Εχει βαριά κληρονομιά: Εχει για γονείς δύο διακεκριμένους χορευτές. Εχει δυο πατρίδες: Ζει μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας. Εχει για δασκάλους τον Ουίλιαμ Φορσάιθ και τον Ακίρα Χίνο. Εχει ένα βιογραφικό, στην Ελλάδα και στον κόσμο, που πολλοί χορευτές θα ζήλευαν. Χορεύει και συνάμα χορογραφεί. Και, παρόλα αυτά, πριν καν συμπληρώσει τα 38 του χρόνια, ο Γιάννης Μανταφούνης κατεβαίνει από τη σκηνή. Οχι, χωρίς να αποχαιρετίσει το κοινό του – στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Τον γνωρίζουμε καλύτερα πριν το fairwell.
- Ηταν, περίπου, μονόδρομος. Γιος δύο διακεκριμένων χορευτών, του Χάρη Μανταφούνη και της Ιβόν Ριμπάρ, ανατράφηκε με το χορό. Εχει το χορό μέσα στο σπίτι του και μέσα του. Καμία έκπληξη που στα 13 του χρόνια αποφασίζει ν’ ακολουθήσει τα βήματα τους και στα 18 του αποφοιτά από το Εθνικό Ωδείο Μουσικής και Χορού του Παρισιού. Εχει προηγηθεί η Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης.
- Το ντεμπούτο του στην Opera Ballet του Γκέτεμπονγκ θα το ονειρεύονταν πολλοί χορευτές στην ηλικία του. Πόσω μάλλον, όταν η συνέχεια – μόλις στα 22 του χρόνια – περιλαμβάνει συνεργασία με τον Γίρι Κίλιαν και το φημισμένο Netherlands Dance Theater. Το 2005 γίνεται μέλος της ομάδας της κορυφαίας προσωπικότητας του σύγχρονου χορού, Ουίλιαμ Φορσάιθ. «Χορογραφούσαμε τα πάντα μαζί του. Οι συζητήσεις, τα νέα έργα, ήταν βασισμένα πάνω στην άμεση χορογραφική σκηνική διαδικασία, δηλαδή ξεπερνούσαν τον απλό αυτοσχεδιασμό. Εκεί πλέον ζητούσαμε από τον εαυτό μας να μπορούμε να χορογραφούμε επί τόπου», θυμάται. Ηταν, επομένως, μια κομβική στιγμή για την πορεία του η απόφαση να διακόψει τη συνεργασία με την ομάδα. «Ένας δάσκαλος πολεμικών τεχνών μία μέρα μου είπε: Mπορεί να ξέρεις τί θέλεις να φτάσεις αλλά δεν ξέρεις πως θα το φτάσεις. Βάλε όλες σου τις εμπειρίες στον ίδιο σάκο κι ας μην καταλαβαίνεις πως, πότε και σε τι θα χρησιμεύσουν. Την σωστή στιγμή θα καταλάβεις ποιο θα είναι το εργαλείο που θα σου χρησιμεύσει. Μην σκέφτεσαι το τι, το πως και το γιατί. Απλά συνέχιζε να βάζεις εμπειρίες στον σάκο αυτόν. Έτσι θα περιέγραφα τις εμπειρίες μου γενικά στην επαγγελματική μου πορεία» σχολιάζει χρόνια αργότερα.
- ‘Εχει ήδη αρχίσει να χορογραφεί. Το 2004 – με την Κατερίνα Σκιαδά και τον Αναστάση Γούλιαρη – ιδρύει την ομάδα του. Την βαφτίζει Lemurius – Λεμούριος ένα είδος προπιθήκου που ζει Μαδαγασκάρη. «Την περίοδο που έπρεπε να βρούμε όνομα για την ομάδα, διαβάζαμε κάτι φιλοσοφικά. Στην ανθρωπότητα έχουν υπάρξει τρείς περίοδοι και η Λεμούρια είναι πρώτη περίοδος, η αρχή του συναισθηματικού κόσμου. Και επειδή ήμασταν καινούργια ομάδα, την ονομάσαμε έτσι. Σ’ αυτή την ομάδα δεν προσκαλούμε εμείς κάποιον να έρθει για να συνεργαστεί μαζί μας, ούτε βάζουμε όρια. Είναι περίεργο, λίγο μεταφυσικό, τελικά έρχονται αυτοί που ‘πρέπει να έρθουν’, αυτοί που είναι πραγματικά έτοιμοι να δουλέψουν μαζί μας».
- Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, ο Μανταφούνης θα αναδειχθεί σε έναν από τους επίλεκτους του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Είναι ο φτερωτός θεός έρωτας της Τελετής Εναρξης της διοργάνωσης. Ανακαλεί μνήμες: «Η εμπειρία της Ολυμπιάδας ήταν για μένα πολύ όμορφη και μου έδωσε μεγάλη χαρά. Αλλά δεν μπορώ να πω πως ‘βοήθησε’ στην καριέρα μου γιατί στο εξωτερικό όπου κατά βάση έζησα και δούλεψα δεν υπήρχε ως αναφορά. Τώρα, κατά πόσο είχε αντίκτυπο στην καριέρα μου στην Ελλάδα, δεν το γνωρίζω, δεν το συζήτησα ποτέ με κάποιον του επαγγέλματος. Μπορεί να με βοήθησε αλλά να μην το ξέρω. Αυτό που μπορώ να πω, όμως, είναι ότι ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, ακόμα και μετά την Ολυμπιάδα, στήριξε προσωπικά εμένα και τη δουλειά μου, αλλά και τους συνεργάτες μου εδώ στην Ελλάδα. Και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό».
- Εχοντας ανοιχτεί σε πιο πειραματικές φόρμες κι έχοντας μαθητεύσει στο πλευρό του Akira Hino, ενός δασκάλου της πολεμικής τέχνης budo, η προσωπική του γλώσσα εμπλουτίζεται με ετερόκλητα ερεθίσματα. Η χρήση της φωνής και του λόγου, ο αυτοσχεδιασμός, ο ρυθμός κρατούν τον αυθορμητισμό, την έκπληξη και την ευελιξία ως ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία έκφρασης του που είναι εμφανή σε όλες τις παραστάσεις του: «P.A.D» (2006), «Cover Up» (2011), «Pausing» (2012), «Eifo Efi» (2013), «Apersona» (2014), «One One One» (2015), «Sing the positions» (2017). Με αυτά προσέρχεται και στην ελληνική σκηνή. Στην Λυρική, στο Φεστιβάλ Αθηνών, στο Εθνικό θέατρο.
- Οσο περνούν τα χρόνια, εντός ή εκτός του ομαδικού πλαισίου, η ιδιότητα του χορογράφου κερδίζει ολοένα και περισσότερο χώρο στη λειτουργία του Γιάννη Μανταφούνη. Ο ίδιος εστιάζει εμφατικά στην έρευνα: «Η έρευνα της ανθρώπινης κίνησης, είναι πριν από όλα αυτό που με εμπνέει, η κίνηση του σώματος. Έπειτα έρχεται η κατανόηση της σωματικής λειτουργίας και όλες οι λεπτομερείς έννοιες που πάνε μαζί με αυτήν και τέλος αυτό που μπορεί να αποκομίσει κανείς για την ψυχική του ισορροπία μέσα από αυτήν τη διαδικασία… Αυτό που με ενδιαφέρει από εδώ και πέρα, είναι να έχω τα μέσα για να συνεχίσω να κάνω την έρευνά μου πάνω στο χορό. Αυτό είναι το πιο σημαντικό για μένα». Κι έτσι, έχοντας κλείσει τα 35 του χρόνια συζητάει όλο και συχνότερα το ενδεχόμενο να αποστασιοποιηθεί από τον, επί σκηνής, χορό. Ικανοποιημένος από τις πλούσιες εμπειρίες της νεανικής του διαδρομής ποντάρει πια στο να τις μεταγγίσει σε μια μεθοδολογία. «Τώρα, μου αρέσει να ξυπνάω το πρωί και να λέω: «Σήμερα, θα πάω στο στούντιο και θα ανακαλύψω κάτι», ομολογεί.
- Καθώς έχει προετοιμάσει το έδαφος για τις προθέσεις του να κρεμάσει τις πουέντ του, ο Γιάννης Μανταφούνης προχωρά γρηγορότερα απ’ ότι θα περιμένε κανείς στην τελευταία του, επί σκηνής, παρουσία. Την ονομάζει «Faded» και με αυτή ανεβαίνει στη σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Είναι μια προσπάθεια να επιστρέψει – 20 χρόνια μετά, στα πρώτα του βήματα, στην πρώτη του αγάπη, το μπαλέτο, αποτίνοντας, στο είδος που τον βάφτισε, έναν ύστατο φόρο τιμής.
- Τρία βράδια αρκούν για μιαν υπόκλιση; Κι όμως, μετά το «Faded» ο Γιάννης Μανταφούνης είναι αποφασισμένος να αφοσιωθεί εξ ολοκλήρου στη χορογραφία. Χορεύοντας ασταμάτητα επί 21 χρόνια, περιοδεύοντας χωρίς διαλείμματα και υπολογίζοντας ότι από τα 17 του – οπότε και βγήκε για πρώτη φορά στη σκηνή – δίνει 80 παραστάσεις το χρόνο· κάτι που μεταφράζεται σε 2.500 παραστάσεις μέχρι σήμερα. Η κόπωση είναι, λοιπόν, η αιτία. Ο ίδιος υπόσχεται πως δεν θα σταματήσει να χορεύει αφού, όπως ομολογεί «δεν μπορώ να ζήσω χωρίς το χορό. Αν δεν χορέψω πολύ απλά θα αρρωστήσω».
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
NEWS FEED
ΔΗΜΟΦΙΛΗ
Τα μαύρα ρούχα: Εννέα γυναίκες ερμηνεύουν για εκείνες που τις σκότωσαν γιατί ήταν γυναίκες
Αντιπαράθεση Δήμου Αθηναίων και ΥΠΠΟ για τη συντήρηση του σιντριβανιού Συντάγματος
Αστέρες του Χόλιγουντ στη μικρή οθόνη: 4 σειρές με all-star cast που πρέπει να δεις
Wicked: Μια ταινία για τη γυναικεία φιλία και τη μαγεία, που τελικά υπάρχει
Η διαδεδομένη συνήθεια που μπορεί να βλάπτει το συκώτι μας – και δεν είναι το αλκοόλ
Πρωτοσέλιδα: Τι διαβάζουμε στις εφημερίδες την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου
Θέατρο, συναυλίες, εκθέσεις: Τι κάνουμε σήμερα, Παρασκευή 22 Νοεμβρίου
Παλτό: Οι γήινοι τόνοι που είναι must για τον χειμώνα 2025
Μετρό: Πώς «χτίζεται» η σύνδεση Γουδή- Γαλάτσι (vid)
«Τι μπορεί να κάνει ένας πολίτης»: Ένα βιβλίο-οδηγός για τους ενεργούς πολίτες του αύριο