Η Ιωάννα Αποστόλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης. Ώς υπότροφος του Ιδρύματος Υποτροφιών Αδελφών Πράτσικα, συνέχισε τις σπουδές της στο σύγχρονο χορό, στο Folkwang Hochschule στο Essen της Γερμανίας. Ως χορεύτρια έχει συνεργαστεί με τις ομάδες: Griffon/ Ιωάννα Πορτόλου, Πρόσχημα/Μαρία Κολλιοπούλου, Ύψιλον/ Αγγελική Στελλάτου, Yelp danceco/ Μαριέλα Νέστορα, Ομάδα Σύγχρονου Χορού της Πέρσας Σταματοπούλου, X- it dance theatre/Φώτης Νικολάου και, τη Μαριάννα Καβαλλιεράτου, το Χάρη Κούσιο, τη Μυρτώ Γράψα, την Όλια Λυδάκη , τη Λία Τσολάκη, την Ομάδα Σύγχρονου Χορού του Χάρη Μανταφούνη κ.α., δίνοντας παραστάσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Από το 2008 διδάσκει σύγχρονο χορό σε παιδιά, ενήλικες και σπουδαστές χορού.
Ανήκω και εγώ σε εκείνους, που ευχήθηκαν πολλές φορές, να είχαν περισσότερο χρόνο για τον εαυτό τους, για να κάνουν περισσότερα πράγματα που ποτέ δεν προλάβαιναν να κάνουν όταν η καθημερινότητά τους τρέχει κτλ. Να που τώρα λοιπόν αυτός ο χρόνος μας επιβλήθηκε και προσωπικά νιώθω τελείως αφοπλισμένη μπροστά του.
Ναι, είμαι βέβαια από τους τυχερούς που έχουν επιλογή για το πώς θα “αξιοποιήσουν” το #μένουμε σπίτι. Μπορώ να διαβάσω τα βιβλία μου που δεν είχα το χρόνο να τελειώσω, μπορώ να ταξινομήσω το σκληρό μου δίσκο, μπορώ να βλέπω βίντεο, να ακούω μουσική, να τεμπελιάζω και να κοιτάω το ταβάνι.
Ταυτόχρονα όμως, αυτή η πανδημία και η συνθήκη του #μένουμε σπίτι μας (ξανά)αποκάλυψε τα τεράστια προβλήματα του χώρου μας, τα οποία δε μας παίρνει πια να αγνοήσουμε. Πάρα πολλοί καλλιτέχνες ξέμειναν χωρίς καμία υποστήριξη, χάρη στις ανύπαρκτες συμβάσεις με τις οποίες δούλευαν, με αποτέλεσμα να μην μπορούν καν να διεκδικήσουν το επίδομα των 800 ευρώ. Και όσοι λίγοι κατάφεραν να το διεκδικήσουν, είμαι σίγουρη ότι η σκέψη τους οδηγείται στην ανεργία και στην πληγή που θα υποστούν οι κλάδοι μας στο διάστημα που πρόκειται να ακολουθήσει μετά από όλα αυτά.
Τη συνθήκη λοιπόν αυτή, τη βιώνω μέσα από μια μεγάλη αντίφαση. Από τη μία νιώθω τυχερή γιατί έχω σπίτι να μείνω, νιώθω ασφαλής και καλά μέσα σε αυτό και έχω τη δυνατότητα να επιλέγω το πως θα περάσω το χρόνο μου, αλλά από την άλλη νιώθω ότι είναι πλέον υποχρεωτικό να στρέψουμε όλοι το βλέμμα μας σε αυτά που συμβαίνουν δίπλα μας: μέσα στα νοσοκομεία, στην παραπληροφόρηση και στον αποπροσανατολισμό των ΜΜΕ, στον κοινωνικό διαχωρισμό που γίνεται μεταξύ των ανθρώπων απέναντι στο δικαίωμα τους στην υγεία, στις ομάδες ανθρώπων που δεν έχουν τη δυνατότητα να προστατευτούν, αλλά και στο πόσο εκτεθειμένος βρίσκεται ο κλάδος μας, πόσο αβέβαιη είναι η θέση μας μέσα στην εργασία, ώστε όταν τελειώσει όλο αυτό να βγούμε πιο συνειδητοποιημένοι, πιο αλληλέγγυοι, να έχουμε αναστοχαστεί, να ενεργοποιήσουμε τον καλό μας εαυτό και να μην ξεχάσουμε.
Τη στιγμή που μία συζήτηση για το σώμα-ως εμπειρία όχι ως οργανικό υλικό- τη συνύπαρξη και τον δημόσιο χώρο είναι ενεργή, πώς βιώνεις το προληπτικό μέτρο της απαγόρευσης ή -ας πούμε- περιορισμού της κυκλοφορίας;Με τρομάζει το ότι κάποιοι είναι έτοιμοι να μεταφράσουν και να δεχτούν αυτήν τη συνθήκη, ως μία πιθανή εκδοχή μίας νέας πραγματικότητας που θα αντικαταστήσει με ευκολία την παλιά…
Παρόλο που, μέχρι ενός σημείου μπορώ να καταλάβω το στόχο και τη χρησιμότητα που μπορεί να εξυπηρετήσει το συγκεκριμένο μέτρο, με τρομάζει πολύ. Νιώθω ότι, εάν ήμουν ξανά 5 χρονών θα ξαναπατούσα με μανία το πόδι μου πάνω κάτω στο έδαφος και θα απαιτούσα από στη μαμά μου να το εξαφανίσει. Θεωρούσα ότι είναι κάτι που έχουμε ακούσει να συμβαίνει στο μακρινό παρελθόν ή που συμβαίνει σε χώρες πολύ μακριά από εμάς, σε καθεστώτα άλλου τύπου και που δε θα ζήσουμε ποτέ. Δε θέλω να παραδεχτώ ότι μου συμβαίνει. Μου θυμίζει σενάριο δυστοπικής σειράς το να πρέπει να στέλνω μήνυμα προκειμένου να βγω από το σπίτι μου για μια βόλτα, να πάω στο σούπερ-μάρκετ ή οτιδήποτε άλλο.
Θεωρώ ότι χρειάζεται ιδιαίτερη εγρήγορση απέναντι σε όλα αυτά που μας ζητούνται να ακολουθήσουμε με πρόταγμα της “προστασίας της υγείας μας”. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε μέσα μας το λόγο για τον οποίο μένουμε σπίτι ή δεχόμαστε προσωρινά τον περιορισμό της κυκλοφορίας μας. Με τρομάζει το ότι κάποιοι είναι έτοιμοι να μεταφράσουν και να δεχτούν αυτήν τη συνθήκη, ως μία πιθανή εκδοχή μίας νέας πραγματικότητας που θα αντικαταστήσει με ευκολία την παλιά, προκειμένου να πείσουν τους εαυτούς τους ότι αισθάνονται ασφαλείς με την παραδοχή ότι κάποιος άλλος, «πιο πάνω» από αυτούς θα αποφασίσει: πότε θα βγουν από το σπίτι τους, πώς θα βγουν και που θα πάνε.
Μην παρεξηγηθώ, δεν αμφισβητώ σε καμία περίπτωση τη σοβαρότητα της κατάστασης, αλλά είναι πολύ σαφές μέσα μου, ότι όσο εγώ υποχρεώνομαι να βρίσκομαι σε αυτήν τη συνθήκη και αναλαμβάνω τις περιβόητες ευθύνες που μου αναλογούν, άλλο τόσο απαιτώ από την πολιτεία να λάβει όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα που πρέπει να παρθούν. Το συγκεκριμένο μέτρο θα χάσει το νόημά του εάν δε συνδυαστεί με τη μαζική διάθεση διαγνωστικών τεστ, με την παροχή εξοπλισμού στο ιατρικό προσωπικό, επίταξη ιδιωτικών νοσοκομείων, κτλ.
Η προειδοποίηση ότι η σωματική οικειότητα είναι επικίνδυνη, καθώς και η υποχρέωση να κρατάμε συγκεκριμένες αποστάσεις έχει αλλάξει τους τρόπους που κινούμαστε στο δημόσιο χώρο. Περπατάμε στο δρόμο και αποφεύγουμε να διασταυρωθούμε με αγνώστους, συναντάμε γνωστούς και τους μιλάμε από μακριά. Πως βιώνεις αυτές τις υποχρεωτικές αποστάσεις και τι κατ’ ανάγκη νέες προσωπικές σχέσεις που δημιουργούν;Για μένα ήταν σοκαριστικό να συναντώ κάποιον φίλο στο δρόμο και να μην μπορώ να τον αγκαλιάσω ή έστω να τον ακουμπήσω. Ειδικά τις πρώτες μέρες, όλο μου το σώμα κλοτσούσε, για να φρενάρει κινήσεις που αναδύονται από τα έγκατα της σωματικής μνήμης.
Μου φαίνεται σοκαριστικό όσες φορές έχω συναντήσει κάποιον φίλο ή γνωστό στο δρόμο να μην μπορώ να τον αγκαλιάσω ή έστω να τον ακουμπήσω. Ειδικά τις πρώτες μέρες, όσες φορές μου είχε συμβεί αυτό, ήταν σα να αναγκαζόμουν να πατήσω φρένο ενώ τρέχω με 200 χλμ. Όλο μου το σώμα κλοτσούσε, για να φρενάρει κινήσεις που αναδύονται από τα έγκατα της σωματικής μνήμης.
Ταυτόχρονα, εάν δε γνωρίζεις το πώς ο άλλος θα αντιδράσει ή νιώθει για αυτό και, καθώς οφείλεις να το σεβαστείς, υπάρχουν αυτές οι στιγμές τεράστιας σωματικής και κοινωνικής αμηχανίας. Είναι σα να χάνεται για λίγα δευτερόλεπτα κάθε κοινωνικός και σωματικός μηχανισμός από αυτούς που διαθέτουμε και να διογκώνεται ένα τελείως άγνωστο και ανοίκειο κενό. Μετά ακολουθούν τα σχετικά αστεία προκειμένου να σπάσει ο πάγος και να νιώσουμε ότι επιστρέφουμε σε μία “κανονικότητα”.
Σωματικά είμαστε γυμνοί, όπως πάντα άλλωστε (να και κάτι που δεν αλλάζει!). Το παρατηρώ αυτές τις μέρες το σώμα μου και τα σώματα των άλλων με τους οποίους διασταυρωνόμαστε και μπορώ πολύ καθαρά να διαβάσω αντιδράσεις και συναισθήματα όπως ο φόβος, ο πανικός, ο δισταγμός, ο ελιγμός της απομάκρυνσης, η συγκράτηση της επιθυμίας για επαφή ή και η καμία απολύτως σωματική αλλαγή σε κάποιες περιπτώσεις.
Έχω και εγώ με τη σειρά μου ξεκινήσει να χρησιμοποιώ νέους τρόπους και εργαλεία στη δουλειά μου με γνώμονα κυρίως να κρατάω την επαφή με το αντικείμενό μου, να γυμνάζομαι και να συνδιαλέγομαι με τους συναδέλφους μου ή με τους μαθητές μου. Μπορώ να πω ότι ορισμένες στιγμές μου φαίνεται πολύ αποκαλυπτικό και ενδιαφέρον το πόσο πρωτότυπος και εφευρετικός μπορείς να γίνεις, προκειμένου να βρεις τρόπους να διατηρήσεις αυτήν τη σχέση. Είναι και αυτό μία πρόκληση που είναι απολύτως ευπρόσδεκτη. Ιδιαίτερη χαρά μου προκαλεί ότι έχω το χρόνο να εξασκήσω το πιο “πνευματικό” ας πούμε κομμάτι της δουλειάς μου. Διαβάζω πολύ πιο πολύ, καταγράφω διάφορα πράγματα που με ενδιαφέρουν σε σχέση με το χορό, παρακολουθώ παραστάσεις και ανταλλάσσω πολύ περισσότερο σκέψεις με τους συναδέλφους μου σχετικά με τους νέους αυτούς τρόπους και τη νέα συνθήκη. Αυτή η συγκυρία με κάνει να νιώθω δημιουργική.
Ορισμένες στιγμές μου φαίνεται πολύ αποκαλυπτικό και ενδιαφέρον το πόσο πρωτότυπος και εφευρετικός μπορείς να γίνεις, προκειμένου να βρεις τρόπους να διατηρήσεις τη σχέση με το αντικείμενο της δουλειάς σου.
Αλλά για να είμαι ειλικρινής βαθιά μέσα μου έχω ακόμα αρκετά μεγάλη αντίσταση με όλα αυτά τα νέα εργαλεία. Ένα μάθημα χορού μέσα σε μία τάξη δεν μπορεί να αντικατασταθεί με διαδικτυακά μαθήματα σε μερικά τετραγωνικά μέσα σε ένα σαλόνι ή σε μία κουζίνα. Η πρόβα και η επαφή με τους άλλους μέσα στο studio δεν μπορούν να αντικατασταθούν από μια διαδικτυακή συνάντηση για ανταλλαγή απόψεων, η παράσταση με ζωντανό κοινό δεν αντικαθίσταται από ένα live streaming ή μία διαδικτυακή μετάδοση που παρακολουθείται μέσα από μία οθόνη.
Είναι απλώς ένα είδος υποκατάστατου ή placebo που σίγουρα κάνει καλό στη ψυχολογία μας και στην ανάγκη μας να κρατάμε ζωντανή την επαφή με το αντικείμενό μας. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πρακτική που χαρακτηρίζει την τέχνη μας και την αναγκαία επαφή με τους άλλους στο εδώ και τώρα. Και νιώθω την ανάγκη ότι αυτό θέλω να το φωνάξω.