Ο πατέρας πεθαίνει, μια κληρονομιά, μια επιχείρηση που αναζητά ηγέτη, ο γιός κατασκοπεύει, η νύφη απατά, η Μάνα μηχανορραφεί, ο θείος κλέβει, η σύζυγος απατά. Μια δυναστεία που καταρρέει. Στο επίκεντρο του έργου η Αγία Οικογένεια σε σήψη.
—
Ο Γκόρκι γράφει το 1910 την πρώτη εκδοχή της «Βάσσα Ζελεσνόβα», την ιστορία μιας σκληρής γυναίκας που, τώρα που πεθαίνει ο σύζυγός της, αναλαμβάνει τα ηνία της οικογένειας αλλά και της οικογενειακής τους επιχείρησης.
‘Όλες οι μάνες είναι αμαρτωλές” λέει η Βάσσα.
Οι ήρωες του Γκόρκι δεν έχουν χρόνο να φιλοσοφούν περί ζωής και τέχνης· πρέπει να εργάζονται, να λογομαχούν και να ενεργούν. Το έργο παρακολουθεί την αγροτική οικογένεια των Ζελεσνώφ που κατάφερε ν’ ανέλθει κοινωνικά αποκτώντας σταδιακά οικονομική δύναμη, αλλά τώρα καταρρέει επειδή αργοπεθαίνει ο Ζαχάρ, ο άνθρωπος που στάθηκε η κινητήριος δύναμη της οικογένειας. Έτσι η σύζυγός του, η Βάσσα, αναλαμβάνει τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης που καταρρέει , είναι πρόθυμη να θυσιάσει τα πάντα –ακόμη και τα ίδια της τα παιδιά– φτάνει να επέλθει η σωτηρία.
Το έργο, τοποθετεί στο μικροσκόπιο την σκληρή αλλά γεμάτη χιούμορ και ευφυΐα Βάσσα – που αν και αγαπάει υπερβολικά τα παιδιά της- βλέπει πως εκείνα πρόδωσαν κάθε προσδοκία που έτρεφε μέσα της γι’ αυτά. Αντί να γίνουν άξιοι συνεχιστές της επιχείρησης αυτά παλεύουν να πάρουν το μερίδιό τους και ν’ αποχωρίσουν.