MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
24
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΕΙΔΑΜΕ

Είδαμε το “Brother” του Marco da Silva Ferreira στο Φεστιβάλ Αθηνών

Το “Brother” του Marco da Silva Ferreira σαν μία μετα-αποικιοκρατική, ρευστή, fusion τελετουργία.

author-image Παρασκευή Τεκτονίδου

Φαντάσου έναν κόσμο συμβιωτικό…

… Όπου οι άνθρωποι αντί να κουβεντιάζουν θα χορεύουν. Δεν θα ανταλλάσουν ιδέες αλλά πράξεις και θα τις πολλαπλασιάζουν, θα τις πυκνώνουν και θα αλληλεπιδρούν. Έναν κόσμο όπου τα πλάσματα που τον κατοικούν έχουν κάτι οικεία ανοίκειο και συνεχώς κινούνται, ενώ διατηρούν την ιδιαιτερότητά τους ακόμη και όταν συγχρονίζονται. Που επενδύουν στη συνάντησή τους με του άλλους, στην ιστορία τους, στις μέχρι τώρα εμπειρίες τους, στην καταγωγή τους. Που ακολουθούν τη μουσική ή κατασκευάζουν μία δική τους, η οποία ηχεί μέσα από τα διαφορετικά τους σώματα τις στιγμές που εκείνη λείπει. Που βρίσκονται μαζί στον ίδιο χώρο την ίδια στιγμή και ξεκινούν μία καινούρια συζήτηση, έχοντας κάτι να προτείνουν και εξακτινώνουν αυτή την πρόταση από τη σκηνή στην πλατεία με τον τρόπο που μόνο τα σώματα μπορούν να το κάνουν.

Έναν τέτοιο κόσμο κατασκεύασε και παρουσίασε στις 29 και στις 30 Ιουνίου 2019 στην αίθουσα Η’ της Πειραιώς 260 μαζί με έξι χορευτές ο πορτογάλος χορογράφος Marco da Silva Ferreira. Το ευρύτερο ερώτημα το οποίο εκκινεί τη χορογραφία αφορά την ιδέα της συνύπαρξης, της συλλογικότητας και της ιστορίας.

Η ιδέα αυτή της συλλογικότητας, παρούσα στη διαδικασία δημιουργίας της παράστασης, είναι ορατή στη σκηνή. Όπως μοιράστηκαν μαζί μας οι καλλιτέχνες στη συζήτηση που ακολούθησε, η χορογραφία του Brother δεν σχεδιάστηκε από τον Ferreira και “επιβλήθηκε” στου χορευτές. Αντί αυτού, όπως οι περισσότερες σύγχρονες χορογραφίες, δημιουργήθηκε στη διαδικασία των προβών μέσα από τις ζυμώσεις που προκαλεί η ενεργή συνάντηση διαφορετικών ανθρώπων.

Η δραματουργία λοιπόν του έργου συν-διαμορφώνεται σε μία ανοιχτή διαδικασία που συνθέτει το τελικό, οργανωμένο, ολοκληρωμένο υλικό που παρουσιάζεται. Έτσι, τόσο η διαδικασία, δηλαδή οι πρόβες οι πρακτικές αυτοσχεδιασμού και οι συζητήσεις ανατροφοδότησης, όσο και η τελική παράσταση είναι απόλυτα συνδεδεμένες με τους συγκεκριμένους χορευτές.

Οι εν λόγω χορευτές πέρα από αυτή την ιδιότητα τους φέρουν ακόμη στις αποσκευές τους την εμπειρία ποικίλων σωματικών πρακτικών: τις γνώσεις του τσίρκο και της Capoeira (Filipe Caldeira), της αρχιτεκτονικής και του tribal ethnic χορού (Anaísa Lopes), της κλασσικής γυμναστικής (André Cabral), των σπουδών στον ακαδημαϊκό χορό (Cristina Planas Leitão, Duarte Valadares και Max Makowski) αλλά και τηςφυσιοθεραπείας και των street dances από όπου ξεκίνησε ο ίδιος ο χορογράφος.

Το χορογραφικό σύστημα που κατασκευάζουν και παρουσιάζουν δεν επενδύει στην απόλαυση της αναγνώρισης συγκεκριμένων εικόνων ή σκέψεων. Περισσότερο επιθυμεί να προκαλέσει την επενέργεια μίας αίσθησης και μίας εντύπωσης, καθώς  και την ενσυναίσθηση της κίνησης μέσα από την ίδια την σωματικότητα των χορευτών, αυτό που ονομάζεται κιναισθησία.

Τα κίτρινα βαμμένα πρόσωπα των χορευτών αφορμούνται τα emoji, όπως αποκάλυψε ο χορογράφος. Ωστόσο, βλέποντάς τα, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση περισσότερο της επίτασης του εφέ της ανοικείωσης και της θεατρικότητας μακριά και πέρα από ξεκάθαρες αναφορές.

Παρόμοια αίσθηση μου άφησαν οι έντονες γκριμάτσες, οι χειρονομίες, οι συγχρονισμένες κινήσεις, τα παράξενα κουστούμια, στο δεύτερο μέρος της παράστασης, οι κραυγές αλλά και η μουσική. Η μουσική συμβαίνει ζωντανά, παράλληλα με το χορό, και αναπτύσσεται ξεκινώντας από τη σιωπή και τους φυσικούς ήχους φτάνοντας στη house. Οι αναφορές της δεν είναι επίσης ξεκάθαρες, χωρίς την πρόθεση της αναγνώρισης ενός συμβολισμού. Αντιθέτως, λειτουργούν όλα για να μεγεθύνουν την αίσθηση της επιτελεστικότητας,  της συνεχούς υπενθύμισης ότι εκείνο που συμβαίνει στη σκηνή είναι μία παράσταση, δημιουργώντας μοναχά θραυσματικούς συνειρμούς· συνειρμούς που αναφέρονται σε κάποιο είδος συλλογικότητας και τελετουργίας, εγγενή στοιχεία του ίδιου του θεάτρου, αλλά και μίας αφρικανικότητας -αν είναι δόκιμο κανείς να την ονομάσει έτσι.

Μιας αφρικανικότητας, τελικά, που αφορά τη σύνδεση με τις ρίζες μίας γενιάς που γνώρισε μοναχά μία Πορτογαλία μετα-αποικιοκρατική. Μίας γενιάς που αντιστρέφει την εικόνα της Πορτογαλίας που έχουμε μέχρι τώρα στο νου μας: μίας χώρας μελαγχολικής που φέρει το άρωμα της saudade εκείνης της μοναδικής αμετάφραστης λέξης που είναι αλλιώς νοσταλγική από τη νοσταλγία και που ηχεί μέσα στα fados. Μιας σύγχρονης Πορτογαλίας που στρέφεται στις ρίζες της και τις αναζητά στην άλλη πλευρά της Μεσογείου, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι έχουν ήδη περάσει πολλά χρόνια από τότε μετοίκησε στην ευρωπαϊκή πλευρά και έτσι δεν ζητά να διατηρήσει κάποια καθαρότητα.

Μιας αφρικανικότητας που αν και δεν έχει αποκτήσει κάποιο αντιστασιακό χαρακτήρα, όπως η δική μας στροφή στην παράδοση που έγινε εντονότερη μέσα στην κρίση, αναγνωρίζεται να έχει μπολιάσει την ατομική και συλλογική ταυτότητα. Μία σύμμεικτη ταυτότητα  που βγαίνει στο δρόμο, συνομιλεί και με την κουλτούρα του So you think you can dance και δικαιωματικά ανεβαίνει στη σκηνή ενός διεθνούς φεστιβάλ. Μια σύμμειξη ζωντανή, ενεργητική, επίκαιρη και νέα.

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις