Ο γλυπτικός κόσμος του Γιώργου Ζογγολόπουλου στο ΚΠΙΣΝ
Το όραμα του κορυφαίου μοντέρνου καλλιτέχνη που επαναπροσδιόρισε το ρόλο της γλυπτικής στον δημόσιο χώρο αποτυπώνεται στην έκθεση έργων του στους υπαίθριους χώρους της Αγοράς και στην Εθνική Βιβλιοθήκη
Η μακριά σκιά του μνημείου του Ζαλόγγου, εμβληματικού έργου μνημειακών διαστάσεων του Γιώργου Ζογγολόπουλου, τοποθετημένου στις βουνοκορφές της Ηπείρου, σκεπάζει τον χώρο της Αγοράς, ανάμεσα στην Εθνική Βιβλιοθήκη και τη Λυρική Σκηνή, στο ΚΠΙΣΝ. Πρόκειται για ένα από τα είκοσι συνολικά γλυπτά, μέσα από τα οποία αποτυπώνεται το όραμα του καλλιτέχνη για τον ρόλο της μοντέρνας γλυπτικής στον δημόσιο χώρο.
Η έκθεση «Γιώργος Ζογγολόπουλος: Το όραμα μιας δημόσιας γλυπτικής», που διοργανώνεται με την επιμέλεια του ιδρύματος που φέρει το όνομα του καλλιτέχνη, επιδιώκει να κάνει ορατό εκείνο που «βλέπουμε καθημερινά χωρίς να το βλέπουμε», όπως τόνισε ο διευθυντής του Άγγελος Μωρέτης.
Μολονότι στην έκθεση αυτή παρουσιάζονται και έργα τα οποία το ευρύ κοινό έχει τη δυνατότητα να δει για πρώτη φορά, καθώς πολλά ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές, η φιλοδοξία της διοργάνωσης δεν επικεντρώνεται σε αυτό. Αντιθέτως, θέλει να παρακινήσει τους επισκέπτες να δουν προσεκτικότερα και από απόσταση αναπνοής έργα που συναντούν καθημερινά κυκλοφορώντας στους δρόμους της πόλης, αλλά σπανίως προσέχουν.
Ο Ζογγολόπουλος στον δημόσιο χώροΑν οι «Ομπρέλες» του (1995) αποτελούν πια ένα «σήμα κατατεθέν» για τη Θεσσαλονίκη, δεν συμβαίνει το ίδιο για το «Πεντάκυκλο» (2001), που μαραζώνει σε μια γωνιά της πλατείας Ομονοίας στην Αθήνα, και το θυμόμαστε μονάχα όταν κανένας απελπισμένος σκαρφαλώνει επάνω του απειλώντας να αυτοκτονήσει! Αυτό το εμβληματικό υδροκινητικό έργο, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Μπιενάλε της Βενετίας, λειτούργησε για μικρό χρονικό διάστημα το 2008, χάρη σε χορηγία παρακείμενου καταστήματος, αλλά σύντομα παραμελήθηκε, εξαιτίας της αδιαφορίας της δημοτικής αρχής.
Την ίδια πάνω-κάτω τύχη συνάντησαν πολλά από τα γλυπτά τα οποία έρχεται να μας θυμίσει η έκθεση στο ΚΠΙΣΝ που, ας μην το λησμονούμε, είναι το ίδιο ένας δημόσιος χώρος. Κι όμως, ο ίδιος ο Ζογγολόπουλος, κάθε άλλο παρά επεδίωκε να εγκαθιδρύσει την οποιαδήποτε απόσταση ανάμεσα στο έργο του και τους ανθρώπους.
Μιλώντας για το έργο «Ελάσματα» (1976), που υποδέχεται τον επισκέπτη του ΚΠΙΣΝ στην «Πίσω Αγορά», μαζί με την «Ελιά» (1974), ο Άγγελος Μωρέτης θύμισε ότι, στην πρώτη έκθεσή του σε δημόσιο χώρο, ο Ζογγολόπουλος χαιρόταν που τα μικρά παιδιά έπαιζαν με το έργο του τραβώντας τα ελάσματα που το αποτελούν –κάτι που, αντιθέτως, ανησυχούσε τους διοργανωτές. Ο ίδιος ο γλύπτης, άλλωστε, έλεγε συχνά πως «το μήνυμα της αφηρημένης τέχνης πρέπει να φτάσει μέχρι τα σχολικά θρανία», όπως θύμισε ο πρόεδρος του Ιδρύματος Γεωργίου Ζογγολόπουλου Νίκος Θεοδωρίδης.
Το «Μνημείο Ζαλόγγου» (1954-1960) κυριαρχεί με το αποτύπωμά του στην πλατεία που σχηματίζεται μεταξύ Εθνικής Βιβλιοθήκης και Λυρικής. Όχι βέβαια το ίδιο το μνημείο, που είναι αδύνατον να μεταφερθεί από το όρος Ζάλογγο, στην Πρέβεζα όπου βρίσκεται. Ο θεατής παίρνει όμως μια εικόνα του μεγέθους του χάρη στη βάση του γλυπτού που έχει στηθεί εκεί, και στη σκιά του σε φυσικό μέγεθος, όταν ο ήλιος το φωτίζει υπό γωνία 45 μοιρών, που έχει αποτυπωθεί στο έδαφος του ΚΠΙΣΝ.
Γύρω του, σε έναν κυκλικό χορό, έχουν τοποθετηθεί έργα που σηματοδοτούν καμπές στην καλλιτεχνική πορεία του Ζογγολόπουλου: η «Ειράνα» (2001), το τελευταίο έργο που φιλοτέχνησε, σε ηλικία 98 ετών, και η «Στήλη» (1999), τελευταίο γλυπτό του σε δημόσιο χώρο. Οι «Ολυμπιακοί κύκλοι» (2001) και το «Γλυπτό ΔΕΘ» (1966), που είχε προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις όταν τοποθετήθηκε στην είσοδο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Τέλος, τα γλυπτά της Ομόνοιας, ο «Ποσειδώνας» (1957), που δεν τοποθετήθηκε ποτέ και τώρα βρίσκεται στην είσοδο του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στις ΗΠΑ, και το «Πεντάκυκλο».
Στο εργαστήρι του καλλιτέχνηΑν στους εξωτερικούς χώρους του ΚΠΙΣΝ «η κλίμακα των κτιρίων απορροφά την κλίμακα των γλυπτών», όπως παρατήρησε ο Άγγελος Μωρέτης, στο αίθριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, στον 4ο όροφο, τα έργα βρίσκουν τον «φυσικό» τους χώρο. Κι αυτό γιατί πρόκειται για μακέτες, σμικρύνσεις, προσχέδια κ.ά. που παρουσιάζονται σε έναν χώρο που έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε να θυμίζει το «μαιευτήριο των έργων» του καλλιτέχνη. Στο πάτωμα, μπροστά από το βιογραφικό του Ζογγολόπουλου, έχει αποτυπωθεί, σε φυσικό μέγεθος, η κάτοψη του εργαστηρίου του, εκεί όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του: ένας μικροσκοπικός χώρος διαστάσεων 5,90 x 3,80 μ.!
Λίγο πιο παράμερα, εκεί που θα βρισκόταν ο κήπος του, υψώνεται η «Αφαία» (1966), ένα από τα ελάχιστα χρωματισμένα έργα του Ζογγολόπουλου. Εμπνευσμένο από τον ομώνυμο αρχαίο ναό, όπου για πρώτη φορά γερμανοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν υπολείμματα χρώματος, για να οδηγηθούν στο συμπέρασμα ότι η αρχαιοελληνική γλυπτική ήταν επιχρωματισμένη.
Ακόμη, εκτίθενται με χρονολογική σειρά μακέτες για έργα όπως το μνημείο του Ζαλόγγου, οι «Ομπρέλες» της Θεσσαλονίκης, των Βρυξελλών και του σταθμού του μετρό του Συντάγματος, η υδροκινητική «Ασπίδα» (1986), που βρίσκεται στους Δελφούς, το «Tel-Neant» (1999), μια απεγνωσμένη χειρονομία του γλύπτη προς το επέκεινα, μετά τον θάνατο της συζύγου του, Ελένης.
Με τη δεύτερη αυτή έκθεση γλυπτικής στους εξωτερικούς του χώρους, το ΚΠΙΣΝ φιλοδοξεί να αποδείξει ότι «αποτελεί ιδανικό χώρο για τη δημόσια γλυπτική», όπως τόνισε η καλλιτεχνική του διευθύντρια Μίλλυ Πασχάλη. Πιθανόν, η εκμετάλλευση του χώρου του Πάρκου γι’ αυτό τον σκοπό να αποτελούσε μια επιλογή που θα απελευθέρωνε τα γλυπτά από την κλίμακα των κτιρίων, δίνοντάς τους περισσότερο χώρο να αναπνεύσουν.
Γεννήθηκε το 1903 στην Αθήνα και σπούδασε στην ΑΣΚΤ. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία και την Ιταλία. Από τη δεκαετία του 1950 και ύστερα ξεκίνησε τη σταδιακή μετάβασή του από τον ρεαλισμό στην αφαίρεση, αν και η γλυπτική του παρέμεινε ανθρωποκεντρική. Εκπροσώπησε την Ελλάδα σε πολλές Μπιενάλε και συμμετείχε σε πανελλήνιες καλλιτεχνικές εκθέσεις, καθώς και σε δεκάδες ατομικές και ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στη μακρά διάρκεια του βίου του τιμήθηκε με πολλά βραβεία και διακρίσεις, ενώ έργα του βρίσκονται σε ελληνικές και ξένες συλλογές, μουσεία και δημόσιους χώρους. Το 2004 δημιούργησε το Ίδρυμα Γεωργίου Ζογγολόπουλου. Απεβίωσε το ίδιο έτος κληροδοτώντας το σύνολο του έργου του στο Ίδρυμά του.