Παράσιτα
Το χάσμα των τάξεων στο μικροσκόπιο του Μπονγκ Τζουν Χο, ο οποίος έγινε ο πρώτος νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης που κερδίζει τον Χρυσό Φοίνικα στην ιστορία του φεστιβάλ των Κανών.
Υπόθεση
Το μέλλον της οικογένεια των Κιμ προβλέπεται αβέβαιο όταν κινδυνεύουν να χάσουν την μοναδική πηγή εισοδήματος που έχουν, την κατασκευή χάρτινων συσκευασιών για πίτσες. Ο γιος της οικογενείας κουβαλώντας τις προσδοκίες όλης της οικογένειας, πηγαίνει για συνέντευξη στο σπίτι των ευκατάστατων Παρκ με στόχο να προσληφθεί ως καθηγητής ιδιαιτέρων αγγλικών στην έφηβη κόρη της οικογένειας. Μετά την πρώτη αυτή συνάντηση, ξεκινάει ένας χείμαρρος περίεργων συμβάντων που φέρνουν τις δύο οικογένειες πολύ κοντά.
Η λάμψη ενός σημαντικού Χρυσού Φοίνικα
Χωρίς να κατηγοριοποιείται εύκολα – κανένα από τα υπάρχοντα είδη ταινιών δεν μπορούν να χωρέσουν σε μία μόνο ετικέτα τον αφηγηματικό πλουραλισμό του Μπονγκ Τζουν Χο που πηγαινοέρχεται με άνεση από το πολιτικό θρίλερ στη μαύρη φαντασία κι από το γκροτέσκο στο κοινωνικό δράμα- το φιλμ «Παράσιτα» πήγε στις Κάνες ως ένα μικρό αουτσάιντερ και στο τέλος κατάφερε να κλέψει τη δόξα από σκηνοθέτες σταρ όπως ο Αλμοδόβαρ, ο Λόουτς, ο Μάλικ και ο Ταραντίνο, αφήνοντας τους με άδεια (σχεδόν) χέρια. Κι όμως το παρελθόν του Χο παρότι αρκετά δυναμικό (αναζητήστε οπωσδήποτε το «Μνήμες εγκλήματος» του 2003 αλλά και το πιο γνωστό «Snowpiercer») δεν προμήνυε ότι θα έρθει η στιγμή που το πολιτικό σχόλιο του για την σύγχρονη πραγματικότητα (με το χάσμα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων να γίνεται όλο και μεγαλύτερο) θα παρουσιαζόταν με τέτοια καλλιτεχνική επάρκεια και δεινότητα.
Το σενάριο του Χο, που το εμπνεύστηκε κατά την διάρκεια της συγγραφής ενός θεατρικού έργου, αφηγείται την «εισβολή» μιας φτωχής οικογένειας στο πολυτελέστατο σπίτι μιας πλούσιας οικογένειας. Το αιχμηρό πολιτικό σχόλιο δεν «καπελώνει» την κινηματογραφική γοητεία ενός φιλμ που έχει σπάνιες καλλιτεχνικές αρετές και γίνεται όλο και πιο συναρπαστικό όσο προχωρά η πλοκή. Η μία ανατροπή φέρνει την άλλη, το χτίσιμο των χαρακτήρων γίνεται με στέρεα υλικά (απομακρύνοντας την υποψία της καρικατούρας που ίσχυε αρχικά), το χιούμορ διαθέτει υπόγεια ειρωνεία ανακατεμένη με μια σοφία ζωής τρομακτικής απλότητας, η σύγκρουση των δύο κόσμων γίνεται με απρόσμενη φαντασία και σασπένς.
Κυρίως όμως τα «Παράσιτα» εντυπωσιάζουν με τον βαθύ και ειλικρινή πολιτικό σχολιασμό τους. Δεν είναι ανάγκη οι πλούσιοι να είναι κακοί και οι φτωχοί καλοί. Ο Χο μπερδεύει διαρκώς τους ρόλους θύτη και θύματος μεταξύ των μελών και των δύο οικογενειών. Ανακατεύει με επιδέξιους συμβολισμούς τα στερεότυπα και τις κοινωνικές ετικέτες, για να φέρει τούμπα την ιστορία. Ξέρει όμως καλά ότι σε ετούτη την διπλή οικογενειακή ιλαροτραγωδία η ουσιαστική αλήθεια στην ταξική πάλη κρύβεται στις λεπτομέρειες. Στην ομολογία του μπαμπά Παρκ ότι η μυρωδιά του σοφέρ του τον ενοχλεί, στην κουτοπονηριά των νεαρών Κιμ να αποσπάσουν όσα περισσότερα λεφτά μπορούν από τους «αφελείς» εργοδότες τους, στην πικρή διαπίστωση του μπαμπά Κιμ ότι «το χρήμα είναι σίδερο που σιδερώνει όλες τις τσακίσεις». Όχι μόνο στα ρούχα αλλά και στην πραγματική ζωή.