«Ο δρόμος για τον ουρανό» συνδέεται με ένα ιστορικό γεγονός κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πόλεμου: Σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης Εβραίων κοντά στην Πράγα, στήνεται ένα παιχνίδι εντυπώσεων, δηλαδή εξαπάτησης. Η ναζιστική κυβέρνηση του Βερολίνου επιβάλλει σε επιλεγμένους κρατούμενους να δημιουργήσουν μια πλαστή εικόνα αξιοπρεπούς διαβίωσης για χάρη της κοινής γνώμης. Εκπρόσωποι του ερυθρού σταυρού, θορυβημένοι από τις φήμες για τις συνθήκες που επικρατούν στα στρατόπεδα, καταφθάνουν και γίνονται μάρτυρες μιας καλοστημένης απάτης. Επισκέπτονται το Τερεζίν, ένα ιδιόμορφο γκέτο, στο οποίο τα πάντα φαίνονται να λειτουργούν «κανονικά». Επιστρέφοντας από το στρατόπεδο θα καταθέσουν τη μαρτυρία τους για τη σίτιση, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τη διαμονή των κρατουμένων.
Η Theressienstadt είναι μια επιχείρηση ωραιοποίησης του εγκλήματος και προετοιμαζόταν επί ένα χρόνο για να κάνει τη θεαματική της «πρεμιέρα» ενώπιον του «κοινού» της στις 23 Ιουνίου το 1944. «Ο Φύρερ χαρίζει στους Εβραίους μια πόλη» ήταν ο τίτλος της ταινίας που γυρίστηκε στη συνέχεια από τους ναζί, με σχετικά πλάνα που εξαίρουν την γενναιοδωρία του Φύρερ απέναντι στους κρατούμενους.
Ο Χουάν Μαγιόργκα γράφει ένα έργο απόλυτα σύγχρονο χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τα παραπάνω γεγονότα: την επίσκεψη του εκπροσώπου του ερυθρού σταυρού, την παρουσία του γερμανού διοικητή του στρατοπέδου αλλά και του εβραίου που αναλαμβάνει να «σκηνοθετήσει» τους συμπατριώτες του. Παράλληλα στο έργο υπάρχει ένα πλήθος «ηθοποιών» που υποδύονται τους προκαθορισμένους ρόλους.
Δεν πρόκειται όμως για απλή ιστορική αναπαράσταση των γεγονότων. Η μνήμη του ολοκαυτώματος είναι πολύ ισχυρή, αλλά πιο ισχυρές είναι οι νύξεις στο σKammerspielεματογραφημήμερα. Αυτό που μας αφορά σε αυτό το έργο δεν είναι τόσο η –έτσι κι αλλιώς συνταρακτική– ιστορία του ολοκαυτώματος, όσο το ζήτημα της κατασκευής του ψεύδους: Η σύλληψη ενός σχεδίου εξαπάτησης. Η τελειότητα του μηχανισμού. Η ευκολία ή η τάση του ανθρώπου να ενδίδει σε αυτό που φαίνεται κανονικό. Πώς εθελοτυφλούμε και γιατί; Επίσης, οι μορφές της εξέγερσης και της υποταγής. Και κυρίως τα όνειρα και οι εφιάλτες των ανθρώπων, τόσο αυτών που εξουσιάζουν όσο και των θυμάτων τους.
Χώρος και χρόνος: σύγχρονα, χρόνια μετά το ολοκαύτωμα. Σε ένα χώρο που τον ορίζουν οι ράγες των τρένων, το ρολόι του σταθμού και οι μνήμες των ηρώων. Σε αυτό το σύγχρονο σκηνικό –στρατόπεδο συγκέντρωσης– χρόνια μετά, έρχονται σταδιακά να προστεθούν τα στοιχεία που συνθέτουν το «θέατρο μέσα στο θέατρο», οι κούνιες, τα παιδικά παιχνίδια, τα μπαλόνια, το παγκάκι… Επιπλέον, στην παράσταση χρησιμοποιείται φωτογραφικό υλικό καθώς και κινηματογραφημένα πλάνα.
Έλενα Καρακούλη
Το Himmelweg στον τόπο που γεννήθηκαν η Ευρώπη και το θέατρο
Από όλα τα έργα που έχω γράψει, το Himmelweg είναι εκείνο που έχει ανέβει περισσότερες φορές: τριανταπέντε παραγωγές, σε θέατρα όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά και της Αμερικής και της Ασίας. Πέρα από τη μικρή αξία που ίσως έχει το έργο, πιστεύω ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μερικά από τα θέματα που θίγει θέτουν ερωτήματα στον σύγχρονο θεατή, έστω κι αν αυτός κοιτάζει από απόσταση εκείνη την Ευρώπη που δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τους Εβραίους της. Οι θεατές είδαν το Himmelweg όχι μόνο σαν μια αναπαράσταση της πιο μαύρης σελίδας στην ιστορία της Ευρώπης, αλλά και σαν ένα έργο για την εξόντωση των αθώων, την εκμετάλλευση των θυμάτων, την προπαγάνδα, τους ευφημισμούς, το αόρατο της φρίκης. Δυστυχώς, αν παρατηρήσουμε με προσοχή, όλα αυτά θα τα δούμε και σήμερα. Και νομίζω ότι υπάρχει ένα ερώτημα, που βρίσκεται στο κέντρο του Himmelweg και μπορεί να το υποβάλει ο καθένας στον εαυτό του: εγώ, μέσα στη σκηνή του κόσμου, κατά πόσο είμαι ένας ρόλος που τον έγραψαν και τον σκηνοθετούν άλλοι;
Είναι πολύ συγκινητικό για μένα το γεγονός ότι το Himmelweg θα παρασταθεί εκεί όπου γεννήθηκαν η Ευρώπη και το θέατρο. Γι’ αυτό και νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη για τη Μαρία Χατζηεμμανουήλ που μετέφρασε το έργο μου στην πανέμορφη ελληνική γλώσσα, για το Φεστιβάλ Αθηνών που το περιέλαβε στο πρόγραμμά του και για την Έλενα Καρακούλη και την ομάδα της, που θέλουν να το μεταμορφώσουν σε μια ποιητική και πολιτική εμπειρία για τους θεατές.
Juan Mayorga