Ανάμεσα στις ψηλές πολυκατοικίες του Ζωγράφου, που μετατρέπουν τους ανηφορικούς δρόμους της πρώην εξοχικής συνοικίας σε μια ζούγκλα από τσιμέντο, βρίσκεται κρυμμένη μια μικρή όαση: ένας κήπος κατάφυτος από ψηλά δέντρα, που κρύβουν από τα μάτια του περαστικού το σπίτι όπου έζησε και δημιούργησε ένας από τους σημαντικότερους νεοέλληνες γλύπτες, ο Γιάννης Παππάς.
Το Εργαστήριo Γιάννη Παππά, γεμάτο από τα γλυπτά, τους πίνακες και τα σχέδια του καλλιτέχνη, παραχωρήθηκε, μετά τον θάνατό του, στο Μουσείο Μπενάκη, από τον γιο του, Αλέκο Παππά. Σε αυτό το «κρυφό» αθηναϊκό στολίδι, ο επισκέπτης μπορεί να δει συγκεντρωμένο ένα μέρος του έργου του γλύπτη, αλλά, κυρίως, «να βιώσει την ατμόσφαιρα του εργαστηρίου, σαν να ήταν παρών ο ίδιος ο καλλιτέχνης», όπως υπογραμμίζει η επιμελήτριά του Ζέττα Αντωνοπούλου, αφού διατηρείται όπως το άφησε ο ίδιος ο Γιάννης Παππάς.
Άγνωστα έργα της ΚατοχήςΣτο εργαστήρι αυτό εγκαταστάθηκε ο καλλιτέχνης μετά την επιστροφή του από το μέτωπο της Αλβανίας και διέμεινε όλη την περίοδο της Κατοχής. Βιώνοντας την πείνα και την εξαθλίωση, ζώντας καθημερινά τον θάνατο γύρω του –με πρώτο τον θάνατο του πατέρα του– ο Παππάς επέλεξε μια σιωπηλή και εσωτερική διαδρομή: αφοσιώθηκε στη μελέτη και στην πειθαρχημένη εργασία, αναζητώντας εκεί ελπίδα και μια ακτίνα φωτός μέσα στη σκοτεινιά της Κατοχής.
Το έργο του αυτής της περιόδου δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, καθώς σε μεγάλο του μέρος αφορά σχέδια και μελέτες, ιδέες και εντυπώσεις όπου αποτυπώνεται το βλέμμα του γλύπτη, αλλά και τα βιώματά του από τη δύσκολη καθημερινότητα της εποχής.
Χάρη στη συμμετοχή του Μουσείου Μπενάκη στις εκδηλώσεις «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα ελεύθερη», στους χώρους του Εργαστηρίου παρουσιάζεται η περιοδική έκθεση «Γιάννης Παππάς. Κατοχή», η οποία θα διαρκέσει έως τις 31 Μαΐου 2020. Η έκθεση αναπτύσσεται παράλληλα με τη μόνιμη συλλογή έργων του γλύπτη, δίνοντας την ευκαιρία στον επισκέπτη για γόνιμες συγκρίσεις, που προκύπτουν από τον διάλογο των έργων.
Η αντίδραση του καλλιτέχνη απέναντι στα βιώματα της Κατοχής αποτυπώνεται σε τρεις διαφορετικούς αναβαθμούς: Στα γλυπτά του, που εκτίθενται στο ισόγειο, ο Παππάς φιλοτεχνεί πορτρέτα φιλικών του προσώπων, απλών ανθρώπων από τη γειτονιά, ιδιαίτερα παιδιών, που για τον ίδιο αποτελούσαν σύμβολο ελπίδας και αισιοδοξίας.
Σε εντελώς διαφορετικό κλίμα μεταφέρεται ο επισκέπτης καθώς προχωρά στον ημιώροφο, όπου εκτίθενται σχέδια και προπλάσματα με στόχο τη μνημόνευση του πολέμου: μνημεία πεσόντων και ηρώα, από τα οποία μονάχα δύο κατασκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν στη Χίο. Αλλά και σχέδια των πρωταγωνιστών του πολέμου, φαντάρων και νοσοκόμων, πιθανόν συμπολεμιστών του, αποτελούν τη μοναδική μαρτυρία για την πολεμική εμπειρία του Παππά, καθώς αυτό ήταν ένα θέμα για το οποίο δεν μίλησε ποτέ, ούτε καν στην οικογένειά του.
Η νεκρική μάσκα του ΛαπαθιώτηΤέλος, στον πρώτο όροφο του Εργαστηρίου συναντά το κατεξοχήν βίωμα της Κατοχής: την πείνα και τον θάνατο. Σχέδια με σκελετωμένες μορφές, οιονεί νεκροί που παίρνουν τα ρούχα ήδη νεκρών· αλλά και νεκρικές μάσκες, των ποιητών που αγάπησε: του Μαλακάση, του αυτοπυροβολημένου Λαπαθιώτη, αλλά και το σκελετωμένο χέρι του νεκρού Παλαμά. Όπως σημείωνε κι ο ίδιος ο Παππάς για την επίσκεψή του στο νεκροτομείο, όπου είχαν μεταφέρει τον Λαπαθιώτη: «Πτώματα, πτώματα, πτώματα παντού»…
Δίπλα μια νεκρή φύση, μια πιατέλα με ψάρια. Όπως εξηγεί ο γιος του, Αλέκος Παππάς, τα δύο ψάρια αυτά τα είχαν φέρει δώρο στον πατέρα του γλύπτη, τον χειρουργό Αλέξανδρο Παππά. Ήταν τόσο σπουδαίο γεγονός μέσα στην πείνα της Κατοχής, που αποφάσισε να το μνημειώσει φτιάχνοντας αυτόν τον πίνακα.
Τέλος, σχεδιάζει μια σειρά από αθηναϊκά τοπία, την Ακρόπολη, τον Λυκαβηττό, τον Υμηττό… Τόπια σκοτεινιασμένα, με μόνα ζωντανά χρώματα αυτά του ουρανού. Πλάι τους, σχέδια φίλων που διέμειναν στο εργαστήριο του Παππά, έχοντας βρει εκεί καταφύγιο: ο αρχιτέκτονας Νίκος Χατζημιχάλης και η αδελφή του Έρση, η ηθοποιός Μαρία Φωκά, όλοι τους ενταγμένοι στην ΕΑΜική αντίσταση. Όπως λέει ο Αλέκος Παππάς, ακόμη και όπλα δέχτηκε να κρύψει στο εργαστήρι, μέσα σε ένα κασόνι που χρησίμευε σαν βάθρο για το μεγάλο άγαλμα του Κοραή.
Πιστός βενιζελικός, ο Παππάς δεν εντάχθηκε σε κάποια αντιστασιακή οργάνωση, όμως ποτέ δεν αρνήθηκε τη βοήθειά του στους φίλους του που κινδύνευαν, έστω κι αν αυτό σήμαινε κίνδυνο και για τον ίδιο, όπως αποδείχθηκε, αφού κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, οπότε και το εργαστήριο υπέστη σοβαρές ζημιές και κάποια από τα έργα του λεηλατήθηκαν, συνελήφθη από τους Άγγλους και κρατήθηκε για μικρό διάστημα…
ΞεναγήσειςΚατά τη διάρκεια της έκθεσης θα πραγματοποιούνται ξεναγήσεις από την ιστορικό τέχνης Ζέττα Αντωνοπούλου, επιμελήτρια του Εργαστηρίου και μελετήτρια του έργου του Γιάννη Παππά, δύο Κυριακές κάθε μήνα, στις 11.00 το πρωί (10, 24/11, 15/12, 12, 26/1, 9, 23/2, 15, 29/3, 26/4, 10, 24/5). Η συμμετοχή είναι ελεύθερη, αλλά απαιτείται κράτηση θέσης στο 210-36.71.015 (Δευτέρα – Πέμπτη, 10.00-15.00).
Ο Γιάννης Παππάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιος του χειρουργού Αλέξανδρου Παππά και της Ελένης Φωτιάδη. Το Σεπτέμβριο του 1922 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1930 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου πραγματοποίησε τις σπουδές του και εργάστηκε μέχρι το 1939. Επέστρεψε στην Ελλάδα προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, ενώ μετά την 28η Οκτωβρίου 1940 θα βρεθεί να υπηρετεί στη ζώνη των πρόσω ως απλός οπλίτης. Μετά την κατάρρευση του μετώπου επέστρεψε πεζός στην Αθήνα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής παρέμεινε στο εργαστήριό του στου Ζωγράφου, όπου συνεχίζει να δημιουργεί. Τον Δεκέμβριο του 1944 κατατάχθηκε στο Ναυτικό και υπηρέτησε ως ναύτης στην Ανωτέρα Ναυτική Διοίκηση Αλεξανδρείας, όπου θα παραμείνει μέχρι το 1951, μελετώντας τα μνημεία της αιγυπτιακής τέχνης. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα θα εκλεγεί, το 1953, καθηγητής των Εργαστηρίων Γλυπτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1972 εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών, ενώ το 1980 τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Θεωρείται ένας από τους πιο παραγωγικούς νεοέλληνες γλύπτες και έργα του κοσμούν τον δημόσιο χώρο σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας.
«Γιάννης Παππάς, Κατοχή»
Μουσείο Μπενάκη – Εργαστήριο Γιάννη Παππά, Ανακρέοντος 38, Ζωγράφου, 210-77.73.946
Διάρκεια: 19 Οκτωβρίου 2019 – 31 Μαΐου 2020
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη, Παρασκευή, Κυριακή, 10.00-14.00
Είσοδος ελεύθερη