Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα
Επανέκδοση μιας από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών. Η ταινία παρουσιάστηκε στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου στο τμήμα Berlinale Classics και προβάλλεται για πρώτη φορά στις αίθουσες ψηφιακά αποκατεστημένη.
H Γουάντα είναι µια φιλήδονη κακοποιός που προσπαθεί να ανακαλύψει πού έχει κρύψει τη λεία ο φυλακισµένος πλέον αρχηγός της σπείρας. Ο Ότο είναι ο βοηθός της Γουάντα, ένας παρανοϊκός τύπος µε µεγάλο προσόν του να λέει ασυνάρτητες ιταλικές φράσεις που λειτουργούν στη Γουάντα ως αφροδιασιακό. Θύµα τους, ο δικηγόρος του φυλακισµένου αρχηγού, τυπικός Άγγλος, τον οποίο προσεγγίζει η Γουάντα µε σκοπό να εκµαιεύσει κάποιο στοιχείο.
Μια μεγάλη εμπορική επιτυχίαΗ παραγωγή του 1988 αποτέλεσε μια ανεπανάληπτη εμπορική επιτυχία διεθνώς και ειδικά στη χώρα μας, ενώ κατάφερε να κάνει την έκπληξη για το είδος της κωμωδίας φτάνοντας όχι μόνο μέχρι τα BAFTA και τις Χρυσές Σφαίρες αλλά ως τα Βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας καθώς ήταν υποψήφια για Όσκαρ Σεναρίου και Σκηνοθεσίας, ενώ ο Κέβιν Κλάιν, ανεπανάληπτος στο ρόλο του δολοφόνου με το πάθος για τον Νίτσε, κέρδισε το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.
Πίσω από το αριστουργηματικό αποτέλεσμα βρίσκεται η σπάνια συνάντηση και συνύπαρξη ενός από τους μετρ της βρετανικής κωμωδίας και από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες των Ealing Studios, του βετεράνου Τσαρλς Κράιτον (Hue and Cry, The Lavendery Hill Mob) και δύο από τους πιο επιφανής εκπροσώπους της νέας βρετανικής κωμωδίας, και μελών της θρυλικής ομάδας των Μόντι Πάιθον, του απολαυστικού, ως συντηρητικός δικηγόρος, Τζον Κλιζ (συν-σεναριογράφος και άτυπος βοηθός σκηνοθέτη καθώς το στούντιο της MGM θεωρούσε τον Κράιτον που ήταν τότε 77 ετών πολύ μεγάλο σε ηλικία!) και του Μάικλ Πάλιν σε ένα ξεκαρδιστικό ρεσιτάλ τραυλής ζωοφιλίας.
Την πρωταγωνιστική τετράδα συμπληρώνουν με ίσους όρους από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ένα απρόσμενο ζευγάρι, η μοναδική, ως φετιχίστρια των ξένων γλωσσών στα όρια της νυμφομανίας, Τζέιμι Λι Κέρτις (που απολαύσαμε πρόσφατα Στα Μαχαίρια) και ο υπερπατριώτης εκτελεστής με σαδιστικές τάσεις «φιλόσοφος» Κέβιν Κλάιν που μετά από δραματικούς ρόλους όπως στη Μεγάλη Ανατριχίλα γράφει εδώ ιστορία στην κωμωδία. Η κωμική χημεία ανάμεσα στους δύο ήταν τέτοια ώστε όπως έχει δηλώσει η Τζέιμι Λι Κέρτις από τα γέλια στο σετ ήταν εξαιρετικά δύσκολο να γυρίσουν τις μεταξύ τους σκηνές.
Μετά από μία θεαματική ληστεία κοσμημάτων, όπου όλα φαίνονται να έχουν πάει ρολόι, τα διαφορετικά σχέδια των μελών της συμμορίας για τη μοιρασιά έχουν απρόσμενα αποτελέσματα. Όταν η συμμορία καταδίδει τον αρχηγό της (ο σπουδαίος καρατερίστας Τομ Τζόρτζσον) στην αστυνομία, ο κορυφαίος Λονδρέζος συνήγορος Άρτσι Λιτς (πρόκειται για το πραγματικό όνομα του μεγάλου Κάρι Γκραντ ως μια μικρή σινεφιλική αναφορά!) αναλαμβάνει να τον υπερασπιστεί. Όμως, πριν τη σύλληψή του, ο αρχηγός είχε προλάβει να κρύψει τα κλοπιμαία. Η ερωμένη του και συνεργός Γουάντα αποφασίζει να γοητεύσει τον Άρτσι με την ελπίδα ότι θα μάθει πού βρίσκονται τα κοσμήματα. Όταν εκείνος την ερωτεύεται διαταράσσεται ανεπανόρθωτα η ήσυχη και συντηρητική ζωή του ενώ ταυτόχρονα κινδυνεύει και η σωματική του ακεραιότητα, από τον παθολογικά ζηλιάρη και κρυφό εραστή της Γουάντα, Ότο που έχει επίσης λάβει μέρος στη ληστεία. Μέσα σε όλα αυτά ένα ψάρι με το όνομα… Γουάντα και ο φιλόζωος κάτοχός του και πέμπτο μέλος της συμμορίας, Κεν μετατρέπονται στο κλειδί της υπόθεσης.
Η μεγάλη παράδοση της βρετανικής κωμωδίας και το αναρχικό χιούμορ των Μόντι Πάιθον συναντιούνται σε ένα απολαυστικό κοκτέιλ όπου μέσα από ένα υποδειγματικά καλοκουρδισμένο σενάριο και διαλόγους αναφοράς, η μία σκηνή ανθολογίας διαδέχεται την άλλη σε ένα ξεκαρδιστικό αποτέλεσμα υπόδειγμα ρυθμού (ο Κράιτον ξεκίνησε την καριέρα του ως μοντέρ), κινηματογραφικής γραφής και κωμικών ερμηνειών.
Περνώντας με άνεση από την ολομέτωπη επίθεση ενάντια στο βρετανικό καθωσπρεπισμό, την οικογενειακή ανία και τα καταπιεσμένα πάθη, στα πανέξυπνα σχόλια για την αιώνια σχέση αγάπης και μίσους Βρετανίας-Αμερικής και από την αγνή ζωοφιλία που μετατρέπεται σε κωμική Σισύφεια τραγωδία και τα επιμελώς ριγμένα τσιτάτα του Νίτσε, στην ανθολόγηση των heist movies και τις κομψές αναφορές στις κωμωδίες των Ealing Studios, το ενάντια σε κάθε πολιτική ορθότητα αυτό κωμικό κομψοτέχνημα διαχειρίζεται ζογκλερικά ένα πολύπλοκο sui generis κωμικό σύμπαν, παραμένοντας μέχρι σήμερα μια πραγματική κινηματογραφική απόλαυση και ένα δυσπρόσιτο ακόμη ορόσημο στο δύσκολο είδος που λέγεται κωμωδία.