MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
29
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Μιναμάτα: Η αληθινή ιστορία πίσω από την περιβαλλοντική καταστροφή που συγκλόνισε τον κόσμο

Με αφορμή την προβολή της ταινίας «Μιναμάτα» του Andrew Levitas, στις 26ες «Νύχτες Πρεμιέρας», κάνουμε ένα αφιέρωμα σε μια από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις του 20ου αιώνα και στον εμβληματικό φωτορεπόρτερ που την ανέδειξε.

Μιναμάτα
Ο Γ. Γιουτζίν Σμιθ φωτογραφίζει την Tanaka Jitsuko, θύμα της νόσου της Μιναμάτα, το 1971. Φωτογραφία: shikawa Takeshi
Αριστούλα Ζαχαρίου

Ο δημοφιλής Αμερικανός ηθοποιός Τζόνι Ντεπ υποδύεται, στη μεγάλη οθόνη, τον εμβληματικό φωτορεπόρτερ Γ. Γιουτζίν Σμιθ, στο οικολογικό δράμα του Andrew Levitas, «Μιναμάτα».

Η ταινία τοποθετείται στην Ιαπωνία των 70ς, όταν και ο σπουδαίος φωτορεπόρτερ στέλνεται από το αμερικάνικο περιοδικό Life να καλύψει την συγκλονιστική σωματική και συναισθηματική δοκιμασία των θυμάτων μιας θανατηφόρου περιβαλλοντικής μόλυνσης, σε μια κωμόπολη της Ιαπωνίας, τη Μιναμάτα, καθώς και την πολυτάραχη όσο και πολύπλευρη σταυροφορία τους για δικαιοσύνη.

Ο Τζόνι Ντεπ υποδύεται τον Γουίλιαμ Γιουτζίν Σμιθ στην ταινία «Minamata» του Andrew Levitas

Η νόσος της Μιναμάτα

Πρόκειται για την αληθινή ιστορία μιας από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές και υγειονομικές κρίσεις στην ιστορία της Ιαπωνίας, η οποία άνοιξε το δρόμο για συζητήσεις ενάντια στην ανεξέλεγκτη βιομηχανική ρύπανση, παγκοσμίως.

Η αιτία

Για χρόνια το εργοστάσιο χημικών της Chisso μόλυνε τα νερά του κόλπου της Μιναμάτα με μεθυλυδράργυρο, ο οποίος μέσω της κατανάλωσης ψαριών και οστρακοειδών προσλάμβανε τον ανθρώπινο οργανισμό, προκαλώντας μη αναστρέψιμες νευρολογικές διαταραχές. Αυτές εκδηλώνονταν με προβλήματα όρασης, παράλυση, σπασμούς ακόμη και τον θάνατο.  Παράλληλα, περνούσε μέσω του πλακούντα από τη μητέρα στο έμβρυο οδηγώντας σε σοβαρά εκ γενετής προβλήματα.

Η δύσκολη καθημερινότητα των νοσούντων

Αν και η νόσος της Μιναμάτα αναγνωρίστηκε το 1956, η δηλητηρίαση από μεθυλυδράργυρο ως αιτιολογικός παράγοντας δεν ανακαλύφθηκε παρά μόνο τρία χρόνια αργότερα. Μέχρι τότε η Ιαπωνική Κυβέρνηση αντιμετώπιζε την ασθένεια ως μολυσματική, με τα θύματα να στιγματίζονται ως φορείς μετάδοσης.

Ο στιγματισμός αυτός ήρθε να προστεθεί στην ήδη εφιαλτική καθημερινότητα των προσβεβλημένων από τη νόσο: Για όσους η ασθένεια βρισκόταν σε τερματικό στάδιο οι πόνοι ήταν ανυπόφοροι, ενώ για τους επιζήσαντες τα σοβαρά προβλήματα υγείας δυσχέραιναν κάθε πτυχή της ζωής τους, από την αδυναμία εργασίας και την πτώχευση λόγω υπέρογκων ιατρικών εξόδων (η πλειοψηφία των νοσούντων, έως το 1959, δεν λάμβαναν κάποιο κρατικό επίδομα), μέχρι και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.

Ο Γ. Γιουτζίν Σμιθ φωτογραφίζει το εργοστάσιο χημικών της Chisso από τους λόφους γύρω από τη Μιναμάτα, το 1971 | Φωτογραφία: Ishikawa Takeshi

Παράλληλα, οι επιπτώσεις για την τοπική κοινότητα, συνολικά, ήταν ολέθριες. Η μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα υπήρξε εκτεταμένη, οδηγώντας σε υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος και επέκταση της μόλυνσης σε άλλες περιοχές γύρω από τον κόλπο της Μιναμάτα, καταστροφή της αλιείας, με ό,τι αυτό σήμαινε οικονομικά για μια κοινότητα που σε μεγάλο βαθμό έβγαζε τα προς το ζην από αυτήν και μαζική μετανάστευση.

Ένα έγκλημα εν εξελίξει

Ακόμη και όταν αναγνωρίστηκε η «πηγή του κακού», το 1959, η Chisso αποποιήθηκε οποιαδήποτε ευθύνη, αρνούμενη κάθε σύνδεση των υγρών λυμάτων της με την ασθένεια και καλύπτοντας τα αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία. Επίσης, με την ανοχή της κυβέρνησης, η οποία δεν έλαβε κανένα μέτρο για να αποτραπεί η μόλυνση, συνέχιζε να εναποθέτει στον κόλπο της Μιναμάτα τα τοξικά της απόβλητα.

Αγώνας για δικαίωση

Ως συνέπεια τα θύματα της Μιναμάτα, αλλά και το φυσικό περιβάλλον, θυσιάστηκαν στον βωμό της οικονομικής ανάπτυξης με κάθε κόστος, καθώς και της κυβερνητικής αδράνειας. Οι αγώνες, όμως, των νοσούντων να φέρουν προ των ευθυνών τους τόσο την κυβέρνηση όσο και τη Chisso, ζητώντας επιπλέον και αποζημιώσεις, πήρε τη μορφή ενός συνεκτικού κοινωνικού κινήματος, το οποίο απέκτησε ευρεία υποστήριξη από εξωγενείς παράγοντες. Χωρίς να εκλείπουν, βεβαίως, οι περιπτώσεις εκφοβισμού για την υπαναχώρηση των διεκδικήσεων τους.

Οι προσπάθειες απέφεραν καρπούς, το 1968, όταν η Ιαπωνική κυβέρνηση αναγνώρισε τη Chisso ως τον υπαίτιο αυτής της ανυπολόγιστης καταστροφής, αλλά οι δικαστικές και γραφειοκρατικές περιπέτειες των θυμάτων δεν είχαν τελειωμό. Από τους 17,000 αιτούντες μόνο οι 2,000 αναγνωρίστηκαν, επισήμως, ως πάσχοντες από τη νόσο Μιναμάτα και ήταν εκείνοι που το 1973 έλαβαν αποζημειώσεις, ύστερα από δεκαεπτά χρόνια αδιάκοπης πάλης. Στους αριθμούς αυτούς δεν περιλαμβάνονται οι νεκροί της νόσου, καθώς και όσοι για δικούς τους λόγους δεν έκαναν αίτηση.

Μιναμάτα

Απεικόνιση της τραγωδίας της Μιναμάτα από τον Γ. Γιουτζίν Σμίθ

Τον Οκτώβριο του 2013, υπεγράφη η Σύμβαση της Μιναμάτα, μια διεθνή συνθήκη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η οποία έχει ως σκοπό να προστατέψει το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία από εκπομπές και διαρροή υδραργύρου που έχουν σχέση με την ανθρώπινη δραστηριότητα και να αποτρέψει την επανάληψη μιας τραγωδίας σαν αυτή που συνέβη στην ιαπωνική πόλη. Μέχρι σήμερα η Συνθήκη έχει υπογραφεί από 128 χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα.

Ο Γ. Γιουτζίν Σμιθ στη Μιναμάτα

Το 1971 ο παγκοσμίως γνωστός φωτορεπόρτερ Γ. Γιουτζίν Σμιθ, ακούγοντας για την υπόθεση δηλητηρίασης από μεθυλυδράργυρο στη Μιναμάτα, αποφάσισε να μεταβεί στην περιοχή μαζί με τη σύζυγό του, Aileen, ώστε να γνωστοποιήσει σε όλο τον κόσμο την ανυπολόγιστη αυτή τραγωδία, αλλά και να επιστήσει την προσοχή στις ολέθριες συνέπειες της βιομηχανικής (και όχι μόνο) ρύπανσης.

Τρία χρόνια πέρασε κοντά στους ανθρώπους που ζούσαν στην περιοχή γύρω από τον κόλπο της Μιναμάτα, αποφασισμένος το φωτογραφικό δοκίμιό του να αποτελέσει αδιάψευστο μάρτυρα των αγώνων και των κακουχιών της καθημερινότητας τους, καθώς και του περιβαλλοντικού (και όχι μόνο) εγκλήματος που συντελούταν στην περιοχή.

Η συγκλονιστική αποτύπωση μιας τραγωδίας

Οι επιβλητικές προσωπογραφίες του που απεικονίζουν τα θύματα της δηλητηρίασης από μεθυλυδράργυρο, αποτελούν εξαιρετικό δείγμα του βαθύ ανθρωπισμού, της κοινωνικής συνείδησης και της ενσυναίσθησης με την οποία αντιμετώπιζε τα θέματά του, καθώς, επίσης, του υψηλού ηθικού φρονήματος και της καλλιτεχνικής του ευφυίας. Οι τραγικές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του συχνά δραματικά φωτισμένες, αξιομνημόνευτες και συγκινησιακά φορτισμένες, προκαλούν έναν χείμαρρο συναισθημάτων: φόβο, οργή, συμπόνια…

Δεν σταμάτησε να καταγράφει τα όσα έβλεπε γύρω του, ακόμη και όταν έπεσε θύμα άγριου ξυλοδαρμού εξοργισμένων εργατών της Chisso, γεγονός που επιβάρυνε ακόμη περισσότερο την υγεία του (καταχρήσεις /δεν είχε ποτέ αναρρώσει πλήρως από τον σοβαρό τραυματισμό του κατά τη διάρκεια της κάλυψης της Μάχης της Οκινάουα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο).

Το τελευταίο του αυτό εμβληματικό φωτογραφικό δοκίμιο κυκλοφόρησε στο τεύχος της 2ας Ιουνίου 1972 στο περιοδικό Life, με τίτλο «Death flow from the pipe», για το οποίο βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο Robert Capa, το 1974. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε μαζί με τη σύζυγό του το βιβλίο «Minamata: The Story of the Poisoning of a City, and of the People Who Choose to Carry the Burden of Courage». Και οι δύο αυτές δημοσιεύσεις είχαν τεράστιο αντίκτυπο στο αμερικάνικό και όχι μόνο αναγνωστικό κοινό.

Λίγα λόγια για τον Γ. Γιουτζίν Σμιθ

Γεννημένος στη Wichita του Κάνσας, το 1918, ασχολήθηκε από την εφηβεία του με τη φωτογραφία (ενθαρρυμένος από την επαγγελματία φωτογράφο μητέρα του), τραβώντας φωτογραφίες για λογαριασμό δύο τοπικών εφημερίδων. Με την αποφοίτησή του από το σχολείο, κέρδισε υποτροφία από το Πανεπιστήμιο της Notre Dame, όμως τα παράτησε μετά από έναν χρόνο, για να δουλέψει ως freelance φωτογράφος στη Νέα Υόρκη.

Μιναμάτα

Γ. Γιουτζίν Σμιθ | Φωτογραφία: Ishikawa Takeshi

Το ξεκίνημα

Το 1937 εργάστηκε για το περιοδικό Newsweek, όπου και απολύθηκε εξαιτίας του ασταθούς και απρόβλεπτου χαρακτήρα του. Το 1942 προσλήφθηκε ως πολεμικός ανταποκριτής για το περιοδικό Life, καλύπτοντας μερικές από τις σημαντικότερες μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά τον σοβαρό τραυματισμό του κατά την εισβολή στην Οκινάουα, το 1945, επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου για δύο χρόνια υποβλήθηκε σε μια σειρά χειρουργικών επεμβάσεων, χωρίς να καταφέρει να αναρρώσει πλήρως ποτέ.

Η καθιέρωση

Το 1947 εξακολουθούσε να εργάζεται για το περιοδικό Life, όταν και άρχισε να δημιουργεί τα ρηξικέλευθα φωτογραφικά δοκίμιά του, για τα οποία έλαβε εξαιρετικές κριτικές, όπως το χρονικό της επαγγελματικής ζωής ενός γιατρού σε μια μικρή επαρχιακή πόλη του Κολοράντο, με τίτλο «Country Doctor».  Το 1955 οι καλλιτεχνικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν να παραιτηθεί από το περιοδικό και να ακολουθήσει καριέρα ως freelance φωτογράφος. Την ίδια χρονιά έγινε μέλος της Magnum Picture Agency, με πρώτη του ανάθεση τη δημιουργία εκατό φωτογραφιών για την επέτειο εκατό χρόνων από την ίδρυση της πόλης του Πίτσμπεργκ, το 1956.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑEuropa Film Festivals Award: Νέο ειδικό βραβείο στις 26ες Νύχτες Πρεμιέρας12.09.2018

Μια αντισυμβατική προσωπικότητα

Αντισυμβατική προσωπικότητα με πολυτάραχη ζωή (εξάρτηση από το αλκοόλ και τις αμφεταμίνες), υπήρξε πιστός στο κυνήγι του καλλιτεχνικού οράματος του και σχεδόν εμμονικός με την τελειότητα. Αν και δύσκολος στη συνεργασία-αποξένωνε τους πάντες γύρω του- έμεινε στην ιστορία, ωστόσο, ως ο εμπνευστής ενός είδους «ανθρωπιστικής» φωτογράφησης/καταγραφής. Αφοσιωμένος σε κοινωνικά προτάγματα, θεωρούσε ότι μια φωτογραφία πρέπει να αποτελεί καταλύτη κοινωνικών αλλαγών και εξερεύνησης των τραγωδιών, με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφευχθούν την επόμενη φορά.

Δεύτερη μεγάλη του αγάπη μετά την φωτογραφία αποτελούσε η τζαζ μουσική. Στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη σύχναζαν σπουδαίοι τζαζ καλλιτέχνες, όπως ο Thelonious Monk, ο Rahsaan Roland Kirk, ο Sonny Clark κ.α.

Περισσότερα από Επίκαιρα