Πριν χτυπήσω τη σιδερένια πόρτα της εισόδου, στον μικρό πεζόδρομο της Πραβίου, χαζεύω το μαύρο βαν με τα λευκά γράμματα: Εταιρεία Θεάτρου Χώρος. Παρκαρισμένο στο διπλανό οικόπεδο, στέκει σαν σύμβολο των, επί δεκαετίας, περιοδειών της θαυματουργής ομάδας.
Πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Η Ελενα Μαυρίδου που, εμφανίζεται μελαχρινή (για το ρόλο της στο «Βόυτσεκ») και με πλατύ χαμόγελο, στο χτύπημα της πόρτας, το επιβεβεβαιώνει.
Κρατώντας από τον Οκτώβριο – μαζί με τη Δήμητρα Κούζα – την ομάδα και το θέατρο σε κινητικότητα, δοκιμάζει ένα καινούργιο κεφάλαιο στην πορεία της. Σκηνοθετεί για το Χώρο και μάλιστα με επιτυχία, σχεδιάζει τα επόμενα βήματά του, αρθρώνει τις προσωπικές της ανησυχίες και τους δίνει μορφή στη σκηνή. Κι όλα αυτά, χωρίς τη καθοδήγηση και τη συνεργασία του Σίμου Κακάλα. Ηρθε το τέλος του Χώρου; «Ολα είναι ανοιχτά» απαντάει. Για να δώσει μετά περισσότερες εξηγήσεις.
Γελάει αν κι έχει μάτια κάπως υγρά. Την ρωτάω τι κρατάει από όλη αυτήν την εμπειρία για να προχωρήσει και θα πει «ένα γέλιο. Σε πολλές φάσεις, ο αυτοσαρκασμός και το χιούμορ μας έσωσαν και μας κράτησαν ενωμένους». Η δουλειά, η έρευνα, η μέθοδος, τα ταξίδια στις πιο απομακρυσμένες βουνοκορφές της ελληνικής επαρχίας έρχονται, προφανώς, μετά. Αν και για τις «μεγάλες αγάπες» – όπως ονομάζει την κοινή ομαδική πορεία – είναι, μάλλον, δύσκολο να ταξινομήσει κανείς τα αισθήματα του.
Μόλις τέλειωσε ο πρώτος κύκλος του «Γκοντό» και επιστρέφεις στην παράσταση με νέα διανομή. Πως και το αποφάσισες;Με την αρχική πρωταγωνιστική ομάδα είχαμε συμφωνήσει για έναν αριθμό παραστάσεων. Ετσι, στη συνέχεια τα παιδιά έκλεισαν να παίξουν σε άλλες παραγωγές. Ομως, τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ καλά, η παράσταση είχε πολλή ζωή ακόμα και αποφάσισα να το ξαναδοκιμάσουμε. Ετσι κι αλλιώς, στο Χώρο συνηθίζουμε να συνομιλούμε για καιρό με τα έργα μας.
Ναι, μπαίνοντας ξανά στην πρόβα συνειδητοποίησα ότι η παράσταση χρειαζόταν να μετακινηθεί προς τις καινούργιες δυναμικές του νέου θιάσου, ο οποίος είναι πραγματικά εξαιρετικός. Ο μηχανισμός της σκηνοθεσίας έπρεπε να λάβει υπόψη και τον αστάθμητο παράγοντα. Επιπλέον, δίνω μια μεγαλύτερη αφαίρεση στην αρχική μου σκηνοθετική επιλογή.
Πρώτη σκηνοθεσία σε κάθε περίπτωση. Τι σου αποκαλύφθηκε με αυτή την εμπειρία;Επίσημα είναι η πρώτη μου σκηνοθεσία αλλά, υπό μια έννοια, η σχέση μου με το “από κάτω” είναι παλαιότερη καθώς είχα αναπτύξει στενή επαφή με τη δραματουργία των έργων και την επεξεργασία τους. Οχι μόνο εγώ, δηλαδή· όλοι στην ομάδα συντονίζαμε πράγματα μέσα σε μια παράσταση. Η Δήμητρα Κούζα, ας πούμε, ήταν πολύ βασικός πυλώνας σε επίπεδο οργάνωσης και οικονομικής διαχείρισης.
Επιδίωκες να βρεθείς κάτω από τη σκηνή;Αν περιοριστώ στο παίξιμο, θα βαρεθώ λίγο – το ομολογώ
Νομίζω πως η σχέση μου με την σκηνή είναι πολύ καλύτερη όταν δεν περιορίζεται στην υποκριτική. Οταν είμαι πιο μέσα στην παράσταση, είμαι αποδοτικότερη. Με τροφοδοτεί περισσότερο αφού έχω την ψυχολογία του θεατρίνου κι όχι του ηθοποιού. Αν περιοριστώ στο παίξιμο, θα βαρεθώ λίγο – το ομολογώ. Οχι, πως δεν θεωρώ σπουδαία την τέχνη του ηθοποιού αλλά ιδιοσυγκρασιακά μου ταιριάζει περισσότερο αυτό: Να συμμετέχω στα πράγματα που έχουν να κάνουν με το «κάτω από τη σκηνή».
Αυτό σημαίνει πως θέλεις να δραστηριοποιηθείς περισσότερο σκηνοθετικά;Πράγματι, αρχίζει και με κερδίζει η σκηνοθεσία. Φυσικά με ενδιαφέρει πάρα πολύ και η εκπαίδευση – συνεχίζουμε, εξάλλου, το ετήσιο εργαστήριο μας στο Χώρο. Η σκηνοθεσία, δηλαδή, με απασχολεί καθώς φιλτράρεται από το χώρο της εκπαίδευσης· θέλω να διανύω μια πορεία με κάποιους ανθρώπους, να μας ενώνει ένα κοινό ψάξιμο. Και την ίδια ώρα, θέλω να παίρνω το ρίσκο της αποτυχίας. Να μπορεί το πράγμα να είναι ζωντανό, ν’ αναπνέει κι ας έχεις αποτύχει.
Η αλήθεια είναι πως το δεδομένο της καλής πορείας μου δίνει ώθηση να συνεχίσω. Αλλά ακόμα κι αυτό να μην είχε συμβεί νομίζω θα πείσμωνα περισσότερο: Μπορεί να στενοχωριόμουν, να έκλαιγα γοερά αλλά θα το ξεπερνούσα. Τώρα κινητοποιούμαι θετικά, σε άλλη περίπτωση θα είχα κινητοποιηθεί μαχητικά. Εκτιμώ, όμως, πως δεν θα άλλαζα διαδρομή. Ολα είναι υλικά που σε βοηθούν να βρεις ένα δρόμο. Πρέπει να είναι ανοιχτός κανείς στο απρόβλεπτο.
Ωστε έχεις κλάψει γοερά για το θέατρο;Πολλές φορές. Τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζω τα πράγματα με πολύ χιούμορ από την άποψη ότι ξέρω ποια είναι η στιγμή που αξίζει να κλάψει κανείς αλλά εγώ γελάω. Το γέλιο και το κλάμα είναι πολύ κοντά οπότε μπορεί να με… χτυπήσει και το αντίστροφο. Το θέατρο καταλαμβάνει μεγάλο χώρο μέσα μου και με επηράζει έντονα συναισθηματικά. Βλέπεις, αυτό που ξεχωρίζει τον επαγγελματία από τον ερασιτέχνη είναι πως ο πρώτος όποια μέρα κι αν ξυπνήσει θα πάει στο θέατρο. Η θεατρική αναζήτηση εμπεριέχει έναν πόνο, σε βάζει σε μια διαδικασία με τον εαυτό σου. Το θέατρο θέλει το αίμα και τη σάρκα σου και γι’ αυτό υποφέρεις. Αυτό άλλοτε αυτό είναι απελευθερωτικό, άλλοτε όχι. Ο κόπος είναι κι αυτός μέρος της επιθυμίας.
Αν ξαναξεκινούσες θα έκανες κάτι αλλιώς;Οχι, θα έκανα ξανά τα ίδια· δεν μετανιώνω για τίποτα. Ο Χώρος είναι ένα μεγάλο σχολείο για όλους μας· μας έχει γαλουχήσει και θα μας δένει πάντα σε κάτι πάρα πολύ βαθύ. Η ομάδα αυτή έδωσε σε όλους φοβερά εφόδια. Προσπαθούσαμε να βρούμε έναν τρόπο ώστε να συνδυάσουμε τον επαγγελματισμό και την πρωταρχική χαρά που έχει το θέατρο.
Παρόλα αυτά, φέτος ο Χώρος δουλεύει για πρώτη φορά χωρίς το Σίμο Κακάλα…Μου αρέσει να υπάρχει το ρίσκο της αποτυχίας. Να μπορεί το πράγμα να είναι ζωντανό, ν’ αναπνέει κι ας έχεις αποτύχει
Στην εταιρεία «Χώρος» εξακολουθούμε να συμμετέχουμε και οι τρεις: Ο Σίμος, εγώ και η Δήμητρα (Κούζα) αλλά ως φυσικά πρόσωπα δουλεύουμε μόνο οι δυο μας. Εμείς κρατάμε τη διεύθυνση του θεάτρου και το συντονισμό του. Ο Σίμος είχε προτάσεις εκτός του θεάτρου, έξω από την ομάδα, το οποίο είναι πολύ υγιές. Αυτή την περίοδο, λοιπόν, δεν είμαστε μαζί και κάνουμε κάποια πράγματα που δεν συνηθίζαμε μέχρι τώρα ως ομάδα.
Ναι γιατί δεν είναι ρωγμή, είναι αλλαγή. Ο Μπέκετ, άλλωστε, υπήρχε στο πρόγραμμα πριν ξεκινήσουμε να δουλεύουμε ξεχωριστά.
Θα ξαναβρεθείτε επαγγελματικά; Η΄ αυτό είναι το τέλος της ομάδας;Ολα είναι ανοιχτά. Το γεγονός ότι σε αυτή τη φάση δεν δουλεύουμε μαζί, ότι ο Σίμος δεν σκηνοθετεί το θίασο, σίγουρα δεν αναιρεί όλα όσα μας δένουν. ΄Οσα μας δένουν είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν. Θα έλεγα, επομένως, ότι βρισκόμαστε σε μια σιωπή. ‘Ολες οι μεγάλες σχέσεις περνούν από μια φάση σιωπής. ‘Ολες οι μεγάλες αγάπες έχουν σιωπές. Πρέπει κανείς να περιμένει πότε θα έρθει η ώρα να ξαναμιλήσεις, να ξαναβρεθείς με τον άλλο.
Σου κοστίζει αυτή η σιωπή;‘Οχι, την ακούω. Δεν πρέπει να κάνεις φασαρία για να την σπάσεις. Ο Σίμος, η Δήμητρα κι εγώ είμαστε δεμένοι με πολύ σημαντικά πράγματα κι αυτό κρατώ μέσα μου. Δοκιμάζουμε μια παύση χωρίς να υπάρχει μεταξύ μας μια πολεμική ή αρνητικά συναισθήματα… Δεν μπορώ να μην μιλάω γι’ αυτούς τους ανθρώπους με πολλή αγάπη, όπου κι αν βρεθώ.
Από την άλλη, η νέα κατάσταση σου προσφέρει ενός είδους ελευθερία;Ο Χώρος είναι ένα μεγάλο σχολείο για όλους μας· μας έχει γαλουχήσει και θα μας δένει πάντα σε κάτι πάρα πολύ βαθύ
Ναι, φυσικά. Γι’ αυτό και πιστεύω πως αυτή η κατάσταση θα μας κάνει καλό. Δίνουμε την ευκαιρία να μην παγειωθεί κάτι. Κι επειδή εμείς στο Χώρο διατηρούσαμε πολλαπλούς ρόλους – ο Σίμος εκτός από σκηνοθέτης μου είναι και δάσκαλος μου – οφείλω να ζήσω και νέες εμπειρίες.
Μια νέα στιγμή για σένα πάντως. Πώς θα την χαρακτήριζες;Ως ένα άνοιγμα. ‘Ανοιγμα σε καινούργιους ανθρώπους, καινούργια ρίσκα. Επίσης, ως μια μετακίνηση. Κάνω πολύ κινηματογράφο τελευταία, κάτι που παλαιότερα – λόγω της αφοσίωσης μου στο θέατρο – είχα παραμελήσει.
Ενιωσες ανασφάλεια από τη στιγμή που δουλεύεις πια μόνη σου χωρίς την πρότερη δεδομένη συνθήκη;Ο φόβος πάντα υπάρχει αλλά πρέπει να τον αγκαλιάζεις. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν φοβάται την αλλαγή. Αισθάνθηκα φόβο, λοιπόν, αλλά δεν τον άφησα να με καταβάλλει γιατί ποτέ δεν πίστεψα ότι είμαι μόνη μου. Είμαστε κάπως όλοι μαζί. Εμείς κρατάμε την ιδέα του Χώρου. Το θέατρο δεν είναι ντουβάρια, τοίχοι και δωμάτια. Κι αφού μέσα μου επιβιώνει η αγάπη και η αφοσίωση στην ιδέα του Χώρου κι αφού αυτό το κάναμε όλοι μαζί, σημαίνει πως εξακολουθούμε να είμαστε μαζί. Υπό μια έννοια, λοιπόν, φέρω και τη Δήμητρα και το Σίμο. ‘Ετσι αισθάνομαι – κι ας μην είναι ο Σίμος παρών σε αυτό. Εγώ είμαι πιστή στο Χώρο και θα συνεχίσω να είμαι.
Τι σχεδιάζεις για το Χώρο;Αυτή τη στιγμή ο σχεδιασμός έχει ορίζοντα διετίας και αφήνουμε κάποια ανοιχτά παράθυρα για προτάσεις που θα προκύψουν αναπάντεχα. Την ίδια ώρα, είμαστε ανοιχτοί και εκτός Χώρου, μας ενδιαφέρει η συνεργασία με τους φορείς, με το Εθνικό θέατρο για παράδειγμα. Να κυκλοφορήσουμε τις αξίες μας και εκτός της δικής μας σκηνής.
Εντός αυτής όμως;Πάντα είχα μια ανησυχία για τη γυναίκα περφόρμερ. Πως μπορεί μια γυναίκα να υπερβεί την ταυτότητα της, να μεταμορφωθεί; Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο ερώτημα και μ’ ενδιαφέρει να ψάξω πως μια γυναίκα μπορεί να τσαλακωθεί, να ασχημύνει, να νιώσει ευάλωτη πάνω στη σκηνή. Με ενδιαφέρει να ψάξω τη μεταμορφωτική δύναμη της γυναίκας ηθοποιού.
Να υποθέσω πως μόλις έδωσες έναν άξονα λειτουργίας του θεάτρου από εδώ και στο εξής;Η θεματολογία για τις γυναίκες με ενδιαφέρει πολύ, ναι. Από εκεί και πέρα, θέλω να κάνω μια βρεφική παράσταση – κάτι το οποίο ενισχύθηκε πολύ με τον ερχομό της κόρη μου, Νικολέτας – και να ερευνήσω πως μια παράσταση για βρέφη μπορεί να είναι τερπνή και για το γονιό που το συνοδεύει. Επίσης, πάλι μέσα από την προσωπική μου εμπειρία θέλω να κάνω μια παράσταση για τη μητρότητα.
Πέρασες μια μεγάλη περιπέτεια υγείας για να φέρεις την κόρη σου στον κόσμο.Στην ομάδα δοκιμάζουμε μια παύση χωρίς να υπάρχει μεταξύ μας κάποια πολεμική
Ναι, στο πλαίσιο της εγκυμοσύνης μου νοσηλεύτηκα για πολύ μεγάλο διάστημα στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και μέσα από την προσωπική μου δυσκολία γνώρισα τον αγώνα μιας γυναίκας να γίνει μητέρα. Γυναίκες που πάλευαν να βρουν τη δύναμη για να κρατήσουν το μωρό τους ζωντανό, γυναίκες που νοσούσαν ενώ ήταν εγκυμονούσες και οι γιατροί πάλευαν να τις βοηθήσουν. Ηταν μέρες που κοίταζα τις πόρτες των δωματίων και σκεφτόμουν πως καθεμιά κρύβει και μια διαφορετική ιστορία. Αυτές τις ιστορίες θα ήθελα να αφηγηθώ. Βλέπεις, η ενασχόληση μου με το θέατρο θέλω να έχει μια προσωπική σχέση με τα πράγματα, να καλύπτει τις υπαρξιακές μου αγωνίες.
‘Ηθελες πάντα να γίνεις ηθοποιός;Κλισέ απάντηση αλλά ναι. Ξεκίνησα στα 17 μου ακούγοντας το ένστικο μου. Τα ερεθίσματα μου δεν είχαν να κάνουν με το αστικό θέατρο. Είχα μια τάση καλλιτεχνική αλλά το γεγονός ότι μεγαλώσαμε σε μια γειτονιά της Δράμας που έμοιαζε με σκηνικό, θεωρώ πως έπαιξε το ρόλο της. Από τη μια, ήταν η σύγχρονη πλευρά της Δράμας στα 80s και από την άλλη εκεί που ζούσαμε εμείς, στη διατηρηρέα γειτονιά, με τα παλιά σπίτια της Τουρκοκρατίας που είχε κάτι το παραμυθιακό: Παίζαμε τζαμί στους δρόμους, ο μπακάλης μας έφερνε το γάλα, πηδούσαμε φωτιές του Αϊ Γιαννιού, σπάγαμε μια πίτα όταν γεννιόταν ένα παιδί. Κρατούσαμε τα έθιμα ζωντανά. Και παραδίπλα, δούλευε η κανονική πόλη για τα εφηβάκια σαν εμάς που ακούγαμε Nirvana και Sex Pistols. Αυτό μας επηρέασε πολύ με τη Δήμητρα. Θυμάμαι πως στο σπίτι μας, όταν ήμασταν μικρές, στήναμε σκηνικό και φτιάχναμε δρώμενα, απόρροιες μιας λαϊκής παράδοσης.
Πόσο έχεις μετακινηθεί από εκείνο το κορίτσι;Οσο περνούν τα χρόνια, σκέφτομαι πως δεν διαφέρω πολύ από το κορίτσι που σπούδαζε στην δραματική σχολή. Θυμάμαι, στο ΚΘΒΕ είχα δάσκαλο το Διαγόρα Χρονόπουλο και επρόκειτο να ανεβάσουμε το «Καημένε μου Μάρικ». Του ζήτησα λοιπόν, να παίξω το Μάρικ. Κι εκείνος μου απάντησε ότι με τέτοιο πρόσωπο και μακριά ξανθά μαλλιά θα έπαιρνα το ρόλο της αγαπημένης του. Εγώ όμως επέμενα. Κι έτσι, με μια αντίδραση εφηβική, ξύρισα το κεφάλι μου και την επόμενη μέρα εμφανίστηκα στη σχολή διεκδικώντας και πάλι το ρόλο του Μάρικ. Ο Διαγόρας χάρηκε τόσο πολύ με την πρωτοβουλία μου, γέλασε, αλλά δεν υποχώρησε. ‘Επαιξα, δηλαδή την αγαπημένη του Μάρικ. Ε, λοιπόν, αυτό το ξέσπασμα, αυτή την ανησυχία την έχω ακόμα – σε άλλη βάση, με άλλο τρόπο πια αλλά την έχω ακόμα.
Το θέατρο είναι η ζωή σου;Η μητρότητα με μετακίνησε προς την αγάπη
Είναι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Είμαι θεατρίνα. Θεωρώ πως το θέατρο είναι και οικογένεια. Κι αυτό το υπερασπίζομαι ακόμα και σε παραστάσεις όπου μπαίνω να δουλέψω απλώς σαν ηθοποιός.
Κι ενώ στο σπίτι έχεις οικογένεια. Τι έχει αλλάξει στη ζωή σου η συνθήκη της οικογένειας, της μητρότητας;Η μητρότητα με μετακίνησε επιβάλλοντας μέτρο στη ζωή. Με κατευθύνει θετικά, μαχητικά και πρακτικά στη ζωή. Αυτό δεν σημαίνει πως μια γυναίκα που δεν έχει παιδιά, δεν είναι μαχητική. Δεν πιστεύω ότι όλες οι γυναίκες είναι φτιαγμένες για να αποκτήσουν παιδιά. Ούτε αυτό τις κάνει λιγότερο γυναίκες. Η μη μητρότητα είναι επιλογή. Σε μένα πάντως έκανε καλό. Με μετακίνησε προς την αγάπη. Είναι ένα ποτάμι αγάπης που ρέει ασταμάτητα και γι’ αυτό το λόγο θεωρώ πως είμαι ευλογημένη που ήρθε η Νικολέτα στη ζωή μας. Και λέω στη ζωή μας γιατί έχω κι έναν πολύ καλό σύντροφο, το Δημήτρη Λάλο με τον οποίο – από τη στιγμή που μοιραζόμαστε την ίδια δουλειά – υπάρχει μια παραπάνω κατανόηση. Ο Δημήτρης έχει το δικό του θέατρο (σ.σ. Tempus Verum), εγώ με τη Δήμητρα το δικό μας, με διαφορετικές μεθοδολογίες και ιστορία πάνω στο θέατρο. Και είναι πολύ συγκινητικό αφού ενώ δεν δουλεύουμε μαζί, έχουμε μια φοβερή εκτίμηση και στα κοινά μας σημεία αλλά και στη διαφορετικότητα μας.
Θα μπορούσατε να δουλέψετε σε κοινή στέγη ή δεν θα το διακινδύνευες;Δεν ξέρω. Προς το παρόν, έχουμε αποφασίσει να μη δουλεύουμε μαζί. Αυτό αισθανόμαστε τώρα αλλά δεν αποκλείω μια μελλοντική συνεργασία. Εξάλλου, έχουμε δουλέψει πολύ καλά μαζί στον «Ορέστη». Φροντίζουμε τη σχέση μας γιατί το θέατρο είναι αδηφάγο, τα ζητάει όλα από σένα· και οι άνθρωποι που αγαπούν το θέατρο είναι συχνά έτοιμοι να δώσουν τα πάντα. Οφείλουμε λοιπόν να προστατεύσουμε τη σχέση μας. Δεν έχουμε αγωνία να συνεργαστούμε.
Είσαι ευτυχισμένη;Στην Ανατολή οι άνθρωποι λένε να μην πεις ότι είσαι ευτυχισμένος γιατί θα σε ακούσει ο Θεός και θα σου πάρει κάτι. Αλλά δεν είναι κακό να λέμε ότι είμαστε ευτυχισμένοι. Κι εγώ ναι, είμαι. Με ότι συνεπάγεται αυτό: Με στιγμές άγχους, αγωνίας, τρέλας. Με δύο θέατρα, με το παιδί μας, με το Δημήτρη. Ναι, είμαι ευτυχισμένη μέσα σε αυτό.
Η ‘Ελενα Μαυρίδου σκηνοθετεί το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ. Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 8 Απριλίου στο θέατρο Χώρος (Πραβίου 6, Βοτανικός, 210 -342 6736)
Πρωταγωνιστούν οι Γιάννης Κατσιμίχας, Δήμητρα Κούζα, Γιάννης Λεάκος, Έκτορας Λιάτσος, Μιχάλης Μιχαλακίδης, Φωτεινή Μποστανίτη.