Σημείο αφετηρίας της νέας ατομικής έκθεσης της Λαμπρινής Μποβιάτσου αποτελεί η εξέταση του συναισθήματος που πρώτος ο Γάλλος συγγραφέας Romen Rolland αποκάλεσε «ωκεάνιο συναίσθημα».
Πρόκειται για ένα συναίσθημα απεραντοσύνης και πληρότητας που αισθάνεται η ανθρώπινη ύπαρξη με σκοπό τον εναγκαλισμό της ατομικότητας και του συλλογικού υποκειμένου. Το ωκεάνιο συναίσθημα, αυτή η υπερβατική βίωση και συνειδητοποίηση του όλου, υπήρξε πηγή μελετών από ερευνητές της φιλοσοφίας, της ψυχανάλυσης και της ανθρωπολογίας.
Όπως αναφέρει και ο ιστορικός τέχνης Μανόλης Καρτεράκης:Στη νέα παρουσίαση της εικαστικής της εργασίας, η Λαμπρινή Μποβιάτσου, μέσα από έργα ζωγραφικής σε ξύλο και γλυπτά από μεικτά υλικά, καταπιάνεται με το δίπολο «άνθρωπος-φύση», ως μία εν-συνείδητη διαδικασία όσμωσης των δύο πόλων. Καταφεύγει στο φροϋδικό «ωκεάνιο συναίσθημα» (αίθημα του απείρου, του ατέρμονου και του απεριόριστου), όπου τα ανθρώπινα όρια του Εγώ προς το Αυτό (id), του εσωτερικού με τον εξωτερικό κόσμο καθίστανται δυσδιάκριτα. Η εικαστικός συνειδητοποιεί την ανάγκη σύνδεσης του ανθρώπου με το όλον της φύσης, ως αναπόσπαστο κομμάτι της, ενώ συγχρόνως ανιχνεύει την αγωνία που συνεπάγεται η –συχνά μάταιη- αναζήτηση αυτής της σύνδεσης, αλλά και την πληρότητα που αυτή μπορεί να επιφέρει στις στιγμές που μπορεί να βιώνεται, κυρίως μέσα από την εκδήλωση του αγαπητικού αισθήματος, ως μια πορεία αυτο-πραγμάτωσης.
Αξιοποιώντας το σουρεαλιστικό λεξιλόγιο, μέσα από προσεκτική επιλογή συμβόλων (εικονιζόμενων ή ready made αντικειμένων), και κάνοντας χρήση των αρχαίων μύθων (π.χ. Νάρκισσος, Ευρυδίκη) και των στοιχείων της Φύσης (άνθιση, λίμνη), υπογραμμίζει τη θηλυκή της υπόσταση στις πολλαπλές της υποστάσεις (κόρη, γυναίκα, μητέρα), ως ενσώματο κάτοπτρο της απεραντοσύνης της Φύσης. Το μοτίβο της αντανάκλασης του εγώ (υποκείμενο δημιουργός) που χρησιμοποιεί με συνέπεια, ως εκφραστικό ίχνος δήλωσης παρουσίας και σύνδεσης με τον θεατή, επιτείνει την αίσθηση αγωνίας για την πραγμάτωση μίας α-ληθινής επαφής τόσο με τον Εαυτό όσο και με το Όλον.