Ράια Τσακηρίδη: «Παράλογο που δεν είχε γίνει ποτέ όπερα η Έντα Γκάμπλερ»
Η σκηνοθέτιδα της ομάδας μουσικού θεάτρου «The Medium Project», μιλά για το έργο του Ίψεν που ανεβάζει στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ
Σχεδόν 130 χρόνια μετά τη δημιουργία της Έντα Γκάμπλερ, της ηρωίδας του Ερρίκου Ίψεν που έχει πολλές φορές χαρακτηριστεί ένας «θηλυκός Άμλετ» της εποχής μας, το έργο του Νορβηγού δραματουργού ενδύεται για πρώτη φορά οπερατική φόρμα και ανεβαίνει στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ από την Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019 και για έξι παραστάσεις. Δημιουργοί αυτής της σύγχρονης προσέγγισης στο κλασικό ιψενικό αριστούργημα, η ομάδα «The Medium Project», που κατά την τελευταία πενταετία έχει διαγράψει μια ιδιαίτερα επιτυχημένη πορεία στον χώρο του σύγχρονου μουσικού θεάτρου. Με αφορμή την παράσταση της «Έντα Γκάμπλερ» των Γιώργου Δούση (μουσική) και Έρης Κύργια (λιμπρέτο), συνομιλήσαμε με τη σκηνοθέτιδα και «ψυχή» των «Medium Project», Ράια Τσακηρίδη.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα της μεταγραφής της «Έντα Γκάμπλερ» στη φόρμα της όπερας; Ήταν πρόταση της ομάδας σας;
Η πρόταση συνεργασίας με την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ήταν ανοιχτή. Ο Γιώργος Κουμεντάκης, υπεύθυνος τότε της Εναλλακτικής, είχε δει τις παραστάσεις μας και μας είχε προτείνει να παρουσιάσουμε τη δουλειά μας εκεί. Η ιδέα γεννήθηκε το 2015, όταν μαζί με τον μαέστρο Ανδρέα Τσελίκα παρακολουθήσαμε την παράσταση της «Έντα Γκάμπλερ» του Κωνσταντίνου Ρήγου, στο Θέατρο Σημείο. Συζητώντας με την Έρι Κύργια, που είχε κάνει και τότε τη μετάφραση, λέγαμε πως είναι παράλογο που δεν έχει γίνει ακόμα αυτό το έργο όπερα.
Τι κάνει το έργο αυτό του Ίψεν τόσο οπερατικό;
Η «Έντα Γκάμπλερ» θα μπορούσε κάλλιστα να σταθεί ως όπερα και στην εποχή της. Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη αντι-ηρωίδα, που έχει πολλά επίπεδα κι έτσι είναι πολύ εύκολο να την βάλεις σε μουσική. Καταρχάς έχουμε την επίφαση της Έντα, το πρώτο επίπεδο, το τι της συμβαίνει. Όμως η ηρωίδα διαθέτει έναν τεράστιο ψυχικό κόσμο, ένα άλλο επίπεδο, όπου παρακολουθούμε το τι συμβαίνει μέσα της. Είναι πολύ ωραίο να μπορείς να φτιάξεις μουσική που να παρακολουθεί όλα αυτά τα επίπεδα. Επιπλέον, είναι μια όπερα δωματίου, διαθέτει ανάλογη δομή, που ταιριάζει απόλυτα στην οπερατική φόρμα. Τόσο το λιμπρέτο όσο και το μουσικό κείμενο έχουν βγει αβίαστα.
Διαβάζοντας το σκηνοθετικό σημείωμα, προσλαμβάνω την εικόνα μιας Έντα Γκάμπλερ εγκλωβισμένης στον εαυτό της, σχεδόν χωρίς επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον, όπου τα πάντα συμβαίνουν μέσα της…
Αν μιλάγαμε με ψυχιατρικούς όρους, θα λέγαμε πως η Έντα είναι μια ηρωίδα που διακατέχεται από ναρκισσιστική διαταραχή. Όμως είναι πολύ πιο σύνθετος χαρακτήρας. Από την πρώτη στιγμή, στις πρόβες, έλεγα στους συνεργάτες μου ότι δεν προσπαθούμε να μικρύνουμε την Έντα και να την τακτοποιήσουμε σε ένα κουτί. Η Έντα είναι χιλιάδες πράγματα. Γι’ αυτό και έχει μείνει στην ιστορία.
Θεωρείτε πως η μεταφορά της στο σήμερα, της προσδίδει τέτοια χαρακτηριστικά; Ή θα τα διαβάζατε και στην ηρωίδα του 19ου αιώνα;
Ο ψυχισμός είναι ίδιος σε όλες τις εποχές. Αυτό που έχουμε κάνει στην παράσταση, είναι πως βλέπουμε τα πάντα μέσα από τον κόσμο της Έντα. Δεν είναι ότι δεν έχει επαφή με τον στενό της περίγυρο. Η ίδια δεν μπορεί να σχετιστεί και να κάνει πιο βαθιές σχέσεις με τους ανθρώπους, αλλά τους έχει απολύτως ανάγκη. Είναι τόσο επιφανειακό το δικό της συναίσθημα, που χρειάζεται όλους τους υπόλοιπους για να γεμίσουν την πλήξη της. Να γεμίσουν αυτό το τεράστιο κενό που η ίδια δεν μπορεί να γεμίσει με τίποτα, γιατί είναι κενή μέσα της. Όλη την παράσταση την βλέπουμε μέσα από τα δικά της μάτια.
Στην παράσταση υπάρχει ένα παιχνίδι με τον χρόνο, ανάμεσα στον 19ο και τον 21ο αιώνα;
Η παράστασή μας είναι σύγχρονη, εκτυλίσσεται στο εδώ και στο τώρα. Όμως η ηρωίδα, όσο πλησιάζει προς το τέλος, είναι σαν να γυρνάει πίσω, στη δική της εποχή, φέρνοντας την κοινωνία στα τέλη του 19ου αιώνα, σε αντίστιξη με την πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής.
Το ίδιο ισχύει και για τη μουσική;
Η μουσική είναι σύγχρονη, εξαιρετικά μελωδική, με επιρροές από τζαζ, τάνγκο… Μέσα από τη μουσική που έχει γράψει ο Γιώργος Δούσης μου έχει δώσει πολλές πληροφορίες. Έχει ένα πολύ χαρακτηριστικό δικό του ύφος στον τρόπο που γράφει, είναι πάρα πολύ θεατρικό, αλλά δεν θα έλεγα πως γυρνά προς τα πίσω.
Από το θεατρικό έργο του Ίψεν, τι έχετε κρατήσει στην όπερα;
Στο λιμπρέτο η Έρι Κύργια έχει κρατήσει όλο τον βασικό σκελετό. Ορισμένοι χαρακτήρες δεν εμφανίζονται, όπως η υπηρέτρια ή η θεία, αλλά υπάρχουν συχνές αναφορές σε αυτήν. Στη σκηνοθεσία έχω χρησιμοποιήσει στοιχεία από το θεατρικό έργο, που όμως δεν περιλήφθηκαν στο λιμπρέτο. Έχουμε κρατήσει τη βασική πλοκή, ώστε να αναδεικνύεται η αλληλεπίδραση που έχουν οι άλλοι με την Έντα.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα του «The Medium Project»;
Ξεκινήσαμε το 2013, με το “Μέντιουμ” του Τζιανκάρλο Μενότι. Ήταν μια δική μου ανάγκη να εκφραστώ μέσα από αυτό το έργο και δεν περίμενα ότι θα έχει τέτοια επιτυχία. Μετά από αυτό γεννήθηκε η ιδέα να κρατήσουμε την ομάδα. Ξεκινήσαμε με τον Ανδρέα Τσελίκα και στη συνέχεια βρεθήκαμε με μια ομάδα με την οποία δέσαμε και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε. Έτσι έχω σταθερούς συνεργάτες, με όραμα για τη συνέχεια: την Έρι Κύργια, τον σκηνογράφο και ενδυματολόγο Παύλο Θανόπουλο, τη δραματολόγο Μαρίνα Μέργου, την Κορίνα Κόκκαλη που επιμελείται την κίνηση και τον σταθερό συνεργάτη μας, βαρύτονο Μιχάλη Ψύρρα.
Εσείς είχατε σκηνοθετήσει ξανά όπερα πριν από το «Μέντιουμ»;
Είχα κάνει ήδη ορισμένες σκηνοθετικές δουλειές, αλλά εκείνη την περίοδο ασχολιόμουν με την δραματοθεραπεία. Είχα θεατρικές και οπερατικές σπουδές, αλλά ουσιαστικά από τότε και μετά άρχισα να σκηνοθετώ για το μουσικό θέατρο. Όμως είμαι γέννημα-θρέμμα της Λυρικής, έχω μεγαλώσει μέσα στην όπερα. Οι γονείς μου ήταν και οι δύο τραγουδιστές και στην πρώτη παράσταση που εμφανίστηκα ήμουν τρεισήμισι χρόνων.
Το ενδιαφέρον το δικό σας και της ομάδας επικεντρώνεται αποκλειστικά στη σύγχρονη όπερα;
Σε αυτό το πεδίο υπήρχε, πραγματικά, κενό. Από την άλλη, το σύγχρονο ρεπερτόριο έχει τέτοιες προδιαγραφές που μπορεί να μεταφερθεί σε έναν διαφορετικό χώρο, όπως αυτοί που έχουμε δουλέψει μέχρι τώρα. Πρώτη φορά παρουσιάζουμε μια δουλειά μας σε μια μεγάλη σκηνή. Μολονότι οι πειραματισμοί που γίνονται συχνά έχουν πολύ καλά αποτελέσματα, νιώθω καλύτερα όταν μπορώ να κρατάω τη φόρμα ως έχει, και το σύγχρονο ρεπερτόριο μου το επιτρέπει αυτό. Από την άλλη, επειδή είναι πιο κοντά στην εποχή μας, μπορώ πιο εύκολα να μπω σε δικά μου χωράφια σε σχέση με τη μουσική και το θέατρο. Γενικότερα, αυτή τη στιγμή γίνεται ένα μεγάλο άνοιγμα στη σύγχρονη μουσική, λόγω του Γιώργου Κουμεντάκη που βρίσκεται επικεφαλής της Λυρικής Σκηνής και προέρχεται από αυτόν τον χώρο.
Τα λυρικά έργα του 20ού αιώνα συνήθως θεωρούνται «δύσκολα» και δεν παίζονται τόσο συχνά. Ποια είναι η ανταπόκριση του κοινού στις δικές σας παραστάσεις;
Αυτό που εισπράττω είναι πως πολλοί θεατές έρχονται επειδή έχουν ακούσει για τις παραστάσεις μας, συχνά όμως δεν έχουν καμιά επαφή με το μουσικό θέατρο. Παρ’ όλα αυτά, φεύγουν ενθουσιασμένοι. Είναι ένα ανάμικτο κοινό, μεγάλοι αλλά και πολύ νέοι. Πιστεύω ότι τους αφορά όλους, γιατί σε κάθε παράσταση, επειδή δουλεύουμε πολύ το ψυχολογικό κομμάτι, ο θεατής μπορεί να ταυτιστεί με κάποιον από τους χαρακτήρες και να δώσει τη δική του ερμηνεία. Οι παραστάσεις μου είναι πάντα ανοιχτές, ώστε να μπορεί να προβάλλει ο καθένας τη δική του ιστορία σ’ αυτές.
«Έντα Γκάμπλερ», σε μουσική του πιανίστα και συνθέτη Γιώργου Δούση
Λιμπρέτο: Έρι Κύργια
Μουσική διεύθυνση: Ανδρέας Τσελίκας
Σκηνοθεσία: Ράια Τσακηρίδη
Σκηνικά – κοστούμια: Παύλος Θανόπουλος
Δραματολογία: Μαρίνα Μέργου
Κίνηση: Κορίνα Κόκκαλη
Φωτισμοί: Χρήστος Τζιόγκας
Ερμηνεύουν: Γιούλια Ρουτιλιάνο (25-27/1) – Ιρένα Αθανασίου (1-3/2) (Έντα Γκάμπλερ), Τζίνα Φωτεινοπούλου (Τέα), Χάρης Ανδριανός (Άιλερτ), Μιχάλης Ψύρρας (Τέσμαν), Γιώργος Ρούπας (Μπρακ).
Μουσικό σύνολο: Μελίνα Μακρή (φλάουτο), Άγγελος Πολίτης (κλαρινέτο), Ανδρέας-Ρολάνδος Θεοδώρου (τρόμπονι), Μάριος Νικολάου (κρουστά), Στέλλα Τσάνη (βιολί), Έλλη Φιλίππου (τσέλο), Θοδωρής Ιωσηφίδης (πιάνο).
—
Εναλλακτική Σκηνή ΕΛΣ, ΚΠΙΣΝ
25, 26, 27 Ιανουαρίου, 1, 2, 3 Φεβρουαρίου 2019
Ώρα έναρξης: 20.30
Εισιτήρια: 15, 20 €, μειωμένο: 10 €
—
Φωτογραφίες άρθρου: Πάτροκλος Σκαφίδας