Ένα από τα αριστουργήματα του λυρικού θεάτρου του 20ού αιώνα, ο «Βότσεκ»του Άλμπαν Μπεργκ θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή, από τις 19 Ιανουαρίου 2020 και για πέντε παραστάσεις, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ. Σκηνοθετεί ο κορυφαίος Γάλλος σκηνοθέτης Ολιβιέ Πυ, διευθύνει ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος και πρωταγωνιστεί ο διεθνώς αναγνωρισμένος βαρύτονος της ΕΛΣ Τάσης Χριστογιαννόπουλος.
Λίγα λόγια για την όπεραΑποτελεί μια από τις πρώτες εκτενείς όπερες του 20ού αιώνα γραμμένη σε ατονικό ιδίωμα με χρήση τραγουδιστής ομιλίας – «Sprechgesang». Τόσο λόγω της σημασίας του για την ιστορία του μουσικού μοντερνισμού όσο και για αυτή καθαυτή την ποιότητα της μουσικής του έχει ενταχθεί στο δραματολόγιο όλων των μεγάλων λυρικών θεάτρων του κόσμου.
Ο «Βότσεκ» είναι η πρώτη από τις δύο όπερες του Άλμπαν Μπεργκ, ενός από τους σημαντικότερους συνθέτες του 20ού αιώνα. Ο Μπεργκ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1885, υπήρξε μαθητής του Άρνολντ Σαίνμπεργκ και αναδείχτηκε σε έναν από τους διασημότερους εκπροσώπους της «δεύτερης σχολής της Βιέννης» επενδύοντας το δωδεκαφθογγικό σύστημα με λυρισμό και βαθύτερα «ανθρώπινες αξίες». Ανήκε στην πνευματική ελίτ της Βιέννης, μαζί με τους συνθέτες Αλεξάντερ φον Τσεμλίνσκι και Φραντς Σρέκερ, τον αρχιτέκτονα Άντολφ Λόος, τον ζωγράφο Γκούσταφ Κλιμτ και τον ποιητή Πέτερ Άλτενμπεργκ.
Ωστόσο, το ναζιστικό καθεστώς ήταν εχθρικό προς τον μουσικό μοντερνισμό όπως επίσης προς οποιονδήποτε είχε σχέση με Εβραίους – όπως ο Μπεργκ που υπήρξε μαθητής του Σαίνμπεργκ, τον οποίο μάλιστα είχε βοηθήσει και πρακτικά. Οι συνθέσεις του μπήκαν στη λίστα έργων «εκφυλισμένης μουσικής» και οι παρουσιάσεις τους ακυρώνονταν. Πέθανε το 1935, σε ηλικία πενήντα ετών, αφήνοντας τη δεύτερη όπερά του «Λούλου» ημιτελή, καθώς είχε διακόψει τη σύνθεσή της για βιοποριστικούς λόγους.
Ο «Βότσεκ» βασίζεται στο θεατρικό έργο «Βόυτσεκ» του Γκέοργκ Μπύχνερ, το οποίο έμεινε ημιτελές και εκδόθηκε το 1879, περισσότερο από σαράντα χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα. Ο Μπεργκ παρακολούθησε την παρουσίαση του θεατρικού του Μπύχνερ στη Βιέννη το 1914 και αμέσως αποφάσισε να μετατρέψει το κείμενο αυτό σε όπερα.
Η διασκευή του ΜπέργκΑπό τις σκηνές του έργου, των οποίων η σειρά δεν ήταν ούτε σαφής ούτε μονοσήμαντη, ο Μπεργκ επέλεξε δεκαπέντε, τις οργάνωσε σε τρεις πράξεις και συνέγραψε ο ίδιος το λιμπρέτο. Η σύνθεση της όπερας ξεκίνησε πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ολοκληρώθηκε μετά το τέλος του. Η εμπειρία του πολέμου μέσα από τη θητεία του στον αυστροουγγρικό στρατό επηρέασε βαθιά τη σύνθεση του έργου.«Υπάρχει κάτι από μένα σε αυτόν τον χαρακτήρα, καθώς πέρασα αυτά τα χρόνια του πολέμου εξίσου εξαρτώμενος από ανθρώπους που μισώ, ήμουν αλυσοδεμένος, άρρωστος. Αιχμάλωτος, παραιτημένος, για την ακρίβεια ταπεινωμένος», έγραφε ο Μπεργκ σε επιστολή προς τη γυναίκα του το 1918.
ΥπόθεσηΗ υπόθεση αφορά τη βία που υφίσταται από το περιβάλλον του ένας απλός, καθημερινός, φτωχός άνθρωπος με συνέπεια η σκέψη του να χάνεται σε δαιδαλώδεις διαδρομές. Όταν ο στρατιώτης Βότσεκ συνειδητοποιεί ότι η γυναίκα του Μαρί, η μόνη σταθερή αναφορά στη ζωή του, έχει εραστή, τη σκοτώνει. Αναζητώντας το φονικό μαχαίρι που ο ίδιος πέταξε στη λίμνη, πνίγεται. Η καθημερινή ζωή των στρατιωτών και έννοιες όπως η στρατοκρατία, η σκληρότητα, η κοινωνική εκμετάλλευση και ο περιστασιακός σαδισμός παρουσιάζονται στον «Βότσεκ» χωρίς καμία ωραιοποίηση.
Ο «Βότσεκ» είναι ένα έργο που θεωρείται ότι άλλαξε τα δεδομένα στην όπερα, καθώς ασχολήθηκε με ένα θέμα το οποίο μέχρι τότε κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί στη σκηνή ενός λυρικού θεάτρου, παρουσιάζοντάς το μέσα από μια αισθητική που σέβεται την ωμότητα του κειμένου, αναδεικνύοντας παράλληλα την ψυχολογική του διάσταση.
Ο στρατιώτης Βότσεκ ξυρίζει τον Λοχαγό, ο οποίος τον παροτρύνει να εργάζεται πιο αργά και του λέει πως ενώ είναι καλός άνθρωπος στερείται ηθικής, αφού έχει παιδί εκτός γάμου. Ο Βότσεκ απαντά πως η αρετή είναι πολυτέλεια για τους φτωχούς.
Ο Βότσεκ μαζί με τον συστρατιώτη του Άντρες κόβουν ξύλα στο δάσος. Έχει παραισθήσεις: ακούει φωνές και νομίζει πως ο ήλιος που δύει θα βάλει φωτιά στη γη. Ξαφνικά όλα ησυχάζουν.
3η Σκηνή – Ο Βότσεκ και η Μαρί – Στρατιωτικό εμβατήριο και νανούρισμαΗ Μαρί, μητέρα του παιδιού του Βότσεκ, και η φίλη της Μάργκρετ παρακολουθούν τη στρατιωτική μπάντα που περνά. Η Μαρί θαυμάζει τον Αρχιτυμπανιστή. Μόνη, η Μαρί τραγουδά ένα νανούρισμα στο παιδί της. Φτάνει ο Βότσεκ, ο οποίος της λέει για τις παραισθήσεις του, τις οποίες θεωρεί σημάδι πως θα γίνει κάτι κακό. Η Μαρί προσπαθεί να τον καθησυχάσει, αλλά εκείνος φεύγει για τον στρατώνα. Γεμάτη από τους δικούς της φόβους, η Μαρί βγαίνει και αφήνει το παιδί μόνο στο δωμάτιο.
Ο γιατρός πληρώνει τον Βότσεκ προκειμένου να συμμετέχει στην έρευνά του. Τον ρωτά σχετικά με τη διατροφή του και τον επιπλήττει επειδή δεν ακολουθεί όσα είχαν συμφωνήσει. Ο Βότσεκ τον πληροφορεί για τις παραισθήσεις που έχει, τις οποίες ο γιατρός δεν παίρνει στα σοβαρά.
5η Σκηνή – Η Μαρί και ο Αρχιτυμπανιστής – Andante affettuoso (quasi rondo)Ο Αρχιτυμπανιστής εκφράζει το ενδιαφέρον του για τη Μαρί. Εκείνη αρχικά αντιστέκεται, όμως τελικά ενδίδει.
Η Μαρί θαυμάζει τα σκουλαρίκια που της χάρισε ο Αρχιτυμπανιστής. Στον Βότσεκ λέει πως τα βρήκε. Παρότι δεν πείθεται, εκείνος της δίνει χρήματα. Όταν φεύγει, η Μαρί έχει τύψεις.
2η Σκηνή – Ο Λοχαγός και ο Γιατρός· αργότερα ο Βότσεκ – Φαντασία και φούγκα πάνω σε τρία θέματαΣτον δρόμο ο Λοχαγός και ο Γιατρός μιλούν για την αρρώστια και τον θάνατο. Όταν περνά ο Βότσεκ αφήνουν υπονοούμενα για τη Μαρί. Εκείνος τους ζητά να μην αστειεύονται με αυτό το θέμα.
3η Σκηνή – Μαρί και Βότσεκ – ΛάργκοΟ Βότσεκ ζητά εξηγήσεις από τη Μαρί. Εκείνη τα αρνείται όλα και, ενώ ο Βότσεκ είναι έτοιμος να τη χτυπήσει, εκείνη λέει πως προτιμά ένα μαχαίρι στην κοιλιά της παρά το χέρι του επάνω της.
4η Σκηνή – Κήπος ταβέρνας – ΣκέρτσοΔυο παραγιοί διασκεδάζουν τον κόσμο. Μπαίνει ο Βότσεκ και βλέπει τη Μαρί να χορεύει με τον Αρχιτυμπανιστή. Ένας τρελός πλησιάζει τον Βότσεκ και του λέει πως το θέαμα είναι αστείο αλλά μυρίζει αίμα.
5η Σκηνή – Κοιτώνας σε στρατόπεδο – Rondo martial με εισαγωγήΟ Βότσεκ δεν μπορεί να κοιμηθεί και κρατά ξύπνιο τον Άντρες. Φτάνει ο Αρχιτυμπανιστής μεθυσμένος και προκαλεί τον Βότσεκ. Οι δυο άνδρες έρχονται στα χέρια.
Γ΄ Πράξη – Έξι αυτοσχεδιασμοί 1η Σκηνή – Η Μαρί και το παιδί – Αυτοσχεδιασμός σε ένα θέμαΜόνη με το παιδί η Μαρί διαβάζει αποσπάσματα από τη Βίβλο, πρώτα για τη μοιχαλίδα, μετά για τη Μαρία Μαγδαληνή. Ζητά συγχώρεση από τον Θεό.
2η Σκηνή – Μαρί και Βότσεκ – Αυτοσχεδιασμός πάνω σε έναν φθόγγο (σι)Ο Βότσεκ και η Μαρί περπατούν δίπλα στη λίμνη. Εκείνη θέλει να φύγουν. Εκείνος λέει πως, αν δεν μπορεί να την έχει εκείνος, δεν θα την έχει κανένας. Βλέποντας το φεγγάρι να ανατέλλει κόκκινο, τη μαχαιρώνει.
3η Σκηνή – Ταβέρνα – Αυτοσχεδιασμός πάνω σε έναν ρυθμόΟ Βότσεκ μπαίνει στην ταβέρνα και χορεύει με τη Μάργκρετ. Όταν εκείνη εντοπίζει αίμα επάνω του, εκείνος δεν μπορεί να δώσει εξηγήσεις. Όλοι του φωνάζουν κι εκείνος φεύγει σε αλλόφρονα κατάσταση.
4η Σκηνή – Θάνατος του Βότσεκ – Αυτοσχεδιασμός πάνω σε ένα διάστημα έκτηςΟ Βότσεκ επέστρεψε στον τόπο του εγκλήματος. Φοβάται ότι αν βρεθεί το μαχαίρι θα τον ενοχοποιήσει κι έτσι το πετά στη λίμνη. Όταν βλέπει το κατακόκκινο φεγγάρι σκέφτεται πως το φως του θα αποκαλύψει το μαχαίρι, πως δεν το πέταξε αρκετά βαθιά. Ορμά στα νερά να το βρει και να ξεπλύνει τα χέρια του. Καθώς πνίγεται στη λίμνη, τον ακούν ο Λοχαγός και ο Γιατρός, που φεύγουν έντρομοι.
Ορχηστρικό ιντερλούδιο – Αυτοσχεδιασμός πάνω σε μια τονικότητα (ρε ελάσσονα)
5η Σκηνή – Παιδιά που παίζουν – Αυτοσχεδιασμός πάνω σε μια κίνηση ογδόουΤο επόμενο πρωί τα παιδιά παίζουν ανέμελα. Τα νέα μαθαίνονται και τα παιδιά λένε στον γιο της Μαρί ότι η μητέρα του βρέθηκε νεκρή. Το παιδί, που είναι μικρό και δεν καταλαβαίνει, συνεχίζει να παίζει.