MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Αντώνης Μυριαγκός: Προχωράω και με λιγότερα από εκείνα που προσμένω

Ο σταθερός πρωταγωνιστής του Θόδωρου Τερζόπουλου – και όχι μόνο – έχει συμπληρώσει 15 χρόνια στο θέατρο αλλά δεν νιώθει ποτέ σίγουρος πριν βγει στη σκηνή

Στέλλα Χαραμή | 21.03.2019 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ

Έχει διάλειμμα μεταξύ δύο προβών. Ανάμεσα στην ιψενική «Νόρα» – η πρεμιέρα της οποίας πλησιάζει στο ΄Αττις – και μιας σλοβάκικης πολυφωνικής παραγωγής με θέμα την Οδύσσεια που αυτό τον καιρό εδρεύει στην Αθήνα πριν ξεκινήσει την περιοδεία της στην Ευρώπη. Συμπληρώνει έτσι τρεις θεατρικές παραστάσεις για φέτος (μετά τις «Τρεις αδελφές» της Στέγης) και δύο ταινίες: Το νέο μεγάλου μήκους φιλμ του Μιχάλη Κωνσταντάτου και το μικρού μήκους φιλμ του Δημήτρη Μουτσιάκα.

Με μια πρόχειρη καταγραφή των υποχρεώσεων του ο Αντώνης Μυριαγκός είναι πολύ απασχολημένος αυτόν τον καιρό. Κι ίσως γι’ αυτό το λόγο διαμαρτύρεται πως νιώθει κούραση ενώ το μόνο που μοιάζει να τον απασχολεί είναι να διατηρήσει ανέπαφο τον ενθουσιασμό για τη δουλειά του.

Πέρασαν δεκαπέντε χρόνια από τη στιγμή που εγκατέλειψε τα εικαστικά και μπήκε στη σχολή του «Εμπρός» και του Τάσου Μπαντή για να γίνει σύντομα σταθερό μέλος της ομάδας του Θόδωρου Τερζόπουλου. Και ο Αντώνης Μυριαγκός επιμένει στην ίδια σχέση αφοσίωσης που τον έχει καταξιώσει σε πρωταγωνιστή ενός θεάτρου διεθνούς κύρους. Εννοείται πως τίποτα απ’ όσα δηλώνει εδώ δεν μαρτυρούν το αξίωμα του.

Ο Αντώνης Μυριαγκός υποδύεται τον Τόρβαλντ Χέλμερ στη “Νόρα” του Αττις.

Πρώτη φορά ΄Ιψεν αλλά σ’ έναν πολύ οικείο χώρο. Πόσο ανοιχτός στο καινούργιο θέλεις να είσαι;

Πάντα είμαι ανοιχτός στο καινούργιο, πάντα υπάρχει η ψευδαίσθηση μιας επιθυμίας για κάτι νέο – ακόμα κι αν υπάρχει μια χρόνια τριβή με τα πρόσωπα και τα πράγματα και πολλές φορές χρειάζεται περισσότερος κόπος για να δεις πίσω από το γνωστό. Ωστόσο, αυτή τη φορά το κίνητρο είναι αρκετά μεγάλο ∙ γιατί από τη μια υπάρχει η πολύχρονη σχέση με το «Άττις» και από την άλλη υπάρχει το κείμενο της «Νόρα». Συνήθως, δηλαδή, στις παραστάσεις του Τερζόπουλου δεν έχουμε μεγάλη παρουσία κειμένου∙ ο Θόδωρος έχει μια τάση να αφαιρεί. Αλλά, τώρα, η «Νόρα» αποτελεί ένα στοίχημα αφού έχουμε διατηρήσει έναν αρκετά μεγάλο κορμό του κειμένου – σε διασκευή Τερζόπουλου όπου έχουν κρατηθεί τρεις ρόλοι: Εγώ υποδύομαι τον Τόρβαλντ Χέλμερ, ο Τάσος Δήμας τον Νιλς Κρόγκσταντ και φυσικά η Σοφία Χιλλ, τη Νόρα. Δεν ξέρω τι μας περιμένει γιατί η παράσταση δεν τεκμηριώνεται ακόμα από θεατές. Παρόλα αυτά, ναι, είμαι ανοιχτός στο καινούργιο και πιστεύω ότι το καινούργιο μπορεί να προκύψει μέσα σε κάτι γνώριμο. Δεν χρειάζεται να αλλάξει η συνθήκη ή το πρόσωπο μπροστά σου για να το δεις με άλλα μάτια.

Από την άλλη, η σταθερή σχέση με το Θόδωρο Τερζόπουλο που σε έχει οδηγήσει δημιουργικά;

Έμαθα και βίωσα το θέατρο μέσα από το ΄Αττις. Ο Θόδωρος Τερζόπουλος με πήρε, με στέριωσε εκεί και – θέλοντας και μη – έχει διαποτιστεί το βλέμμα μου στα πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχω χάσει τον εαυτό μου. Είναι χρόνια η σχέση μου με το Άττις στην οποία, ωστόσο, δεν νιώθω μονιμότητα. Δουλεύω παράλληλα και με άλλους θιάσους, με άλλους σκηνοθέτες. Εδώ και χρόνια έχω αυτή την ελευθερία: Έρχομαι σ’ αυτό το χώρο επί 15 χρόνια, τον βλέπω και απ’ έξω και από μέσα. Κι αυτό είναι αρκετά γόνιμο γιατί στη διαδικασία αυτή ανακαλύπτω εμπόδια όσο και προκλήσεις.

Έχεις μπει σε διαδικασία σύγκρισης;

Μοιραία δεν μπορεί να μη γίνει μια σύγκριση η οποία, όμως, οδηγεί πάντα σε κάτι καινούργιο. Ακόμα κι αν τα μεγέθη είναι διαφορετικά ή τα ύφη ανόμοια, υπάρχει αυτός ο διάλογος μέσα μου. Είμαι στο ΄Αττις που έχει αυτή τη θέση στα πράγματα και ξαφνικά βρίσκομαι σ’ ένα θίασο με πολλά ετερόκλητα στοιχεία όπου θα δουλέψω για τρεις μήνες ώστε να προκύψουν μερικές παραστάσεις. Πάντως, προχωράω και με πράγματα που είναι λιγότερα από εκείνα που προσμένω και κάποιες φορές βρίσκομαι μπροστά σε μια έκπληξη: Έρχονται πράγματα πολύ παραπάνω από αυτά που εκτιμούσα ότι θα ζήσω.

Πάντα είμαι ανοιχτός στο καινούργιο, πάντα υπάρχει η ψευδαίσθηση μιας επιθυμίας για κάτι νέο

Είναι δύσκολο να εγκλιματιστείς σε άλλους τρόπους θεατρικής έκφρασης όταν είναι τόσο ισχυρό το διατύπωμα του Τερζόπουλου;

Αυτό συμβαίνει σε κάθε ηθοποιό που έχει διαγράψει μια πορεία στο θέατρο του. Η πρώτη εμπειρία είναι σοκαριστική. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που δούλεψα έξω κι ένιωθα πως το σώμα μου ζητούσε από μόνο του μιαν άλλη διαχείριση – έτσι όπως την είχε μάθει. Μετά κατάλαβα ότι το σώμα χρειάζεται χρόνο για ν’ αποκτήσει τα αντανακλαστικά που χρειάζονται και να προσαρμοστεί σε μια διαφορετική πραγματικότητα. Πλέον, η μετάβαση γίνεται γρήγορα. Γιατί αυτό ζητάει το θέατρο από τον ηθοποιό: Μια μετατόπιση.

Παρόλα αυτά έχει κόστος;

Σαφώς και έχει. Ειδικά όταν χρειάζεται να δουλέψεις σε γρήγορους ρυθμούς. Παλιά, νόμιζα ότι το να κάνεις πράγματα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους είναι καλό. Και όντως είναι γιατί σε βγάζει από τα συνηθισμένα. Από τη στιγμή, βέβαια, που θα κερδίσεις τις νέες εμπειρίες, καταλαβαίνεις ότι οι επιλογές πρέπει να είναι πιο δικές σου κι όχι χάριν μιας trendy κατάστασης, ενός ρεύματος που οφείλεις ν’ ακολουθήσεις.

“Πάντα φοβάμαι αν μπορώ ν’ ανταποκριθώ στο θέατρο του Τερζόπουλου”, ομολογεί ο πρωταγωνιστής του.

Μπήκες στο μύλο του trendy που όλα τα αλέθει;

Πως προσδιορίζει κανείς το trendy; Με όρους αγοράς, πάντως, δεν μου είναι εύκολο… Ίσως επειδή έμπλεξα μεγάλος με το θέατρο ήταν αργά για να πάρουν τα μυαλά μου αέρα.

Στο μεταξύ, φοβήθηκες ποτέ για το αν μπορείς να ανταποκριθείς σε αυτό απαιτητικό είδος θεάτρου;

Πάντα φοβάμαι αν μπορώ ν’ ανταποκριθώ στο θέατρο του Τερζόπουλου. Ακόμα και τώρα, στις τελευταίες πρόβες της «Νόρα», ο Θόδωρος με έκραζε – με την έννοια ότι ζητούσε από μένα πράγματα που δεν εισέπραττε. Τα ζητούσε, βεβαίως, επειδή ήξερε ότι μπορούσε να τα δει… Ξέρεις δεν είναι γραμμική η πορεία μας. Όσο πιο πολλά χρόνια είναι κανείς σε μια δουλειά, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να έχει κάτι στο τσεπάκι του. Προσωπικά, πριν βγω στη σκηνή δεν νιώθω σίγουρος. Πιθανόν αυτό με βοηθάει. Δεν θέλω τη σιγουριά αυτού του τύπου.

Είναι ρίσκο για έναν ηθοποιό να συνδέεται τόσο στενά μ’ ένα σκηνοθέτη;

Από ένα σημείο και μετά με απασχόλησε πως με ‘βλέπει’ ο χώρος. Βλέπεις – αν εξαιρέσεις κάποιες περιπτώσεις – στην Ελλάδα δεν υπάρχει παράδοση σκηνοθετών, δεν έχουμε μάθει σε σχήματα μόνιμα, σε κολεκτίβες. Μετά την πρώτη μου συνεργασία με το Άττις ήταν πολλοί εκείνοι που μου είπαν να φύγω. Όμως, δεν παρασύρθηκα από την τρέχουσα ανάγκη να δοκιμάσω κι άλλα. Τράφηκα από την ανάγκη να καταλάβω τι συμβαίνει στο θέατρο του Τερζόπουλου. Κι αυτός ο άνθρωπος ήταν ικανός να μου δημιουργήσει μια τέτοια ανάγκη. Έτσι τα πρώτα χρόνια με καθήλωσε. Κι έπρεπε να περάσει καιρός για να θελήσω να δουλέψω με άλλους, χωρίς να έχω αυτό το ερωτηματικό.

Και τώρα τι λες; Έχεις αποκωδικοποιήσει το θέατρο του;

Χρειάστηκε πολύς καιρός για να καταλάβω το θέατρο του Τερζόπουλου – κι ακόμα δεν το καταλαβαίνω ακριβώς. Πολλοί λένε ότι είναι φόρμα. Τι γίνεται όμως; Αν το περιεχόμενο δεν είναι φρέσκο και παρόν, δεν ‘κλέβεται’. Στον Τερζόπουλο δεν περνάει τίποτα αν δεν είσαι παρών.

Δεν νιώθω κάποιου είδους μονιμότητα στο Αττις

Αναφορικά με τον προβληματισμό σου για το πώς σε βλέπει ο χώρος, αισθάνεσαι πως επικρατεί καχυποψία στο θέατρο;

Και βέβαια υπάρχει καχυποψία γιατί μας αρέσει να βάζουμε ταμπέλες, να κατηγοριοποιούμε τα πράγματα, ν’ αναγνωρίζουμε την ιδιότητα κάποιου. Γιατί όταν τοποθετείς στο ράφι ένα προϊόν του βάζεις μια τιμή. Αν τώρα, το ίδιο προϊόν ανέβει και σε άλλο ράφι, με άλλη τιμή, κάποιοι θα μπερδευτούν. Αυτή τη λειτουργία έχει η ταμπέλα. Ειδικά αν είναι αναγνωρισμένη όπως το θέατρο του Τερζόπουλου. Υπάρχει, για παράδειγμα, η καχυποψία του τύπου πως «αυτός ο ηθοποιός δεν έχει μάθει να μιλάει κανονικά στη σκηνή. Πως θα τον πάρω εγώ και θα αρθρώσει κανονικά λόγο;». Στο ΄Αττις έχουμε πλήρη επίγνωση για το τι ακούγεται έξω, ποιες είναι ενστάσεις τους και ομολογώ πως πέφτει πολύ καλαμπούρι.

Έχεις χιούμορ λοιπόν;

Νομίζω πως ναι. Στις πρώτες συναντήσεις με έναν άνθρωπο κρατάω λίγο τα προσχήματα, αλλά μετά ελευθερώνομαι.

“Στο ΄Αττις έχουμε πλήρη επίγνωση για το τι ακούγεται έξω” λέει ο Αντώνης Μυριαγκός.

Πιστεύεις ότι μετά από τη φοβερή άσκηση που σου έχει επιφυλάξει το ΄Αττις μπορείς να κάνεις τα πάντα στο θέατρο;

Όχι, δεν το πιστεύω. Στο θέατρο του Τερζόπουλου λέμε μεταξύ μας πως ο ηθοποιός καλείται να υπάρξει για τα πάντα, δεν έχει στήριξη από πουθενά. Είναι πολύ εκτεθειμένη η τεχνική του κι ας είναι μια, φαινομενικά, πολύ ισχυρή γλώσσα. Έτσι, όταν καλείσαι να παίξεις σε άλλο θέατρο δεν μπορείς να ενεργοποιήσεις τα συγκεκριμένα εργαλεία∙ μπορείς, όμως, να βρεις ένα άλλο ισοδύναμο μέσα σου. Αυτό πρέπει να κάνει οποιοσδήποτε έχει αποκτήσει μια ισχυρή εμπειρία, να τη μεταλαμπαδεύσει μ’ έναν τρόπο.

Σπούδασες στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και λίγο πριν τα 30 μπήκες στο θέατρο. Μετάνιωσες ποτέ γι’ αυτή τη στροφή;

Όχι, ποτέ. Τα πρώτα χρόνια – όπου η σχέση με το θέατρο ήταν υπό διαμόρφωση – δεν μπορούσα να καταλάβω για πόσο καιρό θα κάνω αυτή τη δουλειά, αν θα την αποδεχθώ και αν θα την υποστηρίξω. Σίγουρα 15 χρόνια μετά έχω δει μεγάλη αλλαγή.

Δηλαδή;

Καταρχήν, έχω κουραστεί. Πρόσφατα, μιλούσα με ένα μεγαλύτερο μου συνάδελφο εκφράζοντας τον προβληματισμό μου «γιατί το έπαθα αυτό» και «μήπως μου τέλειωσε νωρίς η αγάπη για το θέατρο». Εκείνος, πάλι, με καθησύχασε∙ γιατί είναι φυσιολογικό ο καθένας να παθαίνει μια καθίζηση στον τρόπο που αντιμετωπίζει τη δουλειά του, να πρέπει να ανατροφοδοτηθεί κι αυτό να μην συμβαίνει με προφανή τρόπο. Το θέατρο απαιτεί τρέξιμο – ειδικά όταν κάνεις οικογένεια και σταματάς να κοιτάζεις την πάρτη σου.

Αν αφεθείς πολύ στη μαθητεία δεν μεγαλώνει ο δάσκαλος μέσα σου, μένεις αιώνιος μαθητής

Αλήθεια, πως ήταν η μετάβαση στη γονεϊκή συνθήκη;

Με τα παιδιά γύρισα σελίδα στη ζωή μου. Συζητάω, κατά καιρούς, με φίλους πόσο απαραίτητο είναι να είσαι ο εαυτός σου και να μην ξεχάσεις το ποιος είσαι τόσο μέσα στο γάμο τόσο και ως γονιός. Σαφώς και είναι ωραίο να λέγονται αυτά αλλά δύσκολο να γίνονται. Δεν τρέφω αυταπάτες του πόσο δύσκολο είναι να είσαι γονιός. Τα παιδιά δεν χωρούν κανένα είδος παραίτησης ή αγανάκτησης. Είναι μπροστά σου και μεγαλώνουν. Μια ύπαρξη δίπλα σου αυξάνει. Κι αυτό είναι μάθημα. Είναι ωραίο να καταφέρνεις να είσαι εκεί.

Μιλάς συχνά για το «μάθημα» κι εσύ έχεις υπάρξει μαθητής προσωπικοτήτων. Μυταράς και Κοκκινίδης στη ζωγραφική, Τερζόπουλος, Μπαντής και Καταλειφός στο θέατρο. Έχεις ανάγκη τη μαθητεία;

Ναι, την έχω∙ αλλά έρχεται μια στιγμή που καταλαβαίνω πως το προχώρημα γίνεται όταν αφήσω το δάσκαλο μέσα μου να πάρει πρωτοβουλία. Είμαι άνθρωπος που μπορώ να αφοσιωθώ, να υπάρξω σε μια μόνιμη συνθήκη αλλά εκεί ελλοχεύει κι ένας κίνδυνος: Αν αφεθείς πολύ στη μαθητεία δεν μεγαλώνει ο δάσκαλος μέσα σου, μένεις αιώνιος μαθητής∙ και δεν ξέρω αν μπορείς να είσαι καλός μαθητής υπό αυτή τη συνθήκη.

Ο Αντώνης Μυριαγκός βρίσκει “πολύ μεγάλο πεδίο ευθύνης στη θέση του ηθοποιού”.

Σκέφτηκες να πάρεις την πρωτοβουλία; Να ορίσεις τις επιλογές σου;

Είχα αποπειραθεί κάποια στιγμή να κάνω ένα προσωπικό εγχείρημα το οποίο κόλλησε για τεχνικούς λόγους. Αλλά αυτό που καταλαβαίνω είναι πως, για να μη μου έχει συμβεί μέχρι τα 45 μου, πιθανόν να μη μου συμβεί καθόλου. Δεν το αποκλείω φυσικά αν και αυτά τα πράγματα διαφαίνονται. Κι ενώ αγωνιώ για την κατεύθυνση μιας δουλειάς, βρίσκω πολύ μεγάλο πεδίο ευθύνης στη θέση του ηθοποιού. Κατανοώ, φυσικά, ότι η αλλαγή του ρόλου – να φύγεις από τον ηθοποιό και να μπεις στη θέση του σκηνοθέτη που πρέπει να φροντίσει τον ηθοποιό – είναι επίσης ένα μεγάλο μάθημα.

Τι προσδοκάς να σου συμβεί από την άλλη;

Δεν ξέρω, δεν μπορώ να απαντήσω. Το μόνο που θέλω είναι να μη χάνω τη χαρά για τη δουλειά μου. Το απεύχομαι όσο κι αν είναι ανθρώπινο. Γιατί αν χάσω την επιθυμία γι’ αυτό που κάνω τα πράγματα στενεύουν.

Μπήκα στο θέατρο γιατί ήθελα να είμαι με κόσμο

Τελικά, τι σε έφερε στο θέατρο;

Δεν αισθάνθηκα ότι ανήκω στον κόσμο των εικαστικών, δεν αφομοιώθηκα από αυτόν. Είχα μια σπουδαστική πορεία μεν αλλά δεν μπορούσα να βγάλω καθαρά συμπεράσματα για τα συναισθήματα που μου προκαλούσε η ζωγραφική. Η δεκαετία των 20 με 30 ήταν μια εποχή που ζυμωνόμουν με πολύ γρήγορες στροφές κι όλα αυτά συνετέλεσαν στο δρόμο που τελικά πήρα. Σίγουρα υπήρχαν πράγματα που με οδηγούσαν στο θέατρο ασυνείδητα: Σπούδαζα στην Καλών Τεχνών αλλά δούλευα ως κομπάρσος, η αδελφή μου, Καλλιρόη Μυργιαγκού ήταν ήδη ηθοποιός… Πάντως, αν με ρωτάς δεν το είχα σκεφτεί ποτέ. Δεν ήμουν το παιδί που στα 20 του χρόνια θα έμπαινε στη δραματική σχολή με όνειρο να γίνει ηθοποιός.

“Βαθιά μέσα μου γι’ αυτό έμπλεξα με το θέατρο. Δεν θα μπορούσα να περνάω ώρες ατελείωτες ζωγραφίζοντας μοναχικά” παραδέχεται.

Τι έχεις κερδίσει αυτά χρόνια στα θεατρικά πράγματα;

Συναντήσεις με τους ανθρώπους. Κι αν θες αυτό είναι το βασικό κίνητρο, η συνάντηση με τον άλλο, όλον αυτόν τον κόσμο που μπερδεύεται στο θέατρο∙ οι ηθοποιοί, οι τεχνικοί, οι σκηνογράφοι. Να τώρα, που μόλις τέλειωσα μια μικρού μήκους ταινία, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μουτσιάκα, ενός νέου ταλαντούχου σκηνοθέτη, νιώθω μεγάλη χαρά. Βαθιά μέσα μου γι’ αυτό έμπλεξα με το θέατρο. Δεν θα μπορούσα να περνάω ώρες ατελείωτες ζωγραφίζοντας μοναχικά. Τις προάλλες συνάντησα τον ζωγράφο και καθηγητή μου Γιώργο Ρόρρη – ο οποίος όταν τον είχαμε δάσκαλο μας είχε δώσει ένα χαρτζιλίκι για να βάψουμε το καινούργιο του εργαστήρι. Κι όταν τον είδα σκεφτόμουν την, σχεδόν, μοναστική προσήλωση στο εργαστήριο, με το μοντέλο του να ζωγραφίζει ώρες ατελείωτες. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να το αντέξω τελικά. Πολύ απλά, λοιπόν, μπήκα στο θέατρο γιατί ήθελα να είμαι με κόσμο.

Εσύ τα έχεις παρατήσει; Η συνεχίζεις να ζωγραφίζεις;

Όχι, δεν ζωγραφίζω γιατί δεν έχω χρόνο. Ωστόσο, θέλω πάντα να παραμένει μέσα μου η δυνατότητα. Έχω ένα υπόγειο με τα πράγματα μου, τα πινέλα, τα χρώματα και κατά καιρούς κατεβαίνω και κάνω διάφορα. Μέχρι πρότινος ασχολιόμουν και βιοποριστικά με τη ζωγραφική. Θέλω να πω, έχω μια σχέση που συντηρώ∙ υπάρχει μέσα μου, υπάρχει η ματιά στα πράγματα. Για παράδειγμα, από το λίγο κινηματογράφο που κάνω δεν υπάρχει περίπτωση να μην κοιτάξω στο μόνιτορ για να δω το κάδρο. Θέλω να έχω την εικόνα.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο Αντώνης Μυριαγκός πρωταγωνιστεί στη «Νόρα» του Χένρικ Ιψεν.
Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 20 Μαρτίου στο Θέατρο Αττις (Λεωνίδου 7, Μεταξουργείο, 210-5226260). Σκηνοθετεί ο Θόδωρος Τερζόπουλος.
Συμπρωταγωνιστούν οι Σοφία Χιλλ και Τάσος Δήμας.

Ευχαριστούμε το «Μπλε Παπαγάλο» (Λεωνίδου 31, Πλατεία Αυδή, Μεταξουργείο, 211-0121099) για τη φιλοξενία της φωτογράφισης.

Περισσότερα από Πρόσωπα