Σίγουρα, είχα από μικρός μανία με τον κινηματογράφο. Έβλεπα με τη νονά μου πολλά γουέστερν και στην εφηβεία μου είχα κάνει τα βίντεο κλαμπ χρυσά. Σίγουρα, το σχολείο μου είχε μια πολύ ενεργή θεατρική ομάδα και φαινόταν μια καλή ιδέα για να γνωρίσεις κορίτσια και να χάνεις μαθήματα. Σίγουρα, η απογοήτευση από τις φοιτητικές παρατάξεις στο πανεπιστήμιο μου απέκλεισε οποιαδήποτε άλλη διέξοδο για να εκτονώσω το νεανικό ρομαντισμό του “να αλλάξεις τον κόσμο”. Και σίγουρα ξεχνούσα πώς περνάει ο χρόνος όταν έκανα πρόβες στους ερασιτεχνικούς θιάσους. Μάλλον δεν πρόκειται για ένα ερέθισμα, αλλά για μια αλληλουχία πραγμάτων.
Η οικογένεια μου και οι παιδικοί μου φίλοι με διαμόρφωσαν και με διαμορφώνουν ως άνθρωποάρα, κατ’ επέκταση, και ως καλλιτέχνη. Επίσης, ήμουν πολύ τυχερός που στις σπουδές μου είχα δασκάλους που να εμπνέουν. Και στην Ελλάδα και στη Ρωσία. Αν έπρεπε να επιλέξω έναν, θα ήταν ο Δημήτρης Ήμελλος. Ήταν το πρώτο ισχυρό σοκ στον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τα πράγματα. Με έσπρωξε να ψάχνω προς τα εκεί που ήθελα πάντα, χωρίς να το ξέρω.
Πιο μικρός μπογιατζής. Μου προκαλεί μια ικανοποίηση ακόμη και τώρα να γεμίζω το κενό.
Έζησα τέσσερα χρόνια – πρώτη φορά μόνος μου – σε μια ξένη χώρα, με έναν ιδιαίτερο πολιτισμό και μια τεράστια παράδοση στο θέατρο. Επίσης, ασχολούμουν με τη σκηνοθεσία και την τέχνη του θεάτρου εν γένει, όλη μέρα κάθε μέρα, μαθαίνοντας δίπλα σε ανθρώπους που πραγματικά σε ταράσσουν συθέμελα. Επειδή το ζούσα δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω την αλλαγή. Σίγουρα ένιωθα πως κάθε μήνας που περνούσα εκεί “έγραφε” πάνω μου διπλά. Εξελισσόμουν συνέχεια και ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης. Κι αυτό σε γεμίζει πολύ.
Έχω εμφανιστεί ως ηθοποιός στον «Ρήσο» της Κατερίνας Ευαγγελάτου.Και στο πλαίσιο των σπουδών μου στη Δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, αλλά και στο GITIS (όπου σκηνοθέτες και ηθοποιοί σπουδάζουμε μαζί και οι σκηνοθέτες περνάμε όλη τη διαδικασία των ηθοποιών, συμπεριλαμβανομένου και της συμμετοχής σε παραστάσεις). Συνεπώς, νομίζω ότι έχω βιώσει κάπως την πλευρά του ηθοποιού. Στον «Ρήσο» βίωσα την επαγγελματική διαδικασία. Εννοώ σε χρόνους, σε οργάνωση και συνολικά σαν εμπειρία. Ήταν μεγάλο σχολείο, όχι μόνο για την σκηνική διαδικασία ως ηθοποιός, αλλά συνολικά για τον τρόπο λειτουργίας όλων των γραναζιών αυτού του συστήματος.
Ακόμη μ’ αρέσει να παίζω.Βέβαια στις πρόβες που σκηνοθετώ με έναν τρόπο παίζω αρκετά, οπότε εκτονώνομαι. Αλλά σίγουρα ως σκηνοθέτης, απολαμβάνω περισσότερο τη δημιουργική διαδικασία, σε όλα της τα στάδια: Από τη γέννηση μιας ιδέας μέχρι τη στιγμή που παίρνει ζωή και συναντάει το κοινό. Στο θέατρο σου δίνεται ένα βήμα. Και ως σκηνοθέτης έχεις την ευθύνη για το σύνολο τουδημιουργήματος. Αφού αφιερώνω όλη μου τη ζωή σε αυτή τη τέχνη, θέλω τη μεγαλύτερη δυνατή εμπλοκή. Αυτό που μου λείπει πολύ είναι τα παρασκήνια, οι ψιθυριστές κουβέντες και τα γρήγορα βλέμματα πίσω από τις κουίντες. Αλλά τι να κάνουμε, δεν μπορείς να τα έχεις όλα.
Λόγω των σπουδών μου έχω επαφές, κυρίως, στη Ρωσία αλλά και στην Εσθονίαόπου τώρα ετοιμάζομαι να πάω – καλώς εχόντων των πραγμάτων φυσικά και κοροναϊού επιτρέποντος – τον Ιανουάριο προκειμένου να σκηνοθετήσω ένα έργο του Α.Ν.Οστρόφσκι στη κεντρική σκηνή του Vene teatr στο Τάλλιν. Το να δουλεύεις στο εξωτερικό σου ανοίγει τους ορίζοντες. Συνεργάζεσαι με οργανισμούς και ανθρώπους με διαφορετικές αναφορές και φιλοσοφίες και αυτό σε εμπλουτίζει ως καλλιτέχνη. Ε, και τα οικονομικά δεδομένα είναι καλύτερα.
Το «Παίζοντας το θύμα» είναι σίγουρα ένας σταθμός για τη ζωή μου.Το διάβασα κατά λάθος πριν πολλά χρόνια, δούλεψα μια μικρή σκηνή του στο πρώτο έτος στο Gitis σε μια αρκετά δύσκολη περίοδο της ζωής μου, το έδωσα στον Βασίλη (Μαγουλιώτη) ένα καλοκαίρι στην Τήνο να το διαβάσει, το μετέφρασα, το έστειλα ως πρόταση στην Πειραματική όσο ήμουν στο τελευταίο έτος στη σχολή, το επέλεξαν, και μετά μέχρι να γίνει περάσαμε από αναβολές λόγω κοροναϊού και απίστευτες δυσκολίες, που έκαναν το εγχείρημα όλο και πιο βαθιά χαραγμένο μέσα μου. Τελικά, άνοιξε ένα μικρό παράθυρο τον Οκτώβρη, ίσα για να παίξουμε 13 φορές. Τι να πω; Είναι παιδί μου και το πονάω σαν παιδί μου. Είναι, ουσιαστικά, η πρώτη μου δουλειά, μ’ ένα έργο που με αφορά πολύ και το δούλεψα με έναν θίασο ονειρικό. Έμαθα απ’ αυτούς και η δουλειά μαζί τους με γέμισε και με συγκίνησε βαθύτατα. Το καλό feedback προφανώς σε ικανοποιεί και σε ανακουφίζει κάπως. Αλλά όλα τα άλλα, είναι τόσο μα τόσο πιο σημαντικά.
Αλλά εντάξει λέω, στις επόμενες παραστάσεις θα μου φαίνονται όλα πιο εύκολα. Θα θυμάμαι: «Δεν καταστρέφεται το σύμπαν – μην γκρινιάζεις!». Τώρα, ούτε επιδημιολόγος, ούτε πολιτικός είμαι, για να πω εγώ τι έγινε σωστά ή λάθος. Ξέρεις, ο καθένας αναλαμβάνει μια θέση και κάποιες ευθύνες και πρέπει να τις βγάλει εις πέρας. Δεν είναι δουλειά κάποιου άλλου να του εξηγήσει τι να κάνει. Αν δεν μπορεί, θα κριθεί γι’ αυτό και μετά ας φύγει να δοκιμάσει κάποιος άλλος. Όπως και να έχει, προφανώς μου έχουν κακοφανεί πολλά. Στο στρατό λέγανε μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι: «Εκεί που ξεκινάει ο ελληνικός στρατός, σταματάει η λογική». Τώρα είμαστε σε μια φάση που μοιάζει αυτό να έχει απλωθεί παντού.
Το livestreaming στο θέατρο είναι μια ιδιαίτερη κουβέντα.Σίγουρα δίνει πρόσβαση σε ανθρώπους που ζουν μακριά από περιοχές με θεατρική δραστηριότητα να έρθουν σε κάποια επαφή με αυτό. Και καταλαβαίνω την ανάγκη, ειδικά όταν τα θέατρα είναι κλειστά. Να εργαστούν άνθρωποι και να μην κοπεί τελείως η επαφή με το κοινό. To livestreaming είναι διαφορετικό μέσο και η εμπειρία της θέασης μιας παράστασης από το σπίτι, είναι τελείως διαφορετική από ότι δια ζώσης. Οπότε, απαιτεί και έναν άλλο χειρισμό σκηνοθετικά και τηλεσκηνοθετικά στο πώς δημιουργείς μια παράσταση που πρόκειται να παιχτεί σε livestreaming. Και δεν μπορώ να μην νιώθω άσχημα όταν φτάνει στην “υπόκλιση” ή να μην με πιάνει μια πίκρα όταν πρόκειται για κωμωδία και δεν υπάρχει ζωντανό κοινό να γελάσει.
Και αν πας γήπεδο βλέπεις πόσο εύκολα ο κόσμος στη μια φάση εκθειάζει και στην επόμενη βρίζει χωρίς αύριο. Οπότε, αν μπλέξεις με το άγχος να ανταποκρίνεσαι στις προσδοκίες άλλων, θα καταλήξεις να μην κάνεις τη δουλειά σου. Έχουμε ηθοποιούς που είναι υψηλού επιπέδου καλλιτέχνες. Θέλω να δουλεύω μαζί τους κι ό,τι έρθει. Ένας φημισμένος Ρώσος σκηνοθέτης έλεγε ότι αν γεράσεις και δεις την καριέρα σου και δεν έχεις και κάποιες αποτυχίες, μάλλον δεν έκανες καλά τη δουλειά σου. Εντάξει, σίγουρα είναι καλό για αρχή να έχεις θετική ανταπόκριση. Αλλά μετά ό,τι έρθει ας κατεβάσει· η δουλειά μου είναι άλλη.
Θα ξεκινούσα πρόβες για τους «Παίκτες» του Ν.Β. Γκόγκολ με μια παρέα ηθοποιών που περίμενα πώς και πώς να δουλέψω.Δυστυχώς, λόγω των συνθηκών παγώσαμε μέχρι νεωτέρας. Ευτυχώς, υπάρχει το θέατρο στο ραδιόφωνο! Προφανώς και νιώθω χαρά και ευγνωμοσύνη που εν μέσω αυτής της κατάστασης, μου προτάθηκε να αναλάβω ένα τόσο ιδιαίτερο project στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Είναι καινούργιο είδος για μένα και αυτό με εξιτάρει. Οι περιορισμοί που έχει σε βάζουν σε μια τρομερά δημιουργική διαδικασία για να βρεις λύσεις με τελείως διαφορετικούς τρόπους απ’ ότι συνήθως. Και νομίζω ότι η ιδέα για αστυνομικά διηγήματα με τζαζ μουσική είναι πολύ πετυχημένη. Είμαι αρκετά οπτικός άνθρωπος, αλλά ειδικά αυτό θα με ιντρίγκαρε αρκετά να το ακούσω.
Πριν αναλάβω αυτό το project νομίζω δεν είχα ακούσει ούτε μια ραδιοφωνική παράσταση στη ζωή μου.Τώρα, στα πλαίσια της έρευνάς μου έχω ακούσει κάποιες παραστάσεις. Μου κάνει τρομερή εντύπωση ότι χάθηκε τελείως η επαφή του κοινού με αυτό το είδος θεάτρου, ότι κανείς δεν ασχολήθηκε να το εξελίξει και μου κάνει τρομερή εντύπωση πόσο γλυκιά αίσθηση έχω όταν ακούω μια παράσταση – είτε μου αρέσει είτε όχι. Επίσης, σκοπός, νομίζω, είναι με αφορμή την πανδημία να βρούμε τρόπους ώστε να ξαναβρεί το χώρο του το ραδιοφωνικό θέατρο, να ψάξουμε τα όρια του μέσου και να συνεχιστεί δραστήρια η παραγωγή του και όταν δεν θα υπάρχει πανδημία.
Μικρός διάβαζα με μανία σειρές βιβλίων μυστηρίου για παιδιά π.χ. «Μυστικοί 7» ή «Περιπέτεια στο νησί».Μεγαλώνοντας, καμιά φορά καλοκαίρι αν έπεφτε τυχαία στα χέρια μου κάποιο αστυνομικό μυθιστόρημα το διάβαζα, αλλά ποτέ συστηματικά. Όπως φαίνεται, αυτό το είδος λογοτεχνίας συνδέεται με ξέγνοιαστες εριόδους της ζωής μου, οπότε τώρα το ευχαριστιέμαι.
Οπότε, αν έπρεπε να επιλέξω έναν ήρωα τότε θα πήγαινα σε κάτι όχι ακριβώς νουάρ, ας πούμε τον πράκτορα Dale Cooper από το «Twin Peaks». Μου φαίνεται τέλειο να χανόμουν έστω και λίγο στο μυστήριο κόσμο του Ντέβιντ Λιντς. Βέβαια, μόνο για λίγο! Α, ίσως θα είχε πλάκα να ήμουν και ο Spider-man noir από το Spider-man: Into the spider-verse! Θα είχα όλα τα κλισέ όλων των ηρώων του νουάρ, παρέα με υπερδυνάμεις και θα ζούσα σε ένα εικονογραφημένο σύμπαν.
Το μεγαλύτερο μυστήριο του θεάτρουείναι εκείνες οι σπάνιες φορές που, αν και όλα μοιάζουν ίδια με τις προηγούμενες μέρες, είναι λίγο διαφορετικά: ‘Oλα “συμβαίνουν”, όλα είναι ζωντανά, η παράσταση ξεφεύγει από τα στενά πλαίσια του καλού και απογειώνεται. Ηθοποιοί και κοινό βιώνουν κάτι μαζί που συμβαίνει εδώ και τώρα. Είναι ένα γλίστρημα προς το μυστήριο της ζωής.
Την επόμενη χρονιά, ελπίζω να κάνω πρώτα απ’ όλα θέατρο.Κανείς δεν ξέρει πόσο θα μείνουν κλειστές οι σκηνές, γι’ αυτό δεν κάνω πλάνο με το χρόνο αλλά με τα project. Οπότε ξέρω ότι στα επόμενα σχέδια μου είναι «Οι παίχτες» του Ν.Β Γκόγκολ, ο Οστρόφσκι στην Εσθονία, ένα καινούριο ελληνικό έργο το «Talk show» του Suyako και βλέπουμε. Πλάνα υπάρχουν πολλά, κέφι και όρεξη αστείρευτη, αρκεί να μην απαγορεύεται να κάνουμε αυτό που αγαπάμε!
Ο Γιώργος Κουτλής θα σκηνοθετήσει την «Ανθρώπινη συμπύκνωση» της Αμάντας Μιχαλοπούλου στην ενότητα Radio Plays που θα παρουσιάσει το Δεκέμβριο το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Πρωταγωνιστούν οι Κόρα Καρβούνη, Ελένη Κουτσιούμπα, Βασίλης Μαγουλιώτης, Άλκης Παναγιωτίδης, Θανάσης Παπαγεωργίου, Αλέξανδρος Σιάτρας, Κωνσταντία
Τάκαλου. Μουσική σύνθεση: Αλέξανδρος-Δράκος Κτιστάκης. Παίζουν οι μουσικοί: Δημήτρης Βερδίνογλου (πιάνο), Ανδρέας Πολυζωγόπουλος (τρομπέτα), Πέτρος Κλαμπάνης (μπάσο), Κώστας Τζέκος (κλαρινέτο).