Είναι παράξενο· αλλά το θέατρο, αν και κατεξοχήν ποιητικός χώρος, δεν συνηθίζει να συνομιλεί μετωπικά με την ποίηση. Η εξαίρεση στον (θεατρικό) κανόνα έρχεται από τη νέα παράσταση του Δημήτρη Τάρλοου και του «Πορεία» που καταφεύγει στην υψηλή λυρική ποίηση Ελλήνων δημιουργών. Ο ποιητής Στρατής Πασχάλης συμπράττει (για πολλοστή φορά μαζί του) και δημιουργεί – μέσα από μια ποικιλία μουσικότητας, ρυθμού, ύφους, ευαισθησίας – μια ενιαία αφήγηση – στοχασμό για τον έρωτα. Τίτλος της «Δόξα κοινή» (φράση από την «Οδό Φιλελλήνων» του Ανδρέα Εμπειρίκου).
Αντλώντας από έργα του Εμπειρίκου, του Καβάφη, του Ελύτη, του Σολωμού ο πυκνός και πολυδιάστατος ποιητικός λόγος μετατρέπεται σε δράσεις ατμοσφαιρών, εικόνων, αισθήσεων, αισθημάτων και συναισθημάτων· που, με τη σειρά τους, θα συμβάλουν σε τόπους κοινούς, κόσμους κοινούς, εκεί όπου κορυφώνεται η ποίηση.
Οι δέκα πρωταγωνιστές της παράστασης- Αλέξανδρος Βαμβούκος, Λήδα Μανιατάκου, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Άρης Μπαλής, Γιάννης Νταλιάνης, Διονύσης Πιφέας, Θάλεια Σταματέλου, Αρετή Τίλη, Σίσσυ Τουμάση, Ορέστης Χαλκιάς – και ο επί σκηνής μουσικός Μάριος Παπούλιας, επιλέγουν ποιητικά επεισόδια του έργου και αιτιολογούν γιατί στέκονται σ’ αυτούς τους αποκαλυπτικούς, για τον καθένα, στίχους.
Ο Αλέξανδρος Βαμβούκος επιλέγει Οδυσσέα ΕλύτηΑυτό το ελάχιστο ποιητικό θραύσμα, αυτή η ανεπαίσθητη παρότρυνση, αυτή η ελάσσων προστακτική, η απλούστατη προτροπή, είναι στίχος ολάκερος από το «Μονόγραμμα» του Ελύτη – και θεωρώ το περιεχόμενό του καίριο ζητούμενο για τη ζωή και τη σκηνή. Εκ πρώτης όψεως απλό και προφανές, κρύβει μέσα του τα πάντα, συμπυκνώνοντας με λυρική απλότητα τη θέληση για επικοινωνία και κατανόηση. Αποτελεί κάλεσμα για επαφή με τον άλλο αλλά και τον εαυτό, με το έξω από μας αλλά και το εντός μας, με ό,τι πραγματικό μας περιτριγυρίζει αλλά και με ό,τι υπερβατικό μας περιβάλλει, ως μέρος του ψυχικού κόσμου ή της φαντασίας, ή του κόσμου της πίστης, των ιδεών και της τέχνης. Περικλείει, δε, πέρα από την προσπάθεια να αφουγκραστούμε ό,τι υπάρχει γύρω μας και μέσα μας -ρητό, άρρητο, ορατό, αόρατο-, και την πρόσκληση προς στον άλλο για κοινή αναζήτηση, για κοινή προσπάθεια συνακρόασης, επομένως, για κοινή προσπάθεια συνύπαρξης. Φαντάζει απλό αλλά είναι δύσκολο, και με συγκινεί.
Με τους στίχους αυτούς ο Καβάφης κλείνει το «Σύνταγμα της Ηδονής» του, που με βαθιά χαρά μελοποίησα για τη «Δόξα Κοινή». Πολύ πριν τους υπερρεαλιστές, με το μανιφέστο αυτό της απελευθέρωσης των αισθήσεων, ο ποιητής μάς προτρέπει να καταταχθούμε χωρίς ίχνος ενοχής και κακώς εννοούμενης ηθικής στην υπηρεσία της Ηδονής. Όταν περνά το Σύνταγμα της Ηδονής με μουσικήν και σημαίας το ιερό μας χρέος είναι να ενδίδουμε στις βαθιές μας επιθυμίες. Η πίστη, όμως, στην Ηδονή υπόσχεται εκτός από μια ένδοξη ζωή κι έναν ένδοξο θάνατο: Οι φαντασιακές μορφές των επιθυμιών μας θα μας αποχαιρετήσουν με ευλάβεια και λαμπρότητα και έφηβοι αρχαίοι θεοί θα διαφυλάξουν την ουσία της ύπαρξή μας στην αιωνιότητα της Ποίησης και της Τέχνης.
Η Ηλιάνα Μαυρομάτη επιλέγει Ανδρέα Εμπειρίκο «…απ΄των τρελών τις άναρθρες φωνές κι απ’ των βαρέων καημών τις στοναχές, ως λάβα ζεστή ή ως σάλπιγξ μιας αενάου παρουσίας, μα προ παντός ως σπέρμα, ως σπέρμα ορμητικόν, εν ευφροσίνη αναβλύζον, τον ερχομό και την ανάγκη των νέων Παραδείσων ψάλλουν!…»Η επιθυμία για μια ποιητική, ελεύθερη και επαναστατημένη ύπαρξη που συνδέεται πάντα με τον άλλον μέσα από τον Έρωτα, έρχεται σαν ωστικό κύμα, σαν αναπόφευκτη λαίλαπα που σαρώνει οτιδήποτε πάει να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο της. Μέσα στο σκοτάδι της εποχής μας, την καταπίεση και τον φόβο, ο Εμπειρίκος προβάλλει ως απάντηση, ως δυνατότητα ή ως νομοτέλεια, τον ερχομό της απελευθέρωσης, της χειραφέτησης, του ποιητικού φίλτρου μέσα από το οποίο αντιμετωπίζει κανείς τη Ζωή και τον Έρωτα.
Ο Άρης Μπαλής επιλέγει Κώστα Καρυωτάκη «Είναι δώ; Είναι κει; Έφυγε; Θά ‘ρθει; Πού είναι; Η τελευταία;»…διότι…
«Πρώτη φορά» – Ρένα Κουμιώτη
«Ένα τραγούδι πες μου ακόμα» – Ρίτα Σακελλαρίου
«Veridis quo» – Daft Punk
«Autumn leaves» – Miles Davis
«Σερενάτα για τη σεξουαλική απουσία» – Μάνος Χατζιδάκις
«Back to black» – Amy Winehouse
«Moonlight sonata» (1st movement) – Ludwig van Beethoven
«In a manner of speaking» – Tuxedomoon
(Theme from) «Midnight express» – Giorgio Moroder
«Wish you were here» – Pink Floyd
«Ascenseur pour l’ echafaud» – Miles Davis
«Κάτω απ’ τη μαρκίζα» – Βίκυ Μοσχολιού
Η Δημοτική Ποίηση με συναρπάζει και με παρηγορεί. Ο δεκαπεντασύλλαβος χαρίζει την απαραίτητη ελαφράδα στις πολύ οδυνηρές, κάποιες φορές ιστορίες που αφηγείται.
Η σχέση μου με τα δημοτικά ποιήματα, αν και παλιά, ενισχύθηκε ιδιαίτερα στα χρόνια της Δραματικής Σχολής του Πέλλου Κατσέλη που θεωρούσε απαραίτητη την διδασκαλία τους, στους νέους ηθοποιούς. Ήταν νομίζω Απρίλιος, πολλά χρόνια πριν, και ο Δάσκαλος επλήγη από ελαφρό εγκεφαλικό. Είχαμε την επόμενη μάθημα μαζί του και παρά τις συστάσεις των γιατρών δεν δέχθηκε να αντικατασταθεί από άλλο καθηγητή. Στο μάθημα, ένας συμμαθητής μου έκανε μια χλιαρή απόπειρα με τον «Μενούση». Τότε ο Κατσέλης φανερά ταραγμένος αλλά και αναζωογονημένος, σηκώθηκε, άρχισε να χτυπάει στο τραπέζι του, με τρεμάμενα χέρια, σταθερά και δυναμικά τον ρυθμό, και τραυλίζοντας απήγγειλε τον «Μενούση» έτσι όπως δεν ειπώθηκε ούτε θα ειπωθεί ποτέ! Μείναμε όλοι άναυδοι, ήταν μια αξέχαστη εμπειρία που θα μπορούσα τώρα να την ονομάσω το θαύμα της ποίησης!
Η στιγμή που αποφασίζουμε να αλλάξουμε τη ζωή μας έρχεται με την συνειδητοποίηση της προσωπικής μας ευτυχίας. «Ό, τι ο καθένας αγαπά» είναι πολύ σημαντικό και τις περισσότερες φορές αποτελεί κινητήριο δύναμη μέσα στην καθημερινότητα. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις στις οποίες επιβάλλεται ριζική αλλαγή στη ζωή μας, ώστε να έχουμε αυτό το «ένα και μόνο ένα». Τότε είναι που αποχαιρετούμε τον παλιό μας εαυτό που έριχνε αλλού τις ευθύνες για τα δικά μας λάθη. Το πάθημα ήταν δικό μας, άρα και το μάθημα είναι δικό μας. Άλλωστε, αν δεν ήταν το λάθος μου χθες, που θα ήμουν εγώ σήμερα;
Αγνότητα, καθαρότητα, παιδικότητα. Πάντα αναρωτιέμαι αν πράγματι όπως λένε μεγαλώνοντας ο άνθρωπος χάνει αυτές τις αρετές ή αν απλώς επιλέγει να τις βάλει στην άκρη. Τείνω να πιστέψω το δεύτερο. Για ένα όμως είμαι πεπεισμένη: Πως κάθε ειλικρινής μορφή έκφρασης και δημιουργίας είναι συνυφασμένη με αυτές. Η καλλιτεχνική δημιουργία πηγάζει από μιαν επείγουσα ανάγκη επιστροφής στην παιδική ηλικία, όπου η σκέψη του θανάτου απουσιάζει. Κι αυτό εμπεριέχει άμετρη γενναιότητα και δειλία ταυτόχρονα – εξαρτάται πώς θα το δει κανείς. Αγνότητα ίσον άγνοια κινδύνου ίσον απουσία φόβου ίσον αγάπη. Αγάπη με την έννοια της ολοκληρωτικής αφοσίωσης, του γενναίου δοσίματος. Και ναι, χωρίς αγνότητα δεν φτιάχνουμε τίποτε το αληθινό.
Η Αρετή Τίλη επιλέγει Ανδρέα ΕμπειρίκοΣτον συγκεκριμένο στίχο βρίσκω ένα μάθημα ζωής, πολύ σημαντικό κατά τη γνώμη μου. Από την μία υπάρχει ο ”καύσων” κάτι που μας προκαλεί δυσφορία και μόνο στο άκουσμά του. Από την άλλη το ”φως” μας προκαλεί θετική διάθεση, διάθεση για ζωή. Τα δύο αυτά αντίθετα πράγματα όμως, είναι αλληλοεξαρτώμενα. Χρειάζεται το ένα το άλλο. Έτσι και οι διάφοροι ”καύσωνες ” της ζωής μας χρειάζονται για να υπάρξει μετά και το ”φως”.
Η Σίσσυ Τουμάση επιλέγει Ανδρέα Εμπειρίκο «Τα ρούχα πέτα, γδύσου.Έρωτας-Θάνατος.
Οίστρος-Φόβος.
Το ένα γεννά το άλλο.
Ένα σχήμα κύκλου που μια δύναμη ενώνεται με το αντίθετο της. Η απελευθέρωση από τον πόνο έρχεται όταν αποδεχτούμε την ύπαρξη του και σταματάμε να τον αποφεύγουμε. Να τον πολεμάμε.
Δύναμη είναι η ικανότητα μεταμόρφωσης. Η μεταμόρφωση του πένθους σε ένα βατήρα από τον οποίο βουτάμε στη ψυχική ανάπτυξη. Κι ο έρωτας είναι αυτός που ξεγυμνώνει τη ψυχή μας και μας σπρώχνει να βουτήξουμε. Βίαια. Όπως είναι η ζωή.Ένα βίαιο θαύμα.
Η δημοτική ποίηση με την αφοπλιστική της πυκνότητα, εκτοξεύει την φαντασία μου, με συγκινεί. Διάλεξα αυτό το απόσπασμα γιατί μου θυμίζει εκείνα τα φιλιά, που χρωματίζουν τον κόσμο γύρω και κοκκινίζουν τον κόσμο μέσα. Εκείνα που κοιτούν στα μάτια βαθιά κι ως δάκρυα ταξιδεύουν στα χείλη. Γραμμές που ρέουν σε όλο το κορμί, από τα μάτια ως τη γη που πατάμε. Κι η γη που πατάμε, με αίμα είναι ποτισμένη. Ας τη δροσίσουμε με τέτοια δάκρυα.
Ο Μάριος Παπούλιας επιλέγει Ανδρέα Εμπειρίκο «Τα ρούχα πέτα, γδύσουΞεχωρίζω αυτούς τους στίχους του Ανδρέα Εμπειρικού και τους αντιλαμβάνομαι σαν ένα είδος απάντησης-στάσης στην διαρκή υπαρξιακή αγωνία… με την φωνή του έρωτα. Σαν μια προτροπή παραδόσεως, υπέρβασης και αναγωγής από την ανθρώπινη στην θεϊκή φύση· στην ασφάλεια της ρομφαίας. Στον φυσικό κύκλο της ζωής όπως κυλούν κι οι εποχές (Έαρ, Χειμώνας, Θέρος) “Γδύσου”. Κάθαρση. Αν σε χτυπήσει ένα βέλος, το άπιαστο κυνηγάς ως το τέλος. Σ’ έναν αέναο κύκλο δημιουργίας και ματαίωσης, συρραφής και αποδόμησης. Το αιθέριο μοιάζει απτό. Το πραγματικό δεν ξεχωρίζει από το ιδεατό. Μα πάντα ο άνθρωπος θα ελπίζει στη δικαίωση της ύπαρξης. Και αυτή η φλόγα ελπίδας θα είναι εφαλτήριο εσωτερικής διερώτησης και υπέρβασης. Για μια κοινή πανανθρώπινη δικαίωση. Λουσμένη στο φως.