MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
05
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Η ιστορία της grunge μουσικής μέσα από 15 άλμπουμ

Από τον Neil Young μέχρι τους Nirvana, αυτή είναι η ιστορία της grunge μέσα από 15 αντιπροσωπευτικά άλμπουμ.

Monopoli Team

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 γεννήθηκε στις ΗΠΑ ένας διαφορετικός ροκ ήχος με αργό ρυθμό -και ροκερς ντυμένους με… καρό πουκάμισα, ο οποίος δεν άργησε καθόλου να γίνει mainstream. Το όνομα αυτού grunge.

Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύαμε ότι το grunge εμφανίστηκε στο Seattle, μάλλον λόγω των Nirvana. Η πραγματικότητα είναι όμως λίγο πιο περίπλοκη από αυτό.

Το διάσημο μουσικό περιοδικό NME αποφάσισε λοιπόν να κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο και να μας κάνει να μάθουμε (ή μάλλον να ακούσουμε) την ιστορία της Grunge μουσικής μέσα από 15 χαρακτηριστικούς δίσκους. Από τους πρωτοπόρους της δεκαετίας του ’70 μέχρι και τους σημερινούς “συνεχιστές” του οράματος της Grunge, αυτή είναι η “ιστορία” του είδους.

Neil Young + Crazy Horse, ‘Rust Never Sleeps’ (1979)

Ηχογραφημένο το 1978, το «Rust Never Sleeps» ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά στην περιοδεία του Neil Young στις ΗΠΑ με τους Crazy Horse, πριν υποστεί περαιτέρω επεξεργασία στο στούντιο. Το άλμπουμ είναι χωρισμένο σε δύο κομμάτια. Τα πρώτα πέντε τραγούδια δείχνουν την acoustic πλευρά του Καναδού μουσικού. Είναι στο δεύτερο, πιο «τραχύ» μισό που ο Neil Young κέρδισε αναμφισβήτητα τον ανεπίσημο τίτλο του «Νονού του Grunge» -σκληρά, άγρια και ηλεκτρικά, κομμάτια όπως το «Welfare Mother» και το «Hey Hey, My My (Into the Black)», είναι επηρεασμένα τόσο από τη heavy metal όσο και την punk rock.

Wipers, ‘Is This Real?’ (1980)

Ξεκινώντας από το Πόρτλαντ το 1977, οι Wipers θεωρούνται από μερικούς ως το συγκρότημα που έφερε το punk rock στην βορειοδυτική Ακτή των ΗΠΑ -αν και ο frontman Greg Sage διαφωνεί. «Δεν ήμασταν καν πραγματικό punk συγκρότημα», είπε αργότερα το 2004. «Βλέπετε, ήμασταν κάπως απομακρυσμένοι από το punk κίνημα γιατί δεν θέλαμε να καθοριστούμε από αυτό, και το είδος ήταν κάτι καινούριο.»

Την ώρα όμως που τα άλλα punk συγκροτήματα επικεντρώνονταν στον γρήγορο ρυθμό, ο Sage ξόδευε στο στούντιο πολλές ώρες για να πετύχει έναν πλούσιο ήχο με το παίξιμο της κιθάρας του. Ο τραχύς και διεστραμμένος ήχος του άλμπουμ-ντεμπούτου της μπάντας «Is This Real?» ενέπνευσε αμέτρητες μελλοντικές φιγούρες της σκηνής του grunge. Μπορείτε να ακούσετε την επιρροή των Wipers σε όλους, από τους Mudhoney and Melvins έως τους Hole, Green River και κυρίως τους Nirvana. Ο Kurt Cobain ανέφερε το συγκρότημα ως τεράστια επιρροή (και αργότερα έκανε cover τα τραγούδια «D-7» και «Return of the Rat»).

Green River, ‘Come on Down’ EP (1985)

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η πιο ”βρώμικη” επιβραδυμένη έκδοση της punk που θύμιζε όλο και λιγότερο την punk μουσική έκανε θραύση στο Seattle– και το 1986, αναδείχθηκε επισήμως η νέα αναδυόμενη grunge σκηνή της πόλης. Σε αυτήν περιλαμβάνονταν οι Soundgarden, Malfunkshun, Skin Yard, The U-Men και Green River. Λίγους μήνες νωρίτερα, οι Green River είχαν κυκλοφορήσει το ντεμπούτο τους «Come on Down». Ένα έξυπνο μείγμα επιρροών -που κυμαίνεται από το heavy metal έως το punk- όλα συνδεόμενα μέσω του “βρώμικου” ήχου της κιθάρας. Σήμερα, θεωρείται ως ένας από τα πρώτους δίσκους του grunge: τα μέλη του γκρουπ στη συνέχεια της καριέρας τους έγιναν μέλη των Pearl Jam και Mudhoney.

Skin Yard, ‘Skin Yard’ (1987)

Στο άλλο άκρο του φάσματος, το συγκρότημα Skin Yard δεν έγινε το ίδιο γνωστό με τα προηγούμενα συγκροτήματα, αλλά η επιρροή τους στο grunge ήταν τεράστια. Το 1987 κυκλοφόρησε το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο Skin Yard το οποίο ήταν τόσο σκληρό όσο και γοητευτικό. Αυτό οφείλεται στη θεατρική χροιά που προσδίδει στα εκρηκτικά φωνητικά του ο Ben McMillan. Ο κιθαρίστας Jack Endino ανέλαβε το άλμπουμ ως το πρώτο του… μηχανολογικό έργο.

Από την άλλη, ο Endino των Skin Yard έγινε ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς του Seattle, εν μέρει χάρη στην ικανότητα του να κάνει ακατέργαστες, αξεπέραστες ηχογραφήσεις. Ο μουσικός ηχογράφησε το «Bleach» των Nirvana σε μόλις 30 ώρες με μόλις 600 δολάρια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ18 Σεπτεμβρίου 1970: Μισός αιώνας χωρίς τον Τζίμι Χέντριξ12.09.2018

Melvins, ‘Gluey Porch Treatments’ (1987)

Πριν κυκλοφορήσουν το ντεμπούτο άλμπουμ τους «Gluey Porch Treatments», οι Melvins ήταν ένα από τα πιο άγρια ​​γρήγορα συγκροτήματα στο Seattle –τα πρώτα ντέμο τους από το 1983 είναι επηρεασμένα κατευθείαν από το πρωτοποριακό, hardcore punk. Στη συνέχεια, η μουσική τους άλλαξε και έγινε βαριά heavy metal, δίνοντας βάρος σε έναν σταθερό ρυθμό αντί στις μεταβολές της ταχύτητας. Ο αντίκτυπός τους στη γύρω σκηνή -και στους μελλοντικούς μουσικούς grunge- ήταν τεράστιος. Οι Melvins τελικά κατέληξαν να επωφελούνται από το grunge που έγινε mainstream είδος, υπογράφοντας μάλιστα και με τη μεγάλη δισκογραφική Atlantic. Ο σκοτεινός ήχος από το άλμπουμ τους έθεσε πολλά από τα θεμέλια για τη δημιουργία του grunge.

Mudhoney, ‘Superfuzz Bigmuff’ (1988)

Το άλμπουμ πήρε το όνομά του από τα δύο πιο αγαπημένα πεντάλ κιθάρας των Mudhoney -το Univox Super-Fuzz και το Electro-Harmonix Big Muff. Βρώμικο άγριο πανκ ροκ βγαλμένο από έναν παρόμοια άγριο κόσμο στον οποίο ζούσαν. Πριν από την κυκλοφορία του, το single τους «Touch Me I’m Sick» έσπειρε τους… σπόρους του grunge και πλέον θεωρείται ως ένα κλασικό grunge κομμάτι. Το «Superfuzz Bigmuff» είναι εξίσου χαοτικό: το εμβληματικό τραγούδι «Sweet Young Thing Ain’t Sweet No More» είναι ξεχωρίζει στο άλμπουμ και το «In ‘n’Out of Grace» μας δίνει και το δείγμα που αργότερα χρησιμοποιήθηκε στο «Loaded» των Primal Scream.

Pearl Jam, ‘Ten’ (1991)

Αν ακούσετε τους περισσότερους ροκ δίσκους από τα τελευταία 30 χρόνια θα βρείτε παντού στοιχεία των Pearl Jam -πλέον από τα κύρια ονόματα στο κλασικό ροκ, το ντεμπούτο τους με τίτλο «Ten» υπήρξε καταλυτικό για το είδος αυτό. Το πρώτο άλμπουμ των Pearl Jam, που κυκλοφόρησε μερικές εβδομάδες πριν από το «Nevermind», δεν γνώρισε αμέσως επιτυχία. Το επόμενο έτος, όμως, το «Ten» έφτασε μέχρι το νούμερο δύο στα charts Billboard των ΗΠΑ και βοήθησε να παγιώσει τη θέση του grunge στο mainstream είδος.

Soundgarden, ‘Badmotorfinger’ (1991)

Το τρίτο άλμπουμ του Soundgarden, το οποίο κυκλοφόρησε την ίδια μέρα με το «Nevermind», με τίτλο «Badmotorfinger» έχει ενδιαφέροντα πειραματικά στοιχεία, με ένα πολύχρωμο γύρισμα στο heavy metal που συχνά συνορεύει με τη ψυχεδελική μουσική. Ένα υβριδικό είδος μουσικής το οποίο συνδυάζει τη γοητεία των Black Sabbath, τον ήχο και την κιθάρα των Led Zeppelin και ενός hardcore ήχου. Οι στίχοι του Chris Cornell συχνά αποπνέουν μια σουρεαλιστική, ονειρική ποιότητα: «Βαμμένο μπλε στα μάτια μου και δένοντας τα λινά», τραγουδά στο «Searching with My Good Eye Closed». Αν και το «Badmotorfinger» δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας εξάπλωσης του grunge, οι Soundgarden δεν έμειναν στους πιο απλούς ήχους που είχε το πρώτο EP τους με τίτλο «Screaming Life», δεν ήθελαν να ακολουθήσουν την τάση της εποχής. Αντ’ αυτού έδειξαν πού θα μπορούσε να πάει το grunge, μετατρέποντάς το σε ένα υβριδικό progressive ήχο.

Nirvana, ‘Nevermind’ (1991)

Πανταχού παρόν στις νυχτερινές μαζώξεις κάθε φοιτητικού πάρτι και σε κάθε ένα εναλλακτικό κλαμπ εδώ και σχεδόν 30 χρόνια, το “Smells Like Teen Spirit” των Nirvana είναι το πιο γνωστό grunge τραγούδι, και ίσως ο λόγος που όλος ο κόσμος έμαθε τι σημαίνει grunge. Αν και το ντεμπούτο της μπάντας με τίτλο «Bleach» και το πιο ζοφερό «In Utero» είναι επίσης δύο κλασικά άλμπουμ του είδους, το δεύτερο τους άλμπουμ με τίτλο «Nevermind», το οποίο ανοίγει με το παραπάνω κλασικό κομμάτι, είναι το πιο επιδραστικό από όλα, προωθώντας ένα τότε υπόγειο ρεύμα να γίνει mainstream.

Είναι αδύνατο, στην πραγματικότητα, να εκτιμήσουμε τον αντίκτυπο του Nevermind στην κουλτούρα της δεκαετίας του ’90 -το άλμπουμ μετέτρεψε τον Kurt Cobain σε είδωλο και η απροσδόκητη επιτυχία του ανέτρεψε τα πάντα σε αυτή τη δεκαετία. Φτάνοντας στην πιο κατάλληλη στιγμή, το τρίο των “απροσάρμοστων” Cobain, Dave Grohl και Krist Novoselic άναψε φωτιά σε μια γενιά αποξενωμένων, βαριεστημένων εφήβων. Τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι ιστορία ροκ.

L7, ‘Bricks are Heavy’ (1992)

Στερεοτυπικά, το πρότυπο της grunge μόδας ήταν ένας τύπος με σκισμένο τζιν και βρώμικο t-shirt. Οι L7 ήρθαν λοιπόν να ανατρέψουν αυτή την φαλλοκρατική κουλτούρα. Με το τρίτο άλμπουμ που είχαν γράψει με τους Butch Vig, πυροδότησαν ένα… εκρηκτικό κοκτέιλ με στίχους που μιλούσαν για την σεξουαλικότητα, αλλά και την δίψα  των κυβερνήσεων για πόλεμο. «Σακούλες με πτώματα και ρίχνουν βόμβες», λένε στο «Wargasm», «το Πεντάγωνο ξέρει πώς να μας ενεργοποιήσει».

Αν και η μουσική του συγκροτήματος είχε συχνά μια αίσθηση απελπισίας και δυστυχίας- στο «Pretend We’re Dead» ονειρεύονται ότι κοιμούνται καθ’όλη τη διάρκεια της προεδρίας του George Bush Sr – οι L7 ήταν μια πολιτική δύναμη έξω από το στούντιο. Πριν κυκλοφορήσουν το «Bricks Are Heavy», ίδρυσαν το γκρουπ Rock for Choice και συγκέντρωσαν χρήματα για να καλύψουν τα νομικά έξοδα για κλινικές αμβλώσεων που είχαν βομβαρδιστεί ή στοχευθεί με άλλο τρόπο από διαδηλωτές κατά της άμβλωσης. Οι Nirvana, Hole, Red Hot Chili Peppers, Foo Fighters, Mudhoney και Rage Against the Machine συμμετείχαν σε αυτή τη δράση.

Alice in Chains, ‘Dirt’ (1992)

Ο μηδενισμός των Alice in Chains και των υπόλοιπων συγκροτημάτων από το Seattle είναι χαρακτηριστικός, αυτό το κομμάτι όμως είναι ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό. Tο δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο «Dirt», μια βίαιη ένωση heavy metal και dirge μουσικής, τους βλέπει να ασχολούνται αδιάκοπα με τον εθισμό, το θάνατο και τις καταστροφικές σχέσεις. Ακόμα και τα ερωτικά του τραγούδια είναι βάναυσα και απειλητικά: «Θάψε με απαλά σε αυτήν τη μήτρα, δίνω αυτό το κομμάτι μου για σένα», τραγουδάει ο Jerry Cantrell στο «Down In a Hole», «η άμμος πέφτει κάτω και εδώ κάθομαι, κρατώντας σπάνια λουλούδια σε τάφο / άνθιση ». Σκοτεινό και ειλικρινές, είναι το πιο επιτυχημένο άλμπουμ των Alice and Chains – και η καλύτερη δουλειά τους.

Hole, ‘Live Through This’ (1994)

Με το δεύτερο άλμπουμ τους, το «Live Through This» των Hole πήρε το σκοτεινό πυρήνα του grunge και πρόσθεσε άτι διαφορετικό. Όπως η τραγουδίστρια Courtney Love έλεγε στη σειρά ντοκιμαντέρ Behind the Music του VH1: «Θέλω αυτός ο δίσκος να είναι σοκαριστικός για εκείνους που δεν πιστεύουν ότι έχουμε μια πιο μαλακή πλευρά».

Κυκλοφόρησε μια εβδομάδα μετά το θάνατο του συζύγου της Courtney Love Kurt Cobain και οι Hole εκείνη την περίοδο δέχτηκαν απίστευτα σεξιστικές προτάσεις που υπονοούσαν ότι ο Cobain έγραψε τραγούδια όπως το «Live Through This» χωρίς να του δώσουν ποτέ τα εύσημα, ενώ στην πραγματικότητα, αυτό το άλμπουμ θα μπορούσε να είχε γραφτεί μόνο από μια γυναίκα. Ακόμα και στις πιο ήπιες στιγμές του – το περίπλοκο «Asking For It» ή οι χαλαρωτικές αρμονίες του «Softer, Softest» – «Live Through This» βλέπουμε πως το συγκρότημα επιτίθεται στη μισογυνία και την εκμετάλλευση, παρουσιάζοντας παράξενους, ποιητικούς στίχους που αντανακλούν τη μητρότητα, τη θηλυκότητα και την αυτο-εικόνα.

Alanis Morissette, ‘Jagged Little Pill’ (1995)

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, το grunge στην αρχική του μορφή ήταν σε παρακμή – σε αυτό το σημείο τα πουκάμισα και τα σκουφάκια θεωρούνταν προϊόντα υψηλής μόδας και με το θάνατο του Kurt Cobain, η κάποτε υπόγεια υποκουλτούρα σταμάτησε. Πλέον μπαίνουμε στο post-grunge: ένα νέο κύμα πιο φιλικό προς το ραδιόφωνο συγκροτημάτων, συμπεριλαμβανομένων των Creed, Bush, Nickelback, 3 Doors Down και Puddle of Mudd – όλοι τους επηρεασμένοι από τις σκληρές πτυχές του grunge, αποβάλλοντας όμως την αίσθηση της απογοήτευσης και της αγωνίας που χαρακτήριζε το grunge.

Και μετά υπήρχε το «Jagged Little Pill» της Alanis Morissette – το καλύτερο από όλους τους δίσκους του post-grunge. Σίγουρα, ήταν ένα εξαιρετικά επιτυχημένο έργο που συνένωσε διάφορα στοιχεία του grunge με μια πιο γενναιόδωρη “κουταλιά” από ποπ. Και όπως οι Hole και οι L7, η Morissette διοχέτευσε επίσης τον έντονο θυμό του grunge για να μιλήσει για τον φεμινισμό, είτε σχολιάζοντας το θέμα αυτό καυστικά όπως στο «Right Through You» είτε γιορτάζοντας τη σεξουαλικότητά της με ένα χαμόγελο, όπως στο «You Oughta Know».

Garbage, ‘Garbage’ (1995)

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο ντράμερ Butch Vig ήταν πιο γνωστός ως παραγωγός – έχοντας δουλέψει στο«Nevermind» με τους Nirvana, το «Siamese Dream» των Smashing Pumpkins και το «Dirty» των Sonic Youth. Πριν απογειωθεί η φήμη του στο στούντιο, ο Vig ήταν σε μερικές μπάντες, όπως οι Spooner, Eclipse, First Person και Fire Town. Έτσι, όταν ξεκίνησε να ψάχνει για δημιουργικότητα, ο Vig χτύπησε την πόρτα μερικών παλιών του φίλων και σχημάτισε τους Garbage. Παρά την καταστροφική πρώτη οντισιόν της, η Shirley Manson σύντομα εντάχθηκε στο γκρουπ και οι Garbage ξεκίνησαν μια αποστολή – όπως το έθεσε ο Steve Marker της μπάντας, «να πάρουν την ποπ μουσική και να την κάνουν να ακούγεται όσο πιο φρικτή γίνεται».

Έχοντας επίγνωση της φήμης του Vig ως ενός από τους παραγωγούς του grunge, οι Garbage προσπάθησαν να απομακρυνθούν από το είδος – και αντ ‘αυτού, το ντεμπούτο τους με τίτλο «Garbage» είναι ένα υβριδικό, πανκ, power-pop, trip-hop και ακόμη και χορευτικής μουσικής. Σχεδόν ακούσια, έγινε ένας από τους πιο καθοριστικούς δίσκους μετά το grunge για αυτόν ακριβώς τον λόγο – αναζωογόνησε τα καλύτερα κομμάτια ενός είδους που εξασθενίζει και πήγε τα πράγματα σε μια ανανεωμένη κατεύθυνση.

Bully, ‘Feels Like’ (2015)

Και στο παρόν, δύο δεκαετίες αργότερα, το πνεύμα του grunge συνεχίζεται. Αρχικά στο στούντιο ηχογράφησης του Steve Albini στο Σικάγο, η Alicia Bognanno έφερε το μεγαλείο του grunge στο σήμερα με το τρελό πρώτο άλμπουμ των Bully με τίτλο «Feels Like». Βασικά, υπάρχει εστιασμένος θυμός πίσω από κάθε στίχο. «Αόρατες χειροπέδες κλειδωμένες σε μένα», τραγουδά η Bognanno με αφοπλιστική γλυκύτητα στο «Trying», προτού εξαπολύσει μια τρομερή κραυγή, «προσεύχομαι για την περίοδο μου όλη την εβδομάδα». Και το τρίτο άλμπουμ της «Sugaregg» που κυκλοφόρησε αυτό το καλοκαίρι, απέδειξε ότι το grunge τελικά δεν είναι νεκρό ακόμα και το 2020.

Περισσότερα από Art & Culture