Δέκα αθηναϊκά μνημεία που θα επισκεφθούμε μέσα από παραστάσεις
Το πρόγραμμα εκδηλώσεων του ΥΠΠΟ «Όλη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός» προτείνει 122 αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την ελληνική επικράτεια. Εμείς διακρίνουμε τους δέκα λιγότερο προβεβλημένους εντός λεκανοπεδίου πριν τους επισκεφθούμε ως παραστασιακούς χώρους.
Αρχαιολογικός χώρος Ηετιωνείας Πύλης
Στον μυθικό ήρωα Ηετίωνα – που σύμφωνα με την παράδοση κατοίκησε πρώτος την χερσόνησο που έκλεινε από τα δυτικά το εμπορικό λιμάνι του αρχαίου Πειραιά – οφείλεται το όνομα ενός από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της πόλης.
Εκεί σώζονται κατάλοιπα της αρχαίας οχύρωσης ενώ στα τείχη και στους πύργους εικόνα ορατά τα ίχνη διαφορετικών χρονολογικών περιόδων από την αρχική οικοδομική φάση του 5ου αι. που ανάγεται στον Θεμιστοκλή μέχρι το τέλος του 3ου αι. π.Χ. Την άμυνα του οχυρού ενίσχυε και η εντυπωσιακή τάφρος μήκους 100 μ. που βαίνει παράλληλα προς το βόρειο τείχος, το οποίο κατέληγε στις Αστικές Πύλες, στην είσοδο της αρχαίας πόλης του Πειραιά.
(με πληροφορίες από το κείμενο της αρχαιολόγου Άννας Αλεξανδροπούλου και το http://odysseus.culture.gr/index_gr.html)
Κατά την αρχαιότητα η πόλη του Πειραιά γνώρισε μεγάλη ακμή τόσο ως εμπορικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου όσο και ως πολεμικός ναύσταθμος της αρχαίας Αθήνας. Τα ευρήματα που φιλοξενούνται στο αρχαιολογικό μουσείο συμπυκνώνουν το αρχαίο παρελθόν της πόλης και προέρχονται κυρίως από την ευρύτερη περιοχή του και της αττικής παραλίας καλύπτοντας από τη μυκηναϊκή έως και τη ρωμαϊκή εποχή.
Το μουσείο που εκτείνεται σε δύο ορόφους και δέκα αίθουσες, συνορεύει με το εντυπωσιακό ελληνιστικό θέατρο της Ζέας όπου λειτουργεί και υπαίθρια έκθεση γλυπτών.
Στις παρυφές του άλσους Χαϊδαρίου, αριστερά της Ιεράς Οδού, στο δρόμο για την Ελευσίνα βρίσκεται το οχυρωμένο μοναστήρι του Δαφνιού – η πρώτη μορφή του οποίου αποδίδεται στους βυζαντινούς χρόνους. Εκεί που πιθανότατα βρισκόταν το αρχαίο ιερού του Δαφνίου Απόλλωνα, προβάλλουν τα ερείπια του εντυπωσιακού οχυρωμένου με πύργους και επάλξεις μοναστηριού.
Στο εσωτερικό του οχυρού δεσπόζει το Καθολικό (ο ναός της Μονής) ενώ βόρεια βρίσκονται τα ερείπια της Τράπεζας (τραπεζαρίας). Το Καθολικό της Μονής – με κύριο χαρακτηριστικό τον ευμεγέθη τρούλο και την φροντισμένη (με αριστοκρατική καταγωγή) κατασκευή του – είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και χρονολογείται στον 11ο αιώνα. Ωστόσο, στα 1000 χρόνια ζωής του μνημείου έχουν γίνει πολλές μεταγενέστερες επεμβάσεις και προσθήκες, ανάγοντας το σε παλίμψηστο.
Μετά την Επανάσταση του 1821 – κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά ως φρουραρχείο – η Μονή ερημώθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε, για να μετατραπεί σταδιακά σε αρχαιολογικό χώρο, αφού στέγασε για μικρό χρονικό διάστημα στρατώνα των Βαυβαρικών στρατευμάτων καθώς και το Δημόσιο Ψυχιατρείο.
Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του συγκροτήματος και συντήρησης του ψηφιδωτού διακόσμου του καθολικού άρχισαν από τα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίσθηκαν κατά διαστήματα μέχρι σήμερα από την Αρχαιολογική Εταιρεία αρχικά και στη συνέχεια από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Από το 1990, το μνημείο περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco.
Ρωμαϊκή Αυλή Ελευσίνας
Σκαρφαλώνοντας στο μικρό λόφο, η εποπτεία του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας αποκαλύπτεται ανάγλυφη: Η Ρωμαϊκή Αυλή – στην οποία υπάρχουν ο ναός της Προπυλαίας Αρτέμιδος, η Εσχάρα, η Ρωμαϊκή Κρήνη και οι δύο Θριαμβικές Αψίδες – το Ιερό της Δήμητρας, τα Μεγάλα και Μικρά Προπύλαια, το Καλλίχορο Φρέαρ, το Τελεστήριο.
Η Ελευσίνα υπήρξε ένα εξέχον λατρευτικό κέντρο του αρχαίου κόσμου από τους μυκηναϊκους χρόνους μέχρι τα τέλη του 4ου μ.Χ. Αιώνα. Εκεί διοργανώνονταν τα περίφημα Ελευσίνια Μυστήρια προς τιμή της Δήμητρας και της κόρης της Περσεφόνης, τα οποία τίμησαν και οι Ρωμαίοι κατακτητές παρατείνοντας τα χρόνια ακμής του ιερού.
Στην κορυφή του λόφου που εποπτεύει την πόλη της Ελευσίνας μέχρι τη θάλασσα, συνυπάρχει και ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, έργο μεταβυζαντανικής περιόδου.