Η ιστορία πίσω από πέντε αριστουργηματικούς πίνακες
Το νέο βιβλίο ιστορίας της τέχνης «Portraits Unmasked: The Stories Behind the Faces» της Francesca Bonazzoli και του Michele Robecchi, εξετάζει τις συνθήκες δημιουργίας μερικών από τους πιο διάσημους πίνακες.
Αναρωτηθήκατε ποτέ για τις ιστορίες που κρύβονται πίσω από διάσημους πίνακες; Ποια να είναι άραγε η «Κυρία με την Ερμίνα» ή ποια η σχέση των δύο προσώπων στο «American Gothic»;
Τέτοια ερωτήματα εξετάζουν η Francesca Bonazzoli και ο Michele Robecchi μέσα από το νέο τους εικονογραφημένο βιβλίο «Portraits Unmasked: The Stories Behind the Faces».
Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς διερευνούν τις συνθήκες στις οποίες δημιουργήθηκαν μερικοί από τους πιο διάσημους πίνακες στην ιστορία της τέχνης. Παρακάτω, ρίχνουμε μια ματιά σε μερικούς από τους πιο αριστουργηματικούς πίνακες που αναφέρονται στο βιβλίο.
Η κυρία με την ερμίνα, του Leonardo da VinciΌλα ξεκίνησαν όταν ο αλαζόνας δούκας του Μιλάνου, ο Λουδοβίκος «Ο Μαύρος» Σφόρτσα, επιδίωξε να κατορθώσει το αδύνατο: Να ζήσουν με τη σύζυγο και την ερωμένη του — μια όμορφη, έξυπνη, νεαρή γυναίκα από την Αυλή του Μιλάνου με το όνομα Σεσίλια Γκαλεράνι — όλοι μαζί κάτω από την ίδια στέγη.
Ο Σφόρτσα, γνωστός ως ο κυριότερος προστάτης του διάσημου καλλιτέχνη, ζήτησε από τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι να ζωγραφίσει το πορτραίτο της Γκαλεράνι. Στον πίνακα «Η Κυρία με την Ερμίνα», η ερμίνα «είχε την ίδια ζωντάνια και έκφραση απληστίας όπως ο Λουδοβίκος», αναφέρουν οι συγγραφείς Bonazzoli και Robecchi.
Η σύζυγος του Σφόρτσα, Βεατρίκη των Έστε, ανεχόταν την άβολη αυτή κατάσταση για λίγο, δεχόμενη ακόμα και την εμφάνιση της Σεσίλια και του νόθου παιδιού της στην Αυλή. Αλλά όταν η Βεατρίκη είδε πως φορούσε παρόμοια ρούχα με την αντίζηλό της, απαίτησε από τον Λουδοβίκο να διώξει την ερωμένη του. Η Σεσίλια πήρε το πορτραίτο μαζί της φεύγοντας το 1498.
Medallion (YouWe), της GluckΗ καταιγιστική καλλιτέχνις Hannah Gluckstein δεχόταν να την αποκαλούν μόνο Gluck, ως μία πιο unisex ονομασία. Οι πρώιμες δημιουργίες της αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από βοτανικούς πίνακες και κοινά λουλούδια. Το 1936 όμως η καλλιτεχνική της πορεία έκανε μια απότομη στροφή, με το διπλό της πορτραίτο «Medallion (YouWe)».
Ο πίνακας αναπαριστά την καλλιτέχνιδα (με κοντά σκούρα μαλλιά) ντυμένη με αντρικό κοστούμι και την αγαπημένη της, την Αμερικανίδα κοσμική Nesta Obermer, ζωγραφισμένες προφίλ, με τη δεύτερη σχεδόν σαν σκιά της Gluck. Οι δύο γυναίκες ερωτεύτηκαν σχεδόν αμέσως με το που γνωρίστηκαν. Μοιράστηκαν την αγάπη τους για την όπερα και η Gluck μνημόνευσε τη συνεργασία τους σε αυτόν τον πίνακα, μετά από ένα σαββατοκύριακο που συμμετείχαν σε μουσικές παραστάσεις μαζί, το 1936.
Αλλά η Obermer, ούσα συνηθισμένη στην πολυτελή ζωή, που διατηρούσε σε μεγάλο βαθμό χάρη στον σύζυγό της, χώρισε τελικά με την Gluck. Αλλά ο πόθος της ζωγράφου για την πρώην ερωμένη της ποτέ δεν έσβησε, ενώ η τελευταία της σύντροφος Edith Shackleton Heald, πάντα ζήλευε την κάποτε σχέση τους.
Ίσως να πρόκειται για έναν από τους πιο παρεξηγημένους πίνακες, καθώς πριν από τη δημόσια αποκάλυψή του οι Αμερικανοί πίστευαν πως το ανδρόγυνο στο «American Gothic» αναπαριστούσε δύο συζύγους. Ο Wood όμως ήθελε στην πραγματικότητα να απεικονίσει τη σχέση ενός πατέρα με την κόρη του. Το ηλικιακό χάσμα μεταξύ των μοντέλων ήταν 32 χρόνια. Η κοπέλα μάλιστα ήταν η 30χρονη αδερφή του, η Nan Wood και ο άντρας ο ντόπιος οδοντίατρος και φίλος του καλλιτέχνη, B.H. McKeeby.
Όπως και να ‘χει, ο Wood δεν ενοχλήθηκε ιδιαίτερα από αυτήν την παρεξήγηση. Βασικός του στόχος ήταν να υπογραμμίσει τις πουριτανικές ρίζες της Αμερικανικής κουλτούρας και να απεικονίσει την τυπική απλή οικογένεια. Η εικόνα αυτή αποτελεί πλέον μία από της πιο δημοφιλείς πηγές έμπνευσης για απομιμήσεις, παρωδίες και άλλα έργα τέχνης στη σύγχρονη ιστορία. Σήμερα στεγάζεται στο μουσείο Art Institute στο Σικάγο, όπου ο καλλιτέχνης ξεκίνησε την καριέρα του.
Κατά την μετακόμισή του στο Μεξικό, ο Βέλγος καλλιτέχνης Francis Alÿs βρέθηκε να περιπλανιέται στις υπαίθριες αγορές και τους πάγκους χειροτεχνίας της πόλης, αναζητώντας αντίγραφα διάσημων έργων της Αναγέννησης για να ξεκινήσει τη δική του συλλογή, όταν παρατήρησε ένα περίεργο μοτίβο.
«Το αδιαφιλονίκητο αστέρι ήταν αντίθετα ένα μετριοπαθές αριστερό προφίλ μιας καλόγριας που φορούσε κόκκινη μαντίλα, που εμφανιζόταν σε κάθε αντιληπτή μορφή, μέγεθος και μέσο», αναφέρουν οι συγγραφείς.
Η γυναίκα αυτή ήταν η Αγία Φαβιόλα, μια Ιταλίδα καλόγρια, της οποίας οι ατυχείς γάμοι την οδήγησαν στην εκκλησία. Εκεί, αφότου ανέπτυξε μια δυνατή σχέση με τον Άγιο Ιερώνυμο, αποφάσισε να δωρίσει τα πλούτη της σε ένα άσυλο για άρρωστους προσκυνητές που επισκέπτονταν το Βατικανό. Μετά τον θάνατό της το 399, η Φαβιόλα αγιοποιήθηκε.
Περίπου 1,500 χρόνια αργότερα, ο καλλιτέχνης Jean-Jacques Henner, ο οποίος ζωγράφιζε θρησκευτικές μορφές και ήταν επίσης δικηγόρος γυναικών καλλιτεχνών, διάλεξε την Φαβιόλα σαν πηγή έμπνευσης. Ο πίνακάς του εξαφανίστηκε μυστηριωδώς στα μέσα του 1912 σε μία δημοπρασία στο Παρίσι, και αντιγραφείς από όλο τον κόσμο εκμεταλλεύτηκαν τότε την ευκαιρία να πλουτίσουν αντιγράφοντάς τον. Ο Alÿs έχει τώρα συγκεντρώσει περισσότερες από 450 αναπαραστάσεις της Αγίας!
The Fabiola Project, του Francis AlÿsΗ κατακόρυφη άνοδος του Ζαν Μισέλ Μπασκιά, γύρω στο 1980 δεν πραγματοποιήθηκε χωρίς δυσκολίες. Ζώντας σαν καλλιτέχνης του δρόμου, καθώς έγινε διάσημος για τη γνωστή του υπογραφή-γκράφιτι «SAMO», βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο της σύγχρονης τέχνης.
«Οι έμποροι ήταν υποστηρικτικοί αλλά απαιτητικοί και με τάσεις εκμετάλλευσης: Σύντροφοι καλλιτέχνες έδιναν συγχαρητήρια αλλά ζήλευαν. Η πίεση να παραμείνεις αληθινός και όχι να ξεπουλήσεις ήταν μεγάλη», έγραψαν η Bonazzoli και ο Robecchi.
Ο Μπασκιά είχε μεγάλη επίγνωση του περιβάλλοντός του, ίσως ακόμα περισσότερο όταν ταξίδεψε στο Λος Άντζελες με άλλους καλλιτέχνες του δρόμου και τους στενούς του φίλους Toxic και Rammellzee. Οι συναναστροφές με αστέρες του Hollywood εκεί τον επηρέασαν βαθιά, οδηγώντας στη γέννηση των «Αφρικανών του Χόλιγουντ».
Μεταξύ αναφορών στη Sunset Boulevard (Λεωφόρο της Δύσης) και στο Walk of Fame του Χόλιγουντ, ο καλλιτέχνης συμπεριέλαβε ένα νεύμα το 1940, τη χρονιά που για πρώτη φορά μια μαύρη γυναίκα (Hattie McDaniel) κέρδισε όσκαρ, για τον ρόλο της στην ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος».
Πηγή: Artnet News