MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
21
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ

Συν & Πλην: «Ο γιος» στο Θέατρο Νέου Κόσμου

Μια σύνοψη των θετικών και των αρνητικών σημείων για την παράσταση «Ο γιος» σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Νέου Κόσμου.

stars-fullstars-fullstars-fullstars-halfstars-empty
| ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΔΟΜΝΙΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
author-image Στέλλα Χαραμή

Το έργο

Μόλις στα 40 του χρόνια, ο Φλοριάν Ζελέρ είναι ένας από τους πιο πολυμεταφρασμένους και πολυπαιγμένους συγγραφείς έξω από τη Γαλλία. ‘Εχοντας ξεκινήσει την κούρσα των διακρίσεων το 2004 με το μυθιστόρημα «Η σαγήνη του κακού», μπαίνει στο χώρο της θεατρικής γραφής το 2007. Το πρώτο του θεατρικό έργο «Η άλλη», θα διαδεχθεί περισσότερα από δέκα κείμενα που τον έχουν χαρακτηρίσει, μεταξύ άλλων, ως τον «συναρπαστικότερο θεατρικό συγγραφέα των καιρών μας».

Η άτυπη τριλογία των έργων «Η Μητέρα» (2010), «Ο Πατέρας» (2012) και «Ο γιος» (2018) εκτοξεύει το συγγραφικό άστρο του Ζελέρ με υποψηφιότητες, βραβεύσεις και ανεβάσματα σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, «Ο γιος» διαφοροποιείται από τα προηγούμενα έργα του, αφού αναφέρεται στα προσωπικά του βιώματα ως εφήβου. ‘Ηρωας του είναι ο 17χρονος Νικολά που μας συστήνεται με μια συνταρακτική παραδοχή: «Η ζωή μου είναι βάρος» λέει και δείχνει να έχει ακινητοποιηθεί ψυχολογικά μετά το διαζύγιο των γονιών του. Χάνοντας σταδιακά επαφή με τη μητέρα του, δηλώνει την επιθυμία να ζήσει με τον πατέρα του και τη νέα οικογένεια που έχει δημιουργήσει με τη δεύτερη του σύζυγο, Σοφία. Παρόλα αυτά, η αλλαγή δεν φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα την στιγμή που όλοι – υπομένοντας ένα μεγάλο φορτίο ψυχολογικής πίεσης – μοιάζουν αδύναμοι να κατανοήσουν την ψυχική κατάσταση του παιδιού.

«”Ο Γιος” είναι η ιστορία ενός πατέρα που προσπαθεί να σώσει το γιο του» λέει ο Ζελέρ. «’Ομως, φτάνει μια στιγμή που δεν μπορούμε να έρθουμε στη θέση του άλλου. Πρέπει, λοιπόν, ν’ αποδεχτούμε την αδυναμία μας. Αυτός ο πατέρας προσπαθεί να σώσει το παιδί του με την αγάπη. Ανακαλύπτει, όμως, πως η αγάπη δεν αρκεί».

Mε την χρήση μιας απλής, καθημερινή γλώσσας, μέσα από μια γραμμική αφήγηση που – παρόλα αυτά ευνοεί την κλιμάκωση των συναισθημάτων και του σασπένς – και με ήρωες αληθινούς που θαρρείς πως έχουν ζήσει, ο Φρανσουά Ζελέρ γράφει ένα έργο για τον τρόπο που το στενό περιβάλλον ενός ψυχικά ασθενούς ανταποκρίνεται στην έκκληση του για βοήθεια. Και μας παραδίδει ένα σκληρό και ρεαλιστικό αποτύπωμα οικογενειακών και γονεϊκών σχέσων που ορίζονται από το στίγμα της ψυχικής νόσου.

Δέσποινα Κούρτη και Δημήτρης Κίτσος σε πλάνο από τον «Γιο».

H παράσταση

Φίλιος στη σύγχρονη εργογραφία με κοινωνικό πρόσημο, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ανακαλύπτει ξανά ένα σημαντικό κείμενο και παραδίδει μια παράσταση υψηλής δυναμικής – που σχεδόν θυμίζουν το επίτευγμα του στα «Ορφανά» του Ντένις Κέλι. Διαβάζοντας διεξοδικά τους τέσσερις χαρακτήρες και μέσα από σκηνοθετικές γραμμές λιτότητας και εκφραστικής οικονομίας, καθοδηγεί τους ηθοποιούς του σε βάθος, στην επίδοση των οποίων η παράσταση οφείλει πολλά. Γνήσιο δείγμα ρεαλιστικού, κοινωνικού θεάτρου για το τρομακτικό αδιέξοδο δυσλειτουργικών οικογενειακών σχέσεων.

‘Αννα Καλαϊτζίδου και Λάζαρος Γεωργακόπουλος σε σκηνή της παράστασης.

Τα Συν (+)

Οι ερμηνείες

Και μόνο η σύνθεση του θιάσου – Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Δέσποινα Κούρτη, Αννα Καλαϊτζίδου και ο νεότερος Δημήτρης Κίτσος – προδιαθέτει θετικά. Ευτυχώς, άπαντες, δικαιώνουν τις προσδοκίες να ζωντανέψουν την αγωνία και την άγνοια των οικείων ενός παιδιού που πάσχει.

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος επιβεβαιώνει περίτρανα τον χαρακτηρισμό του έργου ως «τραγωδία του πατέρα»: Κλικαμώνει με μαεστρία την ψυχολογική ένταση του Πιερ που πασχίζει να φανεί αντάξιος των περιστάσεων, μολονότι δεν αποφεύγει την γονεϊκή παγίδα να προβάλλει τις προσωπικές του επιθυμίες απέναντι στο γιο του. Καθηλωτικός πράγματι.

Η Δέσποινα Κούρτη φέρει όλη τη ματαίωση της εγκαταλελειμένης συζύγου που, πλέον, παραλύει, όταν την “απορρίπτει” και ο γιος της. Αποτυπώνει με τρόπο διάφανο τον λανθασμένο τρόπο με τον οποίον μια μητέρα ζει μέσα από το παιδί της.

Η ‘Αννα Καλαϊτζίδου, το τρίτο πρόσωπο στη σχέση των γονιών, δεν έχει μια τυπική αποστολή να φέρει σε πέρας. Η ηρωίδα της, Σοφία, δεν είναι μια στερεοτυπική απόδοση της «πέτρας του σκανδάλου»· αλλά μια ακόμα μάρτυρας ενός οικογενειακού δράματος στο οποίο, ακούσια έχει συμμετάσχει. Μετρημένη και ψύχραιμη στην ερμηνεία της.

Τέλος, ο Δημήτρης Κίτσος – που μέχρι τώρα είχαμε δει μόνο ως μέλος της ομάδας των C for Circus – δίνει το πλήρες πορτρέτο ενός εφήβου που ακροβατεί στην αστάθεια της νεότητας και το έρεβος της ψυχικής ασθένειας. Πέραν, βεβαίως, από τις καλές, επί μέρους ερμηνείες είναι αξιοσημείωτη η χημεία, το πλαίσιο των σχέσεων που δημιουργούν οι τέσσερις ερμηνευτές επί σκηνής.

Η σκηνοθεσία

Χωρίς να απομακρύνεται από το γνώριμο σκηνοθετικό του λεξιλόγιο – που επιβάλλει αισθητική και εκφραστική λιτότητα – ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος εστιάζει αποτελεσματικά στους ήρωες του έργου. Τους τοποθετεί μέσα, σε τρόπον τινά, γκρο πλαν για να γίνει διακριτή η προσωπική πορεία του καθενός και το πως αυτή συμβάλλει στην δραματική κορύφωση. Την ίδια ώρα, επιμελείται με φροντίδα τον κινηματογραφικό ρυθμό της παράστασης, επικουρώντας το ρεαλιστικό πλαίσιο στο οποίο κινείται η δραματουργία.

Ο φωτισμός

Η κινηματογραφική ροή της παράστασης ενισχύεται από τη σχέση «φωτός – σκοταδιού» όπως την έχει επιμεληθεί ο Σάκης Μπιρμπίλης.

Η λειτουργικότητα των σκηνικών

Η σκέψη της Ευαγγελίας Θεριανού να δημιουργήσει με ευελιξία, και λειτουργικότητα δύο χώρους που παραπέμπουν σε δύο οίκους, υπογγραμίζουν την, σε διαρκή εκκρεμότητα, σχέση του γιου με τους γονείς του.

Δημήτρης Κίτσος και Λάζαρος Γεωργακόπουλος.

Τα πλην (-)

Η αισθητική λιτότητα

Πιστός στις οπτικά “στεγνές” παραστάσεις του, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ακολουθεί εδώ τον ίδιο απαρέγκλιτο δρόμο. Δεδομένης της θεματολογίας του έργου, θα ήταν χρησιμότερη μια μεγαλύτερη αισθητική γενναιοδωρία (σκηνικά, κοστούμια) για να σταθεί πιο “παρηγορητική” στην σχέση των θεατών με αυτό.

Το άθροισμα (=)

Συστάσεις για ένα πολύ δυνατό νέο κείμενο μέσα από μια εύρυθμη σκηνοθεσία και τέσσερις αξιοσημείωτες ερμηνείες.

Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου