«Η τέχνη είναι ανάσα. Απ’ την ανάσα περνάει. Στην ανάσα μένει» και «Να σχεδιάζεις, να ζωγραφίζεις ή να κανείς γλυπτική με ένταση δεν είναι μια μορφή σιωπηλής προσευχής; Διότι είναι η ποιότητα της προσευχής που διακρίνει τη ζωγραφική που συγκινεί από εκείνην που απλώς διακοσμεί» έγραψε ο Αρίκα.
Ο Αβιγκντόρ Αρίκα (1929-2010) γεννήθηκε στη Ρουμανία από γερμανόφωνους Ρουμάνους Εβραίους γονείς. Ταξίδευε συχνά στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και την Ιερουσαλήμ, αλλά έζησε κυρίως στο Παρίσι, όπου και πέθανε.
Ταλαντούχο παιδί, άρχισε από πολύ νωρίς να σχεδιάζει. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εκτοπίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ουκρανία, όπου αποτύπωσε σε σχέδια την καθημερινή φρίκη του στρατοπέδου. Αυτά τα σχέδια του έσωσαν τη ζωή. Στη δεκαετία του ’50 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και ξεκίνησε επιτυχημένη σταδιοδρομία ως αφηρημένος ζωγράφος. Το 1965, μια έκθεση του Καραβάτζιο τον ώθησε να μεταστραφεί στο σχέδιο εκ του φυσικού. Σταμάτησε να χρησιμοποιεί το χρώμα μέχρι το 1973, οπότε και άρχισε να ζωγραφίζει εκ του φυσικού. Δούλευε με θρησκευτική, σχεδόν πολεμική, ένταση μέχρι τον θάνατό του.
Πολυμαθής, παθιασμένος λόγιος, με βαθιά γνώση της ιστορίας της τέχνης και της τεχνικής της, με ουσιαστικό ενδιαφέρον για την παγκόσμια ιστορία και την επιστήμη, έγραψε πολλά δοκίμια και επιμελήθηκε σημαντικές εκθέσεις μεγάλων δασκάλων του παρελθόντος που θαύμαζε, του Πουσέν, του Βελάσκεθ, του Ενγκρ. Συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους ζωγράφους της γενιάς του, μαζί με τον Λούσιαν Φρόυντ και τον Ρ. Μπ. Κιτάζ. Έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές σε όλο τον κόσμο. Έχουν διοργανωθεί αναδρομικές εκθέσεις του στο Μουσείο Τέχνης του Τελ Αβίβ (1998), στην Εθνική Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης της Σκοτίας και στο Μέγαρο Καλών Τεχνών της Λιλ (1999), στο Βρετανικό Μουσείο (2006), στο Μουσείο Τίσεν-Μπορνεμίτσα στη Μαδρίτη (2008).
Η έκθεση του Μουσείου Μπενάκη παρουσιάζει περισσότερα από πενήντα σημαντικά έργα και σχέδια που προέρχονται από τη συλλογή των κληρονόμων του καλλιτέχνη και ιδιωτικές συλλογές.