Ο Κορσικανός
Στην Κορσική της δεκαετίας του ’90, ένα πεδίο βίαιων εθνικιστικών συγκρούσεων, που στόχο είχαν την αυτονόμηση του νησιού από τον έλεγχο της Γαλλίας, ένας νέος άντρας ψάχνει να βρει το ρόλο του.
Η υπόθεση
Ο Στεφάν αναγκάζεται να μεταναστεύσει στο Παρίσι, προκειμένου να ξεφύγει από το βίαιο παρελθόν του στην Κορσική, όπου υπήρξε ενεργό μέλος εθνικιστικών οργανώσεων. Ο θάνατος ενός παλιού συντρόφου, του ξυπνά οδυνηρές μνήμες κι αποφασίζει να επιστρέψει στο «Νησί» για να κλείσει οριστικά τις εκκρεμότητες με το παρελθόν του.
Το πολιτικό πρόσωπο της βίας
Στο φόντο της δεύτερης μεγάλου μήκους ταινία του Τιερί ντε Περετί μετά από το «Les Apaches» που είχε ξεχωρίσει στο Φεστιβάλ των Καννών το 2013, υπάρχει έντονα σκιαγραφημένο το ζήτημα της ανεξαρτησίας της Κορσικής από την Γαλλική κηδεμονία. Δεκάδες νεκροί και ένα νησί παραδομένο στη βία, με το νεαρό ήρωα να συνειδητοποιεί όλα όσα τον μεταμόρφωσαν από έναν εκπρόσωπο της μεσαίας τάξης που έκανε σχέδια για ένα τακτοποιημένο, ήρεμο μέλλον σε έναν ριζοσπαστικό, ακτιβιστή επαναστάτη, που περνάει τη ζωή του μόνιμα καταδιωκόμενος. Η απόφαση στο δίλημμα να παραστεί ή όχι στην κηδεία του συντρόφου του στο νησί όπου είναι καταζητούμενος, είναι αυτή που θα καθορίσει το υπόλοιπο της ζωής του Στεφάν.
Η ραχοκοκαλιά του «Κορσικανού» είναι δανεισμένη από το γκανγκστερικό θρίλερ: η ωμή βία ως αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας σπάει την ειδυλλιακή εικόνα του ηλιόλουστου νησιού. Η αφήγηση πηγαινοέρχεται μεταξύ χτες και σήμερα, προκειμένου να αντιληφθούμε την εσωτερική αλλαγή στην ψυχολογία και κυρίως την πολιτική στάση του ήρωα. Μέσω αυτής σχολιάζεται το θέμα της βίας. Η αναγκαιότητα του ένοπλου αγώνα όταν υπάρχει ένα υψηλό ιδανικό όπως η ανεξαρτησία του τόπου σου εγείρει τα βασικά ερωτήματα του έργου.
Ο σκηνοθέτης καταγράφει με ειλικρίνεια όλες τις δυνάμεις που γέννησαν το FLNC (το Εθνικό Μέτωπο Απελευθέρωσης της Κορσικής), αφομοιώνει ντοκιμαντερίστικο στυλ στις κρίσιμες σκηνές του έργου, προβληματίζεται με την έννοια του ακτιβισμού κι αν καμιά φορά το παρακάνει με την πολυλογία, του συγχωρείται λόγω της ικανότητας του να βάζει στις σωστές διαστάσεις τόσο την εσωτερική δραματουργία όσο και την αμεσότητα του κινδύνου και την απειλή της βίας που όλα τα σαρώνει.