Συν & Πλην: «Αποκάλυψη» στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση
Μια σύνοψη των θετικών και των αρνητικών σημείων για την «Αποκάλυψη» σε σκηνοθεσία Θάνου Παπακωνσταντίνου, που παρουσιάστηκε στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Στην πραγματικότητα, η «Αποκάλυψη» του Ιωάννη είναι ένα μη έργο. Πιθανώς, να μην χρειάζεται συστάσεις ως προφητικό, εξεγερτικό, εσχατολογικό κείμενο της πρώιμης χριστιανικής γραμματείας, παρόλα αυτά είναι ένα νεοεισαχθέν κείμενο στα θεατρικά πράγματα. Πρόκειται για το τελευταίο και πιθανότατα πιο δύσβατο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, γραμμένο στα τέλη του 1ου μ.Χ. από τον Ιωάννη τον Ευαγγελιστή στην Πάτμο – όπου βρέθηκε εξόριστος από τον αυτοκράτορα Δομητιανό. Ο Ιωάννης εξόριστος αλλά «σε πνευματική αποστολή», μέσα από μυστηριώδεις περιγραφές, συμβολικές φιγούρες και εικόνες καταστροφής οραματίζεται την ολοσχερή πτώση και την σύσταση ενός άλλου, καινούργιου Κόσμου.
Η αποκωδικοποίηση της «Αποκάλυψης» έχει, σύμφωνα με τους μελετητές της, ανά τους αιώνες στραφεί σε διάφορες αποδόσεις. Η «Αποκάλυψη» ως χρησμός για το μέλλον που έρχεται, η «Αποκάλυψη» ως μανιφέστο αφύπνισης όσων πιστεύουν και υπηρετούν την εξουσία, ως υλικό εσχατολογικής ενατένισης για την ολοκληρωτική καταστροφή του κόσμου και των ανθρώπων.
Το βέβαιο είναι πως το κείμενο του Ιωάννη γράφεται σε μια περίοδο όπου η χριστιανοσύνη διώκεται από την αυταρχική ρωμαϊκή αυτοκρατορία – όπως και ο ίδιος – και οι πιστοί αναζητούν οδούς εμψύχωσης και πνευματικής εγρήγορσης στους δύσκολους καιρούς που βιώνουν αλλά και σε αυτούς που θα έρθουν.
Η δεινότητα του Θάνου Παπακωνσταντίνου να οργανώνει μεγάλα θεάματα προωθημένης εικαστικής πνοής έχει αποδειχθεί από καιρό. Η συνεργασία του, ωστόσο, με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση μοιάζει να του παρέχει την ιδανική σκηνική συνθήκη πραγμάτωσης ενός τέτοιου μεγαλεπήβολου και ιδιαίτατου εγχειρήματος. Βασισμένος σ’ ένα κείμενο υπαρξιακής, πνευματικής και πολιτικής εμβρίθειας, που παραμένει ανοιχτό σε προσεγγίσεις και ερμηνείες, επιχειρεί να αποδώσει παραστατικά τον πυρήνα του: Το πυρακτωμένο λόγο του ως υλικό αμφισβήτησης και εξέγερσης απέναντι στην φαυλότητα της εξουσίας και την εικονοποίηση του εμπνευσμένη μέσα από σκηνές αποκάλυψης που επαληθεύτηκαν στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η ανάγνωση του Παπακωνσταντίνου ισορροπεί ανάμεσα στο λογοτεχνικό βάρος του κειμένου, την ‘προφητική’ του διάσταση (θεωρώντας πως η Αποκάλυψη έχει, ήδη, επαληθευτεί για όλα τα έθνη του κόσμου, σε διάφορες καμπές της ιστορίας) αλλά και ως ένα πρόταγμα (ή και μια αναγκαιότητα) ελπίδας για έναν καλύτερο κόσμο, η οικοδόμηση του οποίου είναι υπόθεση οικουμενική. Μια παράσταση στα όρια της σκηνικής τελετουργίας με μια σκηνή ανθολογίας για φινάλε.
Η δεκαμελής ομάδα της «Αποκάλυψης» αποτελούμενη από άξιους ηθοποιούς (Αλεξία Καλτσίκη, Μαριάννα Δημητρίου, Καλλιόπη Σίμου, Ελένη Μολέσκη, Κλεοπάτρα Μάρκου, Θανάσης Δόβρης, Σωτήρης Τσακομίδης, Μάριος Παναγιώτου, Μιλτιάδης Φιορέντζης και Γιώργος Δίκαιος) συστήνει μια τέλεια κουρδισμένη μηχανή στην υπηρεσία της χορικότητας και της αφήγησης. Είτε κάποια πρόσωπα εξέχουν διαδοχικά από τα σύνολο είτε συνεκφωνούν το λόγο, λειτουργούν σε απόλυτη αρμονία, αλληλοτροφοδούνται σε ένταση και σηματοδοτούν ένα σημαντικό κεφάλαιο για την παράσταση και την εμβάθυνση στην δυσνόητη «Αποκάλυψη».
Ανεβάζοντας κατακόρυφα τον πήχη της εικαστικής φαντασμαγορίας – που χαρακτηρίζει σταθερά τις σκηνοθεσίες του – ο Θάνος Παπακωνσταντίνου πραγματοποιεί κι ένα μεγάλο άλμα: Διαχειρίζεται ένα μη θεατρικό κείμενο και συνάμα ένα κείμενο ανελέητα πυκνού αφηγηματικού λόγου. Το χρονικό της κοσμογονίας πληρώνεται μέσα από την αφήγηση κι αυτό είναι από μόνο του μιαν υπέρβαση για τον σκηνοθέτη.
Τα κοστούμια και τα σκηνικάΗ σταθερή συνεργάτιδα του Θάνου Παπακωνσταντίνου, Νίκη Ψυχογιού αφουγκράζεται πλήρως το περιβάλλον της χριστιανικής εικονογραφίας και εγκαθιστά στη σκηνή ένα σκηνικό που παραπέμπει σε εκκλησιαστικό θόλο. Την ίδια ώρα, τα tableau vivant (σήμα κατατεθέν των παραστάσεων του Παπακωνσταντίνου) σφύζουν από αρτιότητα και ομορφιά, κρατώντας την εικαστικότητα πολύ ψηλά στις αρετές της παράστασης.
Η μουσική σύνθεση – Η εκτέλεσηΗ σύνθεση του Πάνου Ηλιόπουλου παρακολουθεί άψογα την αφήγηση της «Αποκάλυψης» γνωρίζοντας ποικίλες διακυμάνσεις. Σε τόνο επικό κι άλλοτε εφιαλτικό ή μυστικιστικό – αντλεί και από εκκλησιαστικά μουσικά μοτίβα – παίρνοντας τελικά τη μορφή ενός μουσικού ορατορίου. Ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος στην μουσική διεύθυνση διαχειρίζεται στην εντέλεια αυτό το υλικό με την επταμελή ομάδα των μουσικών.
Η κίνησηΣε μια παράσταση που, εν πολλοίς, στηρίζεται στην εκφορά και τη δυναμική του λόγου, η κινησιολογία μέλλει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Η δουλειά της Νάντης Γώγουλου κρατά σε εγρήγορση το σχήμα, σε διαρκή σχέση και συνάφεια τους ηθοποιούς μεταξύ τους, αποτυπώνοντας στο σχεδιασμό της οικείες και εντυπωμένες εικόνες της χριστιανικής αισθητικής. Σε συνδυασμό με τη δουλειά της Νίκης Ψυχογιού, η πρωταγωνιστική ομάδα συχνά φαντάζει σαν αγιογραφία εν κινήσει.
Το ερώτημα αν ένα κείμενο σαν αυτό της «Αποκάλυψης», δύναται να εκτονωθεί στα στενά όρια της σκηνικής δράσης, παραμένει και μετά την παρακολούθηση της παράστασης. Η επιλογή του Θάνου Παπακωνσταντίνου να μεταφέρει επί σκηνής ένα τέτοιο υλικό είναι, σε κάθε περίπτωση, θαρραλέα, αλλά ακούσια θέτει και πάλι το θέμα αν κάθε μεγαλειώδες έργο – και δη εξωθεατρικό – μπορεί να παρασταθεί.
Η, αρτιότερη εικαστικά, σκηνική χειρονομία στο θέατρο του Θάνου Παπακωνσταντίνου με ένα άψογο σύνολο ερμηνευτών να συλλειτουργούν σε μια παράσταση – τελετουργία.