεν θέλεις να γίνεις…
Όχι, ποτέ δεν χτύπησε το μητρικό ρολόι μέσα μου. Κι ενώ το περιβάλλον μου το δέχθηκε, καταλαβαίνω πως η κοινωνία δεν είναι έτοιμη για γυναίκες σαν εμένα. Δυστυχώς, είμαστε τόσο συντηρητικοί.
Τελευταία πάντως υποδύεσαι ρόλους μητέρας.
Εδώ και μια δεκαετία μου αναθέτουν ρόλους μητέρας. Βλέπεις, είμαι ηθοποιός που από πολύ μικρή είχα μια μεγαλύτερη σκηνική ηλικία. Από τα 30 μου, ας πούμε, έπαιζα ρόλους πενηντάρας. Πέρασα τη φάση της ενζενί για πολύ λίγο.
Να κάτι ακόμα που σε χαρακτηρίζει: Ανήκεις στη μειοψηφία των ηθοποιών που προσπέρασαν τα στερεότυπα που εγκλωβίζουν το θέατρο σε μια ιδανική ομορφιά.
Σ’ αυτό οδηγήθηκα γιατί ήμουν πολύ σωστά εκπαιδευμένη. Θυμάμαι στην πρώτη μου επαγγελματική παράσταση με σκηνοθέτη τον Βασίλη Παπαβασιλείου, μας έλεγε πως «όλοι μπορούν ν’ανέβουν στη σκηνή: Οι άσχημοι και οι ψηλοί, οι χοντροί και οι σκυφτοί· όλοι. Και πως όλοι είναι απαραίτητοι στη σκηνή όπως είναι απαραίτητοι στη ζωή». Το θέατρο δεν είναι εξώφυλλο περιοδικού και η δουλειά του ηθοποιού πρέπει να είναι ένα διαρκές παρατηρητήριο της ζωής – που έχει απίστευτες ασχήμιες εκτός από μεγάλες ομορφιές.
Το δικό σου βλέμμα πού κολλάει συνήθως; Στην ομορφιά ή στην ασχήμια των πραγμάτων;
Με προβληματίζει η δυσκολία της ζωής γι’ αυτό και κάνω αυτή τη δουλειά. Κατά τα άλλα ό,τι κι αν μου συμβαίνει το δέχομαι. Και το φιλτράρω μέσα από την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων.
Με τα μάτια της λογικής ή του συναισθήματος;
Ισορροπημένα μεταξύ των δύο. Αν και είμαι συναισθηματική και πολύ ευαίσθητη.
Το θέατρο δεν είναι εξώφυλλο περιοδικού και η δουλειά του ηθοποιού πρέπει να είναι ένα διαρκές παρατηρητήριο της ζωής
Έβαλες ποτέ εμπόδια στον εαυτό σου εξαιτίας αυτής της ευαισθησίας;
Όχι. Ο,τι έχω ονειρευτεί έγινε. Άφηνα, βλέπεις, όλα μου τα όνειρα να κυκλοφορούν ελεύθερα μέσα στο κεφάλι μου, χωρίς φραγμούς και λογοκρισία. Και να που όλα έγιναν στην ώρα τους.
Τι όνειρα κυκλοφορούν τώρα στο μυαλό σου;
Θέλω πάρα πολύ να ξεκουραστώ. Να φροντίσω τον εαυτό μου, να γυμναστώ, να διαβάσω με ησυχία.
Αυτή η πολυπαραγωγική περίοδος της θεατρικής σου ζωής συνδυάζεται και με μια ευτυχισμένη προσωπική συνθήκη;
Ναι, η προσωπική μου ζωή είναι κάτι που με γεμίζει χαρά, απλώς δεν έχω χρόνο να τη ζήσω ακριβώς. Φέτος, δοκίμασα τα όρια και τις αντοχές μου και είδα ότι έχω πολύ μεγάλη αντοχή και πως η σκέψη μου λειτουργεί πολύ καλά και υπό συνθήκες πίεσης. Αλλά σύντομα πρέπει να βάλω φρένο για να παραμείνω υγιής.
Η Λένα Ουζουνίδου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Τα μάτια» του Πάμπλο Μεσίες. Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 17 Ιανουαρίου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Φιξ, 210-9212900). Σκηνοθετεί ο Παντελής Δεντάκης. Συμπρωταγωνιστούν οι Άννα Καλαϊτζίδου, Μαρία Μοσχούρη, Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος.
Επίσης πρωταγωνιστεί στον «Αρίστο» βασισμένο στο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη «Ο γύρος του θανάτου». Η παράσταση ανεβαίνει στο Θέατρο Ανεσις (Λεωφόρος Κηφισίας 14, Αμπελόκηποι, 210-7718943). Σκηνοθετεί ο Γιώργος Παπαγεωργίου. Συμπρωταγωνιστούν οι Μιχάλης Οικονόμου και Γιώργος Χριστοδούλου.
Τέλος, πρωταγωνιστεί στο μονόλογο της Κωνσταντίνας Δελημήτρου «Η ψιλικατζού». Η παράσταση ανεβαίνει μέχρι τις 27/1 στο θέατρο Vault (Μελενίκου 26, Βοτανικός, 2130-356472, 69459938700). Σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζιάς.