MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
17
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΟΜΑΔΑ

Sforaris: Η παρέα της Θεσσαλονίκης που έγινε super hit της Αθήνας

Μετά από μια σειρά μεγάλων επιτυχιών στο δραματικό θέατρο, οι Sforaris, η ομάδα του Γιάννη Καλαβριανού ξαναγυρίζουν με φόρα στην κωμωδία.

Στέλλα Χαραμή | 22.01.2019

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή

Τα καφέ κοτλέ 70’s παντελόνια και τα στρατιωτικά σακάκια είναι ρηγμένα άτακτα στην πλάτη των καθισμάτων, στο θέατρο «Τζένη Καρέζη». Μέχρι που η πρόβα του «Κουμ Κουάτ» τελειώνει και όλοι όσοι βρίσκονται στην αίθουσα αρχίζουν να τακτοποιούν τα ρούχα σχολαστικά σε θήκες, να μεταφέρουν τις δανεικές καρέκλες πίσω στο φουαγιέ και να τοποθετούν τις περούκες πάνω σε λευκά κεφάλια από φελιζόλ. Δουλεύουν όλοι μαζί, στον ίδιο ρυθμό, όπως ακριβώς ξεκίνησαν να κάνουν πριν από 14 χρόνια στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Κι όμως απόψε ο Γιάννης Καλαβριανός, η Αλεξία Μπεζίκη, η Μαρία Κοσκινά, ο Γιώργος Γλάστρας και η Αναστασία Μποζοπούλου ή αλλιώς η ομάδα Sforaris στριμώχνονται σ’ ένα καμαρίνι κάτω από τη σκηνή, σ’ ένα ιστορικό θέατρο της πλατείας Συντάγματος.

Παίρνουν λίγο χρόνο σιωπής όταν καλούνται να θυμηθούν τους ευατούς τους στις αρχές των zeros: Φοιτητές Θεατρικών Σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (με εξαίρεση τον Γιώργο Γλάστρα που σπούδαζε στο εξωτερικό) «που κάναμε πολύ παρέα» όπως συμφωνούν, συναντιούνταν σε μικρούς ρόλους μέχρι να συμμετέχουν στην περίφημη Πειραματική της Θεσσαλονίκης. «Δουλεύοντας εκεί είχαμε ένα πρότυπο ομάδας αλλά και μιας στάσης απέναντι στο συμβάν που λέγεται θέατρο. Το είχαμε δει να λειτουργεί και προσωπικά μέσα μου ένιωθα από τότε την ανάγκη να βρεθώ σε μια ομάδα. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να κάνουμε την πρώτη μας παράσταση» εξηγεί ο Γιάννης Καλαβριανός, ο σκηνοθέτης και συγγραφέας των έργων της ομάδας.

Από αριστερά: Μαρία Κοσκινά, Γιάννης Καλαβριανός, Αλεξία Μπεζίκη, Αναστασία Μποζοπούλου και Γιώργος Γλάστρας. 

Κάποτε στη Θεσσαλονίκη…

Ομως το περιβάλλον της πόλης τους στένευε, δίνοντας τους περιορισμένες ευκαιρίες. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ήταν περίπου άβατο για νέους καλλιτέχνες – ο Καλαβριανός θυμάται πως μέχρι και το βιογραφικό του αρνήθηκαν να πάρουν – κι έτσι αποφάσισαν να οργανώσουν τη συνέχεια τους ως σχήμα με μια κάθοδο· την κάθοδο των Sforaris. «Μας είχε προβληματίσει πολύ αν έπρεπε να φύγουμε από τον τόπο μας ή να μείνουμε, να επιμείνουμε, ίσως και να αλλάξουμε κάτι ή αν θα έπρεπε να δημιουργήσουμε ένα νέο τόπο αλλού. Το ερώτημα που μας βασάνιζε ήταν: Κάνουμε εμείς ένα τόπο εύφορο ή προσπαθούμε ν’ ανθίσουμε σε πιο γόνιμο έδαφος;» μοιράζεται τώρα η Αλεξία Μπεζίκη.

Η ιστορία απέδειξε ότι επέλεξαν τη δεύτερη οδό, την εθνική οδό Θεσσαλονίκης – Αθήνας. Ολοι μαζί και πάλι. «Για κάποιο λόγο δεν είχαμε οραματιστεί να κάνουμε ατομική καριέρα. Ξεκινήσαμε σαν ομάδα, κατεβήκαμε σαν ομάδα και λίγο αυτό μας ταίριαξε. Η δημιουργία της ήταν αυτονόητη για εμάς» εξηγεί η Αναστασία Μποζοπούλου που συμμετείχε αδιάκοπα στις πρώτες παραγωγές τους μέχρι που έγινε μητέρα.

Πως προέκυψε το όνομα Sforaris

Κι ήρθε η στιγμή που η παρέα έπρεπε να βαφτιστεί. Ξεσπούν σε νευρικά γέλια. «Καλά, είχαμε σκεφτεί κάτι ονόματα διαμάντια με αποκορύφωμα το “ ΓινΓιαν Καλαβριανός”» λέει η Μαρία Κοσκινά και τα γέλια τραντάζουν πάλι το 1×1 καμαρίνι. «Μου είχε κολλήσει, όμως, μια λέξη που μας την εξηγούσαν αναλυτικά οι καθηγητές στο Πανεπιστήμιο· η λέξη σφοράρω. Ενας σκηνικός όρος που σημαίνει πως ο θεατής βλέπει να συμβαίνει κάτι στην κουίντα το οποίο κανονικά δεν πρέπει να δει». Και εγέννετω οι Sforaris.

Στο άγνωστο με βάρκα τη δουλειά

Εγέννετω και «Το θείο βρέφος», η παρθενική παράσταση του σχήματος (στο οποίο τότε συμμετείχαν οι Χρήστος Θεοδωρίδης και Αννα Αλεφάντη) μ’ έναν εξίσου αστείο τρόπο όσο και το περιεχόμενο της. Ο Γιάννης Καλαβριανός, άρτι αφηχθείς κάτοικος στο Νέο Κόσμο κι άγνωστος μεταξύ αγνώστων, χτύπησε την πόρτα του κοντινότερου θεάτρου στη γειτονιά του: Του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. «Μένοντας στην περιοχή, έκανα το αυτονόητο, θεώρησα ότι από εκεί έπρεπε να ξεκινήσω. Πήγα το κείμενο στο Θεοδωρόπουλο και του ζήτησα να το σκηνοθετήσει. Μόλις το διάβασε μου αντιπρότεινε να το σκηνοθετήσω εγώ. Θέλω να πω, ότι τα πράγματα προχώρησαν από άγνοια και σίγουρα πέρα από κάθε πλάνο» αφηγείται.

Είχε προηγηθεί η πρώτη εκδοχή του «Βρέφους» αυτής της «σαχλής κωμωδίας» όπως λένε περήφανα, επίσης στα όρια της γειτονιάς, στο τιμημένο club 22. Ομως, τώρα πια είχαν βρει μια πραγματική στέγη. Γι’ αυτό και συνέχισαν να πειραματίζονται κωμικά· έκαναν τις «Πρακτόρισσες», μια παρωδία εμπνευσμένη από ταινίες δράσης. Η Αθήνα – όπου μέχρι πριν από λίγο καιρό δεν είχαν καμία επαφή για να προχωρήσουν – είχε αρχίσει να τους μαθαίνει. Και μάλιστα ως το νέο κωμικό team. Κι έτσι όταν ήρθε η σειρά των «Παραλογών» – του φεστιβαλικού τους ντεμπούτου που τους έκανε ταχύτατα talk of the town – έπρεπε να πείσουν πως μπορούν να κάνουν την ανατροπή.

Επιστροφή στην κωμωδία

Κι όμως ένα κομμάτι του δημιουργικού τους εαυτού είναι αφιερωμένο στην κωμωδία. Το «Κουμ Κουάτ», η αναμενόμενη παραγωγή που θα παρουσιάσουν σε λίγες ημέρες και πάλι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, δεν είναι μια τυχαία επιστροφή. Μετά τη συγγραφική συνάντηση Καλαβριανού-Κοσκινά προέκυψε μια πολιτική σάτιρα τοποθετημένη στα χρόνια της Δικτατορίας: Είναι Πάσχα του 1972 κι ένα ζευγάρι που αποφασίζει να πρωτοτυπήσει και μην πάει στο χωριό για τον καθιερωμένο εορτασμό δέχεται την ξαφνική επίσκεψη διαφόρων προσώπων που δεν πρέπει να συναντηθούν μεταξύ τους.

«Είναι μια κωμική χορογραφία βασισμένη στο εύρημα πως και οι έξι χαρακτήρες της ερμηνεύονται από δύο ηθοποιούς (Γιώργο Γλάστρα και Μαρία Κοσκινά)· όπου και οι δυο ηθοποιοί εκθέτουν επί σκηνής τη μεταμόρφωση τους και το πέρασμα από τον ένα ρόλο στον άλλο» λένε. Ο Γιώργος Γλάστρας, αν και μέλος της ομάδας από το 2009, παίζει για πρώτη φορά σε κωμωδία μαζί τους. «Είναι βάναυση αλλά ωραία διαδικασία η κωμωδία. Γιατί ο ηθοποιός όσο ταλαιπωρείται τόσο χαίρεται. Γνωρίζοντας το χιούμορ των παιδιών δεν ήταν δύσκολο να το αφομοιώσω. Το δύσκολο είναι να παιχτεί όλο αυτό» παρατηρεί.

Οι Sforaris, λοιπόν, είναι τολμηροί· αφού έχοντας καταθέσει σειρά διακεκριμένων παραστάσεων – μετά τις «Παραλογές» ήρθαν οι «Γιοι και κόρες», ο «Αβελάρδος και Ελοϊζα» και η «Γρανάδα» – δεν διστάζουν να ξαναφορέσουν τον κωμικό μανδύα της ασυγκράτητης νεότητας τους. Ετσι κι αλλιώς, οι στόχοι τους ήταν παραμένουν οι ίδιοι, σαν να μην έχουν μεγαλώσει και πολύ από την εποχή που κατέβαιναν στην Αθήνα, σαν να μην έχουν ονομάσει ακόμα τις φιλοδοξίες τους. Τότε, όπως και τώρα, λέει ο Γιάννης και η Αλεξία «θέλαμε να γίνουν οι παραστάσεις μας. Είχαμε μια ιδέα και την υλοποιούσαμε. Δουλεύαμε άπειρες ώρες, δεχόμασταν τη βοήθεια πολλών ανθρώπων μα δεν υπήρχε άλλος στόχος πέρα από το να γίνει μια παράσταση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και να έχει απήχηση. Πιστεύαμε πολύ σε αυτό που κάναμε και διεκδικούσαμε την επικοινωνία».

Κάπως έτσι ερμηνεύουν την εμμονή τους να επιτρέπουν στις παραστάσεις τους να ωριμάζουν σ’ ένα ή και δύο σεζόν μέχρι να αισθανθούν ότι η καθεμιά από αυτές βρήκε το κοινό της. «Φροντίζουμε κάθε παραγωγή να κάνει τον κύκλο της. Μπορεί να μην είναι συνηθισμένο στα αθηναϊκά θεατρικά πράγματα αλλά έχουμε ανάγκη από την πολυτέλεια του χρόνου. Ίσως είναι κατάλοιπο της θεσσαλονικιώτικης καταγωγής» διαπιστώνουν αυτοσαρκαζόμενοι.

Θέατρο για την ποίηση του καθημερινού

Με δράμα, κωμωδία ή μέσα σε μια ενδιάμεση κατάσταση, οι Sforaris έχουν καταφέρει τα τελευταία δέκα χρόνια να γίνουν μια ομάδα με ανεπτυγμένο το δικό της λεξιλόγιο. Συνομιλητές της συλλογικής μνήμης μέσα από προσωπικές ιστορίες, κοιτάζοντας λοξά το θέατρο ντοκουμέντο, φορείς συγκίνησης, δεν επιδίωξαν ποτέ (μέχρι τώρα) να αναμετρηθούν με μεγάλα κείμενα αλλά να καταστήσουν τα δικά τους κείμενα μεγάλα και ανθεκτικά στο χρόνο. Βοήθησε σε αυτό και η συγγραφική ροπή του Γιάννη Καλαβριανού. «Κανείς μας δεν μπορεί ν’ αρνηθεί πως η αφετηρία για κάθε μας βήμα είναι οι ιδέες, οι συνθέσεις και τα κείμενα του Γιάννη» σημειώνει ο Γιώργος Γλάστρας και όλοι γύρω συμφωνούν.

Ο Γιάννης, πάλι, προσθέτει κάτι έξω από την προσωπική του συμβολή: «Το θέατρο μας εστιάζει στα καθημερινά και την ίδια ώρα προσπαθεί ν’ ανακαλύψει την ποιητικότητα μέσα σε αυτά. Θέλουμε να ανακαλύψουμε την ποίηση σ’ ένα φλυτζάνι καφέ που αχνίζει. Θυμάμαι πως όταν ψάχναμε δρόμους ανάμεσα στην αφήγηση και στη σκηνική αναπαράσταση δεν ξέραμε που θα μας βγάλει. Δεν κάναμε θέατρο φόρμας μα ένα θέατρο θεωρητικά ρεαλιστικό όπου το χαλί μπορούσε να φύγει ανά πάσα στιγμή από τα πόδια μας. Νομίζω πως αυτός είναι ο γλωσσικός μας κώδικας: Να κουνιέται ποιητικά η καταγραφή του καθημερινού».

Οι Sforaris στο Bollywood

Η σιγουριά – με την έννοια της βαθιάς πεποίθησης – στις απαντήσεις τους κοντεύει να δημιουργήσει την εντύπωση για μια εδραιωμένη κατάσταση στην ομάδα. Κι όμως οι Sforaris επιμελούνται τη διαρκή ανανέωση τους και τη μη αυτοαναφορικότητα προσκαλώντας νέους συνεργάτες, ανοίγοντας το σχήμα σε πρόσωπα και ιδέες, έτοιμοι να σαρκάσουν ότι έχουν χτίσει έως τώρα. Μιλάνε σοβαρά όταν ανακοινώνουν πιθανά επόμενα σχέδια σε ένα κωμικό μπαλέτο, σ’ ένα μιούζικαλ, σ’ ένα χορογραφημένο cartoon ή σε μια τρελή διασκευή με τίτλο «Οι Ινδούλες του Ζενέ» για Bollywood φάση. «Προφανώς και θέλουμε να συνεχίσουμε ν’ ασχολούμαστε με διαφορετικά, μεταξύ τους, πράγματα. Ομως, η μεγαλύτερη τύχη θα ήταν να συνεχίσουμε να κάνουμε ότι κάνουμε μέχρι τώρα: Να βρισκόμαστε καλλιτεχνικά γιατί πολλές ομάδες χάνονται στην πορεία. Κι αυτό το έχουμε διασώσει γιατί είμαστε καλλιτέχνες ομοιόστροφοι».

Δηλαδή, οι διαφωνίες τους, όπως παραδέχονται, ήταν πάντα το όχημα για να βγουν σε καινούργιους δημιουργικούς δρόμους. Ποτέ, δηλαδή, δεν κινδύνευσε η συνοχή της ομάδας από εσωτερικές κρίσεις γιατί «κανείς μας δεν ξύπνησε μια μέρα με την επιθυμία να σαρώσει. Εκπέμπουμε στο ίδιο μήκος κύματος. Δεν μας συγκινούν αλλιώς τα πράγματα. Στην ομάδα υπήρχε πάντα η έλλειψη σπουδαιοφάνειας. Αναγνωρίζαμε μεν τις δυνατότητες μας αλλά δεν τρέφαμε την πίστη ότι είμαστε σπουδαίοι. Εννοείται βεβαίως πως υπάρχει αλληλοσεβασμός στο υλικό του άλλου – και στο καλλιτεχνικό και στο ανθρώπινο. Θεωρώ ότι οι φίλοι μου είναι οι καλύτεροι άνθρωποι, τους εκτιμώ κι αυτό δεν έχει κλονιστεί. Αντίθετα, έχει βοηθήσει όλους μας ν’ αναπτυχθούμε» λέει ο Γιάννης Καλαβριανός.

Πριν ξεκινήσει η ανταλλαγή φορτισμένων συναισθηματικά εξομολογήσεων – η Μαρία Κοσκινά λέει πως ο Καλαβριανός είναι «πατρική φιγούρα» και πως σε αυτόν οφείλεται η συνεκτικότητα και η διάρκεια της ομάδας – κάποιος φροντίζει να τη γειώσει στα γρήγορα.

Είναι η Αναστασία Μποζοπούλου που θυμίζει το τρελό κόλπο marketing των παραστάσεων τους, όταν ακόμα ήταν ανώνυμοι στη θεατρική σκηνή της πόλης τότε που διέτρεχαν όλες τις διαδρομές του Μετρό με τις αφίσες των παραστάσεων κολλημένες στα τζάμια για να τις βλέπουν οι επιβάτες των απέναντι δρομολογίων. Γέλια πάλι. Αρχίζω να ανυπομονώ για το κωμικό μπαλέτο.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Οι Sforaris ανεβάζουν το «Κουμ Κουάτ» των Γιάννη Καλαβριανού και Μαρίας Κοσκινά στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (Αντισθένους και Θαρύπου, Φιξ, 210- 9212900). Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 25 Ιανουαρίου.

Σκηνοθετείο Γιάννης Καλαβριανός. Παίζουν οι Γιώργος Γλάστρας και Μαρία Κοσκινά. 

Περισσότερα από Art & Culture