Είναι η καλλιτέχνης που έχει κερδίσει επάξια τον τίτλο της «ιέρειας του φάντο», της πλούσιας μουσικής παράδοσης της πατρίδας της, την οποία η ίδια κατάφερε να ξαναζωντανέψει επαναφέροντάς τη στο διεθνές προσκήνιο.
Αναμιγνύοντας το παραδοσιακό φάντο με σύγχρονα μουσικά στοιχεία, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα νέο είδος μουσικής. Η μουσική της τοποθετείται στον ευρύτερο χώρο της world music και έχει αποκτήσει πιστούς θαυμαστές σε ολόκληρο τον κόσμο.
Όπως έχει αναφέρει:«Τα φάντος είναι για μας τους Πορτογάλους ό,τι είναι για σας τους Έλληνες το ρεμπέτικο και για τους Ισπανούς το φλαμένκο. Όλα έχουν μέσα τους το στοιχείο του duente, που είναι μοναδικό γιατί είναι η ίδια η ζωή, το πάθος, η αγάπη, ο εαυτός μας, η γύμνια μας, το ίδιο το είναι μας. Είναι λοιπόν επόμενο να σε ελκύει αυτή η μουσική γιατί είναι η παράδοση, οι ρίζες, ο πολιτισμός μας και η κληρονομιά μας και για μένα ήταν πεπρωμένο να ασχοληθώ πολύ με τα φάντος. Ένα άλλο στοιχείο που με ώθησε σε αυτά είναι η μεγάλη μου αγάπη και αναγνώριση στο πρόσωπο της μητέρας και δασκάλας μου Αμάλια Ροντρίγκεζ, στην οποία οφείλουμε μεγάλη αγάπη και απέραντο θαυμασμό και τεράστια ευγνωμοσύνη για το μεγάλο έργο της που άφησε παρακαταθήκη σε μας τους νεότερους…»
Το ντουέτο της με τον Αντρέα Μποτσέλι στο «O Mare e Tu» αλλά και το διάσημο «Cancao Do Mar» έχουν απογειώσει την καριέρα της. Όμως η Ντούλτσε Πόντες δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά. Σε μια βραδιά που ετοιμάζει ειδικά για το Ελληνικό κοινό θα παρουσιάσει διάσημα τραγούδια της θάλασσας, τραγούδια της Αμάλια Ροντρίγκεζ, του Σαρλ Αζναβούρ, του Λέοναρντ Κοέν, του Ένιο Μορικόνε κ.α.
Μια βραδιά γεμάτη με μελωδίες που μας ταξιδεύουν με αέρα θαλασσινό.
Όπως απέδειξε με τα χρόνια και τις δισκογραφικές δουλειές της, η ερμηνεύτρια από την Πορτογαλία κάνει κάτι πολύ περισσότερο από το να επαναλαμβάνει πράγματα που ήδη έχουν γίνει. Έτσι, ακόμα και όταν τραγουδάει ροκ, ποπ, fado ή κάποιο τραγούδι άλλης χώρας το στιλ της είναι μοναδικό και αλάνθαστο.
Η Dulce Pontes γεννήθηκε στο Montijo της Πορτογαλίας. Έγινε τραγουδίστρια ύστερα από τη συμμετοχή της σε ένα διαγωνισμό σε ηλικία 18 ετών. Αργότερα μεταπήδησε στο θέατρο και την τηλεόραση. Μετά τη νίκη της σε έναν εθνικό διαγωνισμό το 1991, επελέγη να εκπροσωπήσει τη χώρα της στον διαγωνισμό της Eurovision, όπου και τερμάτισε όγδοη. Το ντεμπούτο album της «Lusitana» κυκλοφόρησε το 1992.
Ο συνδυασμός των fados, που θεωρούνταν τότε ένα ξεπερασμένο μουσικό είδος, με σύγχρονα ακούσματα, ήταν ακαταμάχητος και η Pontes γρήγορα εξελίχθηκε σε μια σημαντική τραγουδίστρια της world. Ένα από τα πιο γνωστά της τραγούδια, το «Canção do Mar», έχει διασκευαστεί από τη Sarah Brightman (το πασίγνωστο «Harem»), ενώ έχει ντύσει μουσικά και την ταινία «Primal Fear» («Φόβος Ενστίκτου»).
Εκτός από τα Πορτογαλικά, τραγουδά στα Ισπανικά, τα Αγγλικά, τα Αραβικά και τα Ελληνικά. Πολλές είναι και οι συνεργασίες της με αστέρια της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, όπως με τη Cesaria Evora, τον Andrea Bocceli, τον Caetano Veloso, αλλά και την Ελευθερία Αρβανιτάκη και τον Γιώργο Νταλάρα. Θεωρείται από πολλούς η διάδοχος της Amalia Rodriguez, της μεγάλης «βασίλισσας του fado». Σ’αυτήν αφιερώνει και το album, «O coracao tem tres portas».