MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Νίκος Σταμπολίδης: «Δεν με ενδιαφέρουν τα αρχαία, αλλά οι άνθρωποι πίσω απ’ αυτά»

Ο αρχαιολόγος και πανεπιστημιακός που διευθύνει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, μιλά με αφορμή την έκθεση «Αναδυόμενες πόλεις: Άπτερα – Ελεύθερνα – Κνωσός. Τρεις αρχαίες πόλεις ζωντανεύουν», για την αρχαιολογία και τη σύγχρονη δημιουργία

KEIMENO: Σπύρος Κακουριώτης | 25.01.2019 Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή

Σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα συμπληρώνει στο τιμόνι του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης ο Νίκος Σταμπολίδης. Όταν του το επισημαίνω γελάει και αποκρίνεται πως για έναν άνθρωπο συνηθισμένο στους μακρούς χρόνους της αρχαιότητας, αυτό το διάστημα ισοδυναμεί με ένα ανοιγοκλείσιμο των βλεφάρων.

Χωμένος πίσω από στοίβες χαρτιά, βιβλία και φωτοτυπίες που καταλαμβάνουν κάθε ελεύθερο εκατοστό πάνω στο γραφείο του, στο Μέγαρο Σταθάτου, μου προτείνει τη μοναδική ελεύθερη καρέκλα. «Πώς κατορθώνετε να βρίσκετε κάτι όταν το ψάχνετε;» τον ρωτάω. Χαμογελώντας μου εξηγεί την περίπλοκη χωροταξία των οριζόντιων, κάθετων και πλάγιων διατάξεων που του επιτρέπει να διακρίνει τι είναι τι. «Τα βλέπετε έτσι γιατί ετοιμάζω την έκθεση για τον Πικάσο και την ελληνική αρχαιότητα», λέει ελαφρώς απολογητικά. «Μόλις τελειώνω την προετοιμασία της έκθεσης, όλα αυτά μαζεύονται και μπαίνουν στη θέση τους, για να ξεκινήσω πάλι από την αρχή για την επόμενη».

Αρχαιολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, ανασκαφέας της Ελεύθερνας και εμπνευστής του μουσείου του αρχαιολογικού χώρου της, ο Νίκος Σταμπολίδης είναι παράλληλα διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης από το 1996. Οργάνωσε και επιμελήθηκε μερικές από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες εκθέσεις του Μουσείου, με τελευταία αυτήν που παρουσιάζει τις τρεις «Αναδυόμενες πόλεις» της Κρήτης: Άπτερα, Ελεύθερνα, Κνωσό. Είναι αυτές που το έκαναν, όπως λέει ο ίδιος, «το πιο μικρό μεγάλο μουσείο της Αθήνας». Αν και αρχαιολόγος, δεν διστάζει, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, να δηλώσει πως «δεν με ενδιαφέρουν τα αρχαία· με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι που τα παρήγαγαν»…

Βρίσκεστε επικεφαλής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης περισσότερα από 20 χρόνια. Ποιο θεωρείτε πως είναι το στίγμα του, η φυσιογνωμία που έχει διαμορφώσει μέσα σε αυτά τα χρόνια;
Θα έλεγα πως είναι το πιο μικρό μεγάλο μουσείο στην Αθήνα. Μικρό, από άποψη χώρων και συλλογών, έχει καταφέρει να είναι το πιο αγαπητό μετά το Μουσείο της Ακρόπολης. Είναι ένα μουσείο θεματικό, που αναπτύσσεται σε ομόκεντρους κύκλους. Στο επίκεντρό του βρίσκεται ο κυκλαδικός πολιτισμός. Γύρω από αυτόν, ένας πρώτος κύκλος αφορά τον ελληνικό πολιτισμό, αμέσως μετά ένας δεύτερος τον κυπριακό και ευρύτερα ανατολικομεσογειακό και ο τελευταίος κύκλος αφορά την καθημερινή ζωή στην αρχαιότητα. Αυτό το σχήμα εκπροσωπείται από τους τέσσερις ορόφους των μονίμων συλλογών μας.

Νίκος Σταμπολίδης: “Η πολιτιστική «εξωτερική πολιτική» αυτού του μικρού μουσείου είναι αδέσμευτη και διεθνούς επιπέδου”

Η εκθεσιακή του δραστηριότητα πώς εντάσσεται σε αυτό το σχήμα;
Ως πανεπιστημιακό δάσκαλο, με ενδιαφέρει η παιδεία που προσφέρει στο κοινό, και δεν εννοώ μόνο τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Γι’ αυτό προσπάθησα πλάι στις μόνιμες συλλογές να υπάρχουν πάντα περιοδικές εκθέσεις που φωτίζουν πτυχές του κυκλαδικού ή του ελληνικού ή οποιουδήποτε άλλου πολιτισμού, που να εκπληρώνουν αυτήν την παιδευτική λειτουργία και να λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία με τις μόνιμες συλλογές.

Ξεκινήσαμε, αρχικά, προσπαθώντας να εδραιώσουμε τις αρχαιολογικές μας εκθέσεις, με μεγάλες διοργανώσεις, όπως «Η πόλη κάτω από την πόλη» (2000-2001), που παρουσίασε τα ευρήματα των ανασκαφών του μετρό, ή τους «Πλόες» (2003), με συμμετοχή 92 μουσείων από τρεις ηπείρους και 1.211 εκθέματα. Θα μπορούσα να πω ότι η πολιτιστική «εξωτερική πολιτική» αυτού του μικρού μουσείου είναι αδέσμευτη και διεθνούς επιπέδου –κι αυτό είναι ένα από τα μεγάλα μας πλεονεκτήματα.

Οι εκθέσεις σας όμως δεν περιορίζονται στον αρχαίο πολιτισμό, επεκτείνονται πολύ συχνά στη μοντέρνα αλλά και στη σύγχρονη τέχνη…
Είναι καινούργιο κρασί σε παλιά βαρέλια… Η μοντέρνα και η σύγχρονη τέχνη εντάχθηκε πιο έντονα στις δραστηριότητες του Μουσείου μετά τον θάνατο της Ντόλλης Γουλανδρή και την εγκατάσταση της σημερινής διοίκησης, με επικεφαλής την Σάντρα Μαρινοπούλου. Σε αυτόν τον τομέα, εγκαινιάσαμε μια σειρά που λέγεται «Θεϊκοί διάλογοι», όπου παρουσιάσαμε τον Cy Twombly να συνομιλεί με την ελληνική αρχαιότητα. Τον Ιούνιο, αν όλα πάνε καλά, θα έχουμε τον Πικάσο σε αυτή τη συνομιλία. Παρόμοιες «συνομιλίες» είχαν ξεκινήσει ήδη από το 1999, με τις «Σπουδές για την Γκερνίκα» και μετά με τον Σαλβαδόρ Νταλί ή με την «Μορφή της Αρχής», το 2006, όπου σπουδαίοι μοντέρνοι καλλιτέχνες συνομιλούσαν με την αρχαιότητα, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα ώσμωση.

Νίκος Σταμπολίδης: “Η μοντέρνα και η σύγχρονη τέχνη είναι έντονα ενταγμένη στις δραστηριότητες του Μουσείου”

Πρόκειται για συνάντηση μορφών τέχνης που τοποθετούνται στα άκρα ενός μεγάλου χρονικού ανύσματος…

Πολλές φορές τα «άκρα» δεν είναι τίποτε άλλο από δύο ανθρώπους που στέκονται πλάτη με πλάτη, εξαρτάται από τη σκοπιά που το βλέπει κανείς… Δεν προσπαθούμε να ενώσουμε δύο άκρα για λόγους εντυπωσιοθηρίας, αλλά για να λειτουργήσουμε σαν χωνευτήρι, επιζητώντας τον διάλογο και τη συνεργασία ανάμεσά τους.

Να σας φέρω ένα παράδειγμα: Στην έκθεση που ετοιμάζουμε μαζί με τον ιστορικό τέχνης και ειδήμονα στον Πικάσο Olivier Berggruen, εκείνο που προσπαθώ να καταλάβω είναι από πού αντλεί αυτές τις μορφές ο Πικάσο, καθώς δεν επισκέφθηκε ποτέ την Κρήτη ή την Ελλάδα. Είναι το μεσογειακό «πολιτιστικό DNA» που τον κάνει και ζωγραφίζει με αυτόν τον τρόπο; Κάθε φορά, η απάντηση σε παρόμοια ερωτήματα αποτελεί πρόκληση και για μας τους ίδιους. Έτσι το μουσείο γίνεται πραγματικά σχολή σκέψης.

Είστε αρχαιολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Πώς πήρατε την απόφαση να αναλάβετε τη διεύθυνση ενός ιδιωτικού μουσείου;
Αυτό είναι κάτι που το εξομολογούμαι δημόσια για πρώτη φορά: Η Ντόλλη Γουλανδρή μου ζητούσε επί πέντε χρόνια να αναλάβω το Μουσείο. Δεν με ενδιέφερε, γιατί είχα την έδρα μου στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Μετά από καιρό, όταν άρχισε να με καταλαβαίνει περισσότερο, μου είπε κάτι που με έκαμψε: «Θα σου δώσω την ευκαιρία να υλοποιήσεις τα όνειρά σου, κάτι που δεν μπορείς να κάνεις μόνο με το Πανεπιστήμιο». Έτσι βρέθηκα επί 23 χρόνια επικεφαλής του Μουσείου. Γιατί όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν είναι, στην πραγματικότητα, παρά μία: η σφαιρική αντιμετώπιση του πολιτισμού.

“Η δημιουργία πολιτιστικού αποθέματος δεν απαιτεί μόνο χρήματα. Περίοδοι κρίσης και ανέχειας μπορεί να είναι δημιουργικότερες από μια περίοδο παχυλής κρατικοδίαιτης καλλιτεχνικής δημιουργίας.”

Η ιδιωτική διαχείριση ενός δημόσιου αγαθού, όπως είναι η αρχαιολογική κληρονομιά, δεν δημιουργεί, εκ των πραγμάτων, μια ένταση ανάμεσα σε αυτές τις δύο ποιότητες;
Η αρχαιολογία είναι δημόσια, δεν ανήκει σε κανέναν προσωπικά. Αυτή ήταν και η αρχική μου δυσκολία στο Μουσείο, να πείσω την Ντόλλη Γουλανδρή ότι αυτά τα πράγματα δεν μας ανήκουν, είμαστε μόνο οι ερμηνευτές τους, όπως θα είναι και οι επόμενες γενιές. Η σύμπραξη όμως, με όλες της τις εντάσεις, μπορεί να οδηγήσει σε μια σύνθεση. Δεν καταλαβαίνω γιατί ένας δημόσιος κι ένας ιδιωτικός φορέας να μην μπορούν να συνεργαστούν. Οι άνθρωποι κάνουν τα πράγματα, όχι το αντίστροφο. Εγώ πιστεύω στον πολιτισμό, κι ο πολιτισμός δεν έχει διαχωριστικές γραμμές, παρά μόνο απέναντι σε ακραίες στάσεις και πολιτικές. Αντίθετα, δημιουργεί ωσμώσεις.

Η ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς αποσπά τη μερίδα του λέοντος από τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους της δημόσιας πολιτιστικής πολιτικής, κάποτε εις βάρος του σύγχρονου πολιτισμού. Πιστεύετε πως μια τέτοια ανισορροπία είναι δικαιολογημένη;
Αν υπάρχει ανισομερής καταμερισμός πόρων, υπάρχει γιατί η διαδικασία ανάδειξης είναι πολύ διαφορετική. Ένα μνημείο, που χρειάζεται να το ανασκάψεις, να το τεκμηριώσεις, να το αναστηλώσεις, να το αναδείξεις, χρειάζεται περισσότερο χρόνο και κόπο και απορροφά σαφώς περισσότερους πόρους απ’ ό,τι μια θεατρική παράσταση, για παράδειγμα. Μιλώντας αποκλειστικά με οικονομικούς όρους, μια δημόσια πολιτική θα πρέπει να παίρνει υπόψη το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα του κάθε τομέα. Το θέμα είναι τι επενδύει κανείς στη σύγχρονη τέχνη, ώστε να της προσδώσει την περιωπή του «μνημείου». Από την άλλη, πρέπει να υπάρχει κάποια ισορροπία. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε το θέμα μόνο λογιστικά, τι σου δίνω, τι μου φέρνεις. Αυτό θα σήμαινε πως δεν δίνονται ευκαιρίες για να κάνει κάποιος το όνειρό του πραγματικότητα. Η δημιουργία πολιτιστικού αποθέματος δεν απαιτεί μόνο χρήματα. Περίοδοι κρίσης και ανέχειας μπορεί να είναι δημιουργικότερες από μια περίοδο παχυλής κρατικοδίαιτης καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Πρόσφατα ανακοινώθηκε η υποψηφιότητα του Μουσείου της Ελεύθερνας ως «Ευρωπαϊκού Μουσείου της Χρονιάς 2019». Με τι συναισθήματα υποδεχθήκατε αυτήν την είδηση;

Ανάμεσα σε 78 μουσεία από 40 χώρες, από την Ελλάδα επελέγησαν το Μουσείο Αρχαιολογικού Χώρου Ελεύθερνας και το Μουσείο Αρχαίου Τεχνολογικού Πολιτισμού της Αθήνας. Είναι μια υποψηφιότητα που με κάνει περήφανο, κυρίως για την κοινωνία αυτή, στην οποία έχω προσφέρει και θέλω να συνεχίσω να προσφέρω. Δημιουργήσαμε το πρώτο μουσείο αρχαιολογικού χώρου στην Κρήτη και ένα από τα λίγα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Θέλω οι επόμενες γενιές, σ’ αυτό το χώρο, σ’ αυτό το νησί, την Κρήτη, να είναι περήφανες γι’ αυτό το έργο. Πριν από λίγο καιρό επισκέφθηκε το μουσείο ένα σχολείο από τον Άγιο Νικόλαο, ένα χωριό κοντά στην Ελεύθερνα. Όταν ρωτήθηκαν τα παιδιά, είπαν πως ήρθαν να το δουν γιατί «αυτό είναι το μουσείο μας». Αυτό το «μας» είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή μου, γιατί τα παιδιά αυτά είναι το μέλλον. Το μουσείο το έκανα γιατί το ερωτεύτηκα. Ό,τι έχω κάνει στη ζωή μου το έχω κάνει γιατί αγαπώ τον άνθρωπο και τη δημιουργία.

Συνεχίζετε να ανασκάπτετε στην Ελεύθερνα. Πού προσανατολίζονται τώρα οι έρευνές σας;
Πάντα μου άρεσαν οι περίοδοι κρίσης στην ιστορία, εκεί που υπάρχει το λιγότερο φως. Ήθελα να δω τι συμβαίνει κατά το πέρασμα από την εποχή του χαλκού στην εποχή του σιδήρου, τα λεγόμενα ομηρικά χρόνια. Βρήκα τη νεκρόπολη, τις ταφές, επαλήθευσα ένα κομμάτι του Ομήρου που σχετίζεται με τα ταφικά έθιμα. Μετά πήγα στην άλλη άκρη. Τι γίνεται με την ειδωλολατρική, παγανιστική Ελεύθερνα των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, πώς περνά στον χριστιανισμό. Αυτό σκάβω τώρα, για να ισορροπήσω ανάμεσα στα δύο χωριά της περιοχής αλλά και στην ιστορία. Είναι κι αυτή μια περίοδος κρίσης που ζητά την ερμηνεία της.

Η ανασκαφή στην Ελεύθερνα μετατρέπεται κάθε καλοκαίρι σε τράπεζα φιλελληνισμού. Έρχονται φοιτητές απ’ όλο τον κόσμο και παίρνουν ένα κομμάτι απ’ αυτή τη χώρα στην καρδιά τους. Παίρνουν ένα κομμάτι δικό μου κι εγώ ένα κομμάτι δικό τους: Εγώ είμαι ο Άλλος.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η έκθεση «Αναδυόμενες πόλεις: Άπτερα – Ελεύθερνα – Κνωσός. Τρεις αρχαίες πόλεις ζωντανεύουν» στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης διαρκεί έως τις 30/4/2019 .

Περισσότερα από Πρόσωπα