Δημήτρης Παπαδημητρίου: “Η σύνθεση είναι μια διαδικασία που βαθαίνει μες στο χρόνο”
Με αφορμή την παρουσίαση του νέου του έργου «Οι πλανόδιοι των Ονείρων», ο Δημήτρης Παπαδημητρίου μας μιλά για τις 14 νέες Συμφωνικές Μινιατούρες του, τη σχέση του με τον Μάνο Χατζιδάκι και τους νέους καλλιτέχνες σήμερα
Ο πολυγραφότατος συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου διατηρεί με τη Στέγη ένα ετήσιο ραντεβού, όπου παρουσιάζει ένα μεγάλο έργο. Πρόπερσι ήταν ο «Ερωτικός Λόγος» του Γιώργου Σεφέρη, πέρσι συνέθεσε ένα μουσικό έργο με τον τίτλο «Συμφωνικά Ζωγραφικά Soundtracks». Φέτος, παρουσιάζει το έργο «Οι πλανόδιοι των Ονείρων», που αποτελείται από 14 νέες Συμφωνικές Μινιατούρες, το οποίο θα δούμε στις 15 και 16 Φεβρουαρίου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, στο πλαίσιο του κύκλου “Δημιουργία Ρεπερτορίου, του “Ελληνικού Σχεδίου”, με την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ και σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού.
Οι 14 Συμφωνικές Μινιατούρες τιτλοφορούνται:Tα Στίλβοντα Ποδήλατα, Οι σχοινοβάτες, Η χαρτορίχτρα, Ο σαξοφωνίστας στην πλατεία της εκκλησίας
Λευκές Νύχτες, O Ρώσος Μάγος, Η Αεροναυτική Επίδειξη των Εντόµων, Οι Δεινόσαυροι
Το υπερωκεάνειο, Πελαργοί κουτσαβάκηδες, Μια Καρέτα συναντά έναν Μονόκερω και ένα Ντόντο
Κοσµοναύτες, Ένας Κόκκος Άµµου στην Κλεψύδρα, Incompleteness
Πρόκειται για έργα τα οποία έγραψα την ίδια χρονική περίοδο ή επεξεργάστηκα παλιότερα, μικρά κομμάτια, που στην πορεία παρατήρησα ότι υπάρχει μια εσωτερική μουσική σύνδεση των κομματιών αυτών. Η μουσική αυτή σύνδεση τα καθιστά ενότητα, κάτι το οποίο συνηθίζεται πολύ στη Συμφωνική μουσική. Είναι μια φόρμα από πολλά ανεξάρτητα κομμάτια.
Τις περισσότερες φορές είχα στο μυαλό μου τον τίτλο ο οποίος με ενέπνεε να γράψω το κομμάτι, χωρίς να ξέρω γιατί όμως είχα τον συγκεκριμένο τίτλο στο μυαλό. Από τον τίτλο εκκινούσα δηλαδή.
Ο όρος σημαίνει ένα έργο μικρής διάρκειας, έννοια που έρχεται σε αντίθεση με τη Συμφωνική Ορχήστρα, όμως για μένα οι Μινιατούρες αυτές είναι χρήσιμες, γιατί όλα μου τα έργα είναι διάρκειας 70’ κι ήθελα να μπορούν κάποια από αυτά να παιχτούν αργότερα και αυτόνομα.
Για τι διάρκεια έργων μιλάμε;Από 2,5’ έως 7,5’ περίπου.
Στη συγκεκριμένη συναυλία επιχειρείτε κάτι πρωτότυπο, ζητώντας τη συνεργασία του κοινού. Θέλετε να μας μιλήσετε για αυτή την απόφαση;Αυτό που με έφερε σε μια σύγχυση, ήταν ότι όταν έγραφα το πρώτο κομμάτι, στο μυαλό μου ήδη σχηματίζονταν τα επόμενα. Το γεγονός ότι γεννιόταν το ένα κομμάτι μέσα από το άλλο, μου δημιούργησε την πεποίθηση ότι κάτι τα συνδέει. Έψαξα να βρω τι είναι αυτό, πέραν της μουσικής σύνδεσης, αλλά δεν το εντόπισα. Χρειάζομαι λοιπόν έναν εξωτερικό παρατηρητή. Εγώ νιώθω ότι αυτά τα κομμάτια συνδέονται μουσικά, δεν συνδέονται θεματολογικά και μπορούν να παιχτούν και μόνα τους. Αυτό που τα συνέχει όμως είναι σε ένα δεύτερο επίπεδο. Έτσι λοιπόν, αποφάσισα να κοινοποιήσω τους τίτλους των κομματιών στο κοινό κι εκείνοι να βρουν το λιμπρέτο που τα συνδέει. Από τη στιγμή που θα παρουσιαστούν στις συναυλίες και για ένα μήνα, όποιος θέλει από το κοινό μπορεί να μας στείλει μια ιδέα λιμπρέτου στο [email protected].
Ποια η πρόκληση στη μικρή φόρμα κατά τη σύνθεση;Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν εκείνος που με έστρεψε από τη συμφωνική μουσική στο τραγούδι
Η μικρή φόρμα έχει κι εκείνη τις δικές της δυσκολίες. Εκτός από το τραγούδι, έχω δουλέψει πολύ και την ακόμη πιο μικρή φόρμα, όπως πολλά σήματα καναλιών, ραδιοφωνικών σταθμών, διάρκειας 15’’, όπως του MEGA, του 902, του Πρώτου, Δεύτερου και Τρίτου Προγράμματος, της ΕΡΤ2 παλιότερα, εκεί λοιπόν μέσα σε πολύ λίγα δευτερόλεπτα πρέπει να φτιάξεις μια φόρμα η οποία να στέκεται. Έχεις υποχρέωση να μεταφέρεις στη μικρή φόρμα, τους νόμους και τις αξίες που υπηρετούνται σε μια μεγάλη φόρμα. Ώστε όταν ακούσει κάποιος 15’’ να μην αισθάνεται ότι άκουσε απλώς τις πρώτες συγχορδίες ενός έργου, αλλά ότι αυτό το έργο όντως τέλειωσε τώρα, ότι ολοκληρώνει το θέμα του.
Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν εκείνος που με έστρεψε από τη συμφωνική μουσική στο τραγούδι. Εμένα αρχικά με ενδιέφερε η μουσική για τον κινηματογράφο, οπότε εκείνος ήταν ο πιο πρόσφορος άνθρωπος για να μου δείξει πώς γράφεται η μουσική στο σινεμά, γιατί εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τέτοιες σπουδές στην Ελλάδα.
Στην περιοχή του Χατζιδάκι βρέθηκα με μεγάλη ειρωνεία της τύχης. Εκείνη την περίοδο έγραφα μουσική για τη θεατρική παράσταση του Πανεπιστημίου στο οποίο σπούδαζα κι η ηχογράφηση έγινε δωρεάν στη Ραδιοφωνία της ΕΡΤ, στα στούντιο του Τρίτου δηλαδή. Κάποιοι παραγωγοί που δούλευαν εκεί, πήραν το κομμάτι που έγραψα και το έπαιξαν στις εκπομπές τους επειδή τους άρεσε. Στη συνέχεια, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον Χατζιδάκι, ο οποίος με κάλεσε σπίτι του. Αρχίσαμε έτσι μια πολύ ευχάριστη σχέση η οποία είχε και πολλά στοιχεία τσακωμού κι ένας από αυτούς ήταν ότι εμένα δεν μου άρεσε καθόλου η τραγουδοκρατία. Το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει τίποτα άλλο, παρά μόνο το τραγούδι. Μιλάμε για μια εποχή πριν από το Μέγαρο Μουσικής, όπου η κλασική μουσική υπήρχε μόνο με τη μορφή της Όπερας στη Λυρική και ό,τι άλλο κάναμε στον Παρνασσό. Εμένα με ενοχλούσε αυτό, αλλά είχα πετύχει τον Χατζιδάκι σε μια εποχή που με τη συμφωνική μουσική είχε πολύ κακή σχέση. Θύμωνε. Μην κοιτάτε που μετά έκανε την Ορχήστρα των Χρωμάτων.
Και πώς σας έπεισε να στραφείτε στο τραγούδι;Ο τσακωμός αυτός οδήγησε σε αδιέξοδα πολλά, ώσπου κάποια στιγμή μου είπε τη φράση κλειδί, που με έκανε να τα σκεφτώ αλλιώς τα πράγματα. Ότι στην Ελλάδα, ιστορικά, δεν υπήρξε ποτέ τίποτε άλλο. Ακόμα και την κλασική περίοδο της άνθισης των τεχνών, δεν υπήρχε μουσική που δε συνοδευόταν από λόγο, παρά ελάχιστα αυτοσχεδιαστικά μέρη. Από τον Όμηρο, μέχρι τα Βυζαντινά, όλα είναι τραγουδισμένα. Αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Αναρωτήθηκα γιατί συμβαίνει αυτό και κατέληξα ότι εδώ υπάρχει κάτι το οποίο πρέπει να σεβαστούμε. Αυτή τη συνύπαρξη λόγου και μουσικής, τη ζητάει η φυσιολογία της χώρας και του πολιτισμού της. Κι έτσι μετά το είδα ευνοϊκά κι όχι ως μια επιβολή μιας κάστας εμπορικής πάνω στην υπόλοιπη μουσική. Έγραψα λοιπόν τα πρώτα μου τραγούδια, τα οποία μάλιστα ήταν παραγγελία του ίδιου του Χατζιδάκι και τα παρουσίασε κι όλας στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά το Πάσχα του 1980. Μαζί με τους άλλους συνθέτες που παρουσιάστηκαν εκεί, ήταν η Λένα Πλάτωνος, ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Νίκος Κηπουργός κι ο Δημήτρης Λέκκας.
Τι να σας πω, εγώ δεν ξέρω ειλικρινά τι διέκρινε σε μένα (γέλια)! Για να σας δώσω να καταλάβετε, ήμουν 19 χρονών κι είχα γράψει απλώς κάτι χορικά για τον Οιδίποδα Τύραννο που ανεβάζαμε στο Πανεπιστήμιο. Τι μπορούσα να είχα γράψει;
Εσείς, αντιστοίχως, τι σχέση έχετε με τους νέους καλλιτέχνες σήμερα;Με τους Αιγύπτιους οι Έλληνες ανθίζουν, συνυπάρχουν πολύ ειρηνικά
Κοιτάξτε, αφού πήρα, πρέπει να δώσω κι εγώ. Δίδασκα χρόνια στο Ωδείο και κράτησα στενή σχέση με τους μαθητές μου και στη συνέχεια δημιουργήσαμε τους «Αγώνες Τραγουδιού» στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, όπου πρωτοεμφανίστηκε μια μεγάλη ομάδα συνθετών και στιχουργών, οι οποίοι σήμερα είναι το 90% της νέας γενιάς που δημιουργεί. Στους καλλιτέχνες αυτούς παραγγέλνουμε συχνά νέα έργα, τα οποία και παρουσιάζουν στη Στέγη. Η τάση μου είναι αυτή, να βοηθήσω όπως μπορώ τη νέα γενιά, ειδικά σήμερα που έχουν μπλοκάρει όλες οι οδοί.
Το επίπεδο των νέων μουσικών μας σήμερα, ως προς την τεχνική είναι σαφώς υψηλότερο από παλιότερα. Το επίπεδο των λαϊκών τραγουδιστών μας μπορεί να γίνει, στην καλύτερη περίπτωση, εφάμιλλο με των παλαιότερων, όχι όμως καλύτερο, κι είναι λογικό γιατί η λαϊκότητα ως συμπεριφορά έχει υποχωρήσει. Ο ποιητικός κόσμος όμως, που είναι το πιο σημαντικό, νομίζω ότι δεν υπερέχει του παρελθόντος.
Θα ήθελα να μας μιλήσετε λίγο για την Αλεξάνδρεια, τον τόπο στον οποίο ζήσατε τα παιδικά σας χρόνια. Ξέρετε, εμείς έχουμε μια ρομαντική εικόνα για τον τόπο αυτό και την ελληνική κοινότητα.Καλώς την έχετε, γιατί ήταν έτσι, δεν είναι ψέμα. Αυτό είναι κάτι που μπορείτε να το νιώσετε πηγαίνοντας ακόμη και τώρα. Είναι ένα περίεργο πράγμα. Είναι μια περιοχή του πλανήτη όπου αισθάνεσαι ευπρόσδεκτος από τον πολύ φιλικό αραβικό κόσμο – μην κοιτάτε τι έγινε πολιτικά. Με τους Αιγύπτιους οι Έλληνες ανθίζουν, συνυπάρχουν πολύ ειρηνικά και τους αγαπάμε και μας αγαπάνε. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τους άλλους λαούς που έζησαν εκεί. Όλοι ήταν ευτυχείς που ζούσαν σε αυτές τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες, παρήγαγαν τέχνη, όπως για παράδειγμα οι Έλληνες Αιγυπτιώτες αν σκεφτείτε. Ο Παρθένης, ο Γιάννης Χρήστου, ο Μάνος Λοΐζος που ήταν συμμαθητής του θείου μου και διπλανός του στο σχολείο, ο Νίκος Ξυδάκης, ο Κώστας Φέρης, ο Δημήτρης Μαυρίκιος, όλοι αυτοί είναι Αιγυπτιώτες που άνθησαν στην τέχνη τους.
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε, από το ξεκίνημά σας τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα, διατηρείτε την ίδια ορμή για μουσική δημιουργία;Η ίδια είναι και συνεχίζει, μάλιστα γίνεται και χειρότερο το πράγμα (γέλια), αυτό όμως συμβαίνει όταν υπάρχει διοχέτευση του έργου προς το κοινό και δεν στομώνεις με έργα που δεν παίζονται ποτέ, το οποίο είναι ένα μεγάλο δράμα και προσπαθώ να διευκολύνω ώστε να παίζονται έργα νέων. Η σύνθεση είναι μια διαδικασία που πληθαίνει και βαθαίνει μες στο χρόνο, δε μένουμε έξω από τη δημιουργία επειδή μεγαλώνουμε. Αντίθετα, μαθαίνουμε τον τόπο της έμπνευσης και τον τρόπο που λειτουργούμε καλά και πηγαίνουμε πολύ πιο γρήγορα από ό,τι όταν είμαστε νέοι.
«Οι Πλανόδιοι των Ονείρων» του Δημήτρη Παπαδημητρίου
—
Συγγρού 107
15 & 16 Φεβρουαρίου 2019 | Κεντρική Σκηνή | 20:30
—
Εισιτήρια
Κανονικό: 7, 15, 20, 22 €
Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα: 12, 16, 18 €
Παρέα 10+ άτομα: 11, 14, 16 €
Κάτοικος Γειτονιάς: 7 €
ΑμεΑ, Ανεργίας: 5 € | Συνοδός ΑμεA: 7, 10 €
Ομαδικές κρατήσεις στο [email protected]