Αναβάθμιση χώρου στη Θεσσαλονίκη και μία ακόμη συναυλία στην Αθήνα!
Τα εισιτήρια για τις πολυαναμενόμενες εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη της αγαπημένης μπάντας του ελληνικού κοινού, εξαντλήθηκαν σε χρόνο ρεκόρ.
Η ιδιαίτερη σύνδεση των MADRUGADA με το ελληνικό κοινό δημιούργησε μια εντυπωσιακή και «ακόρεστη» ροή ζήτησης και έτσι …όπως όλοι ευχηθήκαμε μετά την ανακοίνωση των δυο sold out.
Η συναυλία της Θεσσαλονίκης μεταφέρεται από το Principal Club Theater σε μεγαλύτερο χώρο και συγκεκριμένα στο Helexpo Pavilion 5 και στην Αθήνα προστίθεται και μια επιπλέον ημερομηνία συναυλίας, η Δευτέρα 8 Απριλίου.
H προπώληση εισιτηρίων για τη Θεσσαλονίκη συνεχίζεται και για την EXTRA συναυλία στην Αθήνα ξεκινά την Τετάρτη 23 Ιανουαρίου.
Η άνοιξη του 2019 θα φέρει 3 συναυλίες των Madrugada στη χώρα μας. Από το 2000, που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό μέχρι σήμερα, αυτή η σχέση μόνο να μεγαλώνει ξέρει.
Το αθηναϊκό Tae Kwon Do arena ταιριάζει στο μέγεθος των Madrugada,αλλά οι ίδιοι αποφάσισαν ειδικά στη Θεσσαλονίκη να εμφανισθούν στο Helexpo Pavilion 5,για να γιορτάσουν ένα special occasion με αγαπημένους τους ανθρώπους, τα δέκατα πέμπτα γενέθλια του αγαπημένου brand name της Θεσσαλονίκης.
Τα πάντα είναι έτοιμα για μία από τις πιο πολυαναμενόμενες επανασυνδέσεις στην ιστορία του σύγχρονου ροκ, καθώς οι Madrugada ξαναενώνονται τον Φεβρουάριο του 2019 για μία ευρωπαϊκή περιοδεία. Οι συναυλίες σηματοδοτούν την 20ή επέτειο από την κυκλοφορία του θρυλικού, πρώτου άλμπουμ του συγκροτήματος,Industrial Silence. Στη σκηνή θα ανέβουν τρία από τα αρχικά τέσσερα μέλη της μπάντας: OSivert Høyem, oFrode Jacobsenκαι oJon Lauvland Pettersen.
Ξεκινώντας την περιοδεία με δύο sold-out συναυλίες στο Oslo Spektrum στις αρχές Φεβρουαρίου, το συγκρότημα θα πάει αμέσως μετά στην Ευρώπη.
Στις εμφανίσεις τους θα παίξουν, κυρίως, τραγούδια από το ντεμπούτο άλμπουμ τους,Industrial Silence, το οποίο κυκλοφόρησε στις 30 Αυγούστου του 1999.
Η ιστορία της επιτυχίας των Madrugada παραμένει θρυλική, στη μουσική ιστορία της Νορβηγίας… το καλοκαίρι του 1998, η Virgin Records προσέφερε στο συγκρότημα ένα συμβόλαιο, ένα συμβόλαιο που η ιστορία λέει ότι υπογράφηκε στο καπό ενός αυτοκινήτου έξω από το Νορβηγικό Χρηματιστήριο.
Με αυτό έδωσε στη μπάντα απόλυτη και πλήρη εμπιστοσύνη καθώς και χρόνο στο στούντιο, για να πραγματοποιήσει τα μεγάλα οράματά της. Τον Σεπτέμβριο της επόμενης χρονιάς, το ντεμπούτο album τους, Industrial Silenceέγινε επιτυχία εν μία νυκτί …αμέσως πήγε στο Νο 1 στον πολυπόθητο κατάλογο VG – και από εκεί και πέρα έγινε επιτυχία σε όλη την Ευρώπη.
Το άλμπουμ παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα, κλασικά άλμπουμ στην ιστορία της νορβηγικής ροκ. Τα επόμενα δέκα χρόνια, οι Madrugada κυκλοφόρησαν άλλα τέσσερα στούντιο άλμπουμ. Το τελευταίο τους, με τίτλο απλά το όνομα τους, Madrugada, ξεκίνησε να γράφεται το 2007, προτού ο κιθαρίστας του συγκροτήματος, Robert Burås πεθάνει και κυκλοφόρησε το 2008, μετά το θάνατό του.
Κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων τους ως συγκρότημα, οι Madrugada πήραν πέντε βραβεία Spellemann (τα Νορβηγικά Grammy) συμπεριλαμβανομένου του Spellemann του έτους 2005 για καλύτερο συγκρότημα της χρονιάς, δύο βραβεία Alarm και πολυάριθμα βραβεία για τις πωλήσεις των δίσκων τους.
*Προσοχή*
Οι υποψήφιοι αγοραστές να προμηθεύονται τα εισιτήριά τους αποκλειστικά και μόνο από τα επίσημα σημεία πώλησης. Η παραγωγός εταιρία δεν φέρει καμία ευθύνη για εισιτήρια τα οποία έχουν προέλθει από αγορές μέσα από άλλες πλατφόρμες και για τα οποία δεν υπάρχει εγγύηση για τη γνησιότητά τους.
Οι αγαπημένες μας μπάντες τείνουν να αφήνουν μεγάλες μαύρες τρύπες όταν εξαφανίζονται. Ακριβώς όπως όταν το αγαπημένο μας κατοικίδιο τρέχει μακριά με μια αδέσποτη γάτα ή όπως όταν ένας παιδικός φίλος μετακομίζει σε άλλη πόλη. Ωστόσο, σχεδόν πάντα, η χαρά που νιώθουμε όταν ξαναβρισκόμαστε δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Σαν να μην πέρασε μία μέρα. Ή σαν να ξαναβάζουμε το δίσκο στο πικάπ, χωρίς να έχει χαθεί ούτε μία νότα.
Όπως φαίνεται, η είδηση του ξαφνικού comeback των Madrugada το 2019, ήδη έχει προκαλέσει έναν κατακλυσμό από συναισθήματα στο κοινό τους. Οι δύο συναυλίες που ανακοίνωσαν ότι θα κάνουν το Φεβρουάριο του 2019 στο Όσλο, την υιοθετημένη πατρίδα τους, έγιναν sold out πριν δύσει ο ήλιος… Αμέσως μετά θα ακολουθήσει και μια ευρωπαϊκή περιοδεία αμέσως μετά, θα δουν το συγκρότημα να επανενώνεται με τους πιστούς οπαδούς του σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και αυτοί είναι πολλοί.
Βγαίνοντας από τη δραστήρια ροκ σκηνή στη Νορβηγία της δεκαετίας του ’90, ήταν ξεκάθαρο από την αρχή πως οι Madrugada ήταν ξεχωριστοί. Είχαν μια μοναδική ένταση στην εσωτερική, μελαγχολική μουσική τους, που άγγιζε μία βαθιά, μπλε νότα τόσο του κοινού όσο και των κριτικών. Διαχρονικός, ακατέργαστος και εγκάρδιος. Ο frontman της μπάντας,Sivert Høyemγοητευτικά βαρύτονος. Το δυναμικό μπάσο του Frode Jacobsen και τα εφευρετικά drums του Jon Lauvland Pettersen ξεχώρισαν, σαν κάτι τόσο εντελώς πρωτότυπο και ταυτόχρονα κλασικό. Και φυσικά, ήταν ο Ρόμπερτ. Ο Robert Burås, ο «larger than life» κιθαρίστας, όλο άγρια σγουρά μαλλιά και αυθάδικα χαμόγελα, που «έφυγε» από τη ζωή το 2007.
Χωρίς τον Robert οι Madrugada έσπασαν σε κομμάτια. Το σπίτι τους είχε χάσει την ασπίδα προστασίας του, και παρόλο που κατάφεραν να ολοκληρώσουν το πέμπτο και τελευταίο άλμπουμ τους, το ομώνυμο Madrugada (2008), γεμάτο με θυμό και απώλεια, η μπάντα έπρεπε να σταματήσει.
Πίσω από αυτούς ξεδιπλωνόταν μια ιστορία καλλιτεχνικού και εμπορικού θριάμβου, albums και singles με ρεκόρ πωλήσεων, sold out περιοδειών και μία σειρά από βραβεία. Το ντεμπούτο album τους,Industrial Silence είχε εκτοξευθεί κατευθείαν στην κορυφή των νορβηγικών charts το 1999 και η τεράστια δημοτικότητά τους απλώς διογκώθηκε από εκεί και έπειτα. Τέσσερις φίλοι από το βόρειο τμήμα της Νορβηγίας, που μεγάλωσαν μαζί, τραβούσαν το ενδιαφέρον του κοινού πάνω τους, όπου κι αν έπαιζαν, από την Ελλάδα έως το Σβάλμπαρντ.
Στη στροφή της χιλιετίας, η πραγματικότητα για αυτή τη σκληρά εργαζόμενη ροκ μπάντα ήταν δυσάρεστη. Ο ντράμερ Lauvland Pettersen εγκατέλειψε το συγκρότημα μετά το αριστοτεχνικό δεύτερο άλμπουμ, The Nightly Disease (2001) και μετακόμισε πίσω στον Βορρά, στο πατρικό του, ενώ οι Madrugada συνέχισαν να δημιουργούν γεμάτα άλμπουμ, όπως το σκοτεινό και βρώμικοGrit(2002) και το μαγευτικό Deep End(2005).
Τραγούδια όπως τοMajesty, τοThe Kids Are on The High Streetκαι ειδικά τοLift Me(ντουέτο με την Ane Brun), της εξασφάλισαν «αιώνια» ζωή στα νορβηγικά play list – στο τελευταίο μάλιστα δόθηκε ο τίτλος, «τραγούδι της δεκαετίας».
Μόνο ο Sivert Høyem παρέμεινε επαγγελματίας καλλιτέχνης (και εξαιρετικά επιτυχημένος) τα χρόνια που ακολούθησαν τη διάσπαση, και κάθε πιθανότητα να δούμε τους Madrugada πίσω στη σκηνή μαζί, φάνταζε πολύ μακρινή. Ωστόσο, οι μουσικοί και προσωπικοί δεσμοί, που σχηματίζονται στα χαρακώματα της μάχης, ενός συγκροτήματος που κατακτά τον κόσμο, είναι πολύ βαθείς και με τον Jon Lauvland Pettersen πάλι πίσω, στα ντραμς, οι Madrugada φαίνονται πιο έτοιμοι από ποτέ να υποβάλουν τα σέβη τους στους οπαδούς τους. Στη σκηνή θα τους πλαισιώσουν οι συνεργάτες τους,Cato «Salsa» ThomassenκαιChrister Knutsenστις κιθάρες και τα πλήκτρα. Μπορεί να πάει δυνατά. Και συναισθηματικά.
Υπήρχε πάντα μια αίσθηση διαχρονικότητας με τους Madrugada. Σα να ζούσαν στο δικό τους παράξενο, βελούδινο κόσμο που ήταν αποκομμένος και ξεχώριζε από τις μουσικές τάσεις και τις μόδες. Τα άλμπουμ τους ακούγονται τόσο φρέσκα σήμερα, όπως όταν πρωτογράφτηκαν, αναζητώντας τη βασική ουσία της μουσικής. Ένα μαγικό μέρος όπου ο χρόνος και ο τόπος παύουν να υπάρχουν και το καθαρό συναίσθημα μπορεί να ρέει. Τώρα, ας το κάνουμε πάλι.