Ελίζ Ζαλαντό, γενική διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: «Τα δύο μεγάλα φεστιβάλ μας θα επανέλθουν πιο δυναμικά από ποτέ, δίνοντας νέο νόημα στη λέξη υβριδικό»
Η επιβολή της πρώτης ανοιξιάτικης καραντίνας συνέπιπτε με την διοργάνωση του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, της πρώτης από τις δυο μεγάλες κινηματογραφικές διοργανώσεις της Θεσσαλονίκης που μετασχηματίστηκε σε ‘χρόνο μηδέν’ σε ψηφιακό.
«Η μεγάλη και διαφορετική δραστηριότητά μας, η εξειδίκευση, το δίκτυό μας και η εξαιρετική δημιουργικότητα όλης της ομάδας, μας επέτρεψαν να έχουμε μεγάλη ευκινησία στην απάντησή μας στις προκλήσεις της πανδημίας. Ο ιός αυτός σταμάτησε τον πολιτισμό σε φυσικούς χώρους και μας ανάγκασε να στραφούμε σε ‘μικρές οθόνες πολιτισμού’. Έτσι, λοιπόν, αποφασίσαμε όχι μόνο να προσαρμόσουμε τις επαγγελματικές, σχολικές, κοινωνικές δραστηριότητές μας στους νέους περιορισμούς, αλλά αναλάβαμε νέες πρωτοβουλίες πέρα από τα συνηθισμένα για να μεταμορφώσουμε τους περιορισμούς αυτούς σε μια δημιουργική διαδικασία» εξηγεί η Ελίζ Ζαλαντό, η γενική διευθύντρια των δύο θεσμών, του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Και οι δύο διοργανώσεις βρήκαν γρήγορα το ψηφιακό κοινό τους: Το 22ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης έφτασε τους 80.000 θεατές ενώ το 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ξεπέρασε τους 80.000 θεατές και επαγγελματίες που συμμετείχαν στις προβολές και τις δράσεις. Επίσης, η σειρά ταινιών μικρού μήκους «Χώροι» που ανέθεσε το Φεστιβάλ σε δημιουργούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό, άγγιξε τις 60.000 θεάσεις στο YouTube.
Ελίζ Ζαλαντό: Πιστεύουμε ότι στο μέλλον, οι online δράσεις θα είναι συμπληρωματικές και υποστηρικτικές των δράσεων στους φυσικούς χώρους
Η επιτυχημένη πρώτη δοκιμή δίνει σήμερα το δικαίωμα στην κ. Ζαλαντό να υπόσχεται πως «τα δύο μεγάλα φεστιβάλ μας θα επανέλθουν πιο δυναμικά από ποτέ, δίνοντας νέο νόημα στη λέξη υβριδικό». «Συνεχίζουμε να εξερευνούμε τους απεριόριστους πόρους του ψηφιακού κόσμου τόσο για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου και το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, όσο και για το σύνολο των δράσεών μας».
Για παράδειγμα, το πρώτο δίμηνο του 2021, το πρόγραμμα της Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης θα μεταφερθεί online ενώ, για το νεανικό κοινό του προτείνει μια πρωτότυπη, ψυχαγωγική, ποιοτική ταινία κάθε Σαββατοκύριακο στην πλατφόρμα και μόλις ξεκίνησε ένα νέο πρόγραμμα για σχολεία, ένας εκπαιδευτικός διαγωνισμός δημιουργίας ταινιών μικρού μήκους.
Θα είναι, ωστόσο, αυτό το μέλλον της φεστιβαλικής κινηματογραφικής δραστηριότητας; «Πιστεύουμε ότι στο μέλλον, οι online δράσεις θα είναι συμπληρωματικές και υποστηρικτικές των δράσεων στους φυσικούς χώρους. Ωστόσο, η καρδιά της δραστηριότητάς μας, της αποστολής μας, είναι θεμελιωδώς σε φυσικούς χώρους. Έχει να κάνει με το να φέρνουμε κοντά τους ανθρώπους για να μοιράζονται συναισθήματα. Δεν είμαστε μια πλατφόρμα streaming ούτε μια πλατφόρμα VOD και δεν πρόκειται να γίνουμε κάτι τέτοιο» απαντά η Ελίζ Ζαλαντό. «Αλλά είναι αλήθεια ότι οι δυνατότητες που προσφέρει ο ψηφιακός κόσμος θα είναι πολύτιμες και χρήσιμες στο τοπίο που θα διαμορφωθεί μετά την πανδημία, και θα ενδυναμώσουν την επίδραση του Φεστιβάλ κάνοντάς το πιο ανοιχτό σε όλους».
Το υπουργείο Πολιτισμού έσπευσε να επαινέσει την διοίκηση των Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την αποτελεσματικότητα τους εν μέσω πανδημίας. Αναρωτιέται κανείς, ωστόσο, ποια πρέπει να είναι η θέση της Πολιτείας στις τεράστιες προκλήσεις που έχει θέσει η πανδημία στον χώρο του πολιτισμού. «Οι αντιδράσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων στις προκλήσεις της πανδημίας ήταν ποικίλες, αλλά όλες επιχείρησαν με τον δικό τους τρόπο να παράσχουν το απαραίτητο οξυγόνο στον πολιτιστικό τομέα με διάφορους βαθμούς επιτυχίας» σχολιάζει η γενική διευθύντρια τους. «Σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν επανασχεδιαστεί πολλά πράγματα, κανόνες και στρατηγικές στον πολιτισμό λόγω της πανδημίας, και το σημαντικό είναι να σταθούμε απέναντι σε αυτές τις αλλαγές με οδηγό μας την προστασία του πολιτιστικού αγαθού και της σχέσης του με το κοινό».
Νίκος Πιμπλής, πρόεδρος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών: «Η κρατική στήριξη, όσο σημαντική και να είναι, δεν μπορεί να υποκαταστήσει το ζωντανό θέαμα»Αξιοποιώντας την «συσσωρευμένη εμπειρία από την τριβή με καλλιτέχνες και ορχήστρες πρώτης γραμμής αλλά και τον πλούτο του υλικού» όπως σημειώνει ο Πρόεδρος του ΟΜΜΑ, Νίκος Πιμπλής, ο μηχανισμός του οργανισμού ανταποκρίθηκε πολύ γρήγορα στις νέες συνθήκες. Κατά συνέπεια, «το Μέγαρο ήταν ο πρώτος δημόσιος φορέας πολιτισμού που ξεκίνησε τις διαδικτυακές μεταδόσεις, μόλις τρεις εβδομάδες μετά την ανακοίνωση του κλεισίματος των θεαμάτων. Και βέβαια, η συνέχιση της πανδημίας και των περιορισμών επέβαλε να γίνουν γρήγορα επιλογές που επιτρέπουν τις ψηφιακές αναμεταδόσεις, επιλογές βεβαίως τεχνικές αλλά και προγραμματισμού, δεδομένου ότι όλες οι προγραμματισμένες αρχικά συναυλίες και παραστάσεις δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν στις ανάγκες της διαδικτυακής αναμετάδοσης».
Και παρά τις επιφυλάξεις αφενός για τη χαμηλή εξοικείωση του κοινού με το ψηφιακό προϊόν κι αφετέρου για το «πως θα εκληφθεί από τον κόσμο αυτή η ημι-εμπειρία, φαίνεται πως η ανάγκη για πολιτισμό υπερκέρασε τις όποιες αντιστάσεις. Για μας το πιο εντυπωσιακό, πέρα από τα νούμερα των θεατών, ήταν και τα σχόλια που παίρναμε κατά τη διάρκεια μετάδοσης των συναυλιών του ECHO (European Concert Hall Organisation) αρχικά, και των δικών μας μεταγενέστερα, στο facebook του Μεγάρου. Εκεί όπου η διαδραστικότητα φαίνεται σε πραγματικό χρόνο, μας συγκίνησαν τα εκατοντάδες ευχαριστήρια μηνύματα τόσο από το σταθερό μας κοινό όσο και από επισκέπτες και θεατές από όλα τα μέρη της Ελλάδας και το εξωτερικό».
Υπολογίζεται πως περισσότεροι από 300.000 θεατές παρακολούθησαν τις 43 μεταδόσεις online, τις 30 διαλέξεις και τις 68 συναυλίες του ECHO, στο site και στο facebook παρακολούθησαν συνολικά περισσότεροι από 300.000 μοναδικοί θεατές, με τις παιδικές παραστάσεις και τις μεγάλες να κερδίζουν ξεκάθαρα το προβάδισμα.
Ακολουθώντας αυτήν την επιτυχημένη “συνταγή” το Μέγαρο Μουσικής θα συνεχίσει, όπως ενημερώνει ο κ. Πιμπλής, με διαδικτυακές μεταδόσεις νέων παραγωγών για τους επόμενους μήνες «διότι με αυτό τον τρόπο διατηρούμε ενεργούς τους καλλιτέχνες αλλά και τον κόσμο μας, που ψάχνει αντίδοτο στο αναγκαστικό εγκλεισμό».
Νίκος Πιμπλής: Προτεραιότητά μας είναι πάντα η διοργάνωση ζωντανών παραστάσεων, αλλά δεν θα εγκαταλείψουμε αυτό που ξεκινήσαμε
Η πολυπόθητη επιστροφή στην πολιτιστική κανονικότητα φαίνεται πως θα αφομοιώσει κάποια από τα προγράμματα που δοκιμάστηκαν κατά τη διάρκεια του lockdown. «Πέραν από τα Megaron Podcasts, τα οποία ξεκίνησαν εν μέσω πανδημίας και θα συνεχιστούν, θα συνεχίσουμε να παρέχουμε επιλεγμένες παραστάσεις, διαλέξεις, εκπαιδευτικά προγράμματα σε streaming on demand, για να δώσουμε τη δυνατότητα και την ευελιξία στο κοινό να τα απολαμβάνει όποτε θέλει. Φυσικά προτεραιότητά μας είναι πάντα η διοργάνωση ζωντανών παραστάσεων, αλλά δεν θα εγκαταλείψουμε αυτό που ξεκινήσαμε» σημειώνει ο πρόεδρος του οργανισμού.
Παρόλα αυτά, το κλειστό Μέγαρο ήταν μια πολύ επώδυνη οικονομικά συνθήκη «διότι ουσιαστικά απέκλεισε την κύρια πηγή εσόδων του Μεγάρου που είναι τα συνέδρια. Οι παραστάσεις μας, έτσι και αλλιώς, δεν ήταν ποτέ αυτές καθαυτές κερδοφόρες διότι το κόστος του πολιτισμού είναι υψηλό και σπάνια αποσβένεται· εξ ού και η ανάγκη κρατικής επιχορήγησης. Εκτιμάμε ότι συνολικά το άμεσο κόστος ήταν περίπου 4.5 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το έμμεσο ήταν πολύ μεγαλύτερο», λόγω του μειωμένου αριθμού εισιτηρίων αλλά και της απουσίας χορηγιών.
Για τον πρόεδρο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Νίκο Πιμπλή η διαχείριση του «κλειστού πολιτισμού» από την Πολιτεία δεν μπορεί να είναι ένα ερώτημα με μονοσήμαντη απάντηση. «‘Οχι μόνον γιατί ο Πολιτισμός είναι ένα από τα κύρια θύματα της πανδημίας αλλά και γιατί η απάντηση σε αυτό, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά παντού, δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη αλλά δυστυχώς ούτε και πλήρης. Μιλάμε μόνον για περιορισμό ζημιών· είναι, δυστυχώς, αδύνατον τομείς ολόκληροι της οικονομίας και της ζωής να αναληφθούν εξ’ ολοκλήρου από το κράτος. Όταν ειδικότερα γνωρίζει κανείς την άναρχη κατάσταση που κρύβεται πίσω από τη βιτρίνα του πολιτισμού στην Ελλάδα, νομίζω ότι η Πολιτεία έκανε θαύματα για την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Τώρα από εκεί και πέρα, η στήριξη, όσο σημαντική και να είναι, δεν μπορεί να υποκαταστήσει το ζωντανό θέαμα και τη ζώσα δραστηριότητα. Η ελπίδα μας είναι ότι η υγειονομική κρίση θα τελειώσει γρήγορα και ότι μέχρι τότε η στήριξη σε υποδομή και τεχνογνωσία των πολιτιστικών φορέων για την προσαρμογή της παραγωγής τους στις ανάγκες εναλλακτικής παρουσίας και προβολής θα επιτρέψει να περιοριστούν οι πληγές που αφήνει μια χαμένη, στην πραγματικότητα, για τον κόσμο του θεάματος σεζόν».
Λίντα Καπετανέα, καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας: «Πρέπει να μπει ένας ορίζοντας για τα επόμενα χρόνια και μέχρι τότε να στηριχθεί ο κλάδος»Ήταν ο μοναδικός πολιτιστικός θεσμός της χώρας που κατάφερε να παρακάμψει την συνθήκη του «κλειστού πολιτισμού» διοργανώνοντας σχεδόν όλες τις προβλεπόμενες εκδηλώσεις του. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, Λίντα Καπετανέα εξηγεί πως «η βασική μας προσέγγιση ήταν πολύ απλή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν εύκολη και η υλοποίησή της. Προσπαθήσαμε, επικοινωνώντας το με κάθε τρόπο στα διάφορα επίπεδα διοίκησης, να μην ακυρωθεί το Φεστιβάλ αλλά να το διοργανώσουμε προσαρμόζοντάς το με βάση τις δυνατότητες της πόλης και τα ισχύοντα μέτρα κατά της πανδημίας. Δηλαδή, χρησιμοποιώντας ανοιχτούς και εναλλακτικούς χώρους, τηρώντας τα υγειονομικά πρωτόκολλα κατά γράμμα, κάνοντας τις αναγκαίες αλλαγές στο πρόγραμμα και εστιάζοντας στη σωστή διαχείριση του κοινού μέσα από μια μεγάλη ομάδα εκπαιδευμένων εργαζομένων του Φεστιβάλ, εθελοντών και δημοτικής αστυνομίας.
Μπήκαμε σε όλη αυτή τη λογική κυρίως για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί είδαμε ότι η ανάγκη για επαφή με την τέχνη είναι, σε καιρό κρίσης, πιο μεγάλη από ποτέ, και δεύτερον γιατί με την τρέχουσα υγειονομική κρίση πλήττεται βαθύτατα ο κόσμος του πολιτισμού – πόσω μάλλον του χορού. Εφόσον, η υπόλοιπη οικονομία ήταν ανοιχτή έτσι κι εμείς, έπρεπε να κάνουμε τα πάντα για να λειτουργήσουμε. Το εύκολο θα ήταν να πούμε “δεν πειράζει τα λέμε του χρόνου”. Επιπλέον, η χρηματοδότησή μας είναι κατά 85% δημόσια άρα, εκτός των άλλων, είχαμε χρέος να παλέψουμε να μείνουμε ανοιχτοί και να δουλέψουν όλοι όσοι σχετίζονται με το Φεστιβάλ.
Αυτό για μας σήμαινε πρακτικά περισσότερο τρέξιμο, λιγότερα έσοδα, τεχνικές δυσκολίες και αυξημένο κόστος παραγωγής. Όταν, όμως, τελείωσε και τα καταφέραμε, και δεν ήταν θέμα τύχης αλλά οργάνωσης και καλής συνεργασίας, η συγκίνηση, η χαρά και η ικανοποίηση ήταν τεράστια. Νομίζω ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και το 2021 έχοντας αυτή την πολύτιμη εμπειρία. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι, όμως, εφικτό».
Λίντα Καπετανέα: Η υπόλοιπη οικονομία ήταν ανοιχτή έτσι κι εμείς, έπρεπε να κάνουμε τα πάντα για να λειτουργήσουμε
H καλή διοργάνωση έφερε και θετικά αποτελέσματα, τηρουμένων των αναλογιών και των επιβεβλημένων χωρητικοτήτων. Συνολικά, παρακολούθησαν το Φεστιβάλ 3.489 θεατές – δηλαδή περίπου το 1/3 του κοινού που επισκέπτεται την Καλαμάτα – με όλες τις παραστάσεις sold out. Διατέθηκαν περί τα 2.000 εισιτήρια ωστόσο το κοινό ήταν πολύ μεγαλύτερο καθώς δεν μπορεί να υπολογιστεί ο κόσμος που παρακολούθησε τις “ανοιχτές” παραστάσεις στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας ήταν, με αυτά τα δεδομένα, και ο θεσμός με τις μικρότερες οικονομικές πληγές. Στο πλαίσιο του χρειάστηκε να ακυρωθούν μόνον οι δράσεις για παιδιά και για μεγάλες ηλικίες άνω των 50 ετών καθώς και να αντικατασταθούν κάποια έργα συνόλου με αυτά που μπορούσαν να ταξιδέψουν λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις από διάφορες χώρες. «Το μεγαλύτερο κόστος που πληρώσαμε ήταν οι κενές θέσεις των θεατών. Οι άνθρωποι που έλειπαν ως παρουσίες ήταν η μεγαλύτερη απώλεια» τονίζει η καλλιτεχνική του διευθύντρια.
Έχοντας αυτό το προηγούμενο, η Λίντα Καπετανέα σχεδιάζει ήδη την οργάνωση του 2021, αντιστεκόμενη στην ψηφιακή συνθήκη που έχουν αρχίσει να οικειοποιούνται άλλες διοργανώσεις. «Η μεταφορά της εμπειρίας μιας παράστασης είναι αδύνατη. Η ψηφιακή αποτύπωση για μας είναι πάντα το τελευταίο σενάριο γιατί δεν είναι αυτό που θέλουμε. Αντιστεκόμαστε σε αυτό. Δε λειτουργεί έτσι το πράγμα. Και το θέατρο, όπως και ο χορός, θα επιβιώσουν. Είναι ανίκητα. Εμείς θεωρούμε ότι δεν γίνεται να μην έχουμε κοινό. Είναι πάντα η έσχατη λύση ο ψηφιακός δρόμος. Επιμένουμε στους φυσικούς χώρους. Το πρόγραμμα σχεδιάζεται κανονικά λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψη» σημειώνει.
Για να προστατευθεί ο πολιτισμός και οι άνθρωποι του, η Λίντα Καπετανέα εισηγείται την επιτακτική ανάγκη μιας συνολικότερης αντιμετώπισης σε εθνικό όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο. «Πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλα τα χρηματοδοτικά μέσα που δίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το σχεδιασμό προγραμμάτων που αφορούν την προετοιμασία έργων αλλά και για την καλλιτεχνική έρευνα, η οποία δυστυχώς είναι αρκετά υποτιμημένη· και όλα αυτά πρέπει να αφορούν την επόμενη μέρα. Ας μη μιλάμε σαν να έγινε σήμερα το πρώτο lockdown. Τα προβλήματα παραμένουν, αλλά οι συνθήκες αλλάζουν ραγδαία σύμφωνα με το ρυθμό που ορίζει ο ιός. Πρέπει να μπει ένας ορίζοντας για τα επόμενα χρόνια και μέχρι τότε να στηριχθεί ο κλάδος.
Ήδη, μέχρι σήμερα έχουν χαθεί εκατομμύρια ευρώ εντός Ευρώπης από την ακύρωση των παραγωγών. Πρόσφατες έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς το τι δημιουργεί το αίσθημα κοινότητας ανάμεσα στους Ευρωπαίους πολίτες δείχνουν ότι οι βασικοί παράγοντες είναι ο πολιτισμός, μετά η ιστορία και οι κοινές αξίες, και ακολουθούν η γεωγραφία και η οικονομία. Από το 2022 και μετά, που ξεκινά η νέα περίοδος χρηματοδότησης, θα πρέπει έμπρακτα να αποδείξει και η Ευρώπη και η χώρα μας ότι ο πολιτισμός είναι προτεραιότητά τους».