Σαν σήμερα, 30 Νοεμβρίου 1900, πεθαίνει ο Όσκαρ Ουάιλντ
Ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός και κριτικός.
Γεννήθηκε στο Δουβλίνο, το δεύτερο από τα τρία παιδιά της Τζέην Φρανσέσκα Έλτζι και του Σερ Ουίλλιαμ Ουάιλντ. Οι γονείς του ήταν επιφανείς Δουβλινέζοι διανοούμενοι, η μητέρα του έγραφε ποιήματα και ο πατέρας του ήταν πετυχημένος χειρούργος ωτορινολαρυγγολόγος, με Αγγλικές ρίζες. Από μικρός ο Όσκαρ έμαθε άπταιστα Γαλλικά και Γερμανικά. Στο πανεπιστήμιο ασχολήθηκε με τις κλασικές σπουδές, με έφεση στον Κλασικισμό, στο Δουβλίνο αλλά και αργότερα στην Οξφόρδη.
Έγινε γνωστός για την ενασχόλησή του με το ρεύμα του Αισθητισμού, το οποίο ίδρυσαν δυο από τους καθηγητές του, οι Ουόλτερ Πέιτερ και Τζον Ράσκιν. Μετά το πανεπιστήμιο ο Ουάιλντ μετακόμισε στο Λονδίνο όπου και εντάχθηκε στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους.
Ασχολήθηκε με όλες τις μορφές διανόησης ως εκπρόσωπος του κινήματος του Αισθητισμού. Εξέδωσε μια ποιητική συλλογή, έδωσε ομιλίες στις Η.Π.Α και στον Καναδά με θέμα τον “Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη” και γυρίζοντας στο Λονδίνο προχώρησε στη συγγραφή άρθρων ως δημοσιογράφος. Γνωστός για το οξυδερκές πνεύμα, τις εξεζητημένες εμφανίσεις και τους πνευματώδεις διαλόγους του, ο Ουάιλντ έγινε μια από τις διασημότερες προσωπικότητες της εποχής του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 έγραψε μια σειρά από διαλόγους και δοκίμια στα οποία φαινόταν πως είχε τελειοποιήσει τις ιδέες του σχετικά με την ανωτερότητα της τέχνης. Μέσω του μοναδικού του μυθιστορήματος “Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ“, για το οποίο κυρίως είναι γνωστός μέχρι και σήμερα, έδειχνε τις βαθύτερες σκέψεις του σχετικά με την παρακμή, την δολιότητα αλλά και την ομορφιά. Η αναλυτική του ικανότητα αλλά και η έκφραση των θεμάτων του Αισθητισμού με λεπτομέρειες, του έδινε την δυνατότητα να καταπιαστεί με ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα και έστρεψε τον Ουάιλντ προς το θέατρο.
Το 1891 έγραψε το θεατρικό έργο “Σαλώμη“, το οποίο δεν ανέβηκε παρά μόνο χρόνια αργότερα, λόγω της απαγόρευσης έργων που είχαν ως αντικείμενο τη Βίβλο, στο Αγγλικό θέατρο. Χωρίς να τον ενδιαφέρουν οι αντιδράσεις που ξεσπούσαν κατά καιρούς, έγραψε τέσσερις ακόμα κοινωνικές σάτιρες, οι οποίες τον έκαναν έναν από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς του ύστερου Βικτωριανού Λονδίνου.
Στο απόγειο της δόξας του και ενώ το αριστούργημα του “Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός” (1895) παιζόταν στο Λονδίνο, μήνυσε τον Μαρκήσιο του Κουίνσμπερι, Τζον Ντάγκλας για συκοφαντία. Ο Μαρκήσιος ήταν ο πατέρας του εραστή του Ουάιλντ, του Λόρδου Άλφρεντ Ντάγκλας. Οι συγκεκριμένες κατηγορίες μπορούσαν να επιφέρουν κάθειρξη έως και δυο χρόνια, καθώς η ομοφυλοφιλία αποτελούσε ποινικό αδίκημα. Στις δίκες που ακολούθησαν ο Ουάιλντ αναγκάστηκε λόγω αποδείξεων να αποσύρει τις κατηγορίες και συνελήφθει για σοδομισμό. Καταδικάστηκε για δυο χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Το 1897, στη φυλακή, έγραψε το “Εκ Βάθεων“, μια επιστολή 80 σελίδων που εκδόθηκε το 1905 δημιουργώντας ένα αντιστάθμισμα στην πρότερη φιλοσοφία της απόλαυσης. Όταν αποφυλακίστηκε έφυγε αμέσως για τη Γαλλία, στην οποία και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί έγραψε και το τελευταίο του έργο με τίτλο “Η μπαλάντα της φυλακής του Ρήντινγκ“, ένα μακροσκελλές ποίημα που παρουσιάζει τις κακουχίες και τις δυσκολίες της ζωής στη φυλακή. Ο Όσκαρ Ουάιλντ πέθανε άπορος στις 30 Νοεμβρίου του 1900 σε ηλικία 46 ετών.