MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΕΙΔΑΜΕ / ΧΟΡΟΣ

Δες τη μουσική άκου το χορό*…

Εντυπώσεις από την παράσταση της βελγίδας χορογράφου Anne Teresa De Keersmaeker που παρουσιάστηκε στο Ηρώδειο στις 2 Ιουλίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

| ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΩΜΑΣ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
author-image Παρασκευή Τεκτονίδου

Ένα λευκό γεωμετρικό σχήμα, φτιαγμένο από καμπύλες, κύκλους και τόξα είναι η πρώτη εικόνα που παρατηρεί κανείς όταν στρέφει το βλέμμα του στη γκρίζα, ημικυκλική σκηνή που έχει στηθεί στην ορχήστρα του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού. Στη συνέχεια, πάνω του, ένας-ένας οι χορευτές μαζί με την χορογράφο θα σχεδιάσουν από ένα χρωματιστό γεωμετρικό αστέρι.

Σχήματα, τα οποία, πέρα από την όποια εικαστική τους λειτουργία, σημειώνουν τη γοητεία της δομής των μαθηματικών που συνδέει το έργο του Μπαχ και της De Keersmaeker. Επιλέον, παρόλη την επίπεδή τους διάσταση, αναδεικνύουν τις πιθανότητες των διαστάσεων και των κατευθύνσεων στο χώρο και τη γραφή της κίνησης, με αναφορές, ίσως, στην αποτύπωση του Laban.

Σε μία άλλη κάθε φορά κορυφή αυτών των άστρων θα καθίσει ο τσελίστας Jean-Guihen Queyras για να παίξει τις έξι σουίτες για τσέλο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Πέντε χορευτές, και η ίδια η De Keersmaeker θα ερμηνεύσουν διαδοχικά σόλο πάνω στις πέντε σουίτες για να χορέψουν όλοι μαζί την έκτη.

Anne Teresa De Keersmaeker

Μετά το εισαγωγικό πρελούδιο κάθε σουίτας, με το οποίο συστήνεται κάθε χορευτής,  η De Keersmaker ανεβαίνει στη σκηνή για να χορέψει μαζί του/της ένα ντουέτο. Το χορογραφικό υλικό των ντουέτων συντίθεται από αντιχρονισμούς, χορευτικά σηκώματα (lift), στηρίξεις, συγχρονισμένες κινήσεις και πόζες όπως όταν στέκονται με γυρισμένη στο κοινό την πλάτη και το αριστερό χέρι απλωμένο με εκτεταμένη την παλάμη στη θέση που θα ήταν ο λεπτοδείκτης αν έδειχνε παρά τέταρτο.

Σαν φωτογραφική αναφορά από το Fase: Four Movements to Music of Steve Reich, τη χορογραφία εκείνη που παρουσίασε το 1982 και αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο για τον τρόπο με τον οποίο η de Keersmaeker ανέπτυξε το χορογραφικό της ιδίωμα, συνδέοντάς την κίνηση με τη μουσική. Τις συνθέσεις εκείνες του Reich ακολούθησαν έργα των, di Capua, Bizet, Donizetti, Mozart, Modeverdi, Ligeti,  Bartock, Beethoven, Berg, Schoenberg, Wagner, Reich ξανά και τώρα του Johan Sebastian Bach.

Σε τούτες  τις χορογραφίες η De Keersmaeker και οι χορευτές των Rosas, της ομάδας της, δεν αντικατοπτρίζουν τη μουσική. Δεν αντιγράφουν με ακρίβεια τις μουσικές φράσεις, ούτε οπτικοποιούν τη δομή και τα εκφραστικά της στοιχεία. Αντί αυτού συνθέτουν ένα καινούριο έργο, προτείνοντας ταυτόχρονα νέους τρόπους να το ακούσουμε. Αν η κάθε φορά που ακούμε μουσική είναι για τον καθένα μας μια προσωπική συνάντηση, αυτό που συμβαίνει στη ροή μιας παράστασης των Rosas είναι η παρουσίαση μίας με προσοχή και ευαισθησία λεπτομερούς ακρόασης.

Οι ανάσες μιας μουσικής φράσης, οι αρμονικές, ο εσωτερικός ρυθμός, η κίνηση της μελωδίας, οι δυναμικές και οι αρμονίες μεταφέρονται με τον ίδιο τρόπο που κάποιος μεταφράζει ερμηνεύοντας ένα ποίημα, με σεβασμό στη μουσικότητα της δικής του γλώσσας, του τρόπου με τον οποίο το οικείο του λεξιλόγιο είναι φορτισμένο με ιστορικές και πολιτισμικές αναφορές.

Έτσι και στην παράσταση που είδαμε στο Ηρώδειο γίναμε μάρτυρες μίας διπλής ποιητικής μετάφρασης: του Queyras πάνω στις παρτιτούρες του Μπαχ και της χορογράφου πάνω στην ερμηνεία του τσελίστα. Μία μετάφραση που έφτιαξε ένα νέο ποίημα. Η υλικότητα της μουσικής να μεταφέρεται στην υλικότητα του σώματος.

Σημειώνω εδώ κάποιες μικρές στιγμές: ο τρόπος με τον οποίο ο Michaël Pomero συνέδεσε τα έξι μέρη της πρώτης σουίτας είχε κάτι το καθησυχαστικό ενώ, εκεί που είχα την αίσθηση ότι η μελωδία κινείται προς τα εμπρός, ο χορευτής με εξέπληξε περπατώντας προς τα πίσω. Αντίστοιχη ροή παρουσίασε στην κίνησή του ο Julien Monty. Μου δημιούργησε ωστόσο μιαν αίσθηση ανοικείωσης τις στιγμές που, παρουσιάζοντας μια συγκριτικά με το υπόλοιπο έργο δραματική εκφραστικότητα, περιέγραψε το σε έλασσον ύφος της δεύτερης σουίτας.

Μαζί με την υπέροχη Marie Goudot η Anne Teresa de Keersmaeker μας έκαναν να χαμογελάσουμε με την αναγνώριση ενός χορού μπαρόκ μέσα στη σύγχρονη χορογραφία, σχολιάζοντας τους μπαρόκ κινήσεις στις σουίτες του Μπαχ.

Ο χορός του Boštjan Antončič, είχε μια δωρικότητα, που λειτουργούσε διαλογικά με το παίξιμο του τσελίστα και το ιδίωμα του συνθέτη. Κάποια στιγμή έμεινε μόνος να χορεύει στη σιωπή, σημειώνοντας την ίση ικανότητα της κίνησης και του ήχου. Λίγο αργότερα, όταν ακούσαμε αχνά να συνοδεύει το χορό του ο ήχος του βιολοντσέλου από τα παρασκήνια, αναδύθηκε μιαν εντύπωση από εκείνες που δεν σε αναστατώνουν παρά σε συνδέουν με κάτι οικείο που έχει γίνει πια ανάμνηση.

Στην πέμπτη σουίτα, τη δεύτερη σε ελάσσονα, το φως στράφηκε κυριολεκτικά στη μουσική και ο Queyras έμεινε να παίζει μόνος σε μία ημιφωτισμένη σκηνή, όπως συμβαίνει στις κλασσικές συναυλίες. Ένα σχόλιο για την υλικότητα του εμβληματικού αυτού έργου, στο οποίο οφείλεις να συγκεντρωθείς, κλείνοντας ίσως και τα μάτια, και να το αφήσεις να ηχήσει, όπως σχολιάζει επί σκηνής με τη χορευτική σιωπή της η De Keersmaeker. Οι πέντε χορευτές ερμήνευσαν μαζί την τελευταία σουίτα, ακολουθώντας μιαν ακόμη μουσική τεχνική, εκείνη της coda που κλείνει μία σύνθεση πυκώνοντας το μουσικό υλικό.

Αναφορές στη διαδρομή της Anne Teresa De Keersmaeker

Το χορογραφικό υλικό της Anne Teresa De Keersmaeker ήταν γεμάτο αναφορές στην προσωπική της χορογραφική διαδρομή. Εκτός από το αρχειακό υλικό που έφεραν στη σκηνή τα σώματα των χορευτών, δάνειο ήταν και το επιδαπέδιο σχέδιο από το έργο της  Work/Travail/Arbeid (2015). Ακόμη, το φόρεμα με το οποίο εμφανίστηκε, αρχικά σε ένα σκούρο μπλε και έπειτα σε μαύρο, ήταν κουστούμι από το σόλο Once που χόρεψε στα 45 της χρόνια το 2005.

Ένα εορταστικό pastiche της χορευτικής της ιστορίας με υπομνήσεις, μνημονικές λεπτομέρειες και ανασυνθέσεις που δημιούργησαν ένα νέο έργο πάνω στο εμβληματικό έργο του Μπαχ. Άλλωστε ο τίτλος της χορογραφίας Mitten wir im Leben / Bach 6 Cello Suiten (Εν τω μέσω της ζωής βρισκόμαστε/ 6 Σουίτες για τσέλο του Μπαχ), μετάφραση από τον Λούθηρο ενός λατινικού στίχου που είναι χαραγμένος στον τάφο της Πίνα Μπαόυς, σημειώνει  ακριβώς αυτό: την πορεία που είναι συνεχώς η ζωή. Ένα έργο τέχνης που μπορεί να είναι η ζωή, ένας χορός που κοιτά το φθαρτό του χρόνου χωρίς ηρωισμούς αλλά με τρυφερή ματιά, βαθιά ανθρώπινη.

*George Balanchine

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις