Σκότωσα το αφεντικό μου
Για άλλη μια φορά η Σεσίλ ντε Φρανς αποδεικνύει πόσο σπουδαία και τολμηρή ηθοποιός είναι χτίζοντας ένα θεσπέσιο κόντρα ρόλο.
Η υπόθεση
Χωρίς δουλειά ή προσόντα γενικότερα, η Σάντρα, μια πρώην νικήτρια καλλιστείων, μετακομίζει στο σπίτι της μητέρας της, μετά από 15 χρόνια. Βρίσκει δουλειά σε ένα τοπικό εργοστάσιο, αλλά δεν τα πάει καλά με το αφεντικό της, τον οποίο… σκοτώνει κατά λάθος. Δύο γυναίκες είναι μάρτυρες. Οι τρεις τους ανακαλύπτουν ότι ο νεκρός έκρυβε μια τεράστια περιουσία, την οποία αποφασίζουν να μοιραστούν.
Επαγγελματική καριέρα: Μις Νορ-Πα-Ντε Καλαί.
Μαύρη κωμωδία γαλλικού ήθους και ταραντινικού ύφους από τον έμπειρο σεναριογράφο Αλάν Μοντί που εδώ πραγματοποιεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του. Η ευτυχία του Μοντί (εκτός της άνεσης του να γράφει σπαρταριστούς κι έξυπνους διαλόγους) είναι πως διαθέτει στις ερμηνευτικές επάλξεις ένα δυναμικό γυναικείο τρίο, στο οποίο ηγείται μια απολαυστική Σεσίλ ντε Φρανς.
Η γαλλίδα υποδύεται μια λαϊκιά τύπισσα πρώην καλλονή που από την πρώτη κιόλας σκηνή διαπιστώνουμε ότι βρίσκεται σε σημείο καμπής στη ζωή της. Δεν είναι τόσο η συμβιβαστική λύση να επιστρέψει πίσω στο σπίτι μιας ψυχρής και επικριτικής μητέρας όσο το μαυρισμένη μάτι που φανερώνεται όταν χαμηλώνει τα πελώρια μαύρα γυαλιά και μαρτυρά την προβληματική σχέση της με το αντρικό φύλο.
Η συνέχεια στο «Σκότωσα το αφεντικό μου» είναι κάπως αναμενόμενη και θα μπορούσε να αποτελέσει υλικό μιας ταξικής δραματικής ταινίας του Κεν Λόουτς ή των αδερφών Νταρντέν. Χωρίς δουλειά και με μόνο πτυχίο τον τίτλο ομορφιάς από τα τοπικά καλλιστεία -που πάντως προκαλεί ακόμη σεβασμό και δέος στην ντόπια κλειστή κοινότητα- η Σάντρα συμβιβάζεται για δεύτερη φορά πιάνοντας δουλειά στο εργοστάσιο παραγωγής ζωοτροφών. Και κάπως έτσι πραγματοποιείται η ρελάνς και αντί του δράματος ξεκινά η μακάβρια κωμωδία του Μοντί που ξεδιπλώνεται σε πολλά επίπεδα και συμβολισμούς (η γυναικεία χειραφέτηση, μια απροσδόκητη φιλία, το τέλμα της κλειστής κοινωνίας, η μικροαστική ζωή) στα οποία η ηρωίδα έχει πάντα το πάνω χέρι είτε μασώντας τσίχλα είτε διατηρώντας ατάραχο το βλέμμα και κυρίως την άνεση της γυναίκας που τα έχει δει όλα.