Ο Φραντς Κάφκα και ο κόσμος της κοινωνικής αποστασιοποίησης
Ο Φραντς Κάφκα, που έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή, αποτύπωσε και έζησε όσο κανείς άλλος αυτό που σήμερα αποκαλούμε κοινωνική αποστασιοποίηση.
Σαν σήμερα, πριν από σχεδόν ένα αιώνα, έφυγε από τη ζωή ένας από τους πιο επιδραστικούς λογοτέχνες του 20ου αιώνα, ο Φραντς Κάφκα. Τα έργα του «Η Μεταμόρφωση», «Η Δίκη» και «Ο Πύργος» είναι από τα πιο διάσημα μυθιστορήματα, ενώ αποτελούν και πολύ δημοφιλείς μεταφορές στη θεατρική σκηνή.
Μάλιστα, έγραφε τόσο ιδιόμορφες ιστορίες που άφησε πίσω του τον δικό του όρο, το επίθετο «καφκικός». Με αυτή τη λέξη περιγράφουμε περίεργες και δυστοπικές καταστάσεις που «τρυπώνουν» στην καθημερινή μας ζωή, καταστάσεις που μας προκαλούν αισθήματα ανασφάλειας, παραλογισμού, άγχους.
Τα έργα του, που ακροβατούσαν μεταξύ ρεαλισμού και φαντασίας, συνήθως περιελάμβαναν απομονωμένους πρωταγωνιστές απέναντι σε παράξενες ή σουρρεαλιστικές καταστάσεις και ακατανόητες αποφάσεις. Αντιμετωπίζοντας και ο ίδιος πολλούς «δαίμονες», εξερευνούσε με ευκολία θέματα όπως η αποξένωση, το υπαρξιακό άγχος και το παράλογο.
Στο πιο διάσημο έργο του «Η Μεταμόρφωση» παρακολουθούμε τον Gregor, έναν φιλότιμο νέο, που δουλεύει για να στηρίξει την οικογένεια του και την αγαπημένη του αδερφή. Όταν μία μέρα ξυπνήσει μεταμορφωμένος σε έντομο, όλα θα αλλάξουν και θα ξεκινήσει ένα ταξίδι σωματικής, συναισθηματικής και ψυχικής ταπείνωσης. Παρ’ όλες τις προσπάθειες του να ενταχθεί ξανά στην οικογένεια του, τελικά δεν τα καταφέρνει και τελικά βιώνει την απόλυτη αποξένωση και μοναξιά.
Οι σύγχρονοι μελετητές του Κάφκα έχουν καταλήξει ότι “Η Μεταμόρφωση” αποτελεί μία ολοζώντανη περιγραφή της οριακής προσωπικότητας του Κάφκα, ενώ έχουν περιγράψει την ιστορία ως “ένα μοντέλο του φόβου εγκατάλειψης, του άγχους και της κατάθλιψης” του ίδιου του συγγραφέα.
Την εποχή που ζούσε ο διάσημος λογοτέχνης, δεν θα μπορούσε φυσικά να γίνει αυτή τη διάγνωση. Πράγματι, όμως, διαβάζοντας το ημερολόγιο του είναι ξεκάθαρο ότι ο χαρισματικός συγγραφέας πάλευε με κατάθλιψη, αλλά και ανασφάλειες που τον εμπόδιζαν να ζήσει μία κανονική, κοινωνική ζωή.
Ο Κάφκα ξεκίνησε να γράφει σε ημερολόγιο από τα 27 του χρόνια, ως μία προσπάθεια να “αφυπνίσει” τη δημιουργικότητα του, ενώ συνέχιζε να γράφει μέχρι το 1923, ένα χρόνο πριν τον θάνατο του. Τα ημερολόγια, λοιπόν, που τελικά εκδόθηκαν, είναι γραμμένα στα γερμανικά κάποτε μεταξύ του 1910 και του 1923.
Περιλαμβάνουν λεπτομέρειες για την καθημερινότητα του, φιλοσοφικά ερωτήματα, όνειρα αλλά και ιδέες για διάφορες ιστορίες που είχε σκοπό να γράψει ή και έγραψε. Παράλληλα, τα γραπτά αυτά μας δίνουν μία πολύ πολύτιμη ματιά στη ζωή του διάσημου συγγραφέα, η οποία φυσικά αποκαλύπτει πολλά για την έμπνευση πίσω από τις εμβληματικές ιστορίες του.
Μία ζωή σε κοινωνική αποστασιοποίησηΦυσικά, ο Κάφκα αποτύπωνε κυρίως τις αρνητικές εμπειρίες του. Στα “Ημερολόγια” του εμφανίζεται σαν ένας άνθρωπος με βαθιά κατάθλιψη, απομονωμένος από φίλους και οικογένεια, συνεχώς άρρωστος και μπλεγμένος σε μια σειρά από αποτυχημένες σχέσεις.
Ο ίδιος έγραφε: “Είμαι ανίκανος να ζήσω με άλλους ανθρώπους, να μιλάω μαζί τους. Είμαι εντελώς βυθισμένος στον εαυτό μου. Απαθής, ανόητος, φοβισμένος. Δεν έχω τίποτα να πω σε κανέναν”.
Φυσικά, αυτή είναι μία μόνο πλευρά του συγγραφέα. Είναι, όμως, αδιαμφισβήτητο ότι για μεγάλες περιόδους της ζωής του λαχταρούσε την απομόνωση και την ησυχία, μη έχοντας καμία διάθεση να κοινωνικοποιηθεί. Ζούσε, όπως θα λέγαμε σήμερα, σε κοινωνική αποστασιοποίηση, και μάλιστα κατά κάποιον τρόπο από επιλογή του.
Ακόμα και όταν ζούσε με την Φελίτσε, έναν από τους μεγαλύτερους έρωτες του, ένιωθε δυστυχισμένος. “Δεν μετανιώνω που μένω μαζί της. Μετανιώνω που για μένα είναι αδύνατο να μη ζω μόνος μου” έγραφε ο λογοτέχνης, ενώ πίστευε ότι η συμβίωση “έχει επιβληθεί πάνω μας από οίκτο, δειλία, περιέργεια, ματαιοδοξία, και μόνο πολύ βαθιά μέσα μας γίνεται στο όνομα της αγάπης”.
Τελικά, ένιωθε ευτυχισμένος μόνο όταν ήταν και πάλι μόνος του. “Η ευτυχία του να κάθεσαι μόνος σου στον καναπέ, σε ένα ήσυχο δωμάτιο, χωρίς πονοκέφαλο, αναπνέοντας αργά, μόνο αυτό μπορεί να ωφελήσει έναν άνθρωπο”.