“- Σιχαίνομαι θανάσιμα την εξυπνάδα. Σήμερα όλοι είναι έξυπνοι. Το πράγμα έχει καταντήσει δημόσιος κίνδυνος! Ελπίζω κι εύχομαι να έχουν μείνει ακόμα μερικοί ηλίθιοι.
– Έχουν μείνει.
– Θέλω πολύ να τους γνωρίσω. Και τι συζητάνε;
– Οι ηλίθιοι; Μα, φυσικά, για τους έξυπνους. “ (Ο.Wilde)
Όπως σημειώνει ο Ερρίκος Μπελιές στην εισαγωγή της μετάφρασής του για το διαχρονικό παιχνίδι της κοινωνικής συνύπαρξης: “Οι κρυφοί πόθοι του ανθρώπου δεν αλλάζουν στους αιώνες, όμως η κοινωνική συμπεριφορά τού υπαγορεύει ψευδεπίγραφες τακτικές” .
Το έργο, μέσα από ανάλαφρη διάθεση, εξετάζει, θέτει ερωτήματα και ανατρέπει απόψεις πάνω σε βασικά κοινωνικά και πολιτικά θέματα όπως ο γάμος, οι σχέσεις των φύλων, η οικογένεια, οι παράγοντες που καθορίζουν την κοινωνική θέση του ανθρώπου και εξασφαλίζουν τα προνόμιά του. Η κωμωδία “ευδοκιμεί” μέσα από ακραίες αντιθέσεις που εμφανίζονται τόσο στις απόψεις του συγγραφέα για τη στάση του ανθρώπου απέναντι στη ζωή, όσο και μέσα στη συμπεριφορά των ίδιων των χαρακτήρων, οι οποίοι ακροβατούν μεταξύ της απόλυτης σοβαρότητας και της ανατρεπτικής φάρσας. Η κοινή, ανθρώπινη βλακεία οριοθετεί το πλαίσιο δράσης των ηρώων και σκιαγραφείται από τον Wilde με τον μοναδικό τρόπο που αρμόζει: την σοφή έλλειψη σοβαρότητας.
Επιστρέφοντας στη θεματική του “είναι” και του “φαίνεσθαι”, η ομάδα Νοσταλγία καταπιάνεται με το ξεκαρδιστικό και φλεγματικό έργο του Wilde. Ο θίασος δίνει πνοή στο αριστουργηματικό αυτό κείμενο εξερευνώντας τα “συστήματα” κίνησης που προκύπτουν μέσα από τη συνύπαρξη με τους άλλους και κάνοντας, παράλληλα, μια απλή, πολύ απλή κίνηση προς τη θεατρική πράξη. Προς τη σημασία του να είσαι σοβαρός σε κάτι, στο παρόν.