Καραντίνα. Μια λέξη άκρως επίκαιρη, με τις συνέπειες αυτής να απασχολούν μεγάλο μέρος του πληθυσμού σήμερα. Τα μέτρα εγκλεισμού που έχουν παρθεί σε πολλές χώρες λόγω της παγκόσμιας επιδημίας του Covid-19 αποτελούν μια εμπειρία πρωτόγνωρη. Οι καιροί μας μοιάζουν μοναδικοί, με την αίσθηση αυτής της μοναδικότητας να φουντώνει όσο σκληραίνουν και τα μέτρα της καραντίνας.
Τα ποσοστά θνησιμότητας του κορονοϊού ωστόσο απέχουν κατά πολύ από άλλες, προγενέστερες ασθένειες, που μάστιζαν για εκατοντάδες χρόνια τις ανθρώπινες κοινωνίες. Ακολούθως, μοιάζει λογικό πως τα μέτρα εγκλεισμού, αν και κάτι πρωτόγνωρο για εμάς, δεν απασχολούν για πρώτη φορά την ανθρωπότητα. Μπορεί να επιβάλλονται για πρώτη φορά τόσο μαζικά, έχουν υπάρξει όμως ανάλογες προσπάθειες μικρότερης κλίμακας και στο παρελθόν. Ας δούμε όμως για αρχή την σημασία της λέξης «καραντίνα».
«Καραντίνα» και ερμηνείεςΈνας από τους επίσημους ορισμούς που δίνονται σήμερα είναι ο περιορισμός των δραστηριοτήτων, της επικοινωνίας των ανθρώπων ή της μεταφοράς αγαθών, έτσι ώστε να αποφευχθεί η εξάπλωση ασθενειών ή παρασίτων. Ή αλλιώς, η επιβεβλημένη απομόνωση.
Ετυμολογικά όμως, η λέξη προέρχεται από τη λατινική «quadraginta» και την ιταλική «quaranta», που σημαίνουν «40».
Ακολουθεί ένας ακόμα ορισμός, που μάλλον σχετίζεται περισσότερο με την ετυμολογία της καραντίνας παρά με τις πιο σύγχρονες ερμηνείες της: Είναι η απομόνωση ενός πλοίου, που φτάνει σε λιμάνι και είναι ύποπτο για μεταφορά μεταδοτικών ασθενειών, από την ακτή.
Αλλά πως προέκυψαν αυτές οι ερμηνείες; Με την είσοδο πλοίων ύποπτων για μεταφορά κρουσμάτων πανούκλας σε μεσαιωνικά ιταλικά λιμάνια και τη συνακόλουθη απομόνωσή τους για περίπου 40 μέρες. Τότε ήταν που η καραντίνα θεσπίστηκε για πρώτη φορά με την πιο κοντινή στη σημερινή της έννοια.
Η πανούκλα υπήρξε μία από τις πιο θανατηφόρες και επίπονες πληγές της ανθρωπότητας. Τα υψηλά ποσοστά θανάτων, τα τραγικά της συμπτώματα και η ευρεία μεταδοτικότητά της έκαναν για πρώτη φορά μια μεσαιωνική πόλη να πάρει και επισήμως πιο συστηματικά και μεθοδικά μέτρα κατά της εξάπλωσής της.
Η βουβωνική πανώλη θέριζε τότε στην Ευρώπη. Στα μέσα του 14ου αιώνα μάλιστα υπολογίζεται πως είχε εξαφανίσει το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού της ηπείρου, αποτελώντας μία από τις πιο θανατηφόρες πανδημίες στην ιστορία.
Έτσι, οι αρχές στο βενετοκρατούμενο λιμάνι της Ραγούσας, το σημερινό Ντούμπρονβικ της Κροατίας, εξέδωσαν το 1377 τον νόμο trentino. Ο νόμος όριζε την απομόνωση των πλοίων που έρχονταν από περιοχές με πανώλη για 30 ημέρες. Η επαφή κάποιου πολίτη με το απομονωμένο πλήρωμα θα σήμαινε και τον δικό του εγκλεισμό μαζί τους. Μέσα στα επόμενα 80 χρόνια, η Μασσαλία, η Πίζα και πολλές άλλες πόλεις υιοθέτησαν παρόμοια μέτρα. Στον 15ο αιώνα, οι ημέρες απομόνωσης αυξήθηκαν από 30 σε 40.
Ακόμα και στην Βίβλο βέβαια υπήρχαν αναφορές απομόνωσης λεπρών για να μην μεταδοθεί η ασθένεια. Αλλά και στη Βενετία, ανάμεσα στο 1300-1350 υπήρχαν νοσοκομεία που ονομάζονταν lazarettos, τα οποία πήραν το όνομά τους από τον Λάζαρο, τον Καθολικό Άγιο-Προστάτη των λεπρών. Τα νοσοκομεία αυτά χτίζονταν σκόπιμα έξω από την πόλη για να κρατούν χωριστά τους ασθενείς από τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Και στο Ρήγιο η εξάπλωση των ασθενειών δεν πέρασε απαρατήρητη, κινητοποιώντας τις αρμόδιες αρχές πριν από την νομιμοποίηση της καραντίνας ακόμα να λάβουν κάποια μέτρα. Ανακοίνωσαν λοιπόν ότι οι πληγέντες από πανούκλα θα έπρεπε να αφήνονται στους αγρούς έξω από την πόλη, να αναρρώσουν ή να πεθάνουν μόνοι τους.
Ακόμα και στην Ανατολή δεν έλειψαν κάποιες πρώιμες προσπάθειες καραντίνας. Το 706-707 μ.Χ. ο χαλίφης Ουαλίντ Α’ των Ομεϋάδων έχτισε νοσοκομείο στη Δαμασκό και διέταξε οι λεπροί να απομονώνονται από τους υπόλοιπους ασθενείς. Η καραντίνα αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 1431, όταν οι Οθωμανοί έχτισαν νοσοκομείο για λεπρούς στην Ανδριανούπολη.