MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΣΑΒΒΑΤΟ
21
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ευριπίδης Λασκαρίδης: Δεν ξέρω το επόμενο βήμα μου. Μπορεί να μην είναι καν στις παραστατικές τέχνες

Το next big thing της ελληνικής σκηνής στο εξωτερικό, ο Ευριπίδης Λασκαρίδης βλέπει τις παραστάσεις του σαν τρισδιάστατα εργόχειρα. Αν και δεν ξέρει για πόσο ακόμα θα τις κάνει.

KEIMENO: Στέλλα Χαραμή | 12.11.2019 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ

Η πόρτα εισόδου στο προβάδικο της οδού Δροσοπούλου είναι κλειστή. Κι όμως, οι φιγούρες ανθρώπων που περνούν πίσω από τα κατεβασμένα ρολά βεβαιώνουν πως εδώ γίνεται η πρόβα του «Elenit». ‘Οταν κάποιος σε ενημερώνει πως υπάρχει εναλλακτική είσοδος, «θα την βρεις από την πίσω πλευρά στο μικρό δρομάκι» σου λέει, μια αποθήκη με κομμάτια από elenit που στραφταλίζουν, ορθώνεται μπροστά σου. «Κυματοειδής λαμαρίνα λέγεται στην πραγματικότητα» θα με διορθώσει αργότερα ο Ευριπίδης Λασκαρίδης, δηλώνοντας πως ο αρχιτέκτονας επιβιώνει ακόμα μέσα του.

Τότε, ο δημιουργός – που έχει κάνει άφθονες στροφές στην πορεία του – σε αναγκάζει να αναρωτηθείς από τι υλικά είναι φτιαγμένος. Παρολίγον αρχιτέκτονας αλλά και ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης, πέρασε απρόσμενα στην μπουρλέσκ εικαστική περφόρμανς κατακτώντας δικαιωματικά την περιοχή μιας αλλόκοτης γλώσσας, που δεν είναι θέατρο μα ούτε και χορός. Και που εδώ και τέσσερα χρόνια, η γλώσσα αυτή μιλιέται ανά τον κόσμο και το όνομα του Ευριπίδη Λασκαρίδη φιγουράρει σε μεγάλα φεστιβάλ παραστατικών τεχνών.

Ο δημιουργός αυτός που έχει ταξιδέψει με μεγάλες αξιώσεις από το Μόντρεαλ έως το Χονγκ Κονγκ μα και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ως το νέο big thing της ελληνικής σκηνής, κάθεται τώρα απέναντι σου: Στο τέρμα της Πατησίων τρώγοντας σουβλάκια, ακούγοντας αμανέδες της Γλυκερίας και δίνοντας υποσχέσεις στον ευατό του πως μετά το «Elenit» στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση (και την νέα παγκόσμια τουρνέ που το περιμένει) δεν θα ξανακάνει ποτέ έργο. ‘Ισως φταίει που είναι μεσάνυχτα και νιώθει φριχτά κουρασμένος. Αλλά πάλι, μπορεί να λέει και αλήθεια.

Το «Elenit» κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.

Επί τέσσερα χρόνια ταξιδεύεις σε φεστιβάλ του κόσμου. Πως έχει καταγραφεί μέσα σου αυτή η εμπειρία;

Ως ξάφνιασμα. Τέσσερα χρόνια πριν δεν θα πέρναγε ούτε από τα πιο τρελά μου όνειρα. Να συζητιέται δηλαδή, το όνομα μου σε διεθνές επίπεδο.

Αισθάνεσαι διεθνής;

Τι θα πει διεθνής;

Οτι υπερβαίνεις την εθνικότητα και την γλώσσα σου και απευθύνεσαι σ’ ένα διεθνές κοινό.

Αυτό ναι το αισθάνομαι. Το γεγονός ότι έχω ταξιδέψει με την δουλειά μου δίνει την δυνατότητα να τεστάρω αν λειτουργούν οι σκηνικοί κόσμοι που προτείνω σε διαφορετικές ηπείρους. Από εκεί και πέρα όμως, αντιλαμβάνομαι ότι με τον όρο διεθνής υπονοούμε μια αίγλη κι ένα κύρος. Η αλήθεια, βέβαια, είναι λιγότερο φαντασμαγορική· τα ταξίδια είναι πολύ κουραστικά: Πτήσεις πολύ νωρίς το πρωί ή πολύ αργά το βράδυ, διαμονή σε ξενοδοχεία που δεν είναι πάντα της επιλογής σου, πολύωρη πρόβα σ’ ένα χώρο που δεν ξέρεις, αναζήτηση φαγητού σε μια πόλη που όλα έχουν κλείσει την ώρα που εσύ τελειώνεις το στήσιμο, ξεστήσιμο και αναχώρηση μετά την παράσταση όταν είσαι πλέον εξαντλημένος για ένα πολύωρο ταξίδι και μια επόμενη πιάτσα. Αυτά όλα δεν εκπέμπουν κανενός είδους αίγλη. Φυσικά και έχω ένα κέρδος: Μου αποκαλύπτεται ότι η δουλειά μου επικοινωνεί – όχι μόνο με ανθρώπους της χώρας μου – αλλά κι εκτός αυτής. Τότε κάτι ανοίγει μέσα μου κι αισθάνομαι ότι έχω κερδίσει το δώρο της επικοινωνίας. Δεν μπορώ να μην σκέφτομαι θερμά τα μηνύματα που λαμβάνω από άγνωστους, σε μένα, ξένους καλλιτέχνες που παίρνουν κουράγιο βλέποντας έναν άλλο δημιουργό ν’ ακολουθεί τη φωνή του.

Μπήκες στο mode να δουλέψεις για να αρέσεις στη διεθνή σκηνή;

Μπήκα μόνο στο mode για να φτιάξω κάτι που θα αρέσει σε ‘μένα. Αισθάνομαι πως πριν το «Relic» δεν είχα εντοπίσει το κέντρο μου ως δημιουργός. ‘Οταν, ωστόσο, κατάλαβα πως θέλω να απολαμβάνω κάθε λεπτό της παράστασης που φτιάχνω, τότε ξεκίνησα να δουλεύω αυτή τη σειρά έργων.

Αισθάνομαι πως πριν το «Relic» δεν είχα εντοπίσει το κέντρο μου ως δημιουργός

Αισθάνεσαι ότι έχει επιτύχει η προσπάθεια;

Ναι, χαίρομαι μέσα σε αυτά.

Θα έλεγες ότι η τελευταία σου απόπειρα, το «Elenit» που ανεβαίνει στη Στέγη, ολοκληρώνει μια τριλογία εργασίας;

Μπορεί. Σίγουρα το «Relic» είναι pre-quel των «Τιτάνων». Το σκέφτηκα αυτό για να ξεγελάσω τον εαυτό μου και να μην αισθανθώ υποχρέωση να προχωρήσω σ’ ένα ακόμα έργο. Είχα μεγάλο βάρος, βλέπεις, ειδικά όταν εμφανίστηκαν συμπαραγωγοί από το εξωτερικό. Και τώρα στο «Elenit» ακολούθησα το ίδιο… κόλπο. Λες και οι «Τιτάνες» κυοφόρησαν το νέο έργο.

Αν η επιτυχία του «Relic» δεν ήταν αυτή, θα είχες προχωρήσει στα επόμενα;

Νομίζω ότι προχώρησα επειδή λειτούργησε, επειδή είχα την ανταπόκριση πρωτίστως στο εξωτερικό και σε δεύτερο χρόνο και στην Ελλάδα. Προχώρησα όταν κάποιοι επέμειναν να μου λένε πως αναπτύσσω ένα πρωτόγνωρο σύστημα μεν, λειτουργικό δε, για το καλλιτεχνικό status quo της εποχής μας.

«Επειδή και πριν τις περιοδείες ταξίδευα όσο μπορούσα – βρέθηκα και στη Νέα Υόρκη τέσσερα χρόνια – ομολογώ πως έχω δει πάμπολλες δουλειές συναδέλφων και δεν έχω δει κάτι αντίστοιχο με τον τρόπο μου», παραδέχεται.

Θεωρείς πως προτείνεις μιαν άλλη γλώσσα;

Επειδή και πριν τις περιοδείες ταξίδευα όσο μπορούσα – βρέθηκα και στη Νέα Υόρκη τέσσερα χρόνια – ομολογώ πως έχω δει πάμπολλες δουλειές συναδέλφων και δεν έχω δει κάτι αντίστοιχο με τον τρόπο μου. Το ίδιο εισπράττω από τους διευθυντές των φεστιβάλ και τους curators που βλέπουν την δουλειά μου, μου λένε ότι είμαι μια κατηγορία από μόνος μου. Οι παραστάσεις μου δεν είναι χορός, δεν είναι θέατρο· βρίσκονται κάπου ανάμεσα. Δανείζομαι στοιχεία από το μπουρλέσκ, το τσίρκο, από το cartoon, το σινεμά. Το παράδοξο είναι πως μπήκα σε αυτή την περιπέτεια μέσα από μια πλατφόρμα χορού — που αξίζει να γνωρίζουν οι νέοι δημιουργοί, το Αerowaves — και άρχισα να ταξιδεύω ως χορογράφος. Ξαφνικά μας σύστηναν ως ομάδα χορού κι όταν, πια, είδα τυπωμένη αυτή την ιδιότητα, αισθάνθηκα μια αμηχανία γιατί έχω φίλους χορογράφους που έχουν φάει τα πόδια τους στα πατώματα. Παρόλα αυτά, νιώθω πολύ τυχερός που ο κόσμος του χορού ήταν πολύ ανοιχτός απέναντι μου και πολύ φιλόξενος. Κι εγώ συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι σαν καλλιτέχνης έχω επηρεαστεί πολύ περισσότερο από χορογράφους παρά από θεατρικούς σκηνοθέτες.

Παρότι, ακατάτακτος που αισθάνεσαι πιο βολικά;

Το μάρκετινγκ των φεστιβάλ και των θεάτρων οφείλει να σε κατατάξει κάπου και να σε “πουλήσει”. Δεν μπορώ να αψηφήσω αυτόν το μηχανισμό, παρότι δεν θέλω να κλειστώ σε καμιά κατηγορία. Ιδανικά θα ήθελα να μην ξέρει ο θεατής ούτε ποιος είμαι, ούτε από που έρχομαι. Να έρχεται να βλέπει και να καταλήγει αν η δουλειά μου του μιλάει ή όχι με γνώμονα αμιγώς καλλιτεχνικά κριτήρια.

Θα γύριζες ποτέ πίσω στο αμιγές θέατρο;

Ποιος ξέρει; Αυτή την στιγμή όχι, αλλά δεν αποκλείω τίποτα. Για να το αποφασίσω πάντως χρειάζεται κάτι να με γαργαλήσει.

Προχώρησα όταν κάποιοι επέμειναν να μου λένε πως αναπτύσσω ένα πρωτόγνωρο σύστημα μεν, λειτουργικό δε

Από τι υλικά είναι φτιαγμένο το «Elenit»;

‘Οπως και οι προηγούμενες παραστάσεις, έτσι κι εδώ, παρουσιάζω ένα έργο που έχει μέσα του την προσωπική μου μυθολογία. Είναι υλικά που βρίσκω στην πρόβα αλλά και πράγματα που έχω αντλήσει ασυνείδητα από την καθημερινότητα. Μπορεί να περάσουν μήνες από το τέλος μιας παράστασης και ξαφνικά να συνειδητοποιήσω ότι η τάδε σκηνή είναι μια στιγμή που έχω ζήσει στο σπίτι με τους δικούς μου. Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, μια σκηνή στο «Relic» όπου βγαίνει καπνός από τα μαλλιά μου. Συνειδητοποίησα, πολύ αργότερα, ότι αυτό ήταν δάνειο από μια εικόνα της μάνας μου καθώς κάπνιζε πάνω από το νεροχύτη κι έμοιαζε σαν να βγαίνουν καπνοί από το κεφάλι της.

Αντλείς και από άλλα πρόσωπα που συναντάς;

Τον Ιούνιο του 2017, ενώ μόλις είχαμε κάνει πρεμιέρα στους «Τιτάνες», μια νέα περσόνα με “κατέλαβε”. Συνέβη όταν αντίκρυσα μια κυρία, κάπως κοντή, νευρική με περίεργη κουπ κι έναν έντονο ρυθμό στο κεφάλι. Άρχισα να φτιάχνω την περσόνα στο μυαλό μου, να ζωγραφίζω σκίτσα της. Αυτή είναι η περσόνα του «Elenit». Γενικά, αναζητώ αφορμές που λειτουργούν σαν σπίθα αλλά μετά γίνεται κάτι εντελώς δικό μου. Είναι στη φύση μου να παρατηρώ, να παρακολουθώ το ανθρώπινο είδος, το διασκεδάζω, το απολαμβάνω. Σε παγιδεύουν αυτά τα πλάσματα, μ’έναν τρόπο; Μοιάζει να με στοιχειώνουν κάπως μέχρι να τα φέρω στη ζωή και να απελευθερωθούν. Τα πλάσματα των παραστάσεων μου παραπέμπουν σε σύμβολα, σε αρχέτυπα· έτσι έχω την ελπίδα ότι ο καθένας θα μπορεί να προβάλει κάτι από τη ζωή του.

Από εσένα τι φέρουν;

Είναι μια προβολή των αδυναμιών και των ανεπαρκειών μου. Μιλούν, ας πούμε, για το ότι δεν τα καταφέρνω, για το ότι επιθυμώ το μάξιμουμ αλλά εντέλει ανακαλύπτω, σε κάθε στροφή, το πόσο φυγόπονος είμαι. Αυτός βρίσκω, όμως, ότι είναι κι ο πυρήνας της ανθρώπινης ύπαρξης: Καταδικασμένη να ζει ανάμεσα σ’ έναν ιδεατό κόσμο και στην αλήθεια της φύσης της όπου αδυνατεί να πειθαρχήσει και να συνεργαστεί.

Για τον Ευριπίδη Λασκαρίδη το ιδανικό θα ήταννα μην ξέρει ο θεατής ούτε ποιος είναι, ούτε από που έρχεται. «Να έρχεται να βλέπει και να καταλήγει αν η δουλειά μου του μιλάει ή όχι», όπως λέει.

Παρότι συχνά τραγικά και απελπισμένα, τα πρόσωπα αυτά κατέχονται από μια χαρά. Αναρωτιέμαι αν αυτό αντανακλά την ψυχοσύνθεση σου.

Είναι ένα χαρακτηριστικό μου, σαν άνθρωπος νιώθω ότι έχω ένα θετικό πρόσημο. Ακόμα και μετά τα δύσκολα, επανέρχομαι θετικά. Από την άλλη, φυσικά αυτό δεν με αποκλείει από την πτώση στο κενό…

Που θα έλεγες ότι οφείλεται αυτό;

Ίσως στην αγάπη που έχω πάρει από την οικογένεια μου. Αυτή η αγάπη μάλιστα νομίζω συνδέεται κάπως με τα έργα μου. Και δεν είναι μια αγάπη που ανακυκλώνεται μόνο στο μεταξύ μας, αλλά αφορά στον άνθρωπο συνολικά.

Είσαι άνθρωπος που ζεις πιο πολύ στο φως ή στα σκοτάδια σου;

Είμαι ο άνθρωπος που λατρεύει το φως. ‘Οταν ανοίγω την πόρτα του σπιτιού είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνω: Ν’ ανοίξω τα ρολά για να μπει ο ήλιος ή ν’ ανάψω όλα τα φώτα. Φυσικά, έχω και τις σκοτεινές μου στιγμές που, ευτυχώς, δεν κρατούν πολύ.

Η αγάπη που έχω πάρει από την οικογένεια μου συνδέεται κάπως με τα έργα μου

Πως θα περιέγραφες το πλάσμα που κινεί το μηχανισμό του «Elenit»;

Ως μια παρεξηγημένη περίπτωση. ‘Εχει κάτι πολύ αγαπησιάρικο και κάτι πολύ τρομακτικό ταυτόχρονα, ένα ον που πίστεψε ότι είναι ικανό για όλα ενώ ήταν το πιο ανίκανο όλων. Το σύμπαν στο οποίο κατοικεί είναι νεφελώδες. Και υπάρχει κάτι επιτακτικό κι επείγον που το ενεργοποιεί, καθώς οδηγείται από το ένα πράγμα στο άλλο χωρίς να βρίσκει ησυχία.

Αυτή τη φορά ωστόσο, δεν μιλάμε μόνο για ένα πλάσμα αλλά για πολλά. Είναι η πρώτη φορά που διαχειρίζεσαι επί σκηνής μια τόση μεγάλη ομάδα ανθρώπων. Έχεις άγχος;

Πολύ. Υπήρξε μια στιγμή – όχι πολύ μακριά από σήμερα – που αναρωτήθηκα αν έπρεπε τελικά να μεγαλώσει η κλίμακα των παραστάσεων μου ή αν το έκανα γιατί παραπλανήθηκα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η πρόκληση εδώ είναι ότι πρέπει να συστήσω στα νέα μέλη της ομάδας στον κόσμο μου, τον οποίο ανακαλύπτω ακόμη εγώ ο ίδιος καθημερινά στην πρόβα. Κι αυτό ενώ η δική μου περσόνα παρέμενε ένα σκίτσο σε μια χαρτοπετσέτα. Στην πρόβα κάνουμε live editing από πολύ νωρίς μαζί με τα φώτα, τη μουσική, τους ήχους, ακόμη και ψήγματα από τα κοστούμια. Χρειαστήκαμε, λοιπόν, χρόνο για να έρθουμε όλοι στον ίδιο παρονομαστή και στη συνέχεια να μπω κι εγώ και να ψάξω αυτήν την περσόνα.

Ομολογεί πως «υπήρξε μια στιγμή – όχι πολύ μακριά από σήμερα – που αναρωτήθηκα αν έπρεπε τελικά να μεγαλώσει η κλίμακα των παραστάσεων μου ή αν το έκανα γιατί παραπλανήθηκα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα».

Το «Elenit» παρουσιάζεται στη Στέγη και ακολουθεί επίσης περιοδεία. Σου υπενθυμίζει, κάπως, πως έχεις αλλάξει κλίμακα;

Η κλίμακα έχει μεγαλώσει – δεν υπάρχει καμία αμφιβολία περί αυτού. Το στοίχημα είναι μεγαλύτερο και πλέον είμαι βέβαιος δεν θα είχε κανένα νόημα το αντίθετο. Βεβαίως, η αγωνία μου μπορεί να είναι μεγάλη, αλλά από την πρώτη μου παράσταση δεν ήμουν ποτέ μόνος στην πρόβα, είχα σημαντικούς συνεργάτες γύρω μου: Τον Αγγελο Μέντη, τον Γιώργο Πούλιο, τον Αλέξανδρο Μιστριώτη, την Ελίζα Αλεξανδροπούλου, τον Νίκο Δραγώνα και άλλους πολλούς. Τώρα, φτάνοντας στο «Elenit» ήξερα πως πίσω από την περσόνα υπάρχει ένας Χορός ανθρώπων. Πρότεινα, λοιπόν, σε ανθρώπους – με τους οποίους ήθελα πολύ να συνεργαστούμε – να κάνουμε κάποιες δοκιμές. Εκεί κατάλαβα πως ήταν σωστή η επιλογή μου.

Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου λειτουργεί για μένα σαν φωτεινό αστέρι κι έχω το προνόμιο να συνομιλώ μαζί του όχι μόνο για την δουλειά αλλά και για τη ζωή

‘Εχεις σκεφτεί ότι, κάποια στιγμή, θα μπορούσες να δουλέψεις μόνο ως σκηνοθέτης και όχι ως ερμηνευτής στην ίδια παράσταση;

Ναι. Αν είναι μια ανάγκη αυθεντική, ναι. Αν βρεθεί και πάλι κάτι να με γαργαλήσει εννοείται πως θα το κάνω.

Γιατί είσαι έτοιμος;

Δεν ξέρω το επόμενο βήμα μου. Μπορεί να μην είναι καν στις παραστατικές τέχνες.

Είσαι τόσο ανοιχτός στην αλλαγή;

Ναι, 100%. Κι αυτό με απελευθερώνει. Ξεκίνησα να φτιάχνω το «Relic» σκεπτόμενος πως είτε θα κάνω αυτό που πραγματικά θέλω ή θ’ αλλάξω τώρα δουλειά. Θυμάμαι πως όταν ήμουν έξι χρονών και ανέβηκα για πρώτη φορά στη σκηνή στο σχολείο, ένιωσα μια τρέλα. Αυτή η χαρά με οδήγησε στο Θέατρο Τέχνης, αλλά από την στιγμή που μπήκα επαγγελματικά στη δουλειά συνειδητοποίησα ότι είχα πάψει να απολαμβάνω επί της ουσίας αυτό που κάνω. Δεν ήθελα να συνεχίσω έτσι. Τότε ήταν που αποφάσισα ν’ αλλάξω τρόπο ή να πάω σπίτι μου. Κάπου εκεί ξεπήδησε το «Relic». Αστειευόμενος σκέφτομαι συχνά ότι μπορεί μετά το «Elenit» να γυρίσω στην αρχιτεκτονική.

Δηλαδή, η αρχιτεκτονική είναι, για σένα, ένα κεφάλαιο που δεν έχει κλείσει;

‘Οχι, καθόλου. Εξάλλου, αντιλαμβάνομαι τα πράγματα μέσω του χώρου. Μου αρέσει πολύ να λέω ότι φτιάχνω τρισδιάστατα εργόχειρα. Πιάνω τα υλικά με τα χέρια μου, δεν τα φοβάμαι.

«Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι, για μένα, μια πυξίδα για πολλούς λόγους» τονίζει ο Ευριπίδης Λασκαρίδης.

Πάντως, τώρα, θα δήλωνες ευτυχής;

Σίγουρα δεν θα δήλωνα δυστυχής αλλά όχι, δεν μπορώ να δηλώσω απόλυτα ευτυχής· ζηλεύω πολύ αν κάποιος μπορεί να το κάνει αυτό δουλεύοντας με τον ρυθμό μου. Δεν βγαίνει αναίμακτα αυτό το πράγμα. Οι παραστάσεις μου γίνονται υπό συγκεκριμένες συνθήκες, τις οποίες μόνο ένα φεστιβάλ μπορεί να καλύψει ή ένας οργανισμός όπως η Στέγη. Θέλω να πω, πάντα θα υπάρχουν εμπόδια στο να δημιουργείς αυτό που ακριβώς σκέφτεσαι. Αλλά η ευκαιρία που μου έχει δοθεί με χαροποιεί πολύ.

Σε προσωπικό επίπεδο που βρίσκεσαι αυτόν τον καιρό; Προλαβαίνεις να συνομιλείς με τον εαυτό σου;

Προσπαθώ να βλέπω τον εαυτό μου από απόσταση κι αυτή νομίζω είναι και η βάση του χιούμορ μου. Με κοιτάζω και με σαρκάζω συνεχώς. Μπορεί να παθιαστώ με κάτι, να μιλάω γι’ αυτό ασταμάτητα και μετά να με αποδομήσω λέγοντας «Μωρέ τι λες; Σιγά, παιδί μου, ηρέμησε».

Το ευτυχές για μένα είναι πως η σεξουαλικότητα μου δεν έγινε ποτέ ζήτημα

Υπάρχουν άνθρωποι που σε στηρίζουν, που αναζητάς το βλέμμα τους;

Καταρχάς, οι άνθρωποι της Osmosis που είμαστε μαζί από την πρώτη στιγμή. Επίσης, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου που λειτουργεί για μένα σαν φωτεινό αστέρι κι έχω το προνόμιο να συνομιλώ μαζί του όχι μόνο για την δουλειά αλλά και για τη ζωή. Ο Δημήτρης είναι, για μένα, μια πυξίδα για πολλούς λόγους. Ένας σπουδαίος καλλιτέχνης που δεν φοβάται να βάλει τους όρους του, αλλά κι ένας ειλικρινής άνθρωπος που μιλά ανοιχτά για τη ζωή του. Τολμώ να πω ότι η σχέση μου με κάποιους συνεργάτες μετουσιώθηκε με τα χρόνια· ο Δημήτρης – μαζί με τον ‘Αγγελο Μέντη, την Τίνα Παπανικολάου, το Νίκο Δραγώνα, τη Βίκυ Μαραγκοπούλου, την Όλια Λαζαρίδου – είναι μια νέα οικογένεια που μου έχει προσφέρει την αγκαλιά της κι αυτό είναι πολύτιμο και καθόλου αυτονόητο.

«Δεν ξέρω αν η τέχνη μου συνδέεται περισσότερο με την κουλτούρα της σεξουαλικότητας μου ή την κουλτούρα του χιούμορ μου. Μπορεί και τα δύο αλλά για το δεύτερο είμαι απολύτως σίγουρος» λέει.

Συζητάς κι εσύ ανοιχτά για την ζωή και την σεξουαλικότητα σου;

Είναι η πρώτη φορα που κάποιος με ρώτα κάτι τέτοιο σε δημόσια πλατφόρμα. Το ευτυχές για μένα είναι πως η σεξουαλικότητα μου δεν έγινε ποτέ ζήτημα. Ακόμα και μέσα στην οικογένεια ή στο φιλικό μου περιβάλλον, όλα κύλησαν πολύ φυσικά παρότι τα πράγματα δεν ήταν για μένα ξεκάθαρα επί σειρά ετών. Δεν κρύφτηκα, όμως, όταν καταλάγιασε η σκόνη και δεν χρειάστηκε να διεκδικήσω κάτι.

Μιλώντας γι’ αυτό αισθάνεσαι ότι λειτουργείς τρόπον τινά, ακτιβιστικά;

Αν οι παραστάσεις μου είχαν μια τεράστια επιτυχία στην Ελλάδα, θα ήταν δόκιμο ν’ αναλάβω έναν τέτοιο ρόλο και να γίνω μια ακόμα φωνή προς την ελευθερία επιλογής των ανθρώπων. Τώρα δεν αισθάνομαι πως η δική μου η περίπτωση χαίρει τέτοιας εκτίμησης, ώστε να βγω και να υπερασπιστώ το δικαίωμα των πολλών από τη θέση του “δημόσιου προσώπου”.

Η δουλειά σου, όμως, κάτι δεν δηλώνει προς αυτή την κατεύθυνση;

Πράγματι, μέσα από τα έργα μου – που έχουν το στοιχείο του μπουρλέσκ ή του drag θα μπορούσε κανείς να πει ότι, έστω και ενδόμυχα, έχω προσπαθήσει κάτι να μοιραστώ. Δεν ξέρω αν η τέχνη μου συνδέεται περισσότερο με την κουλτούρα της σεξουαλικότητας μου ή την κουλτούρα του χιούμορ μου. Μπορεί και τα δύο αλλά για το δεύτερο είμαι απολύτως σίγουρος.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο Ευριπίδης Λασκαρίδης πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί στο «Elenit». Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στις 28 Νοεμβρίου.

Ερμηνεύουν επίσης οι Μιχάλης Βαλάσογλου, Αμαλία Κοσμά, Χαρά Κότσαλη, Μάνος Κότσαρης, Θάνος Λέκκας, Δημήτρης Ματσούκας, Ευθύμιος Μοσχόπουλος, Γιώργος Πούλιος, Φαίη Τζούμα.

 

Περισσότερα από Πρόσωπα