La dolce vita
Η Γλυκιά Ζωή (ιταλ. La dolce vita) είναι ασπρόμαυρη κινηματογραφική ταινία του 1960 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Φεντερίκο Φελίνι και με πρωταγωνιστές τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, την Ανούκ Αϊμέ, την Υβόν Φουρνό, την Ανίτα Έκμπεργκ και τον Αλαίν Κούνυ.
Ο Μαρτσέλο είναι δημοσιογράφος στη Ρώμη της δεκαετίας του 1950. Με τα ρεπορτάζ του καλύπτει τις κοινωνικές ειδήσεις: σταρ του κινηματογράφου, θαύματα και σκάνδαλα της αριστοκρατίας. Η ταινία καλύπτει επτά ημέρες της ζωής του Μαρτσέλο. Ο Μαρτσέλο, παρόλη την επαγγελματική και κοινωνική του επιτυχία ζητάει ένα βαθύτερο νόημα στην ζωή και νομίζει ότι το μυστικό της ζωής βρίσκεται στον πλούτο, ο οποίος κατά την γνώμη του απελευθερώνει τον άνθρωπο από την συμβατότητα της ζωής. Όταν όμως χάνει τον καλύτερό του φίλο, καταλαβαίνει ότι αλλού είναι το νόημα της ζωής.
Η ταινία ξεκινάει με ένα τεράστιο μαρμάρινο άγαλμα του Χριστού, που το μεταφέρει ένα ελικόπτερο πάνω από τα ερείπια ενός αρχαίου ρωμαϊκού υδραγωγείου για να το πάει στον Πάπα στο Βατικανό. Ο δημοσιογράφος Μαρτσέλο και ο φωτορεπόρτερ του, ο Παπαράτσο ακολουθούν σε ένα δεύτερο ελικόπτερο. Το άγαλμα του Χριστού, που μοιάζει σαν να ευλογεί όλη την Ρώμη καθώς πετά από πάνω, αντικαθίσταται σύντομα από το βέβηλο τρόπο ζωής και την νεομοντερνιστική αρχιτεκτονική της «νέας» Ρώμης που χαρακτηρίζεται από το οικονομικό θαύμα στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η παράδοση του αγάλματος είναι η πρώτη πολλών επαναλαμβανόμενων σκηνών. Η καθολική εκκλησία θεώρησε την σκηνή αυτή ως παρωδία της δευτέρας παρουσίας και γι’ αυτό στην Ισπανία απαγορεύτηκε το έργο μέχρι το 1975.
Η Γλυκιά Ζωή, ταινία-σταθμός στην πορεία του Φεντερίκο Φελίνι, προκάλεσε στην εποχή της μεγάλο θόρυβο και πάθη, ενώ έτυχε μάλλον χλιαρής αποδοχής στο 13ο Φεστιβάλ των Καννών, παρότι απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα. Η καυστική σάτιρα της υψηλής κοινωνίας της Ρώμης, με τον Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι αφοπλιστικά γοητευτικό και την Ανίτα Έκμπεργκ αφοπλιστικά προκλητική, προβλήθηκε σε μία κατάμεση αίθουσα αλλά με λίγα χειροκροτήματα και αρκετές αποδοκιμασίες. Έμελλε, όμως, να σφραγίσει την ευρωπαϊκή κινηματογραφική παραγωγή για τις επόμενες δεκαετίες, αποτελώντας και εμπορική επιτυχία.