Columbia: Αντί για μουσείο, «γκαλερί βανδαλισμών»
Μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη βρέθηκαν 16 καλλιτέχνες τοιχογράφοι, όταν στις αρχές Νοεμβρίου επισκέφθηκαν τον χώρο του πρώην εργοστασίου της δισκογραφικής εταιρείας Columbia, στη Ριζούπολη, που οι ίδιοι και άλλοι εικαστικοί είχαν μετατρέψει σε μια υπαίθρια «μυστική γκαλερί», βρίσκοντας τα έργα τους βανδαλισμένα.
Από το 2006 μέχρι και σήμερα εικαστικοί τοιχογράφοι έχουν φιλοτεχνήσει αρκετά έργα στο χώρο του εργοστασίου, μετατρέποντάς τον σε μια «υπαίθρια γκαλερί», που έχει κινήσει το ενδιαφέρον των κατοίκων των γύρω περιοχών, με αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, τη συχνή επισκεψιμότητα του χώρου.
Τι καταγγέλουν οι καλλιτέχνεςΌπως αναφέρουν στην καταγγελία τους οι εικαστικοί καλλιτέχνες, «στις 5 Νοεμβρίου, μια ακόμη επίσκεψη στη συγκεκριμένη τοποθεσία αποκάλυψε την πλήρη καταστροφή όλων των έργων μέσα στον χώρο. Κάποιοι, μάλλον εργάτες, χρησιμοποιώντας πλαστική μπογιά και κοντάρια με ρολό, μουντζούρωναν με κατακόρυφες γραμμές όλες τις επιφάνειες που έφεραν άρτιες τοιχογραφίες, χωρίς να επιδιώκουν την πλήρη επικάλυψή τους», δηλαδή χωρίς βάφουν ολόκληρο τον τοίχο αλλά αφήνοντας κενά, «δείχνοντας, με αυτόν τον τρόπο, την επιθετική διάθεση καταστροφής των έργων. Δυστυχώς, δεν κατέστη δυνατή η επικοινωνία μαζί τους, καθώς δεν μιλούσαν καλά ελληνικά ούτε αγγλικά. Ωστόσο, έγινε κατανοητό ότι κάποιος τους ανέθεσε να προβούν σε αυτήν την πράξη. Δεν γνωρίζουμε σε ποιον ανήκει ο χώρος, αλλά καταδικάζουμε τη συγκεκριμένη πράξη ως απαράδεκτη, δόλια, βίαιη και βανδαλιστική», καταλήγει η καταγγελία.
Το εργοστάσιο της Columbia χτίστηκε το 1929 και καταλάμβανε μια έκταση 14 στρεμμάτων. Ήταν το μοναδικό εργοστάσιο αυτού του είδους στα Βαλκάνια και ένα από τα πιο σύγχρονα στην Ευρώπη. Μέχρι το 1991 που έκλεισε, είχε ταυτιστεί με ένα σημαντικό τμήμα της ιστορίας της ελληνικής και δισκογραφίας, καθώς από τις αίθουσές του είχαν περάσει όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού και της μουσικής.
Από τότε, στο οικόπεδο της Ριζούπολης οι ερημωμένες εγκαταστάσεις παρέμεναν εγκαταλειμμένες και ανεκμετάλλευτες, αφημένες στη φθορά του χρόνου και στις αρπακτικές διαθέσεις των επιτήδειων, που εισέβαλλαν ανενόχλητοι στον αφύλαχτο χώρο, λεηλατώντας εξοπλισμό και μηχανήματα.
Τον Μάιο του 2006, έπειτα από μια μεγάλη πυρκαγιά, κατεδαφίστηκαν με απόφαση της κυβέρνησης όλα τα κτίρια, εκτός από ένα που χαρακτηρίστηκε διατηρητέο. Τα σχέδια για την ανέγερση Μουσείου Ελληνικής Δισκογραφίας, παρά τις εκκλήσεις των κατοίκων, δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.
«Επίθεση στην επικοινωνία της τέχνης με την κοινωνία»Το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, σε ανακοίνωσή του σχετικά με τον βανδαλισμό των έργων της «υπαίθριας γκαλερί», αναφέρει: «Η Columbia έχει ένα ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς, που μέρος του ανήκει και στο Δημόσιο. Γνωρίζοντας πώς λειτουργεί η λεγόμενη πολιτιστική βιομηχανία στην Ελλάδα, μα και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., δεν μπορούμε να μη δούμε τον βανδαλισμό στις τοιχογραφίες στον χώρο της Columbia σαν μια επίθεση συνολικά στην τέχνη, την ελεύθερη καλλιτεχνική έκφραση», μια επίθεση με την οποία «πλήττεται η επικοινωνία της τέχνης με την κοινωνία και η ένταξή της μέσα στην κοινωνική ζωή μας».
Το ζήτημα που τίθεται για μια ακόμα φορά, τονίζει το ΕΕΤΕ στην ανακοίνωσή του, «είναι το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων. Στην περίπτωση των τοιχογράφων εικαστικών, η δημιουργία τους “αποτυπώνεται” στον δημόσιο χώρο και όχι μόνο, χωρίς απαραίτητα ανάθεση εργασίας, που όμως ακόμα και αυτή κατοχυρώνεται και προστατεύεται από τον νόμο για τα πνευματικά δικαιώματα όσον αφορά στην καταστροφή της ή την εκμετάλλευσή της».
Όπως σημειώνουν οι εικαστικοί, «η ανάγκη εικαστικών παρεμβάσεων σε εγκαταλελειμμένα κτίρια έρχεται να καλύψει την κοινωνική ανάγκη για τέχνη στο δημόσιο χώρο», αφού 23 χρόνια μετά την ψήφισή του, ο Ν. 2557, που προέβλεπε τη διάθεση του 1% της συμβατικής δαπάνης κατασκευής δημόσιων κτιρίων για τη δημιουργία ή αγορά και τοποθέτηση εικαστικών έργων σε αυτά ή στον περιβάλλοντα χώρο τους.
Το ΕΕΤΕ, αφού τονίσει ότι «το θέμα αφορά πρώτα-πρώτα την κοινωνία και μαζί όλους τους εικαστικούς», που «σήμερα είναι αδύνατη η πρόσβασή τους σε διαγωνισμούς για δημόσια κτίρια», εκφράζει τη στήριξή του στους 16 τοιχογράφους και δηλώνει την πρόθεσή του να προχωρήσει σε έρευνα για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα έργα στον χώρο της Columbia υπέστησαν βανδαλισμό, αλλά και να συζητήσει γενικότερα με τους τοιχογράφους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.