H Ιωάννα Αντώναρου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985. Αποφοίτησε από την ΚΣΟΤ (Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης) το 2012. Σπουδάζει στο Τμήμα Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στη Σύρο. Ως περφόρμερ έχει συνεργαστεί με τους: Χοροθέατρο Ακροποδητί, Χοροθέατρο Οκτάνα/ Κωνσταντίνος Ρήγος, και Iraqi Bodies.
Toν Ιούνιο του 2017 πήρε μέρος στo πρότζεκτ της Βιτόρια Κωτσάλου, “Day out of Time” στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Ως βοηθός χορογράφου συνεργάστηκε με τον Χρήστο Παπαδόπουλο στο έργο “Ίον”. Έχει επιμεληθεί την κίνηση του έργου του Ηλία Κουνέλα “Μεγάλο βόδι μου πατά τη γλώσσα”. Είναι καλλιτεχνική υπεύθυνη του Dancefest Akropoditi από το 2013. Διδάσκει σύγχρονο και κλασικό χορό. Το φθινόπωρο του 2016 συνεργάστηκε με την ομάδα SQx Dance Company και δίδαξε σύγχρονό χορό σε σχολεία του Καναδά. Μαζί με την Νατάσα Σαραντοπούλου έχουν δημιουργήσει δύο χορογραφικά έργα. Το έργο “Walk Lola Walk” όπου επιλέχθηκε στον τομέα “40 winks” του δικτύου Aerowaves, και το έργο “Είναι καλύτερα στις Μπαχάμες / It’s better in the Bahamas”, το οποίο επιχορηγήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 2019, στο Arc for Dance Festival.
Έχοντας στο νου ότι χορός είναι μία κυρίως σωματική τέχνη και ότι ο σύγχρονος χορός είναι, όπως όλη η σύγχρονη τέχνη μία ιδιαίτερα αναστοχαστική πρακτική, αναρωτιέμαι πως βιώνεις αυτή τη συνθήκη του #μένουμε_σπίτι;Θα έλεγα πως βιώνω αυτή τη συνθήκη σαν μία ευκαιρία για παύση. Πολλές φορές ζητάμε από μαθητές και μαθήτριες μας σε ένα μάθημα σύγχρονού χορού να χρησιμοποιήσουν παύσεις μιας και συνήθως το ξεχνούν. Μέσα στο μάθημα λοιπόν πολλές φορές έχω πει σε μαθητές μου: “Εμπιστευτείτε την παύση, μην φοβάστε να σταματήσετε και μην ξεχνάτε να είστε παρόντες και παρούσες σε αυτήν. Μην σκέφτεστε πότε θα ξεκινήσετε ξανά, αλλά απολαύστε την στιγμή της ακινησίας, δώστε της υπόσταση”.
Τώρα πραγματικά υπάρχει χρόνος για αναστοχασμό, επαναπροσδιορισμό και τοποθέτηση.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στην ΚΣΟΤ στα πλαίσιο μίας άσκησης αυτοσχεδιασμού ένας δάσκαλος μας, μας είχε πει τη φράση : “The static image is magnetic”. Με την έννοια, πως πάνω στη σκηνή μια ακίνητη εικόνα ή ένα ακίνητο σώμα σε αντιπαραβολή με ένα κινούμενο, σε μαγνητίζει καθώς σου δημιουργεί την αγωνία και την προσμονή για το πότε και το πως θα κινηθεί.
Κρατώντας αυτά τα λόγια σκέφτομαι ότι, αντιστρέφοντας την συνθήκη, μιας και τώρα εμείς γινόμαστε θεατές μιας παράστασης που δεν σταματάει να κινείται γύρω μας έστω με άλλους ρυθμούς από τους συνηθισμένους, είναι ίσως μια ευκαιρία για παύση. Να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει, να ακούσουμε το κελάηδημα των πουλιών τα ξημερώματα, να βιώσουμε την Άνοιξη που έρχεται, και ταυτόχρονα, να δημιουργήσουμε αυτό το πυκνό μαγνητικό πεδίο γύρω μας και να προετοιμαστούμε για την επόμενη μας κίνηση – όποια και αν είναι αυτή – ατομικά αλλά και συλλογικά. Άλλωστε στην παύση μπορείς να χορέψεις στο μυαλό σου την επόμενη κίνηση ξανά και ξανά μέχρι να την εκτελέσεις. Οπότε τώρα πραγματικά υπάρχει χρόνος για αναστοχασμό, επαναπροσδιορισμό και τοποθέτηση.
Τη στιγμή που μία συζήτηση για το σώμα-ως εμπειρία όχι ως οργανικό υλικό- τη συνύπαρξη και τον δημόσιο χώρο είναι ενεργή, πώς βιώνεις το προληπτικό μέτρο της απαγόρευσης ή -ας πούμε- περιορισμού της κυκλοφορίας.Με γοητεύει το πρακτικό αποτέλεσμα αυτής της συνθήκης. Η ανάσα που πήρε το περιβάλλον, είναι για μένα ένα πολύ ελπιδοφόρο φαινόμενο και δείγμα του ότι η ζωή δεν σταματάει. Αντιθέτως, εκεί που της δίνεται χώρος τρυπώνει και εξαπλώνεται.
Πέρα από αυτή την θετική προέκταση όμως, ο τρόπος που επιβλήθηκε ο περιορισμός της κυκλοφορίας, η καταπάτηση της ελευθερίας κινήσεων, η άρση της ιδιωτικότητας, η ενοχοποίηση της συνάθροισης, και το ότι όλα αυτά επιβλήθηκαν μέσα σε μία νύχτα, μου φέρνουν στο νου άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα.
Με γοητεύει το πρακτικό αποτέλεσμα αυτής της συνθήκης. Η ανάσα που πήρε το περιβάλλον, είναι πολύ ελπιδοφόρο φαινόμενο και δείγμα του ότι η ζωή δεν σταματάει.
Συγχρόνως, η -ναι μεν πρόβλεψη λύσεων για την συνέχιση της εργασίας και της εκπαίδευσης, αλλά ουσιαστικά μόνο για εκείνους που έχουν τα μέσα, τα “επιλεκτικά” εν τέλη επιδόματα χωρίς όμως σωστά οργανωμένη συμπερίληψη όλων το πληγέντων επαγγελμάτων, η ελλιπής φροντίδα ευπαθών ομάδων που ωστόσο δεν έχουν την δυνατότητα προστασίας κάτω από μία στέγη, το αποδυναμωμένο λόγω περικοπών σύστημα υγείας, η συνειδητοποίηση πως η ατάκα “ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ” δεν είναι δεδομένη για όλους και το γεγονός ότι αυτό αναφέρεται είτε με ψιλά γράμματα είτε καθόλου, με κάνει να θλίβομαι και να αγανακτώ.
Εν τέλη, δεν ξέρω πώς θα γυρίσουμε πίσω και εάν τέτοιου είδους μέτρα, που συχνά βολεύουν τις κυβερνήσεις, δεν θα ξαναχρησιμοποιηθούν εν ονόματι μιας αντίστοιχης “πανδημίας” με άλλες σκοπιμότητες.
Είμαι άνθρωπος που δεν σιχαίνεται εύκολα. Έχω μάθει να μοιράζομαι πιρούνια και ποτήρια, και επίσης αγαπώ να αγγίζω του άλλους. Η απόλαυση που παίρνω αγγίζοντας με κάνει μερικές φορές να αισθάνομαι σαν να έχω προμηθευτεί παραισθησιογόνες ουσίες – χωρίς να τις έχω προμηθευτεί. Χνουδωτά φυτά, λείες πέτρες, πινέλα ζωγραφικής, η ψεύτικη γούνα της μητέρας μου, ένας βαμβακερός γιακάς, μία πιασμένη πλάτη, ένα πέλμα. Και μάντεψε, όλα αυτά πολλές φορές θέλω να τα ακουμπάω στο πρόσωπο μου. Υπάρχει λοιπόν μεγαλύτερη κατάρα από τον Covid -19 για την ύπαρξη μου; ΟΧΙ.
Τίποτα στην φύση δεν ζει απομονωμένο και θωρακισμένο με μάσκες και στολές. Μόνο συνυπάρχοντας μπορούμε να ξεπεράσουμε τις κρίσεις που εμφανίζονται κατά καιρούς.
Οικουμενικά μιλώντας, θεωρώ πως η μεταστροφή της αντίληψης της επαφής και του αγγίγματος, είναι ένα μεγάλο πλήγμα. Σε κοινωνικό επίπεδο βρίσκω προβληματικό και επικίνδυνο την ιδέα ότι ένας άλλος άνθρωπος αποτελεί πιθανή απειλή. Παρόλο που η τεχνολογία κάπως ανακουφίζει την ανάγκη μας για επικοινωνία και επαφή, για μένα είναι ένα πολύ φθηνό υποκατάστατο. Τίποτα στην φύση δεν ζει απομονωμένο και θωρακισμένο με μάσκες και στολές. Μόνο συνυπάρχοντας μπορούμε να ξεπεράσουμε τις κρίσεις που εμφανίζονται κατά καιρούς.
Ο χώρος του χορού αλλά και τον παραστατικών τεχνών εν γένει δεν μπορεί να υπάρξει μέσα από οθόνες. Δεν μπορεί να υπάρξει όσο είναι ενεργά τα μέτρα της «κοινωνικής αποστασιοποίησης». Αν δεν αγγίξεις, αν δεν παρατηρήσεις από κοντά, αν δεν ιδρώσεις μαζί, αν δεν υπάρξεις μέσα από κάποιον άλλο, αν δεν ταυτιστείς, αν δεν κολλήσεις στην τελική πως θα αναπτύξεις αντισώματα για να αντιμετωπίσεις έναν πιθανό “ιό”, ότι μπορεί να σημαίνει ιός κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Οι πρακτικές στις οποίες έχω εμβαθύνει αυτή την περίοδο είναι η κηπουρική και η μαγειρική. Εκεί κατοικεί ο προσωπικός μου χορός αυτή την χρονική στιγμή. Μου δίνει βαθιά και γνήσια ευχαρίστηση η ενασχόληση με τη γη και η παρατήρηση της, όπως και η ικανοποίηση της αίσθησης της γεύσης – της δικής μου, αλλά και των μετρημένων στα δάχτυλα του ενός χεριού ανθρώπων που μοιράζομαι την καθημερινότητα.
Άλλωστε γίνεται όλο και πιο φανερό πως στη χώρα που ζούμε είμαστε ανύπαρκτοι σαν επαγγελματίες, μία συνθήκη που δεν μπορεί παρά να σε οδηγήσει να σκεφτείς άλλους τρόπους επιβίωσης. Περνάω από τέτοιες σκέψεις. Όμως βαθιά μέσα μου δεν πιστεύω πως ο χορός είναι μια τέχνη που θα εκλείψει, κυρίως γιατί είναι ένα αρχέγονο ένστικτό και πάντα θα επικοινωνεί με τα βάθη της ύπαρξης μας.
Το στοιχείο του χιούμορ, του γέλιου, του γελοίου, της βλακείας και της αποτυχίας είναι κάτι που αναζητώ καλλιτεχνικά τα τελευταία χρόνια.
Είναι στο χέρι μας όμως να τον κάνουμε απαραίτητο στην εκπαίδευση, να τον βγάλουμε στο δρόμο, να τον κάνουμε προσιτό και όχι ένα θέαμα για λίγους και “εκπαιδευμένους” θεατές. Να κάνουμε το χιούμορ και τη βλακεία βασικό συστατικό του. Νομίζω πως το στοιχείο του χιούμορ, του γέλιου, του γελοίου, της βλακείας και της αποτυχίας είναι κάτι που αναζητώ καλλιτεχνικά τα τελευταία χρόνια. Αυτή η αναζήτηση συνεχίζει και μάλιστα ενδυναμώνεται ακόμη περισσότερο μέσα σε αυτή την ιστορική στιγμή που διανύουμε.