Από τα πιο σπαρακτικά έργα για το τέλος του έρωτα και την απόγνωση της εγκατάλειψης, η μονόπρακτη όπερα που συνέθεσε ο Φρανσίς Πουλένκ πάνω στην «Ανθρώπινη φωνή» του Ζαν Κοκτώ θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, 7 και 8 Αυγούστου 2020, σε μια τολμηρή σκηνοθετική σύλληψη από τη Μαρία Πανουργιά.
Η σοπράνο Μυρσίνη Μαργαρίτη, λίγο πριν ανέβει στην σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, για να ενσαρκώσει την ηρωίδα του Ζαν Κοκτώ, μάς μιλά για τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει σχετικά με τον ρόλο της, ενώ αποκαλύπτει τι ανακάλυψε σχετικά με τον εαυτό της κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών.
Σε λίγες ημέρες από τώρα ταξιδεύετε στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου με το έργο «Η Ανθρώπινη φωνή – Έχω μάτια στ’ αυτιά». Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πείτε το «ναι» για να συμμετάσχετε σε στην παράσταση ως η κεντρική ηρωίδα;Για την ακρίβεια το έργο λέγεται «Η Ανθρώπινη φωνή». Η φράση «έχω μάτια στα αυτιά» είναι μια φράση της ηρωίδας την οποία επιλέξαμε για να δείξουμε την αγωνία της, η οποία «βλέπει» τον πρώην εραστή της ακούγοντας τον από το τηλέφωνο.
Το «ναι» σ’ αυτόν τον συγκλονιστικό ρόλο το έχω πει εδώ και πολλά χρόνια. Συγκεκριμένα από το 2016 όταν πρωτοπαρουσιάσαμε την όπερα σε συναυλιακή μορφή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την Μαρία Παπαπετροπούλου. Έκτοτε βάλαμε στόχο να καταφέρουμε να το ανεβάσουμε σκηνοθετημένο και φέτος είχαμε την χαρά να πραγματοποιηθεί το όνειρό μας και μάλιστα με εξαιρετικούς συνεργάτες!
Η όπερα είναι – όπως και το θεατρικό – ένας μονόλογος. Ο ρόλος λοιπόν που υπάρχει γραμμένος από τον συνθέτη είναι ένας: η γυναίκα που υποδύομαι. Μια γυναίκα σε μια συνταρακτική στιγμή της ζωής της. Μόλις έχει χωρίσει από μια μακροχρόνια σχέση και βιώνει το τελευταίο τηλεφώνημα με τον πρώην πια εραστή της, ο οποίος την παρατά για κάποια άλλη. Στο δικό μας ανέβασμα έχουμε εντάξει και 5 ηθοποιούς – χορευτές που πλαισιώνουν την ηρωίδα σαν πλάσματα μέσα σε έναν δικό της φανταστικό κόσμο, μέσα στον οποίο σκιαγραφείται όλη η γκάμα των συναισθημάτων της.
Πώς αισθάνεστε που θα ερμηνεύσετε έναν ρόλο που στο παρελθόν έχει ερμηνεύσει η Έλλη Λαμπέτη κι έχει αφήσει εποχή;Αυτός ο ρόλος είναι από τα δυσκολότερα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου. Είναι χωρίς υπερβολή ένας τραγουδιστικός και ερμηνευτικός μαραθώνιος.
Επειδή δεν είμαι ηθοποιός και δεν καλούμαι να παίξω τον θεατρικό μονόλογο, ομολογώ ότι αυτό δεν μου προκάλεσε άγχος, γιατί η μουσική έχει έναν διαφορετικό κώδικα εκφραστικότητας. Όταν όμως σκέφτηκα ότι τον ρόλο αυτόν έχουν τραγουδήσει μεγάλες καλλιτέχνιδες, όπως η Τζέσι Νόρμαν, η Ντενίς Ντιβάλ, για την οποία γράφτηκε το έργο και η δική μας Ζανέτ Πηλού, τότε ένιωσα μεγάλη τιμή αλλά και ευθύνη.
Τι είδους απαιτήσεις και προκλήσεις είχατε να αντιμετωπίσετε σ’ αυτό το ρόλο;Είναι από τα δυσκολότερα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου. Είναι χωρίς υπερβολή ένας τραγουδιστικός και ερμηνευτικός μαραθώνιος. Η σοπράνο καλείται να τραγουδάει για 50 λεπτά ασταμάτητα με ελάχιστα λεπτά σόλο πιάνου ενδιάμεσα. Είναι σαν να τραγουδάς μια άρια 50 λεπτών. Και μόνο τραγουδιστικά να το δει κανείς είναι άθλος. Πέρα από αυτό, ερμηνευτικά και ψυχολογικά το να μπαίνεις στον κόσμο αυτής της διαλυμένης ψυχής δεν είναι εύκολο. Κουράζεσαι ψυχολογικά. Επιπλέον κανονικά η όπερα αυτή συνήθως γίνεται με μια σκηνοθεσία σε έναν καναπέ όπου εκ των πραγμάτων η σοπράνο δεν έχει και πάρα πολλή κίνηση. Στη δική μας παράσταση όμως η Μαρία Πανουργιά έχει δημιουργήσει μια ονειρική κατάσταση, όπου η ηρωίδα κυριολεκτικά ακροβατώντας μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, κινείται διαρκώς και συμμετέχει σωματικά πολύ έντονα.
Με ποιον τρόπο έχει προσεγγίσει το έργο – σκηνοθετικά και μουσικά – η Μαρία Πανουργιά;Όπως ήδη ανέφερα η Μαρία προσέγγισε το έργο με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από τον αναμενόμενο. Αντί να δραματοποιηθεί το τι γίνεται στην εξωτερική πραγματικότητα της ηρωίδας, δραματοποιήθηκε η εσωτερική της κατάσταση. Το αποτέλεσμα είναι μια αναπάντεχη, σουρεαλιστική πραγματικότητα που μεταδίδει πολύ άμεσα στον θεατή, πιστεύω, τα συναισθήματα της γυναίκας αυτής. Τολμώ να πω ότι ίσως είναι η πρώτη φορά που γίνεται ένα τέτοιο ανέβασμα γενικότερα.
Μουσικά, η σκηνοθέτις μας, ακολούθησε με πολύ σεβασμό και αγάπη προς το έργο, τις οδηγίες της εξαιρετικής μας πιανίστα Μαρίας Παπαπετροπούλου και τις δικές μου και κινηθήκαμε αποκλειστικά με οδηγό την παρτιτούρα ώστε να μην δημιουργήσουμε κάποια δυσαρμονία με το μουσικό κείμενο. Η Μαρία Πανουργιά έχει τρομερό ένστικτο όσον αφορά στη δραματουργία της μουσικής και όλες της οι παρατηρήσεις, σε σχέση με τη μουσική και το συναίσθημα, που οφείλει να δημιουργήσει στην κάθε στιγμή, ήταν εξαιρετικά πολύτιμες!
Ανακάλυψα τις αντοχές μου, που πάντα με εκπλήσσουν, καινούργιους τρόπους προσέγγισης ενός ρόλου και εμβάθυνσης σ αυτόν και ευχαριστώ την Μαρία Πανουργιά γι’ αυτό! Και επίσης παρόλο που δεν θεωρώ ότι είμαι ένας άνθρωπος με τον χαρακτήρα της ηρωίδας, αναγνώρισα στιγμές μου σ’ αυτήν – πολλές φορές όχι ευχάριστες – και θα έλεγα ότι η όλη διαδικασία λειτούργησε αναπάντεχα θεραπευτικά. Με έβαλε να σκεφτώ πολλά πράγματα, μιας και σε όλο το έργο η ηρωίδα χειρίζεται μια κουβέντα, μια σχέση, έστω και το τέλος της, γίνεται θύμα και θύτης αλλάζοντας συνεχώς πλευρά, ηδονίζεται από την οδύνη. Και είναι σοκαριστικό όταν συνειδητοποιείς ότι έχεις κάνει κάτι παρόμοιο κι εσύ κάποια στιγμή στη ζωή σου ή στο έχουν κάνει.
Γιατί πρώτα απ’ όλα η μουσική του Φρανσίς Πουλένκ είναι πανέμορφη, συγκλονιστική και βάζουμε όλο μας το είναι στην ερμηνεία της, εγώ και η Μαρία Παπαπετροπούλου. Γιατί η σκηνοθεσία της Μαρίας Πανουργιά είναι πραγματικά μοναδική και πρωτότυπη και δεν θα πω ανατρεπτική, γιατί δεν ανατρέπει αλλά αναδεικνύει, με τρομερό βάθος, όλο τον χαρακτήρα με έναν όμως απόλυτα ιδιαίτερο και ποιητικό τρόπο, σε τρομερή αρμονία με το μουσικό κείμενο. Εμένα προσωπικά με έχει γοητεύσει η δουλειά της. Επιπλέον όλη η ομάδα των ηθοποιών – χορευτών και των υπόλοιπων συντελεστώ έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά! Και φυσικά γιατί μετά από την καραντίνα όλοι «διψάμε» για ζωντανή μουσική!
Επηρέασαν καθόλου το όλο στήσιμο της παράστασης και τις προετοιμασίες, οι νέες συνθήκες που έχει επιφέρει η πανδημία;Φυσικά! Είχαμε συγκεκριμένα μέτρα που έπρεπε να παίρνουμε, τόσο για τη διαδικασία των προβών, όσο και για το στήσιμο της παράστασης. Είχαμε συνεχώς αντισηπτικά γύρω μας και όλα τα αντικείμενα απολυμαίνονταν πριν την πρόβα. Ενώ έπρεπε στην σκηνοθεσία να τηρηθούν οι επιτρεπόμενες αποστάσεις.
Τα σίγουρα προς το παρόν είναι στο εξωτερικό, όσο μπορεί να είναι κάτι σίγουρο στις μέρες μας. Θα ερμηνεύσω για μια ακόμη φορά τον ρόλο της Αλτσίνα στην ομώνυμη όπερα του Χαίντελ σε μια τουρνέ στην Ελβετία και την Γερμανία και τον ρόλο του Anastasio στην όπερα Giustino στο Φεστιβάλ Χαίντελ του Goettingen στην Γερμανία, ενώ συζητιούνται πολλές και διάφορες εμφανίσεις σε Ελλάδα και Κύπρο, ξεκινώντας τον Σεπτέμβριο μ’ ένα ρεσιτάλ στο Athens Baroque Festival.
Η Μυρσίνη Μαργαρίτη πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Η Ανθρώπινη φωνή», η οποία θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, 7 και 8 Αυγούστου 2020, σε σκηνοθεσία Μαρίας Πανουργιά.