Μετά τις παραστάσεις «Στεν», «Ο ΘΕΙΑΣΩΣ ΠΕΖΗ ΚΑΦΚΑ» και «Το Έξυπνο Πουλί», το «Λεόντιος και Λένα» σηματοδοτεί την τέταρτη σκηνοθεσία του Γιώργου Κατσή σε συνεργασία με έναν πυρήνα καλλιτεχνών που συνεργάζονται σταθερά τα τελευταία χρόνια.
Το «Λεόντιος και Λένα» είναι, σε πρώτο επίπεδο, μια κλασική ιστορία με τα βασικά συστατικά ενός ρομαντικού παραμυθιού. Η σκοτεινή υπαρξιακή ματιά του Μπύχνερ ωστόσο είναι αυτό που καθορίζει το κείμενο. Ο Μπύχνερ, φανατικός της αντίληψης πως ο άνθρωπος δεν είχε κανένα λόγο ή δύναμη απέναντι στην προδιαγεγραμμένη του μοίρα, τον έβλεπε ως τίποτα παραπάνω από μια μαριονέτα του πεπρωμένου κι αυτό αφηγείται με το «Λεόντιος και Λένα», το πιο δύστροπο και κρυπτικό κατά πολλούς έργο του.
Ο Λεόντιος, ένας νεαρός και πνευματικά ανήσυχος πρίγκιπας, παγιδευμένος στην πλήξη, θα περιπλανηθεί στη φύση θέλοντας να ξεφύγει όταν ο Πατέρας του θελήσει να τον παντρέψει με μια γυναίκα που ποτέ του δεν έχει συναντήσει, την Λένα, προκειμένου να ενώσουν τα δύο βασίλεια τους. Η Λένα θα κάνει το ίδιο. Και οι δύο θα προσπαθήσουν να ξεφύγουν από ένα μέλλον που δεν σχεδίασαν ποτέ οι ίδιοι, αποφασισμένοι να αποκτήσουν τον έλεγχο της ζωής τους. Θα συναντηθούν και θα ερωτευτούν χωρίς να μάθουν ο ένας το όνομα του άλλου. Όταν αποκαλυφθεί η αλήθεια, ο έρωτας τους θα μετονομαστεί σε εξαπάτηση. Οι απόπειρες τους να αυτονομηθούν από την μοίρα ορίζοντάς την οι ίδιοι ήταν ανώφελες. Βρέθηκαν ξανά εκεί από όπου άρχισαν, υπενθυμίζοντας πως ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να παίζει παρά τη θέληση του μια γραμμένη φάρσα.
«Πηγαίνετε τώρα στα σπίτια σας, και μην ξεχάσετε τους λόγους σας, τα κηρύγματα και τους στίχους σας, γιατί αύριο με όλη μας την ησυχία και την άνεση, θα ξαναπαίξουμε αυτή τη φάρσα από την αρχή»
Ο Γκέοργκ Μπύχνερ (1813-1837) είναι από τους πιο πολυσυζητημένους θεατρικούς συγγραφείς του 20ού και του 21ου αιώνα. Συμμετείχε ενεργά σε επαναστατικά κινήματα φιλελευθερισμού και έγραψε διάφορα συγγράμματα διαμαρτυρίας και διεκδικήσεων για την εργατική τάξη. Για τη δραστηριότητά του αυτή καταδιώχτηκε από την αστυνομία και κατέφυγε στη Ζυρίχη, όπου έγινε καθηγητής φυσικών επιστημών στο πανεπιστήμιο. Πρόλαβε να γράψει μόνο τρία θεατρικά έργα (Ο θάνατος του Δαντόν, Λεόντιος και Λένα, Βόυτσεκ) καθώς και μια νουβέλα (Λεντς) πριν πεθάνει από τύφο μόλις στα 23 του χρόνια. Θεωρείται εκφραστής (μετά τον Διαφωτισμό) της μετάβασης του Γερμανικού θεάτρου από τον Ρεαλισμό στον Εξπρεσιονισμό, παρά την έντονη πρόθεση του ίδιου «να αποτυπώσει όσο το δυνατόν πιο πιστά την αλήθεια, την φύση».