MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Σοφία Φιλιππίδου: Ο κόσμος γελάει μαζί μου γιατί είμαι αληθινή

Η σπουδαία ηθοποιός δεν αγωνιά να είναι στη σκηνή, οι άλλοι να πληρώνουν εισιτήριο και φρόνιμα να την παρακολουθούν. Η αγωνία της είναι να την καταλάβουν, να την πιστέψουν.

| ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ
author-image Στέλλα Χαραμή

Όσοι έχουν δει τη Σοφία Φιλιππίδου επί σκηνής έχουν συνειδητοποιήσει τι σημαίνει πως «κάποιος ανήκει στο θέατρο». Για την ίδια πάλι, το θέατρο – το οποίο ασκεί από τότε που ήταν φοιτήτρια Γερμανικής Φιλολογίας στη Θεσσαλονίκη – λειτούργησε σαν καταφύγιο. Πρώτα σαν καταφύγιο κι ύστερα σαν δρόμος ελευθερίας. Σαράντα χρόνια μετά στην ίδια διαδρομή (με λίγες στάσεις και κάποια διαλείμματα) ακόμα δεν μπορεί να βρει τις λέξεις ώστε να αποκωδικοποιήσει τη σχέση της με αυτό.

Παρότι, τρεις ώρες μεσημεριού – σε μια πόλη υπό την επήρεια της ανοιξιάτικης ραθυμίας – αρκούν για να μπορεί να διαπιστώσει κανείς το χειμαρρώδη λόγο της, τις αληθινά συγκινητικές αφηγήσεις για μια ζωή που δεν κατάλαβε πως πέρασε αλλά πιστεύει πως έχει πολλά ακόμα να της αποκαλύψει, για τα συναισθήματα που εκφράζονται με γενναιότητα, για τον άνθρωπο που θέλει να γίνει στο μέλλον την ώρα που έχει γυρίσει την πλάτη στο παρελθόν της.

Σε συνομιλία με όλα αυτά τα πολύ δικά της πράγματα τη φέρνει, για κάποιο λόγο, η νέα της σκηνοθεσία πάνω στη «Μελάχρα» του Παντελή Χορν που ανεβαίνει σε δύο εβδομάδες στο «Σταθμό».

Σκηνοθετεί τη «Μελάχρα» του Παντελή Χορν στο θέατρο Σταθμός.

Τα τελευταία χρόνια έχετε απομακρυνθεί από τις μεγάλες σκηνές, διατηρώντας μια σχεδόν διακριτική σχέση με το θέατρο. Είναι έτσι;

Το διατυπώσατε ωραία. Πράγματι, πριν από δέκα χρόνια περίπου, με την αρχή της κρίσης, δημιουργήθηκαν κάποιες προϋποθέσεις μέσα κι έξω από μένα προκειμένου να σκεφτώ γιατί κάνω θέατρο, ποια ήταν η πρώτη φωνή, το πρώτο κάλεσμα. Αυτός ο προβληματισμός ήρθε μετά από μια μεγάλη επιτυχία – δεν είναι και λίγο αυτό που έγινε με την «Ιοκάστη» και οι άνθρωποι που το διαχειρίζονταν ήθελαν όλο και πιο πολύ από μένα. Τότε άρχισα να νιώθω τον κίνδυνο της ανάλωσης και κατάλαβα καλά ότι είμαι προϊόν αφού το ταμείο άρχισε να γεμίζει με μένα. Κλονίστηκα συνειδητοποιώντας πως δεν κάνω θέατρο γι’ αυτό το λόγο… Παράλληλα, η κρίση έδωσε την ευκαιρία σε κάποιους ανθρώπους σαν εμένα να κάνουν θέατρο μ’ έναν άλλο τρόπο. Το οικονομικό κομμάτι έφυγε από τα πολύ συγκεκριμένα χέρια στα οποία ήταν μέχρι τότε κι έτσι μπόρεσαν να κάνουν θέατρο όλοι, χωρίς διακρίσεις.

Πήρατε το ρίσκο δηλαδή.

Φοβήθηκα ότι πάντα θα έχω δύο θεατές λιγότερους από το απέναντι θέατρο αλλά στο κάτω – κάτω δεν με ένοιαζε γιατί δεν επρόκειτο να πλουτίσω από το θέατρο. Το θέατρο δεν ήταν ακριβώς επάγγελμα για μένα. Έφυγα από τις μεγάλες σκηνές για να μην πέσω σε κατάθλιψη κυνηγώντας τα γεμάτα θέατρα – χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν είμαι ανταγωνιστική και φιλόδοξη. Στο μεταξύ, την ίδια εποχή έπεσε στα χέρια μου η μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα για τον «Μπάρτελμπι» και είπα «αυτό θέλω να κάνω». Με τη δύναμη του έργου, τόλμησα και του τηλεφώνησα. Με δέχθηκε με ανοιχτή την αγκαλιά του κι έτσι ξεκίνησαν όλα. Βρέθηκαν οι θεατές που στήριξαν την στροφή μου. Μπορεί να μου πήρε πολλά χρόνια να συνειδητοποιήσω πως με αυτά ήμουν χαρούμενη, αλλά δεν πειράζει.

Έφυγα από τις μεγάλες σκηνές για να μην πέσω σε κατάθλιψη κυνηγώντας τα γεμάτα θέατρα

Που σας οδήγησε η ενασχόληση με τη σκηνοθεσία;

Υπήρχε πάντοτε μέσα μου η ανάγκη για σκηνοθεσία αλλά μη έχοντας καλή σχέση με τα επαγγέλματα δεν το επιδίωξα. Έχω κάποια χαρίσματα, κάποια ταλέντα από τα οποία θα μπορούσα να έχω βγάλει χρήματα. Βλέπετε, ήμουν ένα πολυεργαλείο στο θέατρο, ήμουν χρήσιμη. Ίσως γι’ αυτό με ζητούσαν για δουλειά, οι προτάσεις δεν με άφηναν ποτέ στην ησυχία μου. Σκηνοθετούσα, λοιπόν, από την εποχή των ομάδων στη Θεσσαλονίκη – δεν ήταν κάτι καινούργιο για μένα. Όμως δεν αισθάνομαι σκηνοθέτης παρότι σκηνοθετώ, όπως δεν αισθάνομαι ζωγράφος παρότι ζωγραφίζω, μοδίστρα παρότι ράβω, κομμώτρια παρότι ξέρω να κουρεύω. Κι επίσης, δεν είμαι σκηνοθέτης γιατί δεν έχω τη δυνατότητα να διαχειριστώ αυτό το ταλέντο κι από οικονομικής άποψης. Αλλά αυτό το λίγο που κάνω είναι στα πλαίσια μιας μικρής ελευθερίας. Αν είχα μπει κάτω από την ομπρέλα του σκηνοθέτη δεν θα δούλευα ακριβώς έτσι.

«Το δικό μου βάσανο δεν είναι να είμαι στη σκηνή, οι άλλοι να πληρώνουν εισιτήριο και φρόνιμα να με παρακολουθούν. Το ζητούμενο είναι να με καταλάβουν. Η μαγεία είναι να τους κερδίσω» τονίζει η Σοφία Φιλιππίδου.

Υπάρχουν πράγματα που σας απωθούν στη δουλειά του θεάτρου;

Στα πρώτα μου βήματα δεν άντεχα τους κομματικούς καβγάδες∙ τις διαφωνίες μεταξύ των κομμουνιστικών κομμάτων της γενιάς μου. Μαλώναμε για την πολιτική σκοπιά υπό την οποία θα ανεβάζαμε το έργο και σκοτωνόμαστε μέχρι τις 05.00 τα ξημερώματα. Εγώ, όμως, στις 07.00 έπρεπε να ξυπνήσω και να πάω στη δουλειά – κι αυτό με εξόντωνε. Έπρεπε να έρθει η Μεταπολίτευση, να βγει το ΠΑΣΟΚ – κι αυτό το «όσα έρθουν κι όσα πάνε» – για να βρούμε μιαν ησυχία. Στην Αθήνα, πάλι, δυσκολεύτηκα πολύ όταν οι άλλοι ανακάλυψαν σε μένα την κωμωδία, ότι πουλούσα στην κωμωδία. Εγώ που μέχρι τότε νόμιζα ότι ήμουν δραματική ηθοποιός … Ποτέ δεν ονειρεύτηκα να γίνω κωμικός, δεν κατάλαβα καν πως ήρθε αυτό στη ζωή μου.

Η ιδιότητα σας ως ηθοποιού τι σας προσφέρει;

Την στιγμή που νιώθω ότι επικοινωνώ. Αλλά δεν το κάνω μόνο στο θέατρο, αυτό ξεκίνησε ως στάση ζωής κι επεκτάθηκε στο θέατρο. Το δικό μου βάσανο δεν είναι να είμαι στη σκηνή, οι άλλοι να πληρώνουν εισιτήριο και φρόνιμα να με παρακολουθούν. Το ζητούμενο είναι να με καταλάβουν, να με πιστέψουν. Η μαγεία είναι να τους κερδίσω. Αυτό κυνηγάω με μανία όσο κουραστικό κι αν είναι.

Ποτέ δεν ονειρεύτηκα να γίνω κωμικός, δεν κατάλαβα καν πως ήρθε αυτό στη ζωή μου

Πως αισθανθήκατε λοιπόν κάτω από τη δύναμη της επιτυχίας;

Έχω κάνει πολλές και μεγάλες επιτυχίες. Και πριν φύγω από τη Θεσσαλονίκη μα και μόλις ήρθα στην Αθήνα έγινε χαλασμός. Και πάντα έλεγα αφού γίνεται τέτοιος χαλασμός πως και δεν το βλέπει αυτό κανείς, γιατί κανείς δεν διακρίνει αυτή τη δυναμική; Πόσω μάλλον όταν έβλεπα ότι κάποιοι άλλοι με μια επιτυχία άλλαζαν πίστα. Εγώ έμενα στάσιμη, παρέμενα εκείνη που έκανε επιτυχίες. Με τον καιρό κατάλαβα πως είχα πρόβλημα διαχείρισης της επιτυχίας μου. Δεν είχα την εξυπνάδα, την πονηρία, το θράσος να χειριστώ την επιτυχία και να κυνηγήσω τα όνειρα μου. Δεν είχα την πονηρία να σπάσω τους κανόνες και να πάρω τη θέση κάποιου. Σεβόμουν την ιεραρχία όπως όταν στο σαλόνι με τα χαλιά στρωμένα έβγαζα τα παπούτσια μου∙ δεν τραβούσα το χαλί κάτω από τα πόδια κανενός. Άρα έγινα αυτό που μπορούσα να γίνω λόγω ανικανότητας ή αναπηρίας. Μετά βέβαια κατάλαβα πως το παιχνίδι ήταν στημένο.

Ποια ήταν τα όνειρα σας;

Να πάω στη Γερμανία και να σπουδάσω σκηνοθεσία. Εκεί πιστεύω ότι θα είχα βρει το δρόμο μου καλύτερα.

Σας κατάπιε ποτέ η εγχώρια επιτυχία;

Τίποτα δεν έχω πάθει. ΄Ισα- ίσα που είμαι πιο ταπεινή από ότι ήμουν.

«Νομίζω ότι ο κόσμος είναι το μεγάλο κομμάτι της δύναμης μου. Με εμπιστεύεται» λέει.

Πάντως αισθάνεστε πως ο κόσμος σας στηρίζει.

Νομίζω ότι ο κόσμος είναι το μεγάλο κομμάτι της δύναμης μου. Με εμπιστεύεται. Κι είναι ευθύνη μεγάλη γιατί αφού με αγαπούν δεν θέλω να τους προδώσω, να ρίξω το επίπεδο της δουλειάς μου. Εννοείται πως φοβήθηκα ότι αν δεν κάνω πάντα κωμωδία θα με εγκαταλείψουν. Όμως δεν θέλω να σκέφτομαι έτσι. Ο κόσμος γελάει μαζί μου γιατί είμαι αληθινή. Και οι δικοί μου, οι φίλοι μου γελάνε όταν λέω την αλήθεια. Έφτασα. Λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι έχω πολύ καλή σχέση με το αληθινό γι’ αυτό και το κοινό με στηρίζει.

Πριν είπατε ότι δεν θελήσατε να πάρετε τη θέση κάποιων άλλων. Είχατε, ωστόσο, τη φιλοδοξία να ηγηθείτε;

Την είχα σαν παιδί. Αλλά η κατώτερη τάξη από την οποία προερχόμουν λογόκρινε τις φιλοδοξίες μου. Τις λογόκρινε η οικογένεια, η θρησκεία, η κοινωνία. Από παιδί δεν ήμουν ο τσαμπουκάς που θα ηγούνταν σε μια παρέα – τα παιδιά ζητούσαν να βγούμε αλλιώς δεν ξεκινούσε το παιχνίδι. Την αρχηγία μου την έδιναν, λοιπόν, κι εγώ μόνο τότε την δεχόμουν. Δεν την διεκδικούσα ποτέ γιατί μάλλον την καταπίεζα λόγω της αγωγής και της ανατροφής μου, της προσφυγιάς και της κλασικής μου παιδείας. Πάντα περίμενα να διακρίνουν την δυνατότητα μου αλλά αυτό ποτέ δεν έγινε.

Φέρετε σαν βάρος την λαϊκή καταγωγή σας;

Οι γονείς μου ήταν προλετάριοι – παρότι ευγενικής καταγωγής αφού ήρθαν από τη Μικρά Ασία. Αλλά φτωχοί πολύ. Δεν ήμασταν λαϊκή οικογένεια, ήμασταν ακόμα πιο κάτω. Όμως, σχετικά πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι αδικώ τον εαυτό μου με όλες αυτές τις σκέψεις του παρελθόντος. Όταν αγάπησα τον εαυτό μου, πέταξα αυτά τα βάρη.

Τόσο πολύ αργήσατε να αποδεχτείτε τον εαυτό σας;

Ναι, τόσο. Συμφιλιώθηκα κάπως με τα πολλά διαβάσματα διαπιστώνοντας πως τα δικά μου πάθη ήταν ασήμαντα μπροστά σε άλλα. Τότε άρχισα να αναρωτιέμαι γιατί στρέφομαι εναντίον του εαυτού μου. Κι έτσι αποφάσισα τουλάχιστον να κρατήσω μια καλή επαφή με την παιδικότητα μου – κι αυτό έγινε η μοναδική πηγή χαράς μου. Κι ας μην έζησα χαρούμενα παιδικά χρόνια. Εγώ ήμουν χαρούμενη πάντως.

Με τον καιρό κατάλαβα πως είχα πρόβλημα διαχείρισης της επιτυχίας μου

Γενικότερα, πως επέδρασε το θέατρο στην ψυχοσύνθεση σας αυτά τα 40 χρόνια που το υπηρετείτε;

Όχι σε επίπεδο εμπειρίας, σε ώρες πάνω στη σκηνή – αυτό με κούρασε για την ακρίβεια. Με άλλαξε η συναναστροφή μου με τους ανθρώπους, η μελέτη μου, με άλλαξε η απόφαση μου να εγκαταλείψω τις μεγάλες εμπορικές σκηνές για έξι χρόνια γιατί οι προτάσεις που μου γίνονταν ήταν κατώτερες των δυνατοτήτων μου. Βλέπετε, ήξερα πάντα το που βρίσκομαι.

Δεν ονειρεύτηκε να γίνει ηθοποιός. Μόνο να γίνει ανεξάρτητη όπως σημειώνει.

Την περίοδο της αποχής από τις μεγάλες σκηνές είπατε πως αναρωτηθήκατε γιατί κάνετε θέατρο. Δώσατε απάντηση, τελικά;

Όχι. Μερικά πράγματα όταν δεν μπορείς να τα ερμηνεύσεις τ’ αποδίδεις στο τυχαίο, στο Σύμπαν. Από ένστικτο προσπάθησα να βρω χαρά, ούσα τραυματισμένη ως παιδί αφού στα 13 μου χρόνια η μητέρα μου ανέθεσε να μεγαλώσω το νεογέννητο αδελφό μου. Είχα μια βίαιη ενηλικίωση στην οποία προστέθηκε και το Γυμνάσιο Θηλέων – μεγάλη θλίψη. Διακοπές με τους συμφοιτητές μου δεν πήγα ποτέ γιατί δούλευα στο μαγαζί του πατέρα μου, σε μια μάντρα με παλιά σίδερα. Ελευθερία έψαχνα νομίζω στο θέατρο.

Δεν ονειρευτήκατε να γίνετε ηθοποιός λοιπόν;

Όχι, δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός – ήθελα να γίνω ανεξάρτητη. Σπούδαζα και δούλευα για ν’ αποκτήσω την ανεξαρτησία μου. Το θέατρο ήταν μια καταφυγή ενώ αποκτούσα την ανεξαρτησία μου, ήταν η συνέχεια του παιχνιδιού και της αναζήτησης. Γι’ αυτό κι έκανα θέατρο ομαδικό, γιατί ονειρευόμουν ν’ αλλάξω τον κόσμο μαζί με τους άλλους. Τότε, οι ιδεολογίες δεν ήταν μόνο μόδα ήταν κι αλήθεια. Τελικά, δεν αλλάξαμε τον κόσμο αλλά με τον καιρό άλλαξα εγώ. Αποφάσισα να φύγω από το στενό κλοιό της οικογένειας και της Θεσσαλονίκης όπου ήμουν καθηγήτρια Γερμανικών στα ΤΕΙ και παράλληλα δούλευα στην επιχείρηση του μπαμπά μου. Έτσι κατέβηκα στην Αθήνα ενδίδοντας στις προτάσεις που μου γίνονταν για χρόνια.

Πάντα περίμενα να διακρίνουν την δυνατότητα μου αλλά αυτό ποτέ δεν έγινε

Αναφέρεστε συχνά στους γονείς σας και τώρα αφιερώνετε τη «Μελάχρα», τη νέα σας παράσταση στον πατέρα σας. Γιατί;

Ο μπαμπάς μου ήταν εκείνος που έφερνε τα βιβλία στο σπίτι – από παλιατζίδικα πάντα – ενώ η μαμά μου μάθαινε να κρατώ ένα σπίτι. Επίσης, ο μπαμπάς μου είχε πελάτες τσιγγάνους και ήταν πρόσωπα της καθημερινότητας μου. Του την αφιερώνω λοιπόν σαν ένα μικρό δώρο.

Οι γονείς σας στήριξαν όταν τους ανακοινώσατε πως θα σπουδάσετε θέατρο;

Στην αρχή όχι. Τον πρώτο χρόνο σπούδαζα κρυφά κι όταν το ανακάλυψαν μου το επέτρεψαν επειδή δούλευα παράλληλα. Το αντιμετώπιζαν σαν μια παραξενιά μου. Κι ύστερα ένιωθαν μια ασφάλεια, ξέροντας ότι το παιδί τους βρισκόταν κάπου συγκεκριμένα.

Πως τους θυμάστε;

Ήταν μεγάλο κεφάλαιο η μητέρα και ο πατέρας μου. Ήταν άνθρωποι βασανισμένοι που προσπάθησαν πολύ στη ζωή τους, τυχεροί κι άτυχοι μαζί, ερωτεύτηκαν, έκαναν λάθη – τους συγχώρεσα γι’ αυτά. Τη σχέση μου μαζί τους θα καθορίζει πάντα η προσπάθεια μου να βγούμε από τη μεγάλη φτώχεια. Ήταν χαρισματικοί άνθρωποι και ήταν ωραία που με έφεραν στη ζωή.

Πριν δέκα και πλέον χρόνια ανέβασε για πρώτη φορά τη Μελάχρα με ομάδα φοιτητών.

Φίλους, στενές μετα-οικογενειακές σχέσεις αποκτήσατε μέσα στη δουλειά;

Όχι, κανέναν δυστυχώς. Έχω όμως καταφέρει να αποκτήσω ωραίες σχέσεις αλληλοεκτίμησης. Έχω φίλους τα αδέρφια μου, την αδελφή και το μικρό μου αδελφό, το σύντροφο μου και έναν δυο ανθρώπους έξω από αυτό.

Μια γυναίκα σαν εσάς τόσο δεμένη με την οικογένεια σας πως και δεν αποκτήσατε παιδιά;

Ήταν μια τυχαία ατυχία. Δεν ήμουν συνειδητοποιημένη για να μην αποκτήσω παιδιά. Κάποια εποχή, στα 40 μου τρόμαξα ότι χάνω την ευκαιρία, μετά δεν μπορούσα, μετά μεγάλωσα και ήμουν λυπημένη αλλά τώρα δεν λυπάμαι πια γιατί είμαι σε μια ηλικία που τα παιδιά θα έφευγαν από το σπίτι κι έτσι γλίτωσα τον αποχωρισμό.

Δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός – ήθελα να γίνω ανεξάρτητη

Παρόλα αυτά, έχετε σχέση με τη νεότερη γενιά, διδάσκετε, συνεργάζεστε χρόνια μαζί τους, όπως και τώρα στη «Μελάχρα».

Έκανα θέατρο με φοιτητές από το 2000 πιστεύοντας πως όσοι δεν ξέρουν από θέατρο είναι πιο αγνοί. Τους αντιμετώπιζα σαν υλικό εύπλαστο στα χέρια ενός γλύπτη για να κάνω μαζί τους το χειροποίητο θέατρο που πάντα ήθελα. Πίστευα στο φοιτητικό θέατρο ως κίνημα. Όμως η εποχή και η συγκυρία δεν ευνόησε αυτήν την προσπάθεια μου ώστε να καρποφορήσει. Το όραμα ήταν δικό μου και ήταν μάλλον ουτοπικό Ωστόσο, δεν μετανιώνω γι’ αυτό, ήταν δημιουργικός άθλος∙ έκανα πειραματικές παραστάσεις χωρίς χρήματα, απέκτησα τέτοια εμπειρία που θα μπορούσα να ηγηθώ της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού. Όμως κανείς δεν ενδιαφέρθηκε.

Καταλαβαίνω ότι θα θέλατε να έχετε δουλέψει για το Εθνικό.

Μα εδώ δεν έχω δουλέψει στο Κρατικό, στο θέατρο της πόλης μου. Με τους θεσμούς, ξέρετε, δεν είχα ποτέ καλή σχέση. Μόνο που πέρυσι κατέθεσα αίτηση στο ΥΠΠΟ για επιχορήγηση γιατί είχα μέσο∙ τον εαυτό μου. Όταν έγινα η Φιλιππίδου και το κατάλαβα είπα να ζητήσω και χρήματα.

«Τώρα κάνω πράγματα που αγαπώ,  τώρα που με εκτιμώ και το αναγνωρίζω και στους άλλους, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω να χαρώ» λέει η ηθοποιός και σκηνοθέτιδα δηλώνοντας μια κάποια αγωνία.

Βάζετε πλέον στον εαυτό σας την ετικέτα της πρωταγωνίστριας;

Οι άλλοι με αποκαλούν πρωταγωνίστρια αλλά δεν είναι το βάσανο μου αυτό.

Πάντως, αν είχατε ενδώσει σε αυτό θα είχατε εξασφαλίσει πιο άνετη ζωή.

Πράγματι, αυτό το στερήθηκα. Άνετη ζωή και μεγάλο σπίτι.

Είμαι μυθιστορηματικός τύπος. Ξενυχτούσα κι έκλαιγα από έρωτα ανεπίδοτο και κάπως έτσι πέρασε η ζωή μου

Μαζί με τους φοιτητές σας ανακαλύψατε και τη «Μελάχρα», σωστά;

Το ανακάλυψα το 2006 στα «Άπαντα» του Χορν, το ερωτεύτηκα και το ανέβασα με την ομάδα των φοιτητών μου με επιτυχία.

Τι σας εμπνέει σε αυτό;

Είναι ένα άγνωστο έργο. Ανέβηκε από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη το 1909 και κατέβηκε μέσα σε δυο βράδια. Λάτρεψα την ιδέα ότι ο Χορν πήρε τσιγγάνους και τους έκανε ήρωες μιας παράστασης προκειμένου να μιλήσει για τη Φύση, για τη σεξουαλικότητα μέσα από την ελευθερία και το ένστικτο. Κάνει ένα συμβολικό θέατρο, είναι αλχημιστικό και με γοητεύει, μιλάει για τη φύση και με ξετρελαίνει κι έχει απλότητα. Είναι μια νέα μορφή λόγου και θεάτρου αποκαλυπτική.

Μήπως σας γοητεύει γιατί έχει και μια ανυπότακτη ηρωίδα; Μήπως συναντάτε και λίγο τον εαυτό σας σε αυτήν;

Όχι, ήμουν καλό παιδί άρα δεν ήμουν ανυπότακτη. Υποτάχθηκα στην κοινωνία, στη θρησκεία, στην οικογένεια, στη φύση, στην ιεραρχία. Δεν αμφισβήτησα τίποτα για πολύ καιρό και μου πήρε χρόνο να τα αντιμετωπίζω όλα αυτά επί ίσοις όροις.

Η Σοφία Φιλιππίδου παραδέχεται πως «δεν αμφισβήτησα τίποτα για πολύ καιρό και μου πήρε χρόνο να τα αντιμετωπίζω όλα αυτά επί ίσοις όροις» .

Με όλες αυτές τις δεσμεύσεις που μου εξιστορείτε χαρήκατε τον έρωτα;

Μ’ έναν τρόπο ήμουν πάντα ερωτευμένη με αγόρια. Ήμουν πιστή σ’ ένα συμμαθητή μου για 3-4 χρόνια επειδή με κοίταξε, δύο χρόνια σ’ έναν άλλο που με φίλησε. Είμαι μυθιστορηματικός τύπος. Ξενυχτούσα κι έκλαιγα από έρωτα ανεπίδοτο και κάπως έτσι πέρασε η ζωή μου. Έζησα τρεις μεγάλους έρωτες με αποκορύφωμα την 29χρονη συμβίωση μου με έναν άνδρα. Είναι πολύ καλός μου φίλος εκτός από σύντροφος.

Σας πειράζει που μεγαλώνετε;

Έχω άγχος μήπως δεν προλάβω. Κι επειδή τώρα κάνω πράγματα που αγαπώ, τώρα που έχω ανακαλύψει κάποια μικρής κλίμακας πράγματα – αν και στο μικρό φαίνεται το μεγάλο – τώρα που με εκτιμώ και το αναγνωρίζω και στους άλλους, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω να χαρώ. Ασφαλώς και έχω την επίγνωση της ασημαντότητας μου μπροστά στη ανθρωπότητα και στο Σύμπαν – παρόλα αυτά φοβάμαι μην τελειώσει γρήγορα και δεν τελειώσω το έργο μου. Ξέρω ότι γίνομαι κάτι και θέλω να γίνω.

Τι θέλετε να γίνετε;

Έχει να κάνει με την αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμηση, την επικοινωνία με τους άλλους. Και το ότι θέλω να μπω κι εγώ στο αφηρημένο τραπέζι διαλόγου της Τέχνης.

Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με το φιζίκ μου. Τα προβλήματα τα έβαζαν τα περιοδικά και οι άλλοι

Τι έχει μείνει από το κορίτσι της Θεσσαλονίκης;

Έχω πάρει μεγάλη απόσταση από αυτό για να μην με πληγώνει ο χρόνος που πέρασε. Κι έτσι μπορώ να κοιτάξω φωτογραφίες χωρίς να νιώθω τίποτα. Όπως λέει και η Μήδεια «δεν αισθάνομαι τίποτα, είμαι νεκρή» ∙ και σκοτώνει τα παιδιά της. Έτσι κι εγώ είμαι νεκρή απέναντι στο παρελθόν μου.

Το θέατρο έμαθε στη Σοφία Φιλιππίδου να μην φοβάται.

Σε ποια φάση της ζωής σας αποφασίσατε ότι το ιδιαίτερο φιζίκ σας είναι όπλο;

Εγώ δεν είχα ποτέ πρόβλημα με αυτό. Τα προβλήματα τα έβαζαν τα περιοδικά και οι άλλοι γύρω μου. Εγώ ήμουν χαρούμενη μέχρι να μου δημιουργήσουν οι άλλοι την αμφιβολία. Βεβαίως, ήταν για μένα αυτονόητο να με υπερασπιστώ. Μετά ήρθε το θέατρο που μου έμαθε να μην φοβάμαι. Κι έτσι πλέον φοβάμαι μόνο την κακία.

Τα έχετε καλά με τον εαυτό σας;

Πλέον, ναι. Έχω αποκτήσει μια δύναμη στο λόγο μου κάτι που παλιά δεν μπορούσα. Και πολύ θαυμάζω τον εαυτό μου που μπορώ να γυρίσω πίσω μια προσβολή.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η Σοφία Φιλιππίδου σκηνοθετεί τη«Μελάχρα» του Παντελή Χορν.

Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στο θέατρο Σταθμός (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο, 210 5230267) στις 6 Μαϊου.

Πρωταγωνιστούν οι: Τατιάνα Μελίδου, Γιώργης Παρταλίδης, Ντίνος Φλώρος, Έλενα Μεγγρέλη, Θωμάς Καζάσης, Ρήνος Τζάνης, Δήμητρα Δερζέκου, Σπύρος Δούρος.

Περισσότερα από Πρόσωπα