Φάκελοι, χειρόγραφα, γραμματόσημα, ημερομηνίες, τόποι, αποστολείς και παραλήπτες. Μηνύματα. Και συγκεκριμένα ερωτικά μηνύματα. Μια εγγενώς ηδονοβλεπτική συνθήκη δημόσιας ανάγνωσης των πιο ιδιωτικών σκέψεων ανθρώπων. Ανθρώπων που πέρα από τη βασική τους ιδιότητα που τους καθιστά ευρέως γνωστούς και αναγνωρίσιμους, κατέχουν και την ιδιότητα της ερωτευμένης ύπαρξης. Και μάλιστα είναι υπάρξεις τόσο ερωτευμένες που υπάρχει η αναγκαιότητα, αυτή η συναισθηματική οριακή κατάσταση, να καταγραφεί και τις περισσότερες φορές να αποσταλεί. Μια μικρή επιλογή από τη μακρά ιστορία της ερωτικής επιστολογραφίας.
Ερωτικές εξομολογήσεις, γράμματα χωρισμού, μετάνοιας, επιστολές επανόρθωσης ή απλώς καθημερινές επιστολές μεταξύ ερωτευμένων: από τον Oscar Wilde και τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη μέχρι την Αναΐς Νιν και τον Νίκο Εγγονόπουλο. Πολύ προσωπικές υποθέσεις σε δημόσια ανάγνωση.
Και σε αυτή τη δημόσια ανάγνωση αρωγός και διαρκής συνομιλητής είναι η μουσική, παρούσα άλλοτε με τρόπο συμβολικό υπό τη μορφή των ραδιοφωνικών παρεμβολών ή των ρυθμών των πλήκτρων μιας γραφομηχανής και των ηχογραφημένων θραυσμάτων, άλλοτε, με κυριολεκτική σημασία μουσικά κομμάτια πρωτότυπα ή από τη φιλολογία της κλασικής μουσικής παιγμένα σ’ ένα πιάνο.
Με αυτές τις εναργείς παρεμβάσεις, τον τρίτο πόλο της μουσικής, η επιστολική πράξη αποκτά ένα νέο βάθος καθώς, ενόσω γίνεται πρακτικά ακουστή και αδιάρρηκτη η γραπτή μεταξύ των αγαπημένων επικοινωνία, συγχρόνως διακόπτεται ή εξωθείται στην επιτάχυνση, υπογραμμίζεται ή εγκαταλείπεται, αποκτά έναν ιδιότυπο μεσάζοντα που αντικαθιστά τον αργό παλαιό χρόνο των ταχυδρομείων και ολοκληρώνει τη μετακίνηση της πληροφορίας ανάμεσα στους αγαπημένους αλλά και προς το κοινό.
Ένα σαλόνι σπιτιού, ένας χώρος, στον οποίο οι οικοδεσπότες προσκαλούν τους οικείους τους να μοιραστούν από κοινού τον χρόνο τους. Ένα σαλόνι ιδανικό, αυτό της οικίας Κατακουζηνού, που φιλοξένησε κατά καιρούς εξέχουσες προσωπικότητες του ελληνικού και όχι μόνο καλλιτεχνικού κόσμου, των οποίων οι ερωτικές εκμυστηρεύσεις θα ακουστούν υπό το απογευματινό φως και τη θέα στον Εθνικό Κήπο.
«Το πιο λαμπερό πλάσμα στη Γη ήταν πρόθυμο να μοιραστεί τη ζωή του μαζί μου. Θεωρητικά, ήμουν σε θέση να αποδείξω ότι ο έρωτας είναι η αμοιβαία έλξη δύο ατόμων που βασίζεται σε ό,τι πιο άρρητο, πιο ιδιωτικό, πιο αποκλίνον από τους ρόλους και την εικόνα που τους επιβάλλει η κοινωνία. Αρκούσε να αποδεχτώ να ζήσω αυτό που ζούσα, να αγαπώ πάνω απ’ όλα το βλέμμα, τη φωνή, τη μυρωδιά σου, τα κρινοδάχτυλά σου, τον τρόπο που κατοικούσες το σώμα σου και όλο το μέλλον ήταν για μας ανοιχτό». –André Gorz