Η Νένα Μεντή και ο Πέτρος Ζούλιας, μετά την «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου» και τις «Γυναίκες του Παπαδιαμάντη», με ένα θίασο δέκα ταλαντούχων ηθοποιών, συναντούν επί σκηνής την Μαρίκα και ταξιδεύουν στον πολυδιάσταστο και αντιφατικό κόσμο της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Λίγα λόγια για το έργοΗ Μαρίκα είναι μια παράσταση εμπνευσμένη από τη μυθιστορηματική ζωή και το έργο της Μαρίκας Κοτοπούλη, μιας αμφιλεγόμενης γυναίκας, που κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλα το στίγμα της στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Όχι μόνο ως μια σπάνια καλλιτέχνιδα αλλά και ως μια πανίσχυρη προσωπικότητα με ενεργή συμμετοχή στο πολιτικό, πνευματικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής της. Μια εποχής μακρινής, αλλά με πολλές συγγένειες με την σύγχρονη που ζούμε σήμερα.
Η Μαρίκα Κοτοπούλη, υπόδειγμα επιβίωσης, ενώ γεννήθηκε μέσα σε μεγάλη φτώχεια, κατάφερε να αποκτήσει μοναδική δόξα και χρήμα. Η ζωή της χαρακτηρίστηκε από ακραία πάθη, τρελούς έρωτες και θανάτους, που σημάδεψαν την εθνική μας ταυτότητα. Λατρεύτηκε σαν βασίλισσα και κυνηγήθηκε σαν χαμίνι του δρόμου. Πέρασε μέσα από τρεις πολέμους και στάθηκε όρθια, γιατί πάνω από το ταλέντο της θεατρικής της τέχνης, διέθετε το μοναδικό ταλέντο της ζωής. Η Μαρίκα ήθελε και ήξερε να ζει τη ζωή της απόλυτα και αντισυμβατικά. Ενώ ανήκε στο κατεστημένο, ήξερε να πηγαίνει κόντρα σ΄αυτό, όποτε η περίσταση και τα πιστεύω της το απαιτούσαν.
Το κείμενο του Πέτρου Ζούλια δημιουργήθηκε μετά από βαθιά έρευνα σε κείμενα, βιβλία, συνεντεύξεις και διηγήσεις γύρω από περιστατικά της επεισοδιακής ζωής της. Άλλοτε αστεία κι άλλοτε δραματικά, τα γεγονότα δημιουργούν μια σκηνική αφήγηση που ακροβατεί μεταξύ κωμωδίας και δράματος. Η παράσταση ξεκινά από αυτά που πράγματι συνέβησαν για να φύγει με τα φτερά της μυθοπλασίας σε μια σκηνική αναδημιουργία του πλούσιου υλικού της βιογραφίας της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Στην αρχή της παράστασης βρίσκουμε τη Μαρίκα το 1937, την εποχή που εγκαινιάζει το σημερινό θέατρο Ρεξ. Ύστερα γνωρίζουμε την τρομερή προσωπικότητα της «δασκάλας» , όταν το 1941 ιδρύει τη θεατρική της σχολή, μέσα στην καρδιά της Κατοχής για να φτάσουμε ως την αργή αλλά σταθερή πορεία της, προς το τέλος του έργου της, το 1954, τότε που φεύγει πια κι από τη ζωή.