Cry: Το έργο της Λένας Κιτσοπούλου για τρεις παραστάσεις στο Θέατρο Τέχνης
Το νέο έργο της Λένας Κιτσοπούλου, με τίτλο «Cry», παρουσιάζεται, μόνο για τρεις παραστάσεις, στη Σκηνή Φρυνίχου του Θεάτρου Τέχνης.
Στην κόψη του ξυραφιού, το «Cry» (κλάμα…; κραυγή…;) διερευνά καταρχάς τα όρια της ευγένειας. Τι συμβαίνει όταν η ευγένεια μας οδηγεί να ανεχτούμε καταστάσεις που δεν αντέχουμε; Πότε ακριβώς πεθαίνει η ευγένεια και γεννιέται η βία;
Μια πρώτη εκδοχή του «Cry» ανέβηκε το 2017 στη Γενεύη, ύστερα από ανάθεση του Θεάτρου Saint-Gervais και της θεατρικής εταιρίας Bleu en Haut Bleu en Bas με έδρα την Ελβετία, στην Λένα Κιτσοπούλου. Στις 3 Δεκεμβρίου 2021, η νέα εκδοχή του «Cry» ανέβηκε στη Γενεύη με ανανεωμένη διανομή και έρχεται στη Φρυνίχου στις 7, 8 και 9 Ιανουαρίου 2022, μόνο για 3 παραστάσεις.
Τα θέματα συζήτησης είχαν επιλεγεί προσεκτικά. Όλοι ήταν αποφασισμένοι να «περάσουν καλά».
Τότε πώς και γιατί «ξέφυγε» έτσι η βραδιά; Πώς χύθηκε όλο αυτό το αίμα; Παντού;
Σας καλωσορίζουμε στο εκρηκτικό και ανευλαβές θέατρο της Λένας Κιτσοπούλου.
«Το Cry δημιουργήθηκε πριν από τρία χρόνια περίπου εδώ στην Γενέυη, σε αυτό εδώ το θέατρο, μέσα σε ένα πολύ γρήγορο πλαίσιο, όπου γράφτηκε και παίχτηκε μέσα σε δέκα μέρες. Τώρα, τρία χρόνια μετά, ξαναζωντανεύει, αναδημιουργείται, αναπλάθεται, αναπτύσσεται, του δίνεται τέλος πάντων εδώ στο ίδιο θέατρο μεγαλύτερος χρόνος ετοιμασίας, οπότε έχει τη δυνατότητα να δυναμώσει, να φωτιστεί αλλιώς και είμαι και πολύ χαρούμενη που στην τωρινή εκδοχή προστίθεται και η παρουσία του Νίκου Καραθάνου στην διανομή.
Το έργο μιλάει για την απόγνωση και τη ματαιότητα, είναι αυτό που γράφω κάθε φορά γιατί είναι ίσως το μόνο πράγμα που με αφορά τελικά ( ή με πνίγει), απλώς κάθε φορά αλλάζει η σκηνική συνθήκη, προσπαθώ να ανανεώνω τη γλώσσα μου, παίζω με διαφορετικά υλικά, λέγοντας όμως τελικά το ίδιο πράγμα. Γιατί ζούμε; Γιατί υπάρχουμε; Τι μαλακία είναι όλο αυτό;
Εμφανίζονται στην σκηνή τέσσερεις άνθρωποι, οι οποίοι δεν θέλουν να επικοινωνήσουν παρ’ όλο που είναι αναγκασμένοι να συνυπάρξουν αυτή τη βραδιά με το ζόρι και στην πορεία από κάτι πολύ μικρές αφορμές και όχι άξιες δολοφονίας, ο ένας δολοφονεί τον άλλον. Είναι τα νεύρα τους σπασμένα, ή απλώς κάνουν κάτι που όλοι θα θέλαμε να κάνουμε κάποιες φορές, αλλά η ύπαρξη νομοθεσίας δεν μας δεν μας το επιτρέπει; Πάντως μικρά περιστατικά και αφορμές διογκώνονται στο κεφάλι και των τεσσάρων. Είναι η πίεση της καθώς πρέπει κοινωνικής συμπεριφοράς και ευγένειας που τελικά μολύνει τις αντοχές μας και αρρωσταίνουμε; Ή είναι η φύση του ανθρώπου βίαιη και σκοτεινή από μόνη της και εμείς όλοι ζούμε σε μία κοινωνία που μας απαγορεύεται τελικά να εκφραστούμε;
Το έργο έχει αδιέξοδο πολύ. Έχει ψυχαναγκασμό. Είμαστε οι άνθρωποι που δεν θέλουμε να ταραχτούμε από τίποτα. Που φοβόμαστε.Είμαστε οι άνθρωποι που θέλουμε απλώς την ησυχία μας. Οι χαλασμένοι άνθρωποι που μας ενοχλούν τα πάντα. Ή, που νομίζουμε ότι μας ενοχλούν οι άλλοι, ενώ τελικά μας ενοχλεί ο εαυτός μας που δεν επαναστατεί. Φοβόμαστε πάρα πολύ τον θάνατο, ζούμε μόνο με αυτόν το φόβο και πιστεύω ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής μακρυά από τη φύση και τον ουρανό και μέσα σε όλη αυτή την υπερβολική πίεση για νεότητα, χαρά, πρόληψη, φιλοζωία, φιλανθρωπία, θετικότητα με το ζόρι και βομβαρδισμούς τηλεοπτικούς από διάφορους χαμογελαστούς διαφημιστές αντικαταθλιπτικών, απλώς εντίνει τον φόβο μας».
Λένα Κιτσοπούλου