Ήταν τόσο δύσκολο να εκπονηθεί ένα οργανωμένο σχέδιο για την τέλεση των πολιτιστικών εκδηλώσεων το καλοκαίρι που φεύγει; Όπως όλα δείχνουν, ήταν∙ και πολύ μάλιστα. Από τη μια, ο πανδημικός πυρετός που ανάγκαζε τους θεσμούς να προχωρήσουν ψηλαφώντας. Από την άλλη, ένα υγειονομικό πρωτόκολλο εκπονημένο από την Επιτροπή Λοιμωξιολόγων που όριζε τους κανόνες ασφάλειας, συμπεριφοράς και ταξιθεσίας μέσα σε ανοιχτούς χώρους πολιτισμού – όπου αυτοί λειτούργησαν. Και ως επιστέγασμα ένα υπουργείο Πολιτισμού διστακτικό να παρέμβει με αποφάσεις ή έστω εισηγήσεις, αμήχανο, με πολλές δεσμεύσεις (βλέπε το εξαγγελθέν πρόγραμμα των 100 εκατομμυρίων για την στήριξη των εργαζόμενων στον πολιτισμό) και πολύ λιγότερες λύσεις ή πράξεις.
Ο ρόλος των δήμωνΣαν να μην έφτανε το διάτρητο τοπίο που σχηματιζόταν, μεσούσης μιας, ήδη ακρωτηριασμένης θερινής, σεζόν (χωρίς το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στις κανονικές του διαστάσεις, χωρίς τα παραδοσιακά Φεστιβάλ σε νησιά ή αστικά κέντρα της περιφέρειας) πολλοί δήμοι άρχισαν ν’ ακυρώνουν τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις τους – ακολουθώντας το παράδειγμα της Περιφέρειας Αττικής και δημιουργώντας νέο τοπίο σύγχυσης. Άτακτες υποχωρήσεις (χωρίς παρεμπιπτόντως να έχει τροποποιηθεί κάτι στο υγειονομικό πρωτόκολλο των ειδικών επιστημόνων) και χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια συνεννόηση με την εποπτεύουσα αρχή του υπουργείου Πολιτισμού που παρέμεινε ξανά σιωπηλή κι αμέτοχη.
Ο νέος κύκλος ‘αδειάσματος’ των εργαζόμενων στον πολιτισμό είχε μόλις ανοίξει. Γιατί οι ακυρώσεις στις πολιτιστικές εκδηλώσεις είναι συνώνυμες με την συρρίκνωση των εσόδων για τις περιοδεύουσες παραγωγές, την συρρίκνωση των αμοιβών των καλλιτεχνών και των τεχνικών, δίχως να υπάρχει καμία πρόθεση αποζημίωσης για τα χαμένα μεροκάματα.
Την ίδια ώρα, άλλοι δήμοι συνέχιζαν κανονικά το πρόγραμμα τους, ακόμα και το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού συνέχιζε κανονικά την νεοϊδρυθείσα διοργάνωση «Όλη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός», υπογραμμίζοντας την πολιτική για δύο (ή και περισσότερα) μέτρα και δύο σταθμά.
Στρατηγική αναρχίαΤο πολιτιστικό τοπίο τελούσε και τελεί σε στρατηγική αναρχία, με παντελή έλλειψη οποιουδήποτε σχεδιασμού ή έστω μιας κοινής γραμμής λειτουργίας που θα δήλωνε πως η ασφάλεια των πολιτών, των θεατών και των εργαζόμενων, είναι πράγματι συλλογική κι όχι επιλεκτική υπόθεση.
Τους τελευταίους μήνες – χθες το απόγευμα ήρθε να προστεθεί ένα ακόμα επιχείρημα με τον επιλεκτικό αποκλεισμό των καθιστών συναυλιών από τα υπόλοιπα καθιστά, εν covid, θεάματα – οι θεσμοί αυτοσχεδιάζουν εις βάρος του πολιτισμού.
Δεν επιτρέπουν την ελεγχόμενη συνάθροιση του θεάτρου, της συναυλίας, του κινηματογράφου που υπακούει τυφλά σε αποστάσεις, χρήση μασκών, εποπτευόμενη είσοδο κι έξοδο. Όμως επιτρέπουν την ανεξέλεγκτη μαζικότητα των πλοίων, των λεωφορείων, του μετρό, των εμπορικών κέντρων. Δεν αξιολογούν ως ‘κανονικούς’ εργαζόμενους τους υπαλλήλους του πολιτισμού. Γι’ αυτό και, με την πρώτη ευκαιρία, τους υποβάλλουν σε εργασιακές παλινωδίες ή τους αφήνουν εντελώς εκτεθειμένους στην ανεργία. Δεν θεωρούν πως οι χώροι πολιτισμού είναι εφάμιλλη δομή της παιδείας. Γι’ αυτό και τους χαρακτηρίζουν ανενδοίαστα «μη απαραίτητους». Αγνοούν πως οι παραστατικές τέχνες δεν συνδέθηκαν με κρούσματα.
Παρόλα αυτά, επιμένουν με σπασμωδικές κινήσεις και ύποπτα δημοσιεύματα να τις στιγματίζουν στην συλλογική συνείδηση του κοινού. Αναλώνονται σε μια διγλωσσία (άλλα δηλώνει η υπουργός αλλά πράττει ο πρωθυπουργός). Χωρίς να έρχονται σε διάλογο με τους εργαζόμενους στον πολιτισμό. Λαμβάνουν υπόψη μόνο την προάσπιση της (δίχως αμφιβολία πρωτεύουσας) σωματικής υγείας. Αλλά αγνοούν επιδεικτικά την πνευματική ή την ψυχική υγεία που προασπίζεται ο πολιτισμός.
Βεβαίως και ο ελληνικός πολιτισμός ξέρει καλά από πειραματισμό και από αυτοσχεδιασμό. Όχι μόνο για καλλιτεχνικούς λόγους αλλά και γιατί έτσι έχει μάθει να επιβιώνει επί δεκαετίες. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πως μπορεί να γίνεται πειραματόζωο.
Όλα αυτά συνέβησαν στην διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου, αυτήν που όλοι θεωρούσαν λιγότερο επικίνδυνη για την διασπορά του ιού, με το προφανές avantage του ανοιχτού χώρου, του καθαρού αέρα και της (σχεδόν παραγκωνισμένης) θερινής ανεμελιάς.
Προς όφελος της δημοκρατίαςΟ χειμώνας, πάλι, προβλέπεται – βάσει των υγειονομικών προβλέψεων – δυσκολότερος, απειλητικότερος για τη δημόσια υγεία. Ο πολιτισμός δηλαδή βρίσκεται αντιμέτωπος – όπως και όλοι ανεξαιρέτως οι εργασιακοί κλάδοι – με αυτό το αμετάκλητο δεδομένο. Συνάμα, όμως, καλείται να αντιμετωπίσει και την θεσμική σκέψη που τον κοιτάζει με περιφρόνηση, επιπολαιότητα ή απλώς με μειωμένο ενδιαφέρον.
Αλλά όπως η πανδημία έχει απολύτως δημοκρατικά χαρακτηριστικά – πλήττει τους πάντες – έτσι και η διαχείριση της οφείλει να περάσει από το ίδιο φίλτρο: Της ισονομίας, της ισοτιμίας, της δημοκρατίας κι όχι του άκριτου αποκλεισμού.